Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

21. You Never Leave Ozarks


Ήταν εκείνο το απόγευμα που η Φρέγια ήρθε κατά μέτωπο με μια από τους εκλεκτούς ξεχωριστούς φοιτητές της Ακαδημίας... Δεν χρειάζονταν καν να κρύψει την ταυτότητά της, γιατί εκείνη η φοιτήτρια που την προσέγγισε παραήταν χαρισματική και έτοιμη να ξεψαχνίσει την Φρέγια, να μάθει την ιστορία της και να της δώσει ένα χεράκι βοηθείας.

«Είσαι καλά; Δείχνεις χαμένη!» Της είπε η Φρέγια ταρακουνώντας την με τα λόγια της.

«Ποια είσαι;» απόρησε κοιτάζοντάς την βαθιά στα μάτια.

«Είμαι η Φρέγια Μπλάκγουελ.»

«Μπλάκγουελ;» σκέφτηκε. «Δεν μου λέει κάτι.»

Η Φρέγια παρακολουθούσε περίεργη κάθε κίνηση της ξένης. Δεν καταλάβαινε τι έψαχνε ακριβώς αυτή η κοπέλα σε εκείνη και γιατί φέρονταν τόσο παράξενα μετά από το μπέρδεμα που έγινε ανά μεταξύ τους.

«Εσύ ποια είσαι;» την κοίταξε πιο προσεκτικά η Φρέγια. «Και ποια είναι αυτή η Βικτώρια;» ρώτησε γεμάτη περιέργεια.

«Εγώ είμαι η Άντρεα Λόπεζ,» την κοίταξε αποκαλύπτοντας το όνομά της, «Και η Βικτώρια, είναι μια... Ας πούμε, παλιά φίλη...» κούνησε αμήχανα το κεφάλι της και το βλέμμα της την πρόδωσε ότι έκρυβε την αλήθεια.

Η Άντρεα Λόπεζ, επέλεξε να μην αποκαλύψει τίποτα για την Βικτώρια που ήξερε και την μπέρδεψε με την Φρέγια. Δεν ήταν και τόσο χαζή να μιλήσει σε μια ξένη. Από όσα ήξερε ως τώρα, η Βικτώρια είχε εξαφανιστεί εδώ και πολλά χρόνια από το Όζαρκς και δεν είχε επιστρέψει από τότε, αφού χάθηκε από προσώπου γης, κανένας δεν την είχε δει εδώ και τόσα χρόνια...

«Εσύ τι κάνεις εδώ;» Άλλαξε το θέμα συζήτησης η φοιτήτρια της Ακαδημίας.

«Ήρθα για μια... έρευνα!» Είπε στα γρήγορα η Φρέγια ελπίζοντας να την πιστέψει η Άντρεα.

«Τι είδους έρευνας;» έσπευσε να μάθει αμέσως περισσότερα. Αντιλήφθηκε γρήγορα ότι έφερε σε δύσκολη θέση την Φρέγια και της άρεσε αυτό! Δεν μπορούσε να την αφήσει από την προσοχή της τώρα. Ήταν ολόιδια η Βικτώρια Ντουκέιν και κάτι πήγαινε στραβά μαζί της και ήταν σίγουρη για αυτό. Ίσως την οδηγούσε στην Βικτώρια; Ίσως μάθαινε κάτι άλλο εξίσου ενδιαφέρον; Το μόνο που έπρεπε να κάνει είναι να μην την άφηνε από τα μάτια της.

«Είμαι καινούρια, περίπου δηλαδή... Γράφω στην τοπική εφημερίδα και σκοπεύω να γράψω ένα νέο άρθρο και χρειάζομαι υλικό!» Βρήκε μια εύκολη δικαιολογία και απάντησε όσο πιο πρόχειρα μπορούσε για να μην κινήσει υποψίες.

«Μάλιστα, ώστε δημοσιογράφος.» Είπε παρόλο που κατάλαβε αμέσως ότι ήταν μια φτηνή δικαιολογία εκ μέρους της.

Το πράγμα όλο και σοβάρευε. Μιλούσαν μόνο μόλις τρία λεπτά και το μόνο που της έλεγε η Φρέγια ήταν παραμύθια; Έτσι πίστευε η Άντρεα. Εκείνη την στιγμή αμφισβήτησε ακόμα και την ταυτότητά της επισκέπτριας. Την λέγανε όντως όπως συστήθηκε; Εκείνη όμως ήταν η μόνη αλήθεια που ειπώθηκε από πλευρά και των δυο... κι ένας χείμαρρος ψέματος σύντομα θα ξεχύνονταν ανάμεσά τους. Τα δυο κορίτσια κοίταζαν η μια την άλλη με ύποπτο βλέμμα και έχοντας πολλές σκέψεις.

«Είσαι σίγουρα στο σωστό μέρος;» Η Άντρεα, σκέφτηκε ότι κανείς δεν επισκέπτεται αυτό το μέρος εκτός κι αν του αποκαλυφθεί η Ακαδημία!

«Έτσι νομίζω...» είπε απλά η Φρέγια ανασηκώνοντας τους ώμους της, ενώ έριξε μια γρήγορα ματιά τριγύρω τους.

«Ξες κάτι;» την ρώτησε κοιτάζοντας την όλο υποσχέσεις. «Έτσι νομίζω κι εγώ!» Είπε στην συνέχεια με άκρως μυστηριώδες βλέμμα.

Η Άντρεα, ήταν πανέτοιμη να μάθει τα πάντα για την ταυτότητα της άγνωστης νεαρής που εμφανίστηκε στα καλά καθούμενα στην Ακαδημία του Όζαρκς. Δεν ήταν ένα απλό σχολείο... Ήταν κάτι πολύ περισσότερο από ένα εντυπωσιακό σχολείο, για σπουδαστές με ιδιαίτερες ικανότητες. Σε αυτό το σχολείο φοιτούσαν μάγισσες, μάγοι, βρικόλακες και λυκάνθρωποι. Η ίδια ήταν μάγισσα, η Άντρεα Λόπεζ. Και η Φρέγια δεν είχε ιδέα ότι μια μάγισσα με σάρκα και οστά στέκονταν απέναντι της και κουβέντιαζαν. Δεν θα φανταζόταν ποτέ ότι θα μπορούσε να βρεθεί τόσο κοντά σε κάτι υπερφυσικό, που δεν ήξερε καν πως υπήρχε...

Η Φρέγια προτίμησε να μην επεκταθεί, θέλοντας σε αυτό το σημείο να προχωρήσει. «Μπορείς να μου δείξεις που είναι η βιβλιοθήκη;» Αρκέστηκε στο να την ρωτήσει που είναι η βιβλιοθήκη και μετά να έμενε επιτέλους μόνη της για να βρει τις απαντήσεις για τις οποίες ήρθε εξ' αρχής, αλλά υπολόγιζε δίχως να γνωρίζει τα σχέδια της Άντρεα Λόπεζ.

«Φυσικά!» Δέχθηκε αμέσως μετά χαράς η νεαρή μάγισσα της Ακαδημίας, και το σχέδιό της μπήκε σε δράση. «Ακολούθησε με.» Η Άντρεα, θα έμενε μαζί της, θα συνέχιζε να κάνει ερωτήσεις και να παρακολουθεί στενά την Φρέγια Μπλάκγουελ, διότι της φαίνονταν ήδη πολύ ύποπτη.

Η Άντρεα οδήγησε την Φρέγια στην Βιβλιοθήκη της Ακαδημίας και μόλις πέρασαν από την είσοδο την κατεύθυνε στις πληροφορίες. «Πες τους τι ακριβώς ψάχνεις και θα μας στείλουν στον σωστό τομέα.» Της είπε χαμηλόφωνα και της έδωσε το ελεύθερο να προσεγγίσει την υπάλληλο της βιβλιοθήκης πίσω από τον πάγκο πληροφοριών.

Η Φρέγια ένευσε θετικά στην Άντρεα και στη συνέχεια συνομίλησε με την κυρία στις πληροφορίες. «Καλησπέρα, μπορείτε να μου πείτε που μπορώ να βρω πληροφορίες, άρθρα, αρχεία ή καταχωρήσεις σχετικά με την ιστορία της πόλης;»

Στο άκουσμα της ερώτησης η γυναίκα ύψωσε με απορία το βλέμμα της αναζητώντας το πρόσωπο που της μίλησε. Στο βλέμμα της φαίνονταν ξεκάθαρα ότι της έδειχνε παράξενο ότι άκουσε και προδόθηκε από το ύφος της. «Θέλετε να μάθετε για την ιστορία του Όζαρκς;» απόρησε.

«Μάλιστα, που πρέπει να ψάξω;» Προσπάθησε να μη δείξει παραξενεμένη από την συμπεριφορά που εξέλαβε.

«Ελπίζω μόνο να είσαι έτοιμη για αυτά που θα διαβάσεις μικρή...» ψιθύρισε η υπάλληλος. Η Φρέγια δεν άκουσε καλά τι της είπε και δεν ρώτησε για να μάθει κιόλας, επειδή φαίνονταν να μονολογεί. Η γυναίκα κοίταξε την λίστα που είχε μπροστά της, ψάχνοντας για αυτό που της ζητήθηκε. «Στον τομέα 7 θα πας.» Είπε κοιτάζοντας προς το βάθος δεξιά, υποδεικνύοντας έτσι την κατεύθυνση στην Φρέγια.

«Σας ευχαριστώ!» Είπε κι αμέσως μετά επέστρεψε στην Άντρεα, ενημερώνοντας την ότι πάνε στον τομέα 7.

Τα δυο κορίτσια μπήκαν ανάμεσα στις δεκάδες ψηλές βιβλιοθήκες κι ακολούθησαν μια τυχαία διαδρομή που εύχονταν να τις οδηγήσει στο σωστό σημείο. Αμέσως μόλις η Φρέγια αντίκρισε το νούμερο 7 ενθουσιάστηκε κι έκανε νόημα στην Άντρεα να την ακολουθήσει.

Το χέρι της Φρέγια απλώθηκε ασυνείδητα και ακούμπησε της φθαρμένες ράχες των πολύχρωμων παλιών βιβλίων. Διάφοροι συνδυασμοί αριθμών ήταν κολλημένοι με αυτοκόλλητα πάνω τους υποδεικνύοντας την ταυτότητα του κάθε βιβλίου. Τα βιβλία που αφορούσαν τον σκοπό της αναζήτησης της Φρέγια δεν πρέπει να ήταν πολλά, αφού δεν έβλεπε και πολλά ενδιαφέρον ή σχετικά με τα ζητούμενά της. Μετά από λίγο τράβηξε το πρώτο βιβλίο και το κράτησε ανάμεσα από τις παλάμες της.

«Λοιπόν τι ψάχνεις;» Ακούστηκε ο ψίθυρος της Άντρεα που την διέκοψε. Η Φρέγια αμέσως ενοχλήθηκε από τον τρόπο που χάλασε την ησυχία της. Θα προτιμούσε να ήταν μόνη της, σίγουρα. Θα γλύτωνε όλες τις ερωτήσεις της αλλά και τις διακοπές.

«Στην τύχη το πήρα, απλά να δω τι γράφει...» Είπε απλά η Φρέγια, χωρίς να αποσπάσει το βλέμμα της από τις σελίδες του βιβλίου που τώρα είχε ανοίξει. Αμέσως μετά περπάτησε κατά μήκος του στενού διαδρόμου.

«Πως και γνωρίζεις για την βιβλιοθήκη της Ακαδημίας;» την ακολούθησε.

«Ακαδημία είναι, λογικό το βρίσκω να έχει βιβλιοθήκη...» απάντησε ίπε απλά.

«Ναι... Δίκιο έχεις, όμως ποτέ κανείς δεν επιλέγει να κάνει την έρευνα του εδώ.» Η Άντρεα υψώνει το φρύδι της και ρίχνει μια «βόμβα», χωρίς να εξηγήσει το γιατί και η Φρέγια παραξενεύεται αρκετά μ' αυτήν, τόσο ώστε να αφήσει το βιβλίο που διάβαζε στην άκρη.

«Τι εννοείς;» Την κοίταξε στα μάτια απορημένη. Παραδέχθηκε ότι η Άντρεα Λόπεζ τελικά ήταν παραπάνω παράξενη από όσο της φάνηκε στην αρχή και πως τελικά έκρυβε παραπάνω πληροφορίες από όσες της έδινε.

«Εννοώ πως είναι κάπως απόμακρα από την πόλη και πολλοί μας βρίσκουν αρκετά , πως να το πω; Παράξενους, εδώ...» εξήγησε παίζοντας με τα μάτια της. Δημιούργησε ένα κλίμα περιέργειας με όσα έλεγε και τύλιξε την Φρέγια δεσμεύοντας της σε δεκάδες ακόμα διευκρινιστικές ερωτήσεις.

«Παράξενους;» Παραξενεύτηκε η Φρέγια σμίγοντας τα φρύδια της.

«Δεν μας είδες; Το κτίριο, τους μαθητές, τη διακόσμηση;... Δεν σου φαίνεται περίεργη; Εξωκοσμική;» Προσπαθεί να της μιλήσει μέσω ερωτήσεων και να δει μέχρι που ξέρει για την υπερφυσική πλευρά του Όζαρκς η Φρέγια. Της χαμογέλασε περιμένοντας μια απάντηση. Τίποτα δεν ήξερε η καημένη; «Δεν γνωρίζουν καν για την Ακαδημία πολλοί ξες, Φρέγια.»

«Η αλήθεια είναι ότι ένιωσα περίεργα όμορφα όταν εισήλθα στον χώρο και όχι, δεν είστε παράξενοι...» Την διαβεβαίωσε αποπνέοντας ένα ξεχωριστό είδους ηρεμίας στον τόνο της φωνής της με την απάντηση της. Η Φρέγια άφησε το πρώτο βιβλίο που κρατούσε και κοίταζε για το επόμενο, όμως δεν βρήκε τίποτα κοντά σε αυτό που έψαχνε.

«Αλήθεια;» Η Άντρεα έδειχνε να έχει εκπληχθεί. Ήξερε πια, φαίνονταν, όμως ότι κάτι πάει στραβά εξ' αρχής με την Φρέγια. Μια άγνωστη εμφανίζεται στην Ακαδημία, ίδια η Βικτώρια Ντουκέιν και τυχαίνει να συναντήσει την ίδια από οποιονδήποτε άλλο; Πολλά παράξενα γεγονότα μαζεμένα, σκέφτηκε. Για αυτόν τον λόγο δεν σκόπευε να αφήσει την Φρέγια να φύγει από την Ακαδημία χωρίς πρώτα να έχει πάρει μερικές πληροφορίες για αυτήν.

Ακολούθησε την Φρέγια που αποφάσισε να μετακινηθεί παραπέρα, εκεί όπου βρίσκονταν οι εφημερίδες.

Η Άντρεα είχε κι άλλα να πει και έτσι συνέχισε να μιλάει στην Φρέγια. Έδειχνε να έχει πραγματικό ενδιαφέρον αυτό το κορίτσι, έπρεπε να μάθει ποια είναι και την ιστορία της. «Ποτέ κανένας δημοσιογράφος δεν ήρθε στην Ακαδημία ως τώρα για να γράψει κάποιο άρθρο με πληροφορίες παρμένες από εδώ. Δεν πιστεύουν στα βιβλία μας, αλλά ούτε και γνωρίζουν τόσα όσο εμείς παρόλ' αυτά.»

«Δεν έχω ακούσει τίποτα για την Ακαδημία, επίσης δεν ξέρω πολλά για την πόλη, οπότε μην με ταυτίζεις με κανέναν από τους κατοίκους του Όζαρκς.» Της επισήμανε ορθά.

«Πως κι έτσι;» Την ρώτησεε και η Φρέγια γύρισε να την κοιτάξει.

«Ήρθα πριν δυο με τρεις εβδομάδες περίπου στην πόλη. Είμαι κάτι σαν καινούρια. Έμενα εδώ παλιότερα, όταν ήμουν μικρή. Μετά μετακομίσαμε με την οικογένειά μου σε μια μεγαλούπολη του Καναδά, αλλά τώρα είμαι πάλι εδώ.» Ανοίχτηκε στην Άντρεα και της είπε μερικά πράγματα, παραπάνω προσωπικά, από ότι της έλεγε τόση ώρα. Μόλις της αποκάλυψε αυτά, αποφάσισε να στραφεί και πάλι στα ράφια της βιβλιοθήκης. Ψηλάφησε με τα ακροδάχτυλά της, τα εξώφυλλα των κιτρινισμένων παλιών εφημερίδων. Αρχικά κοίταξε να βρει για οτιδήποτε παράλογα παράξενο...

«Λένε ότι ποτέ δεν μπορείς να εγκαταλείψεις το Όζαρκς.» Αποκάλυψε μια κρυφή πτυχή της πραγματικότητας της πόλη τους, η Άντρεα στην Φρέγια. Εκείνη γύρισε και την κοίταξε σιωπηλή και με ενδιαφέρον. Δεν καταλάβαινε τι της έλεγε εκείνη την στιγμή, γιατί ακόμα δεν μπόρεσε να καταλάβει το Όζαρκς. Η πόλη τους ήταν κάτι σαν ζωντανός οργανισμός. Είχε μια δυνατή επίδραση στους κατοίκους της. «Ακόμα κι αν φύγεις, πάντα επιστρέφεις. Είναι αναπόφευκτο. Έχει αυτή την επιρροή στους ανθρώπους...» συνέχισε νεύοντας το κεφάλι της.

Η Φρέγια παρέμεινε να κοιτάζει μπερδεμένη την Άντρεα. «Δεν ξέρω γιατί κάνεις τόσο μεγάλο θέμα για το Όζαρκς. Δεν είναι δα και κανένα φοβερό μέρος. Δεν νομίζω να συμβαίνουν και πολλά... πόσα θα μπορούσες να χάσεις μέσα σε δεκατρία χρόνια;»

«Δεκατρία χρόνια;» εκπλάγηκε η Άντρεα στο άκουσμα. «Πολλά Φρέγια, πάρα πολλά...» το κεφάλι της κουνιόταν αριστερά και δεξιά δίνοντας έμφαση στα λόγια που έβγαιναν από το στόμα της. Επίσης ένα κρυφό μικρό χαμόγελο κρέμονταν από την άκρη των χειλιών της όλη την ώρα που μιλούσαν. «Ώστε, για αυτό δεν γνωρίζεις τίποτα... Έλειπες τόσα χρόνια από το Όζαρκς κι έφυγες αρκετά μικρή.» Τώρα έδειχνε να καταλαβαίνει η Άντρεα.

«Νομίζω φαίνομαι αρκετά άσχετη, δεν νομίζεις; Απορώ πως δεν το κατάλαβες νωρίτερα...» Γέλασε η Φρέγια και η Άντρεα το συνέχισε γελώντας κι αυτή επίσης ελαφρώς.

«Δεν θα σε έλεγα άσχετη, Φρέγια.» Της είπε. «Νομίζω πως ξες αρκετά πράγματα...» Συμπλήρωσε αινιγματικά.

«Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω απολύτως τίποτα.» Παραδέχθηκε την φρικτή αλήθεια τρυπώντας την καρδιά της.

«Τι είναι αυτό;» Η Φρέγια μόλις τράβηξε μια εφημερίδα που είχε πάνω ασπρόμαυρες φωτογραφίες νεκρών ανθρώπων ταράχθηκε.

Η Άντρεα πήρε την εφημερίδα κοντά της και κοίταξε. «Ω, αυτή ήταν μια σκοτεινή περίοδος του Όζαρκς.» Την ενημέρωσε και της έδωσε πίσω την εφημερίδα για να την κοιτάξει καλύτερα και η Φρέγια.

«1932;» Διάβασε τη χρονολογία η Φρέγια φωναχτά. Ξεφύλλισε τις σελίδες χωρίς να δώσει μεγάλη βάση στα όσα έβλεπε μέχρι που φτάνει σε ένα σημείο που προκάλεσε την περιέργειά της. Ο τίτλος κάνει εντύπωση στην Φρέγια και τον διαβάζει επίσης φωναχτά. «Αιμοβόρα τέρατα χτυπάνε τη νύχτα της Σεπτεμβριανής Παρέλασης, μετά το πέρας της γιορτής των προέδρων στο Ανατολικό Όζαρκς, αφήνοντας πίσω τους εκατοντάδες νεκρούς.» Σταμάτησε για να συνειδητοποιήσει τι διάβασε μόλις. «Τέρατα;» απόρησε κλείνοντας την εφημερίδα.

Η Άντρεα που στέκονταν παραδίπλα έγειρε την πλάτη της στο έπιπλο τη βιβλιοθήκης και κοίταξε την Φρέγια αινιγματικά. Χαμήλωσε το κεφάλι της και την κοίταξε στα μάτια προσπαθώντας να της δώσει ένα στοιχείο.

«Τι τέρατα;» ξαναρώτησε η Φρέγια.

«Έλα τώρα...» η Άντρεα νόμιζε ότι η άλλη κοπέλα παρίστανε ότι δεν καταλαβαίνει.

«Μιλάμε για αληθινά τέρατα;» γούρλωσε τα μάτια της.

«Βρικόλακες!» Είπε μια λέξη που έφερε ανατριχίλα στο κορμί της Φρέγια κι εκείνη την στιγμή κατάλαβε ότι η κοπέλα που είχε μπροστά της δεν είχε καμία σχέση με την Βικτώρια Ντουκέιν. Ίσως η Φρέγια Μπλάκγουελ ήταν απλά ένα ακόμα θύμα σαν την ίδια. Η Άντρεα Λόπεζ δεν ήξερε σε πιο συμπέρασμα υποτίθεται θα έπρεπε να καταλήξει. Η μοίρα έπαιζε ένα περίεργο παιχνίδι χρόνια τώρα μαζί της.

«Βρικόλακες;» επανάλαβε χαμηλόφωνα η Φρέγια, προσέχοντας να μην την ακούσει κανένας και ύστερα την κοίταξε με κενό βλέμμα. «Όντως τώρα;» γέλασε απαξιωτικά παίζοντας με τις βλεφαρίδες της αμήχανα κι αμέσως μετά ένα χαμόγελο αμηχανίας έσκασε στα χείλη της.

«Μην ρωτάς εμένα, δες τις φωτογραφίες,» την προέτρεψε η Άντρεα, αλλά η Φρέγια δεν άνοιγε την εφημερίδα... Έτσι την πήρε στα χέρια της η Άντρεα και της έδειξε την κεντρική φωτογραφία και η Φρέγια ήρθε με μιας αντιμέτωπη με ένα φρικτό θέαμα. Τα θύματα της παρέλασης στοιβαγμένα και στραγγισμένα από αίμα... Τα σημάδια στους λαιμούς τους ήταν εμφανές... Δαγκώματα από κυνόδοντες βρικολάκων.

«Τι στο καλό;» έμεινε με ανοιχτό το στόμα. Έψαξε και στις παρακάτω και στις παραπάνω εφημερίδες. Ξεφύλλισε διαφόρων λογής εφημερίδων και το μόνο για το οποίο διάβαζε ήταν μαζικοί θάνατοι, μοιραία δυστυχήματα, μεγάλες καταστροφές και ανεξιχνίαστες δολοφονίες. «Τι είναι όλα αυτά;»

«Αυτή είναι η ιστορία του Όζαρκς, μυστηριώδες...» την κοίταξε βαθιά στα μάτια. «Το έδαφος έχει ποτίσει με τόσο πολύ αίμα, τόσα χρόνια...» η Άντρεα έκανε ακόμα μια διακοπή λίγο πριν αποκαλύψει στην Φρέγια κάτι που λέγεται εδώ και λίγο καιρό. «Το χώμα του Βέρμοντ λένε ότι είναι κοκκινόχωμα λόγω του αίματος.»

«Παραείναι τρομακτική πόλη σύμφωνα με όλα αυτά...»

«Τρομακτική;» αναλογίστηκε για το αν συμφωνεί η Άντρεα. «Όχι, εκδικητική και διεκδικητική θα έλεγα.» Κατέληξε.

Η Φρέγια άκουγε, αλλά δεν καταλάβαινε συγκεκριμένα σε τι αναφερόταν η Άντρεα. Της άκουγαν τόσο αινιγματικά όλα αυτά, τόσο μακρινά.

«Η πόλη, είναι γεμάτη τέρατα και κανείς δεν το ξέρει...» είπε ψιθυριστά στην Φρέγια και ξεκίνησε σιγά σιγά να την πλησιάζει. «Εσύ ήξερες Φρέγια για αυτήν την πλευρά του Όζαρκς;» Την πλησίασε περισσότερο, κάνοντας ακόμα δυο βήματα. «Σου είχε μιλήσει κανείς ως σήμερα για τα τέρατα του Όζαρκς;» Το πρόσωπο της Άντρεα ήταν στραμμένο στην Φρέγια και την έκανε να τρομάζει σε συνδυασμό με όλα αυτά που άκουγε.

Μερικοί ψίθυροι από τις πίσω βιβλιοθήκες έκαναν την προσοχή της Φρέγια να διασπαστεί. Έκανε μερικά βήματα παραπέρα για να ξεφύγει από την Άντρεα και τον αποκλεισμό που είχε υποστεί και αντίκρισε μερικά άτομα να κοιτάνε επίμονα. Τα περίεργα βλέμματα αυτής της παρέας τεσσάρων ατόμων την έκαναν να ανατριχιάσει και να φοβηθεί για την ίδια. Αναρωτήθηκε για το τι τους έκανε να την κοιτάζουν με αυτόν τον τρόπο και τι ήταν αυτό που συζητούσαν με τέτοια έκπληξη να καλύπτει τα πρόσωπά τους. Έκανε μερικά βήματα προς τα πίσω και μια στοίβα από βιβλία έπεσε αμέσως μόλις μια ατσούμπαλη κίνηση του αγκώνα της τα άγγιξε. Η ανάσα της ξαφνικά έγινε ασταθής και η καρδιά της άρχισε να χτυπά πιο δυνατά. Κάτι στο όλο κλίμα δεν της κολλούσε ξαφνικά...

«Πρέπει να πηγαίνω, συγνώμη για το ξαφνικό.» Είπε στην Άντρεα, με τον τρόμο να διαγράφεται στο πρόσωπό της.

«Εντάξει, μπορείς να φύγεις.» Η Άντρεα αντιλήφθηκε την πιθανή απειλή που ένιωσε από την παρέα των βρικολάκων στην γωνία. Στέκονταν όλοι μαζί σε ένα σημείο και κοιτούσαν την Φρέγια συζητώντας την, χωρίς αναστολές. Ήταν σίγουρη ότι παρατήρησαν την ομοιότητα της Φρέγια Μπλάκγουελ με την Βικτώρια Ντουκέιν όπως κι εκείνη, αλλά δεν ήξεραν ότι επρόκειτο για εντελώς διαφορετικό άτομο.

Η Άντρεα προσπάθησε να κάνει την Φρέγια να νιώσει πιο ασφαλής και την συνόδευσε ως την έξοδο της βιβλιοθήκης. Εκεί στάθηκαν για λίγο αντικριστά κοιτάζοντας η μια την άλλη, χωρίς να ξέρουν τι να πούνε.

«Ελπίζω να βρήκες τις απαντήσεις που έψαχνες, Φρέγια.» Έσπασε την αμήχανη σιωπή. «Μπορείς να με βρεις όποτε νιώσεις έτοιμη να ακούσεις περισσότερα. Εγώ εδώ θα είμαι.» Της έδωσε το ελεύθερο και απλά της ένευσε θετικά λίγο πριν αποχωρήσει, αφήνοντάς την να βαδίσει απροστάτευτη ανάμεσα στον κίνδυνο. Η Άντρεα εκείνη την ημέρα βρήκε τον νέο της σκοπό. Δεν θα άφηνε την Φρέγια από εδώ και πέρα στιγμή απροστάτευτη. Δεν θα επέτρεπε να γίνει ακόμα ένα θύμα όπως εκείνη. Η ιστορία της είχε διδάξει πολλά και τώρα που ήταν έτοιμη για όλα έβαλε σκοπό να βοηθήσει ουσιαστικά την Φρέγια.

Η Φρέγια δεν άργησε να ξεκινήσει να βαδίζει προς την έξοδο της Ακαδημίας. Κατέβηκε σχεδόν τρέχοντας τα πλατιά σκαλιά της κεντρικής αίθουσα της Ακαδημίας, χωρίς να συναντήσει τελικά το άτομο για το οποίο ήρθε εξ' αρχής. Αν βρήκα απαντήσεις; Μάλλον περισσότερες έχω τώρα...

Η Φρέγια κατέβαινε τώρα και τα εξωτερικά σκαλιά της Ακαδημίας, σχεδόν λαχανιασμένη τρέχοντας μακριά από αυτό το παράξενο τελικά μέρος. Όταν βγήκε έξω από το κτίριο είχε ήδη νυχτώσει. Το φως ήταν όμως αρκετό για να βλέπει που πηγαίνει και που πατά.

Οι τριανταφυλλιές που βρίσκονταν δίπλα της, στα δεξιά της, κάλυπταν την περίμετρο του πέτρινου μονοπατιού. Λίγο αργότερα, όταν είχε φτάσει στο μέσον της διαδρομής, με την σύγχυση που είχε διοχετεύσει μέσα της δεν παρατήρησε ότι κουνήθηκαν την στιγμή που περνούσε εκείνη παράλληλα με έναν ακόμα διερχόμενο. Την ίδια στιγμή λοιπόν, ένας νεαρός άνδρας βρέθηκε να βαδίζει στην ίδια διαδρομή, αντίθετα από την Φρέγια, και κατέληξε να συγκρούεται μαζί της... Η υπερδύναμη του ξένου όμως φάνηκε σωτήρια τη δεδομένη στιγμή, αφού άρπαξε το κορίτσι λίγο πριν πέσει στο έδαφος και το κράτησε προστατευτικά μέσα στην αγκαλιά του.

«Συγνώμη,» ψέλλισε τρομαγμένη η Φρέγια μόλις ήρθαν σε επαφή. Το άγγιγμα ήταν στιγμιαίο, όμως την έκανε να υψώσει το βλέμμα της όλο περιέργεια, λαχταρώντας να αντικρίσει το πρόσωπο αυτού που συγκρούστηκε μαζί του... Ένιωσε τόσο περίεργα που δεν μπορούσε να εξηγήσει ούτε στον εαυτό της τι ήταν αυτό το συναίσθημα.

«Είσαι εντάξει;» η φωνή του ακούστηκε βαριά και σταθερή κάνοντας άθελά του, την Φρέγια, να σωπάσει. Άκουγε με την αυξημένη ακοή του τους χτύπους της καρδιάς της να αυξάνουν ρυθμό.

Βοήθησε την Φρέγια να σταθεί και πάλι όρθια στα πόδια της. Μόλις απομακρύνθηκε από αυτήν αντίκρισε κατάματα ο ένας τον άλλον. Εκείνος είδε απόλυτη αβεβαιότητα στα μάτια της και εκείνη είδε στεγνή αγωνία στα δικά του.

«Ουάου!» Ξεφώνισε αυθόρμητα ο νεαρός μόλις είδε καθαρά πια το πρόσωπο της Φρέγια. Το νυχτερινό φως απλώνονταν όλο και περισσότερο όμως ο φανοστάτης που βρίσκονταν παραδίπλα τους στο δρομάκι έκανε καλά την δουλειά του και μπορούσε να δει ο ένας τον άλλο καθαρά.

Το βλέμμα του, όση ώρα ήταν στραμμένο στην Φρέγια, ήταν σοβαρό αλλά έδειχνε και έκπληκτος την ίδια στιγμή. Την κοίταζε από πολύ κοντά και περιεργάζονταν την όψη της.

Εκείνη ντράπηκε κι έκανε αμέσως ένα βήμα πίσω, προσπαθώντας να κρύψει το πρόσωπό της από την ντροπή της. Ένιωσε ξαφνικά τόσο ευάλωτη μπροστά του.

Ο άγνωστος, όμως, προσπάθησε να την κάνει να νιώσει πιο άνετα κοντά του μόλις κατάλαβε ότι την έφερε σε δύσκολη θέση. Έτσι θέλοντας να σπάσει τον πάγο, έσπευσε να της μιλήσει... «Δεν μπορεί να είσαι εσύ!» Είπε και έσφιξε τα χείλη του.

«Δεν ξέρω για τι πράγμα μιλάς...» είπε κοιτάζοντας βαθιά στα καστανά μάτια του, ψάχνοντας απαντήσεις για αυτήν την περίεργη ξαφνική συνάντηση, λίγο πριν φύγει από την Ακαδημία. Έκανε μερικά βήματα ακόμα προς τα πίσω θέλοντας να φύγει γρηγορότερα.

«Γιατί ήρθες στην Ακαδημία;» την ρώτησε απαιτητικά. «Αν δεν είσαι αυτή που νομίζω, τότε ποια μπορεί να είσαι;» η φωνή του έσπασε και λύγησε κάνοντας την Φρέγια να παραξενευτεί ακόμα περισσότερο.

«Δεν καταλαβαίνω... Συγνώμη πρέπει να φύγω!» Είπε βιαστικά υποδεικνύοντας την αναγκαιότητα να φύγει.

«Περίμενε!» Είπε ο άγνωστος και την άρπαξε από το χέρι πριν προλάβει να περπατήσει μακριά του. Την τράβηξε μπροστά του και την έφερε μπροστά από το πρόσωπό του. Ύστερα επικεντρώθηκε στα μάτια της και έκανε αυτό που πολύ καλά ήξερε να κάνει. Το να σαγηνεύει θνητούς ήταν κάτι απλό για αυτόν πια.

«Θέλω να μου απαντήσεις σε μερικές ερωτήσεις μου.» Είπε αυτό που ήθελε εδώ και καιρό να της πει. Την παρακολουθούσε τόσο καιρό από μακριά, από τις σκιές. Τώρα, θα μάθαινε ποια είναι. Ήρθε από πολύ μακριά αμέσως μόλις έμαθε πως επέστρεψε στο Όζαρκς.

«Μάλιστα,» είπε η Φρέγια, υπακούοντας το πρόσταγμα του βρικόλακα.

«Γιατί ήρθες στην Ακαδημία;» της έκανε την πρώτη του ερώτηση.

«Για να βρω απαντήσεις.»

«Απαντήσεις για τι;»

«Για όσα μου κρύβει ο πατέρας μου.»

«Ποιος είναι ο πατέρας σου;» ρώτησε με αγωνία.

«Ο Τζάρεντ Μπλάκγουελ.» Είπε η Φρέγια αμέσως, χωρίς να φέρει αντίρρηση. Βρίσκονταν υπό την επιρροή του σαγηνεύματος του βρικόλακα. Επόμενος, θα έκανε και θα έλεγε ότι της ζητούνταν από εκείνον, μέχρι να την ελευθέρωνε.

«Εσύ ποια είσαι;» ο νεαρός περίμενε να ακούσει ένα συγκεκριμένο όνομα. Όμως, δεν θα το άκουγε σύντομα... Αφού μπροστά του είχε μια τελείως διαφορετική κοπέλα από εκείνη για την οποία ήρθε!

«Είμαι η Φρέγια Μπλάκγουελ.» Του αποκάλυψε.

«Τι στο διάολο...» άρχισε να τρελαίνεται.

«Ξέρεις την Βικτώρια Ντουκέιν;» ρώτησε απευθείας.

«Όχι.»

«Υπέροχα...» είπε στον εαυτό του ειρωνικά.

Δεν είχε καμία πληροφορία ως τώρα και μπροστά του στέκονταν μια εντελώς άγνωστη, από ότι φαίνεται. Έβαλε τα χέρια του στις τσέπες του μαύρου του παλτό και αναλογίστηκε τι θα έπρεπε να κάνει στην συνέχεια.

«Ξέχνα ό,τι σε ρώτησα.» Της είπε κοιτάζοντάς την βαθιά στα μάτια και οι κόρες της διαστάλθηκαν. «Συνέχισε ό,τι έκανες και...» έκανε μια μικρή διακοπή, αφού ήταν χαμένος στην ομορφιά αυτού του ξεχωριστού προσώπου που τον είχε στοιχειώσει αιώνες τώρα πια. Δεν ήξερε τι να κάνει μετά από αυτό που έμαθε...Παρόλα αυτά επέλεξε να συμφιλιωθεί με ότι έμαθε. Κοίταξε ακόμα μια φορά την νεαρή Φρέγια Μπλάκγουελ λίγο πριν την αποχαιρετήσει προσωρινά. «Και να προσέχεις...» είπε χαμηλόφωνα και έγινε καπνός.

Ο άγνωστος βρικόλακας θα την ξαναέβλεπε το βράδυ, αφού θα βρίσκονταν ακόμα ένα βράδυ έξω από το δωμάτιό της, να παρακολουθεί κάθε της κίνηση, αναμένοντας να βρει την σύνδεση της Βικτώρια Ντουκέιν με την Φρέγια Μπλάκγουελ που έμοιαζαν σαν μια σταγόνα νερό, αλλά εκατοντάδες χρόνια της χώριζαν.

Μετά από ένα δευτερόλεπτο, δεν βρίσκονταν κανένας δίπλα στην Φρέγια...

Η Φρέγια, συνέχισε να περπατάει ανενόχλητη στο πέτρινο δρομάκι. Πιθανότατα απέκτησε έναν προστάτη και ούτε που το ήξερε... Το μόνο που θυμόταν ήταν να γλιστρά κι ένας άγνωστος γοητευτικός νεαρός να την συγκρατεί από το να πέφτει. Κούτσαινε λίγο, αφού ο αριστερός της αστράγαλος είχε πονέσει με το που γλίστρησε, αλλά γρήγορα μπήκε στο αυτοκίνητό της. Είχε ήδη στο μυαλό της που θα πήγαινε στην συνέχεια. Έβαλε την ζώνης, πάτησε το γκάζι και ξεκίνησε για το ένα μέρος στο Όζαρκς που ως τώρα παρέλειψε να επισκεφτεί. Με το φεγγάρι να ανατέλλει και τον ήλιο να βασιλεύει, συντροφιά πήρε το γνώριμο δρόμο προς το σπίτι της Άζρα Τζάκσον.

⎯⎯⎯ ☾ ⎯⎯⎯


Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro