24. The Aftermath Of A Monstrous Murder
Ο ήχος του περιπολικού να καταφθάνει ακούστηκε μετά από λίγο. Από το παράθυρο της κουζίνας μπορούσαν να δούνε το φως της σειρήνας, το οποίο αντανακλούσε στα τρομαγμένα μάτια της Φρέγια Μπλάκγουελ που εδώ και ώρα δεν πετάριζαν. Όταν το όχημα πάρκαρε έξω από το σπίτι της Άζρα Τζάκσον, ήξερε ότι είχε έρθει η βοήθεια. Η Φρέγια δεν μπορούσε να συνειδητοποιήσει ακόμα τι είχε συμβεί, δεν καταλάβαινε πως ξεκίνησε εξ' αρχής αλλά και ούτε το πως αλλά και το πότε τελείωσε.
Ο Λουκ και ο Φρεντ κατέβηκαν βιαστικοί από το περιπολικό κι έτρεξαν στην πίσω αυλή. Ο Λουκ είδε ανοιχτό το φως της κουζίνας και σκέφτηκε να πάνε να ελέγξουν πρώτα εκεί. Είχανε τα όπλα τους στα χέρια τους και μια κίνηση, σχεδόν ταυτόχρονα, οπλίσανε. Οι ασημένιες σφαίρες ήταν έτοιμες να εκτοξευθούν. Μόλις έφτασαν μπροστά στην πόρτα την ο Λουκ την έσπρωξε έτσι με τον αγκώνα του ώστε να μπει όσο το δυνατό πιο αθόρυβα γίνονταν στην κουζίνα. Αμέσως μετά εισβάλλανε στον χώρο έτοιμοι για κάθε ενδεχόμενο.
«Είστε όλοι καλά;» Ρώτησε με κομμένη την ανάσα ο Λουκ, μόλις αντίκρισε την κόρη του και τον Κέβιν να στέκονται στο μέσο της κουζίνας παίρνοντας βαριές ανάσες και να προσπαθούν να συνέλθουν. Γρήγορα παρατήρησε και την μεγάλη ποσότητας του αίματος που είχε πάνω του ο Κέβιν, όπως και η Άζρα, μόνο που εκείνη είχε αισθητά λιγότερο, αφού ο Κέβιν βρέθηκε κάτω από τον λύκο μόλις η Άζρα τον μαχαίρωσε.
Η ανάσα του Λουκ κόπηκε κι αμέσως έτρεξε κοντά τους, αφού απασφάλησε το όπλο του και το πέρασε στην δερμάτινη θήκη που κρέμονταν από την ζώνη του παντελονιού του. Έσφιξε την κόρη του στην αγκαλιά του ευγνώμον, που την βρήκε σώα κι αβλαβή. Έπειτα, δεν παρέλειψε να σπεύσει να αγκαλιάσει το ίδιο σφιχτά και τον Κέβιν, νιώθοντας το ίδιο γι' αυτόν αφού τόσα χρόνια ήταν κοντά τους, τον ένιωθε δικό του άνθρωπο.
«Τι συνέβη;» ρώτησε ο Φρεντ που βρίσκονταν μερικά βήματα πιο πίσω από τον Λουκ. Παρακολουθούσε σιωπηλά και προσπαθούσε να καταλάβει τι έγινε όση ώρα έκαναν να φτάσουνε. «Ήταν λυκάνθρωπος;» ρώτησε κι αμέσως έσπευσε να κοιτάξει το ανθρώπινο πτώμα. Ο λύκος είχε πάρει μορφή ανθρώπου μετά τον θάνατό του και κείτονταν μπρούμητα στο πάτωμα γυμνός με ένα ύφασμα από πάνω του -το τραπεζομάντιλο της κουζίνας, το οποίο έριξε ο Κέβιν προ ολίγου.
«Ναι,» του απάντησε η Άζρα με τρεμάμενη φωνή, «άλλαξε πριν λίγο...» εξήγησε.
«Πως τον ακινητοποιήσατε;» ρώτησε ο Λουκ παραξενευμένος. Στάθηκε πάνω από τον λυκάνθρωπο και γονάτισε μετά από λίγο για να κοιτάξει το πρόσωπό του από κοντά.
«Με μαχαίρι.» Αποκάλυψε ο Κέβιν. «Εγώ στο στήθος και η Άζρα στο κεφάλι.»
Ο Λουκ αμέσως στράφηκε προς την κόρη του και την κοίταξε σφιγμένος. Η Άζρα σκότωσε λυκάνθρωπο με τον Κέβιν; Ίσως τελικά να είχε μεγαλώσει περισσότερο από όσο εκείνος πίστευε... Της χαμογελούσε στοργικά, χαρούμενος για εκείνη που τα κατάφερε και στέκονταν τώρα μπροστά του ολοζώντανη και ακέραιη. Ώσπου, ένας ψίθυρος έγινε ευδιάκριτος, ερχόμενος πίσω από το τραπέζι...
Ο Λουκ έκανε ένα βήμα πίσω. «Είναι κανένας άλλος εδώ;» Κοιτάχθηκε με τον Φρεντ αμέσως.
«Κάτι ακούστηκε,» είπε ο Φρεντ και έπιασε το όπλο στα χέρια του έτοιμος να πυροβολήσει σε κάθε περίπτωση που είχε κακή τροπή η κατάσταση.
«Άσε το όπλο Φρεντ,» είπε ο Κέβιν και του έκανα νόημα να το κατεβάσει.
Η Άζρα στράφηκε στον πατέρα της. «Ναι, θα ήθελα να δεις κάτι...» είπε και πήρε τον Λουκ, μαζί της, από την άλλη πλευρά να του δείξει και το τρίτο άτομο, «βασικά κάποια...» Λέγοντας αυτό έκανε στην άκρη κι επέτρεψε στον πατέρα της να αντικρίσει την Φρέγια Μπλάκγουελ η οποία ήταν κρυμμένη στις σκιές, ακόμα πολύ τρομαγμένη.
Ο Λουκ δεν πίστευε στα μάτια του! «Φρέγια; Εσύ είσαι;» Έμεινε έκπληκτος. Δεν περίμενε να την συναντήσει σύντομα.
«Κύριε Λουκ,» μάζεψε τα δάκρυά της, πήρε μια βαθιά ανάσα και με την βοήθειά του σηκώθηκε και πάλι στα πόδια της.
Ο Λουκ πήρε αμέσως στην αγκαλιά του την νεαρή κοπέλα. Είχε να την δει κι αυτός από τότε που έφυγε, με τους γονείς της, από το Όζαρκς. Όταν έκανε ένα βήμα πίσω στάθηκε να την κοιτάξει για λίγο ακόμα. «Πόσο μεγάλωσες!» Την κοίταξε συγκινημένος.
Η Άζρα παραξενεύτηκε. Δεν περίμενε ο πατέρας της να χαρεί τόσο που έβλεπε την Φρέγια... Δεν καταλάβαινε γιατί θα μπορούσε να της φέρεται με αυτόν τον τρόπο... Σίγουρα δεν ήταν απλά επειδή του έλειψε. Ίσως φοβόταν τόσο καιρό την ξαφνική αποχώρησή της από την πόλη και δεν ήξερε αν ήταν καλά.
«Είστε ακόμα αστυνόμος;» ρώτησε η Φρέγια, προσπαθώντας να ελαφρύνει το κλίμα.
«Έγινε σερίφης.» Της αποκάλυψε η Άζρα κουνώντας το κεφάλι της, περήφανη για τα κατορθώματα του πατέρα της. Έβαλε τα χέρια της σταυρωτά, μπροστά στο στήθος της και στάθηκε δίπλα στον Λουκ κοιτάζοντάς την.
Η Φρέγια του χαμογέλασε θερμά για την ευγενική και φιλική συμπεριφορά που έδειξε απέναντί της, ειδικά σε μια τέτοια δύσκολη στιγμή, μετά από ότι πέρασε.
«Έχουμε να ξεφορτωθούμε αυτόν τον λυκάνθρωπο.» Είπε ο Φρεντ κεντρίζοντας την προσοχή όλων.
«Ναι, πριν τον δει κανένας! Δεν πρέπει να μαθευτεί. Λουκ, τι θα κάνουμε;» ρώτησε ο Κέβιν.
«Θα τον θάψουμε στο δάσος.» Του έδωσε αμέσως την λύση.
«Καλή ιδέα.» Συμφώνησε ο Φρεντ.
«Πρέπει όμως να μάθουμε ποιος είναι. Θα πάρετε δακτυλικά αποτυπώματα;» Ζήτησε η Άζρα.
«Δεν μας αφορά ποιος είναι. Δεν θα μάθει κανένας τι συνέβη.» Της εξήγησε ο Λουκ. «Είστε ασφαλής!»
«Μα, μπαμπά...» η Άζρα τον διέκοψε κι εκείνος γύρισε να την κοιτάξει για να μάθει τι ήθελε να του πει. «Ήθελε την Φρέγια,» του εξήγησε.
«Ο λυκάνθρωπος συνεχώς της επιτίθονταν, εμάς δεν θα μας έκανε κακό. Ήταν ξεκάθαρο πως ήρθε για αυτήν.» Συμπλήρωσε ο Κέβιν βάζοντας τα χέρια του στις τσέπες κι ύστερα ακούμπησε στον πάγκο της κουζίνας εξουθενωμένος.
Η Φρέγια βρίσκονταν κοκκαλωμένη κι αμίλητη, στην άκρη της κουζίνας, πίσω από τον Λουκ.
Γύρισε και την κοίταξε μπερδεμένος ο Λουκ. «Τι ήθελε αυτός ο λυκάνθρωπος από εσένα;» ρώτησε σουφρώνοντας τα φρύδια του.
«Δεν ήξερα καν ότι υπάρχουν λυκάνθρωποι πριν δυο ώρες...» του είπε χαμηλόφωνα. Το βλέμμα της ήταν από τα πιο ειλικρινή και τρομαγμένα που είχαν αντικρίσει τα μάτια του.
Ο Λουκ ξανακοίταξε την Άζρα. Η κόρη του τον κοίταζε διαφορετικά από την Φρέγια. Τον κοίταζε παρακλητικά, περιμένοντας από αυτόν να δεχθεί να πάρει τα αποτυπώματα του νεκρού λυκάνθρωπου ώστε να μάθουν το ποιος ήταν.
«Μάλιστα, λοιπόν... Φρεντ,» στράφηκε προς εκείνον και τον κοίταξε, «πάρε αποτυπώματα.» Είπε ξεφυσώντας βαριά και έβγαλε το καπέλο του.
Η Άζρα ένιωσε πολύ καλύτερα, θα είχε αυτό που ζήτησε. Ίσως με τη ταυτότητα αυτού του τύπου φτάνανε κάπου που δεν θα το περιμένανε. Ήθελε να μάθει γιατί όλα πάνε κατά διαόλου από τότε που η Φρέγια επέστρεψε στο Όζαρκς. Για αυτό έπρεπε να ξεκινήσει από κάπου, έπρεπε να μάθει ποιος ήταν αυτός ο λυκάνθρωπος.
«Βάλτε τον στο περιπολικό, θα τον πάμε στο δάσος όπως είπαμε.» Είπε ο Λουκ αμέσως μετά και ο Κέβιν με τον Φρεντ ένευσαν θετικά συμφωνώντας στο πλάνο.
«Σ' ευχαριστώ,» είπε η Άζρα κρυφά στον μπαμπά της, ευγνώμον που την άκουσε. Μπορεί να μην τους οδηγούσαν πουθενά αυτά τα στοιχεία, μπορεί ο τύπος να ήταν ένας άκυρος, αλλά ήθελε να ξέρει με ποιον είχανε να κάνουν. Πως ήξερε ότι η Φρέγια ήταν εδώ; Γιατί επιτέθηκε; Ποιος ήταν; Τα ερωτήματα αυτά βασάνιζαν το ανήσυχο μυαλό της εδώ και πολλή ώρα.
Όσο ο Λουκ, ο Φρεντ και ο Κέβιν έκαναν ότι είχαν σχεδιάσει, η Άζρα πήρε την Φρέγια προς το σαλόνι για να μιλήσουν για λίγο οι δυο τους. Κάθισε μετά από λίγο στον γδαρμένο καναπέ, περιμένοντας την Φρέγια να καθίσει κι αυτή, δίπλα της. «Είσαι εντάξει;» την ρώτησε σε χαμηλό τόνο.
Η Φρέγια κάθισε και ανέκφραστη απάντησε ένα απλό «ναι».
«Φρέγια πρέπει να είσαι ειλικρινής μαζί μου, τα πράγματα είναι σοβαρά. Είσαι καλά;» την ξαναρώτησε.
«Τώρα ζητάς ειλικρίνεια;» η Φρέγια ξεκινάει γελάει ειρωνικά. «Μην με κοροϊδεύεις, σε παρακαλώ, Άζρα!»
«Ξέρω πως δεν υπήρξα ιδιαίτερα ειλικρινής απέναντί σου, αλλά εάν θες να την βγάλουμε καθαρή θα πρέπει να συνεργαστείς μαζί μου.» Της ξεκαθάρισε με σοβαρότητα, μη ενδίδοντας στην ειρωνική της διάθεση.
«Τι θέλεις να σου πω λοιπόν;» είπε τελικά και περίμενε να της δοθεί μια ακόμα ερώτηση.
«Πότε πήγες τελευταία φορά στην Ακαδημία;» είπε η Άζρα.
Εύκολη ερώτηση, σκέφτηκε. «Πριν έρθω εδώ, σήμερα το απόγευμα. Είχα περάσει πρώτα από εκεί.» Της απάντησε αμέσως.
«Μήπως παρατήρησες κάτι περίεργο όταν έφευγες;»
«Όχι,» είπε μεταφέροντας βεβαιότητα με τον τόνο της φωνής της.
«Μήπως σε ακολούθησε κάποιος όταν ερχόσουν εδώ;»
«Όχι. Ποιος θα μπορούσε να με ακολουθήσει;» απόρησε έντονα κοιτάζοντας το πάτωμα χαμένη.
«Μπορείς να φανταστείς κάποιον που θα μπορούσε να σε ακολουθήσει; Ή γιατί;» συνέχισε να την πιέζει κάνοντας απανωτές ερωτήσεις.
«Ανάκριση μου κάνεις; Τι σημασία έχει η Ακαδημία;» η Φρέγια έξαλλη την διέκοψε.
«Βεβαίως και έχει, και πολύ μεγάλη μάλιστα. Είμαι σίγουρη ότι δεν ξες ούτε τα μισά για την Ακαδημία του Όζαρκς, δεν ξες καν την ολόκληρη ονομασία της.»
«Πως λέγεται λοιπόν;» την προκάλεσε. «Εσύ που τα ξες όλα και τίποτα δεν λες.» Κοίταξε με υπεράνω ύφος, ακόμα κι αν δεν ήταν αυτή η υπεράνω τη δεδομένη στιγμή.
Την Άζρα όμως δεν την ένοιαζε ποια ήταν ο υπεράνω και ούτε ήθελε να ειρωνευτεί. Αυτό που την ένοιαζε ήταν να αποσπάσει τις κατάλληλες πληροφορίες ώστε να καταλήξει σε ένα συμπέρασμα, πράγμα που δεν περίμενε να συμβεί σύντομα. «Αυτό δεν έχει σημασία προς το παρόν.» Είπε κόβοντας την αλλόκοτη συμπεριφορά της Φρέγια. «Αυτό που πρέπει να ξες είναι ότι είμαι σχεδόν σίγουρη ότι όποιος κι αν ήταν αυτός ο λυκάνθρωπος, σε ακολούθησε ως εδώ, πιθανότατα από την Ακαδημία, μπορεί όμως κι όχι. Δεν συμπαθούν ιδιαίτερα τους ξένους και ο κόσμος από εκεί είναι κάπως... ατίθασος!» Εξήγησε το σκεπτικό της, όσο πιο απλά γινόταν ώστε να καταλάβαινε ακόμα και κάποιος που δεν ήξερε για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Ακαδημίας. «Αλλά επειδή αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που κάποιος σε παρακολούθησε θεωρώ πως βρίσκεσαι σε κίνδυνο Φρέγια και δεν ξέρω γιατί.»
«Με παρακολουθούν; Και δεν είναι η πρώτη φορά; Τι είναι αυτά που λες τώρα;» η Φρέγια δεν περίμενε να έφταναν σε αυτό το σημείο... Να συζητάνε για πιθανούς λόγος, που κάποιος την κυνηγά και την παρακολουθεί. Τι στο καλό συμβαίνει σε αυτό το μέρος πια; Αυτή η σκέψη στροβίλιζε για λίγο στο μυαλό της κάνοντας να θυμώνει όλο και περισσότερο.
«Τότε στην μπριού που σε πήρα και φύγαμε στα καλά καθούμενα, γιατί νομίζεις ότι το έκανα;» την κοίταξε αναλογιζόμενη εάν είχε καταλάβει έστω το παραμικρό τότε. «Ήταν ένας τύπος που σε παρακολουθούσε για αρκετή ώρα. Δεν μπορούσα να μείνω άπραγη. Δεν ξέρουμε τι ήθελε εκείνος, ούτε κι αυτός που αποπειράθηκε να εισβάλλει στο σπίτι σήμερα.»
Ο νους της Φρέγια, μόλις σταμάτησε η Άζρα να μιλάει, έτρεξε πίσω, στις πρώτες δυο-τρεις μέρες που βρέθηκε στο Όζαρκς και συγκεκριμένα την ημέρα που πήγε πολυκατάστημα με τα τρόφιμα και το βρήκε τελικά κλειστό. Εκεί βρίσκονταν και δυο -αρκετά περίεργα- άτομα απ' έξω, οι οποίοι παρακολουθούσαν στενά τις κινήσεις της Φρέγια από την στιγμή που άφησε το αμάξι μέχρι που μπήκε πάλι μέσα βιάστηκα κι έφυγε.
«Είχε ξανασυμβεί κάτι τέτοιο,» αποκάλυψε στην Άζρα κερδίζοντας την πλήρη προσοχή της, «όταν ήμουν μόνη μου.» Είχε τρομάξει και ξαναμπήκε γρήγορα στο αυτοκίνητό της και έφυγε από εκείνο το σημείο και ευτυχώς δεν είχε έρθει αντιμέτωπη με οποιαδήποτε δυσάρεστη κατάσταση.
«Τις πρώτες μου μέρες εδώ, έβλεπα περίεργα βλέμματα να με κοιτάνε στον δρόμο, στα μαγαζιά, στο δημαρχείο, ακόμα και στην Ακαδημία...» ξεκίνησε να της αφηγείται οτιδήποτε της φαίνονταν αλλόκοτο.
Δεν ανέφερε όμως την Άντρεα, αυτό το κράτησε για τον εαυτό της. Η Άντρεα θα γίνονταν ο κρυφός πληροφοριοδότης της και δεν ήθελε να μάθει για εκείνη κανείς. Αμέσως μετά θυμήθηκε που η Άντρεα την μπέρδεψε με μια... Βικτώρια. Ακόμα ένα περίεργο που έζησε. Αλλά ούτε κι αυτό το είπε στην Άζρα και το κράτησε κι αυτό κρυφό.
«Κάτι συμβαίνει με σένα,» η Άζρα σηκώθηκε όρθια. «Πάω να δω τι γίνεται στην κουζίνα!» Της είπε και έφυγε από το σαλόνι.
Στην κουζίνα οι άνδρες είχαν τελειώσει. Το πτώμα του λυκάνθρωπου βρίσκονταν στο πορτ-παγκάζ του περιπολικού και όλα τα αίματα είχαν καθαριστεί από το πάτωμα. Η λερωμένη μοκέτα χρησιμοποιήθηκε για να τυλίξουν το πτώμα και έτσι εξαφανίστηκε από το δωμάτιο κι αυτή.
«Είμαστε έτοιμοι;» Ρώτησε ο Φρεντ ο οποίος βρίσκονταν στην θέση του οδηγού, έτοιμος να οδηγήσει στο δάσος. «Μπορώ να φύγω;»
«Ξες τι να κάνεις Φρεντ.» Του είπε ο Λουκ και χτυπώντας το πίσω μέρος του αμαξιού, ο Φρεντ ξεκίνησε να οδηγά.
Εκείνη την στιγμή, η Άζρα βρήκε στην αυλή. «Έφυγε ο Φρεντ;» ρώτησε κι αμέσως μετά άκουσε την μηχανή του αυτοκινήτου να απομακρύνεται στον σκοτεινό δρόμο της γειτονιάς.
«Ναι, πάει να θάψει τον λυκάνθρωπο στο δάσος, όσο έχει ακόμα σκοτάδι.» Της απάντησε ο Λουκ κι εκείνη ένευσε θετικά, ως ένδειξη ότι συμφωνεί.
«Πάμε μέσα,» είπε ο Κέβιν και την πήρε από χέρι για να την οδηγήσει ως το σπίτι. «Έβγαλε κρύο!»
Μόλις μπήκαν και οι τρεις τους μέσα στο σπίτι ήρθαν αντιμέτωποι με το χάλι που είχε δημιουργηθεί σε ολόκληρο τον κάτω όροφο.
«Τι θα κάνουμε με αυτόν τον χαμό;» απόρησε ο Λουκ. Έσκυψε και σήκωσε από το πάτωμα μια τετράγωνη μικρή κορνίζα με μια φωτογραφία του και της Άζρα, από όταν εκείνη πήγαινε στο γυμνάσιο. Την κοίταξε για λίγο χαμογελώντας ενώ στην συνέχεια την τοποθέτησε σε ένα από τα λίγα έπιπλα που είχαν μείνει σώα στην θέση τους ολόκληρα και σχεδόν ακίνητα.
«Θα κάνουμε αυτήν την ανακαίνιση, που σου ζητούσα τόσο καιρό!» Είπε η Άζρα χαρίζοντας μια μικρή στιγμή γέλιου στους δυο πιο αγαπητούς ανθρώπους της ζωής της.
«Καιρός ήταν, ε;» Είπε ο Κέβιν στον ίδιο τόνο πειράζοντάς την.
Αφού χαμογέλασε πίσω ο Λουκ στην κόρη του, στράφηκε και πάλι σοβαρός στον Κέβιν. «Μικρέ, πρέπει να κάνεις ένα μπάνιο και να ξεκουραστείς. Επίσης πρέπει να επιστρέψουμε την Φρέγια στο σπίτι της.» Η Άζρα συμφώνησε με το τελευταίο και πήγε να φωνάξει την Φρέγια.
«Μπορείς να κάνεις μπάνιο εδώ τώρα, να καθαριστείς και ύστερα να φύγεις,» είπε στον Κέβιν ο Λουκ μόλις έφυγε η Άζρα.
«Και αυτήν την φορά εννοείς,» είπε γελώντας ελαφρώς.
«Ναι,» γέλασε το ίδιο θυμούμενος το πόσες νύχτες έχει διανυκτερεύσει στο σπίτι τους ο Κέβιν. «Δεν υπάρχει περίπτωση να σε αφήσω να κυκλοφορήσεις στους δρόμους σε αυτήν την κατάσταση και μετά από ότι έκανες για την Άζρα θέλω να βρω έναν τρόπο να σε ευχαριστήσω!» Ο Λουκ τον χτύπησε στοργικά στην πλάτη.
«Λουκ, αφού ξες. Θα έκανα τα πάντα για την Άζρα!» Είπε κοιτάζοντας προς το μέρος της όσο εκείνη μιλούσε με την Φρέγια.
«Το ξέρω, νομίζεις να μην το ξέρω;» Τον κοίταξε στα μάτια. «Γιατί νομίζεις σε έχω από κοντά μικρέ;» Γέλασε για ακόμα μια φορά προσπαθώντας ταυτόχρονα να τον χαλαρώσει μόλις συνειδητοποίησε ότι ο Λουκ είχε καταλάβει τι ένιωθε πραγματικά ο Κέβιν για την κόρη του.
Ο Κέβιν γελώντας έκανε μια στροφή έτοιμος να ανηφορήσει προς το μπάνιο του πάνω ορόφου. Αλλά ο Λουκ τον κράτησε από το μπράτσο κάνοντάς τον να γυρίσει να τον κοιτάξει ξανά. «Τι συμβαίνει;» ρώτησε απορώντας.
«Κάνε κάτι και για το παράθυρο...» είπε μεταξύ σοβαρού κι αστείου. «Είναι λες και είμαστε ανοιχτά για σεζόν λυκανθρώπων!» Γέλασε στο τέλος μαζί με τον Κέβιν.
«Εντάξει, κάτι θα σκεφτώ!» Τον καθησύχασε γρήγορα.
Ο Λουκ άφησε τον Κέβιν αμέσως μετά και κατευθύνθηκε προς τα δυο κορίτσια. «Φρέγια έλα, θα σε πάμε στο σπίτι σου.» Είπε απαλά στην νεαρή Μπλάκγουελ.
«Μα, δεν χρειάζεται κύριε Λουκ! Θα τηλεφωνήσω στην μητέρα μου, σίγουρα θα ευκαιρεί να έρθει να με πάρει, μην σας ταλαιπωρώ παραπάνω...» είπε προσπαθώντας να τον βγάλει από τον κόπο μετά από ότι έκανε για αυτήν αλλά και γενικότερα, βοηθώντας τους να ξεφορτωθούν τον λυκάνθρωπο.
«Καταρχάς δεν χρειάζεται να με αποκαλείς κύριο Λουκ πια, αρκεί το Λουκ,» την διαβεβαίωσε εισπράττοντας ένα φιλικό χαμόγελο. «Έπειτα, δεν μου είσαι υποχρέωση. Δεν θα με ταλαιπωρήσεις. Εξάλλου, δεν ήξερα ότι είχες έρθει στην πόλη... Θέλω να δω τους γονείς σου.» Είπε και το βλέμμα του ξαφνικά έμοιαζε πιο σκληρό.
«Δεν νομίζω να είναι καλή ιδέα αυτή μπαμπά...» επενέβη η Άζρα, η οποία στέκονταν παραδίπλα κι άκουγε την συζήτηση. Εκείνη την στιγμή τα δυο κορίτσια αντάλλαξαν άβολες ματιές ανά μεταξύ τους.
«Εμένα μου φαίνεται εξαίσια ιδέα,» την διόρθωσε ο Λουκ κι αμέσως μετά ξεκίνησε να περπατάει προς την εξώπορτα. «Άζρα, άλλαξε ρούχα και φύγαμε.»
«Με αυτήν την τρύπα τι θα κάνουμε;» ρώτησε τον πατέρα της αναφερόμενη στο σπασμένο πλατύ παράθυρο που έβλεπε στην πλαϊνή αυλή και στα σπίτια από την δεξιά πλευρά. «Μπορεί να μπει κι άλλο τέτοιο πράγμα εάν δεν την κλείσουμε!» Αναφέρθηκε στους λυκάνθρωπους.
«Θα το τακτοποιήσει ο Κέβιν!» Της απάντησε λίγο πριν φύγει από το σπίτι.
Η Φρέγια και η Άζρα, κοιτάχτηκαν ανά μεταξύ τους αμήχανα.
Η Άζρα πήρε μια βαθιά ανάσα. «Αυτό δεν θα έχει καλή κατάληξη.» Είπε αναλογιζόμενη τα όσα είχαν συμβεί ανάμεσα στις δυο οικογένειες μέσα στα χρόνια.
Και η στιγμή της επανασύνδεσης είχε φτάσει. Κανείς δεν ήξερε όμως για το πως θα εξελιχθεί και το πόσο άσχημη θα ήταν η σύγκρουση των δυο γνώριμων οικογενειών.
⎯⎯⎯ ☾ ⎯⎯⎯
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro