Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

34. You Wanna Play God?


Τα μάτια του Άρτσερ Κινγκ είχαν αντικρίσει χιλιάδες κορίτσια και γυναίκες όλων των ηλικιών μέσα στο πέρασμα των χρόνων. Μονάχα μια όμως κατάφερε να αιχμαλωτίσει την πολυτάραχη καρδιά του, κι αυτή ήταν η Βικτώρια Ντουκέιν, που παραλίγο να παντρευτεί και να περάσει το υπόλοιπο της θνητής ζωή του, μαζί της. Το σύμπαν, η μοίρα... Είχαν άλλα σχέδια όμως... Έτσι η Βικτώρια Ντουκέιν εκπλήρωσε την προφητεία των Αυθεντικών βρικολάκων, όπως θα έπρεπε να γίνει.

Ανά πεντακόσια χρόνια αποκαταστούνταν η τάξη, η φυσική ροή των πραγμάτων, καθώς η φύση φρόντιζε να δημιουργήσει έναν απόγονο των Αυθεντικών βρικολάκων, των πρώτων που δημιουργήθηκαν και περπάτησαν πάνω στην γη. Ήταν η πιο ισχυρή γραμμή αίματος από κάθε άλλη των βρικολάκων!

Ο κλήρος έτυχε στην νεαρή Βικτώρια Ντουκέιν κι εκείνη μη μπορώντας να σταματήσει το αναπόφευκτο μεταμορφώθηκε σε μια αυτού του είδους. Περνούσαν απαρατήρητοι ανάμεσα σε θνητούς και αθάνατους από την αρχή των καιρών, από το μηδέν αυτού του κόσμου. Κανείς δεν ήξερε ποιος ήταν ο πρώτος Αυθεντικός βρικόλακας, πως δημιουργήθηκε, ποιος τον δημιούργησε ή γιατί, αλλά ακόμα κι αν ήξερε μάλλον τώρα θα ήταν τώρα πια νεκρός...

Πιθανότατα υπήρξαν μόλις μερικές δεκάδες Αυθεντικοί βρικόλακες, μιας και δημιουργούνταν κάθε εκατό με πεντακόσια χρόνια. Ο σκοπός τους δεν ήταν η διαιώνιση. Ο σκοπός της ύπαρξής τους ήταν η αποκατάσταση της ύπαρξης των υπόλοιπων βρικολάκων. Ήταν τα πρωτότυπα, όλων των βρικολάκων που υπήρξαν και θα υπάρξουν. Η γραμμή αίματός τους μέσα τους διατηρούσε το αίμα και την δύναμη όλων των βρικολάκων που είχαν δημιουργηθεί. Εάν πέθαινε ο τελευταίος Αυθεντικός, ο θρύλος έλεγε ότι μαζί του θα πέθαιναν και όλοι οι υπόλοιποι βρικόλακες που περπατούσαν στην γη! Για αυτό η φύση δημιουργούσε κι έναν καινούριο κάθε περίπου πεντακόσια ανθρώπινα έτη, ώστε να μην εξαλείφονταν από προσώπου γης το είδος τους. Έτσι, για να μην πεθάνουν, θα έπρεπε να υπάρχει τουλάχιστον ένας Αυθεντικός εν ζωή.

Η μια από αυτούς λοιπόν, ήταν σίγουρα η Βικτώρια Ντουκέιν και είχε καταστρέψει την ζωή του Άρτσερ Κινγκ αλλά κι ολόκληρης της πόλης τους, το Όζαρκς, μέσα σε ένα βράδυ μόνο. Μετά την επαναφορά της, στην ζωή, τη νύχτα της μεταμόρφωσής της, πήρε όλο το χωριό μαζί της σε αυτήν την αιώνια καταδίκη... Του να ζει για πάντα ως αρπακτικό, επιζητώντας και λαχταρώντας αίμα για τροφή. Σκοτάδι την ακολουθούσε όπου κι αν πήγαινε, αλλά και όλοι οι κάτοικοι του Όζαρκς που σκότωσε και μετέτρεψε σε βρικόλακες το 1.513. Ένα ολόκληρο χωριό την κυνηγούσε χρόνια ζητώντας εκδίκηση μετά από εκείνη την ημέρα. Όσο περνούσαν τα μέρες, τα χρόνια, οι αιώνες, η εκδίκηση έχανε το νόημά της. Γίνονταν στεγνό και ξεκάθαρο μίσος απέναντι στο πρόσωπο της Βικτώρια Ντουκέιν. Θέλανε να την σκοτώσουν, χωρίς να ξέρουνε φυσικά τις συνέπειες για αυτούς... Αφού κανένας δεν ήξερε την αλήθεια για τους Αυθεντικούς βρικόλακες...

Τα μάτια του Άρτσερ Κινγκ, λοιπόν, είχαν αντικρίσει πια ξανά την Βικτώρια Ντουκέιν και ήταν βέβαιος πως ήθελε να την σκοτώσει. Πρώτα όμως θα μιλούσαν, θα της έλεγε αυτά που κρατούσε μέσα του εδώ και πολλά χρόνια... Και αφού τα άκουγε αυτά, θα την βασάνιζε ώσπου να πέθαινε στα χέρια του.

[...]

Τα βλέφαρα της Άζρα Τζάκσον πετάρισαν μόλις αχτίδες λευκού ζεστού φωτός έπεσαν πάνω στα κλειστά μάτια της. Η νύχτα έδωσε την θέση της σε μια νέα ημέρα, κρύβοντας το φεγγάρι και φέρνοντας στον ουρανό τον ολοφώτεινο ήλιο. Η νεαρή ήταν ιδρωμένη και ένιωθε ανησυχία να έχει κατακλύσει κάθε κύτταρο του κορμιού της. Βίωνε ακόμα έναν από τους σχεδόν ζωντανούς εφιάλτες της, ξαπλωμένη σε ένα στρώμα ενός διπλού κρεβατιού, σε ένα μισοάδειο δωμάτιο ενός εγκαταλελειμμένου σπιτιού στην άκρη του δάσους. Εκεί την είχε πάει η παρέα των βρικολάκων και την κρατούσε ολόκληρο το βράδυ ως το ξημέρωμα.

Προσπάθησε να κουνήσει τα καταπονημένα χέρια της, να τεντωθεί, αλλά σύντομα αντιλήφθηκε ότι ήταν δεμένα αναμεταξύ τους. Σύντομα ήρθε αντιμέτωπη με μια ξαφνική συνειδητοποίηση. Ήταν παγιδευμένη! Έτσι, άρχισε να φωνάζει στον ύπνο της, ξεσπάζοντας σε δυνατά ουρλιαχτά, χωρίς να είναι βέβαιη εάν κοιμόταν ή όχι.

Ο νεαρός που κάθονταν σε μια ξύλινη καρέκλα απέναντι από το κρεβάτι όπου βρίσκονταν αποκοιμισμένη η Άζρα, πατάχθηκε από την θέση του και κατευθύνθηκε προς εκείνη παραξενευμένος. Κοίταξε να βρει τι συνέβαινε και γιατί η κοπέλα φώναζε. Πολύ γρήγορα κατάλαβε ότι ακόμα κοιμούνταν, έτσι προσπάθησε να την ξυπνήσει και να την βγάλει από τον εφιάλτη που έβλεπε.

Η Άζρα άνοιξε βίαια τα μάτια της και αποκολλήθηκε από το κρεβάτι απότομα. Μόλις ένιωσε το παγωμένο άγγιγμα του ξένου άνδρα πάνω στο δέρμα της πήδηξε προς τα πίσω σηκώνοντας τον κορμό της και γρήγορα ακούμπησε την πλάτη της στον κατεστραμμένο τοίχο, πίσω της. Όταν είδε τον άγνωστο άνδρα απέναντί της η καρδιά της άρχισε να χτυπάει από φόβο.

Σιγά-σιγά οι μνήμες της από την νύχτα που πέρασε άρχισαν να επιστρέφουν με καταιγιστικό τρόπο. Θυμήθηκε και την χθεσινή περιπέτεια που είχε, αλλά και το ξαφνικό σκοτάδι που έπεσε μόλις ένιωσε μια βελόνα να την τρυπά στον λαιμό. Ασυναίσθητα το δεξί της χέρι τεντώθηκε και ακούμπησε το σημείο εκείνο που την είχαν τρυπήσει με την βελόνα, σέρνοντας μαζί και το αριστερό της χέρι, αφού ήταν δεμένα μαζί.

Ο νεαρός άνδρας με τα μαλλιά από μαύρο κάρβουνο, στέκονταν μπροστά, στο κρεβάτι που την φιλοξένησε για το βράδυ. Ήταν ένας από τους άνδρες που την άρπαξαν χθες στο δάσος. Πρέπει να είναι βρικόλακες, υπέθεσε η Άζρα. Η ταχύτητά τους ήταν μεγάλη και κινήθηκαν τόσο γρήγορα που δεν πρόλαβε καν να τους δει. Η δύναμή τους ήταν εξαιρετικά υπεράνθρωπη και δεν εξηγούνταν διαφορετικά. Ήταν σίγουρα βρικόλακες.

Τρέλα την κυρίευσε μέσα σε δευτερόλεπτα. Δεν είχε μπροστά της ποτέ ξανά έναν βρικόλακα, πόσο μάλιστα έναν που να την έχει αιχμάλωτη. Η νεαρή κοπέλα κοιτούσε αριστερά και δεξιά της προσπαθώντας να καταλάβει που βρίσκονταν, ενώ παράλληλα έψαχνε την Φρέγια αλλά και για έναν άμεσο τρόπο διαφυγής από αυτό το μέρος.

Η Άζρα έδειχνε να τα χάνει και σε συνδυασμό με τον τρόπο που ξύπνησε -μες τα ουρλιαχτά- τον έκανε να μετανιώσει που ανέλαβε εκείνος την επίβλεψή της. Ο μαυρομάλλης βρικόλακας έτριψε το μέτωπό του, ξεφυσώντας δραματικά, βλέποντας την αντίδραση της Άζρα. «Ωραία.» Αποκρίθηκε ειρωνικά. «Με έβαλαν να προσέχω μια παράφρον, ενώ όλοι είναι έξω και βασανίζουν την Βικτώρια!» Είπε και σηκώθηκε απότομα όρθιος.

«Ποια Βικτώρια;» Απόρησε. Υπήρχε κι άλλη παγιδευμένη; «Ποιος είσαι;» Ψέλλισε η Άζρα, με βαριά φωνή, κοιτάζοντάς τον με σμιγμένα τα φρύδια της. Είχε σηκωθεί όρθια και πατούσε πια με τα πόδια της πάνω στο κρεβάτι κι όχι με τα γόνατα. Σιγά σιγά ελίσσονταν και προσπαθούσε να κατεβεί από το κρεβάτι. Σέρνοντας την πλάτη της στην ξηλωμένη ταπετσαρία του δωματίου, προχωρούσε προς την γωνία.

«Ντάνιελ Κάρσον.» Συστήθηκε ο βρικόλακας, σοβαρός. Το βλέμμα του ήταν ατάραχο και ελαφρά αυτάρεσκο. «Εσύ;» Την κοίταξε σιωπηλός, ανταλλάσσοντας έντονα βλέμματα, που αν είχαν φωνή θα τους ξεκούφαιναν.

Δεν ήταν ώρα για χαιρετούρες, σκέφτηκε η Άζρα, ήταν ώρα να αποδράσει. Δεν είπε κουβέντα, παρέμεινε σκεπτική προσπαθώντας να βρει τρόπο να φύγει από εκεί.

Μετά από λίγο, ο Ντάνιελ, αποφάσισε να παίξει το παιχνίδι απόδρασης της Άζρα. Έτσι, έκανε μερικά αργά βήματα προς την ίδια κατεύθυνση με εκείνη. Οι βολβοί των ματιών του ακολουθούσαν την κοπέλα με κάθε της κίνηση. Έκανε μικρές κι αργές κινήσεις ώστε να μην την τρομάξει κι αρχίσει να τρέχει και ύστερα να πρέπει να την κυνηγήσει για να την σταματήσει...

Η Άζρα, βάδισε προς τα πίσω ώσπου βρέθηκε -μέσα σε ένα πετάρισμα των ματιών της- κολλημένη στον τοίχο, στην γωνία του δωματίου. Είχε τα χέρια της μπροστά στο στήθος της κάθετα, ενωμένα το ένα με το άλλο ασφυκτικά, καθώς το σκηνή ήταν γερά δεμένο γύρω από τα κόκαλά της. Έπρεπε να αποδράσει!

«Ούτε να το σκέφτεσαι, νεαρή!» Ο Ντάνιελ, διάβασε τις σκέψεις της από το βλέμμα και μόνο κι αμέσως δοκίμασε να την πλησιάσει ακόμα περισσότερο.

Η Άζρα όμως περπάτησε κατά μήκος του τοίχου, αλλά αυτήν την φορά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Είχε δει ότι υπήρχε μια πόρτα προς εκείνη την μεριά του δωματίου.

Ο βρικόλακας κατάλαβε τι θα έκανε η Άζρα κι έτσι την προειδοποίησε. «Μην το κάνεις!» Την κοίταξε με το σκοτεινό του βλέμμα.

Η Άζρα δεν δίστασε να δοκιμάσει. Έτσι, το έβαλε στα πόδια. Έκανε ένα άλμα και πήδηξε πάνω από το κρεβάτι, πατώντας πάνω στο στρώμα. Έπειτα προσγειώθηκε με φόρα στο πάτωμα και έτρεξε κατά μήκος της απόστασης που την χώριζε από την κλειστή πόρτα του δωματίου που την είχαν κρατούμενη.

Ο Ντάνιελ εκτοξεύθηκε με την υπερφυσική του ταχύτητα και την αιχμαλώτισε ανάμερα στο γερό κράτημα των χεριών του. Την ίδια στιγμή, με την φόρα που είχαν αναπτύξει και δυο τους, έπεσαν με όλη αυτήν την δύναμη πάνω στην ξύλινη παλιά πόρτα καταστρέφοντάς την ολοσχερώς. Τα σώματά τους γρήγορα βρέθηκαν αγκαλιασμένα ανάμεσα σε ροκανίδια και σπασμένα ξύλα. Αυτός που ήρθε σε επαφή με την πόρτα ήταν ο Ντάνιελ, καθώς είχε την Άζρα βυθισμένη στο στήθος του, προστατεύοντάς την έτσι από την σύγκρουση. Η πόρτα είχε ανοίξει! Άσχετα από το γεγονός το πως άνοιξε, ήταν ανοιχτή κι ο δρόμος εξόδου ελεύθερος το ίδιο!

Η Άζρα Τζάκσον βρήκε την ευκαιρία να σηκωθεί να τρέξει στο άγνωστο διάδρομο, όσο ο βρικόλακας θα συνέρχονταν από την σύγκρουση. Έτρεξε εντελώς χαμένη. Πως υποτίθεται θα δραπέτευε από ένα σπίτι που δεν ήξερε;

Μόλις πάτησε στα πόδια του ο βρικόλακας χρησιμοποίησε την αυξημένη όσφρησή του και ακολούθησε την οσμή της Άζρα κι έτσι γρήγορα βρέθηκε πίσω της. «Νόμιζες θα ξεφύγεις;» Την τρόμαξε.

Η Άζρα έστριψε δεξιά και κατέβηκε τις σκάλες τρέχοντας, χωρίς να υπολογίσει την πιθανή παρουσία κι άλλων. Στη συνέχεια βρέθηκε στο σαλόνι, μπροστά στην Φρέγια και στους υπόλοιπους βρικόλακες. Η ανάσα της κόπηκε μόλις αντίκρισε την φίλη της, δεμένη σε μια καρέκλα και με τα χέρια της πιασμένα πίσω της με το ίδιο σκοινί που είχαν δέσει κι εκείνη.

«Φρέγια!» Φώναξε για να κερδίσει την προσοχή της. Μόνο που μαζί με την Φρέγια στρέψανε τα μάτια τους κατά πάνω της και οι τέσσερεις βρικόλακας που την φύλαγαν.

«Άζρα;» Η φωνή της Φρέγια ήχησε σαν σειρήνα στο κρύο σαλόνι. Τουλάχιστον ήξερε πια ότι η Άζρα ήταν ζωντανή.

«Ω, τουλάχιστον τώρα ξέρω το όνομά σου!» Ακούστηκε ο Ντάνιελ πίσω από τον ώμο της. Έπειτα την κοίταξε από τις σκάλες όπου στεκόταν, εκνευρισμένος με τη συμπεριφορά της.

Η μόνη γυναίκα που βρίσκονταν ανάμεσα στους άνδρες βρικόλακες ξεφύσιξε απογοητευμένη. «Γαμώτο σου, Ντάνιελ! Ούτε μια θνητή δεν μπορείς να κρατήσεις στη θέση της;» Γκρίνιαξε και με τη ταχύτητα του βρικόλακα βρέθηκε μπροστά στην Άζρα αρπάζοντάς την, την ίδια στιγμή που ο Ντάνιελ κατέβαινε τις σκάλες. Με μιας βρέθηκαν και οι δυο τους να την έχουν ακινητοποιημένη υπό το γερό τους κράτημα, προκαλώντας της συναισθήματα φόβου και τεταμένης αγωνίας.

«Είναι αρκετά τολμηρή, της το αναγνωρίζω.» Παραδέχτηκε ο Ντάνιελ για την Άζρα και χαμογέλασε ειρωνικά στην γυναίκα που άκουγε στο όνομα Σέραφιν και είχαν το ίδιο επίθετο. «Ευχαριστώ για το πιάσιμο αδερφούλα, αλλά μπορώ να αναλάβω από εδώ και πέρα και μόνος μου.» Είπε στην Σέραφιν, προσπαθώντας να βγει από πάνω, και τράβηξε την Άζρα προς το μέρος του από τα χέρια, σηκώνοντάς την ελαφρώς από το έδαφος.

Η Σέραφιν εκνευρισμένη με τον μεγάλο της αδερφό έφυγε από κοντά του, αφού πρώτα του έριξε ένα βλέμμα έντονου εκνευρισμού με τα μάτια της να πετάνε σπίθες. Έπειτα επέστρεψε πλάι στον Άρτσερ Κινγκ που στέκονταν δίπλα στο μισοκατεστραμένο τζάκι του εγκαταλελειμμένου σπιτιού.

Ο Άρτσερ, έτριψε το πιγούνι του σκεπτικός κοιτάζοντας την δεμένη κοπέλα. «Τι θα κάνω μαζί σου;»

Η Φρέγια κάθονταν σιωπηλή και τον κοίταζε κατάματα με το πιο εχθρικό βλέμμα της. «Πόσες φορές θα σου ζητήσω επιτέλους να με αφήσεις ελεύθερη;» Φώναξε έξαλλη η Φρέγια.

«Μην φωνάζεις, φτάνει!» Παραπονέθηκε ο Νικ Γκρίφιν, ένας ακόμα βρικόλακας της μικρής συμμορίας του Άρτσερ Κινγκ, απαρτιζόμενη από μερικούς από τους πιο πιστούς και κοντινούς του φίλους. Τους φίλους του που μετέτρεψε η Βικτώρια Ντουκέιν σε βρικόλακες την ίδια νύχτα με εκείνον.

«Δεν ξέρω τίποτα για αυτήν την Βικτώρια!» Επανέλαβε η Φρέγια θυμωμένη. Είχε εξαντληθεί με το να το λέει, προσπαθώντας να τους πείσει εδώ και ώρες.

«Το παραδεχόμαστε Βικτώρια, πάντα ήσουν καλή ηθοποιός. Η παράσταση τελείωσε όμως. Η αυλαία έπεσε, παραδέξου το, πως είσαι εσύ!» Την στρίμωξε ο Ντόριαν Ράμζι, ο τελευταίος από τους βρικόλακες που ήταν επίσης παρόν.

«Μην της φωνάζεις έτσι!» Για πρώτη φορά κάποιος υπερασπίστηκε την Φρέγια. Αμέσως όλοι τους γυρίσανε σαστισμένοι και κοιτάξανε την Σέραφιν η οποία μόλις είχε φέρει αντίλογο για πρώτη φορά. Ήταν η μόνη που είχε παρατηρήσει τόσο την Φρέγια ώστε να σκεφτεί πέρα από τα δεδομένα που είχαν ως τώρα για εκείνη.

Ο Ντάνιελ έδειξε να αγνοεί το τι είπε η Σέραφιν, όπως και οι άλλοι βρικόλακες, και ασχολήθηκε με το πόστο του. Έτσι, έφερε σχεδόν σέρνοντας την Άζρα ως το μέρος του σαλονιού όπου βρίσκονταν και οι υπόλοιποι και την άφησε στον χαλασμένο και βρώμικο καναπέ να καθίσει όσο θα ξεκαθάριζαν το θέμα της Βικτώρια. Η Άζρα μόλις την άγγιζε ο βρικόλακας άρχισε να αντιστέκεται και να χτυπιέται σαν ψάρι έξω από το νερό. Ο βρικόλακας όμως, παραήταν δυνατός για να δραπετεύσει από το κράτημά του η νεαρή κοπέλα.

Μόλις η Άζρα προσγειώθηκε στον καναπέ έστρεψε τα υγρά μάτια της προς την Φρέγια. Αντίκρισε η μια την άλλη τρομαγμένη για το αν θα κατάφερναν να επιβιώσουν από αυτό το σπίτι και να φύγουν και οι δυο ζωντανές. Η Φρέγια στραβοκατάπιε μόλις είδε έναν από τους βρικόλακες να την πλησιάζει.

Ο Νικ Γκρίφιν στάθηκε μπροστά της, αναγκάζοντάς την να υψώσει το κεφάλι της για να τον κοιτάξει στο πρόσωπο, αφού ήταν αρκετά ψηλός. «Μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να μάθουμε την αλήθεια.» Εξήγηση προκαλώντας το ενδιαφέρον όλων των όμοιών του.

«Ω, κρίμα αυτός εκεί ήδη δοκίμασε να αποσπάσει πληροφορίες από μένα χρησιμοποιώντας σαγήνευμα. Αυτό που κάνετε με τα μάτια. Αλλά απέτυχε και δεν έμαθε τίποτα!» Αποκάλυψε σοβαρή, αναφερόμενη φυσικά στον Άρτσερ.

Ο Άρτσερ εκπλάγηκε ακόμα μια φορά. «Πως είναι δυνατόν να θυμάσαι;»

«Χρησιμοποίησες ψυχαναγκασμό και παρόλα αυτά θυμάται;» Τον κοίταξε μπερδεμένος ο Ντάνιελ. «Πόσο άχρηστος είσαι πια Άρτσερ;» Τον κατηγόρησε αμέσως, εκνευρισμένος. Αυτοί οι δυο έρχονταν συχνά σε σύγκρουση.

«Μπορεί να μην έπιασε...» Υπέθεσε φωναχτά η Σέραφιν, προσπαθώντας να κατευνάσει την ένταση που είχε δημιουργηθεί μεταξύ των ανδρών.

«Αυτό είναι αδύνατον και το ξέρεις!» Σημείωσε ο Ντάνιελ.

Η μικρότερη Κάρσον ήξερε ότι ο αδελφός της είχε δίκιο... Το βλέμμα της Σέραφιν ήταν πιο σοβαρό από πριν καθώς έδειχνε πιο σκεπτική από όλους. Έριξε μια λοξή ματιά στην Φρέγια, έχοντας αμφιβολίες για το αν είναι τελικά όντως η Βικτώρια που όλοι ήξεραν. Ήταν η πρώτη που την υπερασπίστηκε αλλά και η πρώτη που κατάλαβε ότι ίσως και να έπιασαν το λάθος άτομο.

Κοίταξε περίεργη την Φρέγια στα μάτια, προσπαθώντας να αποσπάσει με αυτόν τον τρόπο την αλήθεια. Είναι ή δεν είναι η Ντουκέιν; Πήρε μια βαθιά ανάσα απογοητευμένη. Αυτό που εκλάμβανε από την νεαρή, που βρίσκονταν δεμένη απέναντί της, ήταν άγνοια, φόβος και αγωνία.

«Αν αποκλείσαμε το ενδεχόμενο της σαγήνης, τότε θα πρέπει να λάβουμε πιο δραστικά μέτρα!» Είπε ο Ντάνιελ, αποφασισμένος να βγάλει την αλήθεια από την κρατούμενή τους, απευθυνόμενος στην Σέραφιν.

Η Σέραφιν σφίχτηκε, καθώς ήξερε ότι οι υπόλοιποι μπορούσαν να φτάσουν στα άκρα ώστε να ακούσουν αυτό που ήθελαν. Όταν κοίταξε στα πρόσωπα τους είδε καθαρή επιθυμία για εκδίκηση.

«Του είπα ότι δεν ξέρω καμία Βικτώρια! Είμαι η Φρέγια Μπλάκγουελ!» Φώναξε στην Σέραφιν παρακαλώντας να την ακούσει. Η Φρέγια ήταν πια τελείως ανίκανη να κάνει ή να πει τίποτα παραπάνω πια. Είχε κάνει ότι καλύτερο μπορούσε εδώ και ώρες που την ανακρίνανε. Άρχισε να κλαίει αμέσως μετά όταν έλαβε ακόμα ένα απειλητικό βλέμμα από τον Άρτσερ.

«Συνεχίζεις το βρώμικο παιχνίδι σου...» Λίγο έλειψε από το να την σηκώσει από την καρέκλα της και να την κολλήσει στον τοίχο. Ήθελε να τους επιβεβαιώσει ότι είναι η Βικτώρια Ντουκέιν.

«Σκότωσέ την.» Είπε ο Ντάνιελ γρήγορα, με κενό βλέμμα.

Ήταν βρικόλακες. Σκότωναν κόσμο όλη την ώρα, δεν τους άγγιζε πια το θέμα. Οπότε δεν θα ήταν δύσκολη δουλειά το να την σκοτώσει...

«Αν επανέλθει, είναι αυτή. Οι βρικόλακες επανέρχονται.» Τους εξήγησε στην συνέχεια. «Αν όχι, τότε είναι μια απλή σύμπτωση...» Το πρόσωπο του Άρτσερ σκοτείνιασε.

Ο Νικ και ο Ντόριαν έδειχναν να συμφωνούν κι αυτοί. Μάλλον βρήκαν την λύση τους.

«Δεν μπορείς να σοβαρολογείς!» Ούρλιαξε η Άζρα και πήδηξε από τον καναπέ με σκοπό να τον χτυπήσει.

Ο Ντάνιελ γρήγορα βγήκε στην μέση, την σταμάτησε και την έβαλε πάλι πίσω στην θέση της, με μια μόνο κίνηση. «Άμα ξανακάνεις κάτι αντίστοιχο...»

«Τι; Θα με σκοτώσετε κι εμένα;» Τον αγριοκοίταξε οργισμένη. Τα δάση στα μάτια της σκοτείνιασαν, το βαθύ σκοτάδι μιας κρύας νύχτας κάλυψε τις κορφές και το χρώμα τους γρήγορα χλόμιασε. Την θέση του πράσινου, πήρε την θέση ένας συννεφιασμένος ουρανός. Ο τρόπος που κοίταζε τον Ντάνιελ ήταν πραγματικά θανατηφόρος. Αν δεν είχε ηθικούς φραγμούς μπορεί και να τον σκότωνε αυτή πρώτη, θα τους σκότωνε όλους για ό,τι τις έκαναν εκείνη την ημέρα. Ποιοι νομίζουν πως είναι; Είναι βρικόλακες και η Άζρα τους έβλεπε ως τέρατα που θέλανε να το παίξουνε Θεοί. Αυτοί ήταν όμως που θα αποφάσιζαν στο τέλος ποιος θα μείνει ζωντανός.

«Ας τελειώνουμε!» Διέταξε ο Άρτσερ. «Σου δίνω μια τελευταία ευκαιρία.» Απευθύνθηκε στην Φρέγια που είχε χάσει την ανάσα της. Οι χτύποι της καρδιάς της ήταν τόσο δυνατοί που πίστευε ότι θα πάθαινε σύντομα ανακοπή. «Παραδέξου πως είσαι εσύ, Βικτώρια. Ας μην το φτάσουμε στα άκρα.»

Η Φρέγια έγειρε προς τα μπροστά και πλησίασε το πρόσωπο του Άρτσερ. Τον κοίταξε ως τον χειρότερό της εχθρό. «Δεν είμαι αυτή που ψάχνεις.» Ψιθύρισε μανιασμένη.

«Πολύ καλά λοιπόν...» Ο Άρτσερ ήταν έτοιμος να της σπάσει τον σβέρκο και να την αφήσει νεκρή στην ξύλινη καρέκλα προκειμένου να επιβεβαιωθεί.

«Φτάνει!» Η Σέραφιν επενέβη για μια ακόμα φορά. Αυτή ήλπιζε να ήταν και η τελευταία. Η Άζρα τα είχε χάσει, αλλά ευχαριστούσε βαθιά μέσα της αυτή την λογική κοπέλα που προσπαθούσε για χάρη τους να βγάλει την Φρέγια από την θέση του μελλοθάνατου. «Νομίζετε πως το σκοτώνεις κάποιον είναι πάντα η λύση.» Τα μάτια της πετούσαν σπίθες προς τον αναμμένο Άρτσερ.

Έγειρε το κεφάλι της και τον κοίταξε γεμάτη αμφιβολίες. Πολλά περνούσαν από το μυαλό της και δεν μπορούσε να μην διακόψει τις παρορμήσεις του Άρτσερ και να μην δοκιμάσει να τους πείσει με διαφορετικό τρόπο ότι δε ήταν η Βικτώρια Ντουκέιν η κοπέλα που είχαν πιάσει. Επιτέλους το είχε καταλάβει. Αποκλείεται να ήταν αυτή. Δεν θα ήταν τόσο εύκολο να την πιάσουν.

«Κι αν κάνουμε λάθος; Πες ότι μια στο εκατομμύριο αυτή δεν είναι η Βικτώρια. Θα σκοτώσεις ένα αθώο κορίτσι επειδή ήθελες εκδίκηση;» Του είπε με λογική.

Ο Άρτσερ δεν απάντησε, απλά αντάλλαξε γρήγορες ματιές με την πανικόβλητη Φρέγια, που ήταν σαν δεμένο πρόβατο προς σφαγή. Ήθελε να την σκοτώσει όσο τίποτα, κοιτάζοντάς την έβλεπε την παλιά του αγάπη που σφάγιασε ολόκληρο το Όζαρκς μέσα σε ένα βράδυ και επίσης έδωσε ένα άδοξο τέλος στην αγάπη τους. Κρατούσε πολύ κακία μέσα του εδώ και πολλά χρόνια και τώρα ξεσπούσε. Ήταν δεν ήταν αυτή η Βικτώρια, ήθελε να την σκοτώσει γιατί του την θύμιζε και δεν ήθελε να της αφήσει άλλο περιθώριο να αναπνέει.

«Αρκετά ανέχτηκα την βάρβαρη τακτική σας.» Τους μάλωσε η Σέραφιν. «Δεν σκέφτεστε λογικά. Ξεχάσατε το σημάδι που είχε πάνω της η Βικτώρια!» Κοίταξε τους βρικόλακες έναν-έναν, περιμένοντας.

«Δεν μπορείς να αποφασίσεις από ένα σημάδι!» Αντιγύρησε ο Ντόριαν βάζοντάς της, τις φωνές.

«Ω, αυτό το σημάδι δεν μπορείς να το αγνοήσεις, Ντόριαν!» Του επισήμανε γενναία. Τα μάτια της έλαμψαν λίγο πριν τα αποκαλυπτήρια. «Ξεχνάς πόσο μεγάλο ήταν μου φαίνεται.» Έκανε ένα βήμα και πλησίασε την Φρέγια, ενώ κοίταζε επίμονα τον Άρτσερ. Χαμήλωσε και έφτασε στο ύψος της ταλαιπωρημένης Φρέγια, λυγίζοντας τα γόνατά της προς εκείνη. «Με συγχωρείς. γλυκιά μου.» Της απευθύνθηκε ευγενικά. «Μου επιτρέπεις;» Ρώτησε, εννοώντας να την αφήσει να σηκώσει την μπλούζα της.

Η Φρέγια με μισή καρδιά ένευσε καταφατικά. Εξάλλου ήταν η μόνη λύση που δεν θα υπήρχαν αίματα ή νεκρά κορίτσια. Έτσι, άφησε την Σέραφιν Κάρσον να κυλίσει τα δάκτυλά της κατά μήκος της λευκής της μπλούζας και να τη σηκώσει ελαφρώς από την μεριά της πλάτης της.

«Θυμάστε πως την βραδιά που η Βικτώρια έγινε βρικόλακας κυνήγησε ολόκληρο το χωριό. Σωστά;» Είπε σε ρητορικό τόνο, χωρίς να υπάρξει κάποια αντίδραση από τους βρικόλακες. Στέκονταν παγεροί κι ανέκφραστοι περιμένοντας από την Σέραφιν να αποδείξει ότι δεν είναι η Βικτώρια το κορίτσι μπροστά τους. Το λαχάνιασμα της Φρέγια από την αγωνία της, ήταν το μόνο που ακούγονταν στον χώρο μέσα στην νεκρική ησυχία που μεσολάβησε.

«Θυμάστε άρα και την πισώπλατη μαχαιριά του Άρτσερ, που άφησε ένα βαθύ σημάδι.» Η Σέραφιν σήκωσε το μπλουζάκι της Φρέγια αποκαλύπτοντας ένα καθαρό κι αψεγάδιαστο δέρμα χωρίς ούτε μια γρατζουνιά στην πλάτη της. Αυτό έκανε τους πάντες να ξεφυσήσουν απαξιωτικά.

«Και αν αυτό δεν σας φτάνει... Υπάρχει κι άλλος τρόπος να μάθουμε.» Εμφάνισε ένα μαχαιράκι και γρήγορα έκανε μια λεπτή χαρακιά στο εκτεθειμένο μπράτσο της Φρέγια, στο δεξί της χέρι. «Δείτε κι από μόνοι σας, ηλίθιοι.» Τους προσκάλεσε να κοιτάξουν από κοντά την πληγή της.

Η Φρέγια έσφιξε τα δόντια της, από τον οξύ πόνο που της προκάλεσε η χαρακιά της Σέραφιν. Μπορεί να την έκοψε, αλλά στην πραγματικότητα την έσωσε! Κοίταξε με ευγνωμοσύνη προς την βρικόλακα κι εκείνη της απάντησε με ένα ελαφρύ καθησυχαστικό χαμόγελο.

Κόκκινο αίμα έρεε για ώρα από την πληγή της Φρέγια και κυλούσε ως το πάτωμα, χωρίς να θεραπεύεται.

Αυτό σήμαινε ότι δεν ήταν βρικόλακας, αλλά θνητή.

Οι βρικόλακες θεραπεύονταν από μόνοι τους σε πολύ γρήγορο ρυθμό. Το σώμα τους επίσπευδε τις διαδικασίες επούλωσης και θεραπείας και αποκαταστούνταν κάθε ζημιά που είχε υποστεί το σώμα τους.

«Κι αν ούτε κι αυτό σας φτάνει... Ακούστε την καρδιά της. Απορώ πως δεν την άκουσες τόση ώρα Άρτς!» Του φώναξε έξαλλη η Σέραφιν επισημάνοντάς του το προφανές.

Ο Άρτσερ έστρεψε τους βολβούς των ματιών του προς την Φρέγια, ή την Βικτώρια όπως ήθελε να την λέει εκείνος... Ήθελε τόσο να πιστέψει ότι είναι αυτή, έτσι ώστε να την σκοτώσει και να βρει την γαλήνη που αναζητούσε χρόνια, αιώνες, τώρα... Άκουσε όμως την Σέραφιν. Οι βρικόλακες είναι νεκροί και η καρδιά τους δεν χτυπάει, το σώμα τους είναι κρύο και το δέρμα τους λευκό. Αντιθέτως με την καρδιά της κοπέλας -που ήταν όμοια με την Βικτώρια Ντουκέιν- που πάλλονταν δυνατά, ζωηρά αποδείκνυε το ότι ήταν ζωντανή.

Ο Άρτσερ έσφιξε τα δόντια του κι άπλωσε το χέρι του δειλά δειλά. Άγγιξε το μάγουλο της Φρέγια κι ένιωσε τη θερμότητα του ανθρώπινου σώματός της να μεταφέρετε στο δικό του παγερό χέρι. Έσυρε τα δάκτυλά του πάνω στην απαλή επιδερμίδα της Φρέγια, φτάνοντας στον λαιμό της. Ένιωσε γρήγορα τον παλμό κάτω από τα άκρα του. Αμέσως μετά έκανε πίσω οργισμένος.

Η Άζρα και η Φρέγια παρατηρούσαν τους βρικόλακες απογοητευμένους, αλλά έδειχναν να είχαν πάρει την απάντησή τους πια. 

Η Σέραφιν είχε δώσει την λύση και δεν έδειχνε να τους αρέσει η αλήθεια. Η Φρέγια είχε παγώσει στην θέση της με την αντίδραση του Άρτσερ. Την άγγιξε και την έκανε να φτερουγίσει από φόβο. Τα βλέμματά τους διασταυρώθηκαν και το στομάχι της σφίχτηκε. Παρόλα αυτά το επόμενο δευτερόλεπτο είδε στα μάτια του ότι δεν θα της έκανε κακό κι ένιωσε μετά από πολλές ώρες ασφαλής.

Ο εγωισμός του Άρτσερ είχε γίνει θρύψαλα, που τώρα έπρεπε να μαζέψει και να επανασυναρμολογήσει μόνος του ότι έσπασε μέσα του και τα θρύψαλα ήταν πολλά. Έφερε το χέρι του μπροστά στο πρόσωπό του και στην συνέχεια τράβηξε το μανίκι του ψηλά. Ακούμπησε το δέρμα του στο στόμα του και μετά δάγκωσε το εσωτερικό του καρπού του, αφού πρώτα είχε εμφανίσει τους κυνόδοντές του. Έκανε μια γερή και βαθιά δαγκωματιά στο χέρι του, αφήνοντάς το να τρέξει κόκκινο αίμα. Ύστερα, στράφηκε στην Φρέγια.

Η Φρέγια φρίκαρε αντικρίζοντας αυτό το θέαμα. Τι έκανε; Τι είναι αυτό;

«Ορίστε.» Έτεινε τον αγκώνα του προς το μέρος της, αφήνοντας την πληγή του εκτεθειμένη με το αίμα να αναβλύζει.

Τι υποτίθεται πως έπρεπε να κάνει; Γιατί της έδινε το χέρι του;

«Πιες από το αίμα μου, θα σε θεραπεύσει.» Της εξήγησε ήρεμος. «Θα κλείσει την πληγή που άνοιξε η Σέραφιν στο χέρι σου.» Την κοίταξε αμέσως μετά καθησυχαστικά.

«Δεν μπορεί να σοβαρολογείς!» Αναφώνησε χάνοντας την ήρεμη ανάσα της.

«Κάν' το ή μείνε με ένα βαθύ σχίσιμο στο χέρι σου να πονάς και την πιθανότητα μιας άσχημης μόλυνσης.» Είπε πιο απαιτητικά αυτή τη φορά με τον τόνο της φωνής του να δυναμώνει όσο οι λέξεις έβγαιναν από το στόμα του βίαια σχεδόν. Παρέμεινε να την κοιτάζει στα μάτια, περιμένοντας από αυτήν να γείρει στο χέρι του.

Η Φρέγια ένιωθε αηδιασμένη. Ο βρικόλακας έδειχνε να χάνει την υπομονή του κι έτσι με δισταγμό και φόβο έσπευσε να κάνει ότι της είπε, ώστε να γλυτώσει από κάποιο έντονα βίαιο ξέσπασμά του. Έτσι, ακούμπησε τα χείλη της πάνω στην κρύα σάρκα του. Η πληγή βρίσκονταν πια ανάμεσα από τα δυο της χείλη, στο στόμα της. Ο Άρτσερ έστρεψε προς τα πάνω το καρπό του βοηθώντας την στο να καταπιεί όσο αίμα μπόρεσε να πιεί. Μερικά δάκρυα κύλισαν από τα μάτια της νεαρής Μπλάκγουελ, μαρτυρώντας το πόσο άσχημα ένιωθε για την πράξη στην οποία προέβαινε εκείνη την στιγμή.

Μόλις ο Άρτσερ απομάκρυνε το χέρι του από το στόμα της, η Φρέγια έμεινε με αιματοβαμμένα χείλη, πιο κόκκινα από ποτέ. Έδειχνε κατεστραμμένη, ένα ερείπιο και δεν ήξερε πότε θα ένιωθε καλύτερα μετά από ότι είχε περάσει μέσα σε ένα τόσο μικρό διάστημα τόσων ωρών. Ένιωθε ταπεινωμένη από τον βρικόλακα.

Η Σέραφιν, ενοχλημένη με την δύσκολη θέση που έφερε ο φίλος της, στην άγνωστη εν τέλη κοπέλα, πήρε ένα πανί που είχαν και σκούπισε τα χείλη της Φρέγια προσεκτικά, σε μια ύστατη προσπάθειά της να επανορθώσει για όλη την ταλαιπωρία που την έβαλαν να υποστεί για χάρη μια έχθρας που κρατούσε αιώνες. Την πλησίασε και στάθηκε από πάνω της. Επεξεργάστηκε το πρόσωπό της εστιάζοντας στα μικρά χαρακτηριστικά της και έπειτα κοίταξε τα γαλάζια μάτια της. Έβλεπε αγνότητα και αθωότητα. Πως μπόρεσαν να την μπερδέψουν με αυτή την δολοφόνο; Φυσικά και δεν ήταν η Βικτώρια Ντουκέιν!

Αυτή εδώ έτρεμε σαν το ψάρι από την ώρα που την παγίδεψαν και δεν σταμάτησε να κλαίει και να παρακαλάει να την αφήσουν ελεύθερη. Η Βικτώρια δεν θα πιάνονταν τόσο εύκολα. Σίγουρα θα φέρονταν πολύ διαφορετικά εάν την έπιαναν και σίγουρα θα τους αποκεφάλιζε όλους στο τέλος κρατώντας τον Άρτσερ τελευταίο. Όπως και τότε που σκότωσε και μετέτρεψε ολόκληρο το Όζαρκς σε βρικόλακες... Τον κράτησε τελευταίο, είδε τους πάντες να πέφτουν νεκροί μπροστά στα μάτια του.

«Λύσε την...» Είπε ο Άρτσερ σπάζοντας την ησυχία ανάμεσά τους και ύστερα γύρισε πλάτη σε όλους και ξεκίνησε να βηματίζει με σκοπό να φύγει από το σαλόνι. Ήθελε να μείνει λίγο μόνος του για να σκεφτεί. Δεν ήθελε να βλέπει άλλο το πρόσωπο που του ξυπνούσε άσχημες αναμνήσεις και ατέρμονο πόνο...

Η Σέραφιν έλυσε αμέσως μετά τα σκοινιά που διατηρούσαν την Φρέγια παγιδευμένη στην καρέκλα απελευθερώνοντάς την. Η Φρέγια έφερε τα χέρια της μπροστά της και τα ακούμπησε πάνω στα πόδια της, αφήνοντάς τα να ξεκουράζονται, αφού εδώ και ώρες ήταν κρεμασμένα πίσω από την πλάτη της.

Οι καρποί της ήταν γδαρμένοι κι έτσουζε το δέρμα της. Έκανε ασυναίσθητα μερικούς μορφασμούς μόλις άγγιζε εκείνο το σημείο. Έπειτα γύρισε και κοίταξε την Σέραφιν και με ένα βλέμμα την ευχαρίστησε. Δεν μπορούσε να αγνοήσει το γεγονός ότι την έβγαλε από μια πολύ δύσκολη θέση και την έσωσε. Γρήγορα έσπρωξε τον κορμό της και βρέθηκε όρθια. Ένιωθε παράξενα που πατούσε ξανά στα πόδια της και στέκονταν εκτεθειμένη μπροστά σε βρικόλακες.

«Από ότι φαίνεται, βρήκαμε την σωσία της Βικτώρια.» Σχολίασε ο Ντόριαν υψώνοντας το μαύρο του φρύδι στην Σέραφιν κι εκείνη σφίχτηκε. Είχαν ακούσει για σωσίες, αλλά ποτέ δεν είχανε δει κάποιον να μοιάζει τόσο σε κάποιον. Ο Ντάνιελ με τον Νικ κοιτάχτηκαν άβολα, δεν ήξεραν τι σήμαινε το ότι υπήρχε ένας σωσίας της Βικτώρια Ντουκέιν ζωντανός επί γης. Εάν έμοιαζαν στην συμπεριφορά όσο και στην εμφάνιση τότε κακός που δε την σκοτώσανε όταν τους δόθηκε η ευκαιρία.

«Λύστε και την Άζρα.» Είπε η Φρέγια σε όλους περιμένοντας να την υπακούσουν. Δεν μπορούσαν να τις έχουν δεμένες άλλο.

Η νεαρή Τζάκσον ήταν η μόνη που δεν καταλάβαινε τίποτα από όσα διαδραματίζονταν μπροστά στα μάτια της εδώ και ώρα. Από την στιγμή που βρέθηκε μπροστά σε όλους αυτούς τους αγνώστους βρέθηκε πνίγεται σε έναν ωκεανό γεμάτο ερωτηματικά. Το μόνο που ήξερε ήταν ότι η Φρέγια κινδύνευε και ήθελε να την βοηθήσει. Ήταν σχεδόν ικανοποιημένη με την στροφή που είχαν πάρει τα πράγματα και πλήρως ικανοποιημένη για το ότι η Φρέγια δεν στραγγαλίστηκε από εκείνον τον άκρως ενοχλητικό βρικόλακα. Φυσικά και είχε καταλάβει ότι είχε πέσει θύμα βρικολάκων. Από την πρώτη στιγμή μάλιστα.

Χωρίς να έχει ακούσει ποτέ για αυτήν την Βικτώρια Ντουκέιν, μόνο υποθέσεις μπορούσε να κάνει... Όμως, αυτή η απορία της επικαλύπτονταν από τον πολύ θυμό που είχε μέσα της κρατημένο. Ήθελε να απαντήσει για όσα έκαναν στην Φρέγια, δεν θα δίσταζε να τους κατατροπώσει με την πρώτη ευκαιρία που θα έβρισκε. Όσο οι άλλοι προσπαθούσαν να μάθουν εάν είναι η δεν είναι η Φρέγια η κοπέλα που ψάχνανε, η Άζρα μηχανορραφούσε εναντίον τους. Είχε μερικές ιδέες για το πως θα μπορούσαν να το σκάσουν από εκείνο το καταγώγιο και αφού δεν σκόπευε να μείνει άπραγη αποφάσισε να δράσει άμεσα.

Ο Νικ Γκρίφιν ξεφυσώντας πλησίασε την Άζρα, αφού βρίσκονταν πιο κοντά της, σκοπεύοντας να την ξελύσει.

«Πρόσεχε την μικρή είναι ύπουλη.» Τον προειδοποίησε ο Ντάνιελ μόλις είδε τα μάτια της να σκοτεινιάζει. Είδε τα σύννεφα να πλησιάζουν και την ομίχλη να κατεβαίνει χαμηλά στα βλέφαρά της, σαν να διάβασε το βλέμμα της. Θυμήθηκε τον απίθανο τρόπο με τον οποίο κατάφερε να του την φέρει και να το σκάσει από το δωμάτιο όπου την κρατούσε απομακρυσμένη. Μάλλον κάτι ετοίμαζε και το είχε καταλάβει.

Ο Νικ έγειρε προς την κρατούμενή τους και άπλωσε τα χέρια του, ως τα σκοινιά πίσω από την πλάτη της. Μόλις τα ένιωσε αρκετά χαλαρά άρχισε να υποψιάζεται ότι η κοπέλα είχε καταφέρει να λυθεί από μόνη της. Γρήγορα επιβεβαιώθηκε, αφού είδε ένα κόψιμο σε ένα σημείο τους. Πριν προλάβει να κάνει την επόμενη κίνησή του ένιωσε κάτι αμβλύ να διαπερνά τα σώθηκα του. Ήταν κρύο και του προκάλεσε μεγάλη έκπληξη. Τα μάτια του στράφηκαν ευθεία μπροστά για να συναντήσουν αυτά της Άζρα. Το πρόσωπό του δεν αποκάλυπτε κανένα άλλο συναίσθημα παρά της απορίας του τι συνέβη μόλις.

Η Άζρα Τζάκσον τον είχε σημαδέψει και τον είχε μαχαιρώσει λίγα εκατοστά μακριά από την σκοτεινή νεκρή καρδιά του, τραυματίζονταν σοβαρά τον βρικόλακα με τον σουγιά που της είχε δώσει ο Κέβιν Ρουσσώ.

«Τι έκανες;» Η Σέραφιν έτρεξε πανικόβλητη ως την Άζρα, μόλις αντίκρισε την κοπέλα να απομακρύνει την γυαλιστερή λεπίδα του στιλέτου που χρησιμοποίησε, γεμάτο αίμα.

«Με μαχαίρωσε...» Είπε έκπληκτος ο Νικ, καθώς απομακρύνονταν με αργές κινήσεις από το σημείο όπου στέκονταν. Τα δυο του χέρια είχαν κλειδώσει πάνω στην ανοιχτή πληγή του και το το στόμα του ήταν ανοιχτό από το σοκ που βίωνε. Το αίμα κυλούσε όλο και πιο γρήγορα, από το σημείο όπου τον σημάδεψε η νεαρή Άζρα, προσπαθώντας να την συγκρατήσει από το να ανοίξει παραπάνω και για να εμποδίσει το αίμα.

Η Σέραφιν έσπευσε σε αυτόν για να ελέγξει τη σοβαρότητα της κατάστασης, ήταν απλά ένα μαχαίρωμα δεν θα είχε κάποιο πρόβλημα ο Νικ. Αλλά εάν ήταν πολύ κοντά στην καρδιά έπρεπε να το ελέγξει, καθώς θα χρειάζονταν φροντίδα επειγόντως.

Τα μάτια της Άζρα έλαμπαν από τον φόβο και το σοκ. Δεν το πίστευε ότι το έκανε. Τα έχασε και τα άκρα της παρέλυσαν, παρόλο που ένιωθε πως είχε μόλις μια μικρή νίκη. Τα δάχτυλα των χεριών της αφέθηκαν ελεύθερα και ως φυσική συνέπεια το μαχαίρι της έπεσε στο πάτωμα, μαζί με το κάλυμμά του. Κοιτάχθηκε με την πανικόβλητη Φρέγια, η οποία δεν είχε ειδοποιηθεί για αυτήν της την κίνηση και επικοινωνώντας μόνο με το βλέμμα αποφάσισαν να τρέξουν την επόμενη κιόλας στιγμή.

Το βλέμμα του Ντάνιελ, γεμάτο ανησυχία, έπεσε πάνω στο στιλέτο που βρίσκονταν στο πάτωμα πεσμένο, βαμμένο σε κόκκινο χρώμα, με το αίμα του Νικ. Την προσοχή του κέντρισε το ξύλινο μέρος του. Πλησίασε και το πήρε έντρομος στα χέρια του και με αυτό που είδε δεν πίστευε στα μάτια του... Την ίδια στιγμή ο Ντόριαν αποφάσισε να κυνηγήσει την Άζρα και την Φρέγια, φουρτουνιασμένος σήκωσε το βλέμμα του κι αντίκρισε τις δυο κοπέλες να τρέχουν μακριά.

Είχαν κιόλας φτάσει στην πόρτα και διέσχιζαν την ξύλινη βεράντα τρέχοντας ευθεία προς το αχανές άγριο δάσος. Ευτυχώς ήταν πια πρωί και θα βλέπανε έστω προς τα που θα όδευαν. Ο βρικόλακας στάθηκε μπροστά στην πόρτα και περίμενε να δει προς το ποια κατεύθυνση θα χάραζαν πορεία οι δυο φυγάδες. Μόλις κατάλαβε, χρησιμοποίησε την ταχύτητά του και γρήγορα βρέθηκε μπροστά τους. Τις κοίταξε με το δολοφονικό του βλέμμα και τα μάτια του μαύρισαν. Το επόμενο δευτερόλεπτο μαύρες λεπτές γραμμές διαγράφονταν στο λευκό γεμάτες γωνίες πρόσωπό του όσο οι κυνόδοντές του φύτρωναν και γίνονταν όλο και μεγαλύτεροι. Τα δυο κορίτσια πανικοβλήθηκαν με το θέαμα. Ο Ντόριαν ετοιμάστηκε. Αμέσως μετά επιτέθηκε προς τα θύματά του με θανατηφόρα διάθεση.

Η Άζρα δεν μπορούσε να αφήσει την Φρέγια να πληρώσει για κάτι που έκανε εκείνη κι έτσι μέσα σε δευτερόλεπτα βγήκε μπροστά, σπρώχνοντας άτσαλα την καστανόξανθη φίλη της από δίπλα της στην άκρη για να την προστατεύσει. Τώρα ήταν ένας προς έναν, η Άζρα Τζάκσον απέναντι στον Ντόριαν Ράμζι. Εκ πρώτης όψεως έμοιαζε άνιση η επερχόμενη μάχη, αλλά η Άζρα ήρθε για να ανατρέψει τα δεδομένα αυτά, την τελευταία στιγμή.

Η οργή μέσα της προς τους βρικόλακες την μετέτρεψε σε μια υπέρογκη αποθήκη ενέργειας, έτσι απλώνοντας τα χέρια της μπροστά εξαπέλυσε χιλιάδες μεγατόνους δύναμης αποτρέποντας τον Ντόριαν να τους πλησιάσει το τελευταίο δευτερόλεπτο. Ένα διαπεραστικό και αυξανόμενο ουρλιαχτό συνόδευσε το ξέσπασμά της, που αποδείχθηκε σωτήριο για εκείνη και τη Φρέγια. Ο Ντόριαν εκτοξεύθηκε στον αέρα σαν πούπουλου με αυτό το αόρατο κύμα που τον χτύπησε σαν βράχος σε όλο του το κορμί και κατέληξε να πέφτει με φόρα πάνω στον πρώτο κορμό που βρίσκονταν πίσω του, σπάζοντας κατά την σύγκρουση μερικά από τα κόκαλά του. Ένας ανατριχιαστικός ήχος σπασίματος έγινε αντιληπτός από τον ίδιο κι έπειτα ακολούθησε αβάσταχτος πόνος.

Η νεαρή Τζάκσον είχε βγάλει τον βρικόλακα νοκ άουτ.

Τα άλλοτε πράσινα μάτια της, τώρα ήταν κόκκινα και έλαμπαν από την στιγμή που αμύνθηκε μέχρι και την στιγμή που ήρθε σε επαφή με την Φρέγια. Η Άζρα παρακολουθούσε άναυδη το ίδιο με την Φρέγια, τον Ντόριαν που προσπαθούσε να συνέλθει από την δύναμη που εξαπέλυσε από μέσα της η νεαρή Τζάκσον.

Όμως δεν έμειναν για πολύ ακίνητες. Το έβαλαν στα πόδια τρέχοντας χωρίς να γυρίσει καμιά τους να κοιτάξει πίσω. Τα κόκκινα μάτια της Άζρα ξεθύμαιναν όλο και πιο πολύ όσο απομακρύνονταν από τον σημείο όπου αντιμετώπισε τον Ντόριαν Ράμζι.

Η Φρέγια δεν ήξερε τι να πρωτοσκεφτεί... Τι ήταν αυτό που μόλις συνέβη και γιατί τα μάτια της Άζρα έγιναν κόκκινα, ακριβώς όπως είχε πει και η Σερένα για τα δικά της; Τι σήμαιναν όλα αυτά; Καμιά από τις δυο δεν είχε αυτού του είδους τις απαντήσεις. Αυτές μπορούσαν να τις δώσουν κάποια άλλα πρόσωπα της ιστορίας μας, που κράτησαν το στόμα τους κλειστό για πολλά-πολλά χρόνια.

Οι νεαρές χωρίς να το καταλάβουν κατάφεραν να βγουν σύντομα στον ασφαλτόδρομο. Ο ήχος μιας μηχανής αυτοκινήτου ακούγονταν να καταφτάνει προς το μέρος τους. Η Φρέγια δεν δίστασε να βγει στο μέσω του δρόμου και να κάνει σήμα στον οδηγό για να σταματήσει. Χρειαζόντουσαν κάποιον για να τους πάει πίσω στην πόλη. Ήταν πολύ εξαντλημένες για να ακολουθήσουν τον δρόμο με τα πόδια ως την πόλη του Όζαρκς.

Ο οδηγός για καλή τους τύχη πάτησε φρένο και κατέβασε το παράθυρο. Κοίταξε παραξενευμένος τα δυο κουρασμένα κορίτσια. Οι μαύροι κύκλοι, τα φθαρμένα και λερωμένα ρούχα τους και η άυπνη έκφρασή τους τον έκανε να ανησυχήσει για εκείνες. Αφού χρησιμοποίησαν την δικαιολογία ότι χάθηκαν το βράδυ στο δάσος ο περαστικός άνδρας τις έβαλε στα πίσω καθίσματα του αυτοκινήτου του και τις πήρε μαζί του ως την κατοικημένη περιοχή της πόλης.

Όσο το όχημα προχωρούσε και διέσχιζε την όμορφη διαδρομή μέσα από το δάσος τα μάτια της Άζρα έπεφταν πάνω στα ψηλά έλατα που έφταναν στον συννεφιασμένο μπλε ουρανό και φόβος την κατέκλυζε. Βαθιά μέσα της δεν ήθελε να βρεθεί ποτέ ξανά σε αυτό το μέρος, μέσα στο δάσος, είτε ημέρα είτε νύχτα. Από την άλλη πλευρά η Φρέγια εκείνη την ημέρα θα επέστρεφε στην πόλη ως ένα τελείως διαφορετικός άνθρωπος. Δεν ήταν η ίδια πια. Είχαν αλλάξει τα πάντα μέσα σε ένα βράδυ.

⎯⎯⎯ ☾ ⎯⎯⎯

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro