15. How Much Can A Heart Take?
Κάπου ανάμεσα από το σκοτάδι και την μπεζ πιτσιλωτή μεταξένια κουρτίνα, που κρέμονταν άχαρα στο παράθυρο του υπνοδωματίου των Μπλάκγουελ, ένα ζευγάρι μελί μάτια εμφανίστηκε. Σάρωσε ολόκληρο το δάσος καταλήγοντας στην βεράντα χαμηλά, κάτω από τα πόδια της, κι έμεινε να κοιτάζει πέρα για πέρα ελεγκτικά τις δυο φιγούρες που κινούνταν νευρικά στο έδαφος, διασχίζοντας την γραμμή της βεράντας. Η Σερένα Μπλάκγουελ στέκονταν πατώντας γερά στα πόδια της, ακριβώς μπροστά στην τζαμαρία η οποία «έβλεπε» στην πόλη και προς το ελατόδασος, γύρω από αυτήν.
Όλα ξεκίνησαν όταν βρίσκονταν στο μπροστινό μπαλκόνι του πρώτου ορόφου και πότιζε τα καινούρια λουλούδια τους και άκουσε τον ήχο μιας μηχανής αυτοκινήτου, δεν κατάλαβε ποιος έρχονταν, αλλά ήταν σίγουρη ότι αυτό το αυτοκίνητο δεν άνηκε στον άντρα της, αλλά ούτε και στην κόρη της. Έγειρε στα κάγκελα ελαφρώς και κοίταξε περίεργη προς το δρομάκι που οδηγούσε από το δάσος στην έπαυλη. Μόλις αντίκρισε ένα άγνωστο αυτοκίνητο παραξενεύτηκε καθώς δεν περίμενε ποτέ ότι η οδηγός του θα ήταν αυτή που ήταν...
Τα δάκτυλά της έσφιξαν γερά την λεπτή αέρινη κουρτίνα, με την ταραχή που ένιωθε τόση ώρα. Στο σπίτι της βρίσκονταν το μικρό κοριτσάκι με τα όνειρα εφιάλτες και με το σκοτάδι που την περιέβαλε, η Άζρα Τζάκσον, το κορίτσι που είχε να αντιμετωπίσει δεκατέσσερα χρόνια πριν, μαζί με μια συγκλονιστική αποκάλυψη που της έκανε ο άνδρας της για την ίδια τους την κόρη που στο τέλος αναγκάστηκαν για το καλό της να μετακομίσουν και να αφήσουν για τα καλά πίσω τους το παρελθόν τους στο Όζαρκς.
Η Σερένα δεν είχε ξεχάσει τίποτα από όσα είχαν συμβεί τότε, δεκατέσσερα με δεκαπέντε χρόνια πριν. Θυμόταν πολύ καλά το τι τράβηξε η Άζρα εξαιτίας της Φρέγιας και η Φρέγια εξαιτίας της Άζρα. Η μια για την άλλη ήταν επικίνδυνη. Και οι δυο μαζί; Ήταν ένας σίγουρος καταστροφικός συνδυασμός.
Η γυναίκα, έκανε ένα βήμα πίσω και ακούμπησε την πλάτη της στην κρύα επιφάνεια της καφετί ταπετσαρίας πάνω στον τοίχο. Πήρε μια βαθιά ανάσα κάνοντας το στήθος της να ανεβοκατεβεί αργά και σταθερά και προσπάθησε να σκεφτεί λογικά, χωρίς να πανικοβάλλει τον εαυτό της με τις εξελίξεις.
Αποφάσισε να καλέσει τον άντρα της. Έπρεπε να τον ενημερώσει ότι η Φρέγια ήρθε σε επαφή με την Άζρα. Έπρεπε να του το πει, για να είναι προετοιμασμένος. Αφού το τηλέφωνο χτύπησε μερικές φορές κι εκείνος δεν το σήκωσε, η ταραγμένη γυναίκα έκλεισε το τηλέφωνο και προσπάθησε να ηρεμίσει τον εαυτό της αφού είχε πλημμυρήσει από το άγχος. Η Σερένα ήταν γνωστή για την ηρεμία που διέθετε και την διπλωματικότητα που χειρίζονταν τις δύσκολες καταστάσεις, όμως τώρα αυτός ο εαυτός της, της φαίνονταν τόσο μακρινός.
Τελικά, αποφάσισε να παρακολουθήσει τις δυο κοπέλες κρυφά από το παράθυρο της κρεβατοκάμαράς της και ευχήθηκε να μην την δει καμία από τις δύο, όσο θα σκέφτονταν για την πρώτη της κίνηση...
[...]
Η Φρέγια και η Άζρα έμειναν για λίγο ακίνητες να κοιτάζουν αποσβολωμένες το χαραγμένο ξύλινο κάγκελο. Δεν μίλησαν, απλά κοιτάχθηκαν για λίγο μπερδεμένες. Η Άζρα είχε σοκαριστεί τόσο πολύ που υπήρχε αυτό εκεί ακόμα χαραγμένο, ενώ η Φρέγια επειδή δεν ήξερε καν ότι υπήρχε...
Είχαν χαράξει εκεί τα ονόματά τους όταν ήταν μικρότερες. Θέλανε να αφήσουν κάπου το σημάδι τους κι ως υπερήφανες ταραξίες δεν δίστασαν να κατακρεουργήσουν μια από τις κολώνες της ακριβής βεράντας της Φρέγια.
Οι δυο αυτές λέξεις εμφανίστηκαν μπροστά στα μάτια τους και έσκασαν σαν βόμβα. Είχαν πλέον μείνει για τα καλά χαραγμένες στο νου τους. Καμία δεν ήξερε πως να αντιδράσει αλλά ούτε και τι να πει.
Η Άζρα προδόθηκε! Τώρα πια η Φρέγια είχε μια αδιάσειστη απόδειξη ότι εκείνη ψεύδονταν, όσες φορές την ρώτησε για το ποια ήταν πραγματικά. Τελικά η μνήμη της Φρέγιας Μπλάκγουελ δεν είχε καταστραφεί τελείως από την διαγραφή μνήμης που υπέστη, τότε, όταν οι γονείς της την είχανε πάει σε εκείνη την μάγισσα πριν φύγουν από το Όζαρκς με σκοπό να της σβήσει κάθε κοινή ανάμνηση που είχε με την Άζρα —όσων αφορά τον πρωτόγνωρο δεσμό που είχαν αποκτήσει αυτές οι δυο— αφού αποτελούσαν καταστροφικές αναμνήσεις για την ίδια.
Η Άζρα άπλωσε δειλά—δειλά το χέρι της ως την επιφάνεια της ξύλινης επιφάνειας... Δε το πίστευε! Έφερε σε επαφή τα ακροδάχτυλά της με την γδαρμένη επιφάνεια και διάφορες εικόνες ξεπήδησαν στο μυαλό της. Ήταν λες και έβλεπε μπροστά της το παρελθόν. Ένα λευκό φως εμφανίστηκε μπροστά στα μάτια της και την τύφλωσε κι έκλεισε απότομα τα μάτια της, καλύπτοντάς τα με τα χέρια της. Το κεφάλι της είχε πάρει φωτιά, ήταν πραγματικά πολύ αληθινό ότι κι αν ήταν αυτό που ένιωθε και τρομοκρατήθηκε. Μια μικρή διαπεραστική κραυγή έφυγε ανάμεσα από τα ορθάνοιχτα χείλη της και έπεσε στα γόνατα από τον πόνο.
Η Φρέγια παρακολουθούσε άφωνη και άπραγη, δεν γνώριζε τι συνέβαινε και φοβήθηκε. «Τι στο καλό συμβαίνει εδώ;» ψιθύρισε με άκρως τρεμάμενη φωνή, καθώς ένιωθε ένα μούδιασμα να απλώνεται σε ολόκληρο το σώμα της, ήταν η άγνοια της άραγε; Με την ίδια δυσκολία που βγήκαν οι λέξεις από το στόμα της έτσι ακριβώς με την ίδια δυσκολία σηκώθηκε από τα γόνατά της και πάτησε ξανά στα πόδια της.
«Δεν—» Έχασε τα λόγια της η άλλη κοπέλα. Δεν μπορώ να σου πω, αυτή η φράση επαναλαμβανόταν μέσα στο μυαλό της Άζρα Τζάκσον.
«Είσαι καλά;» Ρώτησε κι αμέσως μετά την κοίταξε. «Πες μου, Άζρα!» Απαίτησε σοβαρή, η Φρέγια, για μερικές εξηγήσεις.
Πήρε μια βαθιά ανάσα. «Να σου πω τι;» Κόλλησε και πάλι. Γύρισε και κοίταξε ακόμα μια φορά τα δυο ονόματα. Δεν μπορούσε να της πει... Θα κατέστρεφε τα πάντα.
Για ότι πάλεψαν οι γονείς της Φρέγια ήταν από ότι φαίνεται προσωρινό. Τώρα πια ήταν και πάλι μαζί της η Άζρα και το σκοτάδι τους πλησίαζε όλο και περισσότερο.
«Τι είναι αυτά; Γιατί τα ονόματά μας είναι εκεί χαραγμένα; Μην κάνεις ότι δεν τα είδες!»
«Τα βλέπω και πολύ καλά μάλιστα, είναι όντως εκεί...» Παραδέχθηκε στραβοκαταπίνοντας και ύστερα σηκώθηκε κι' αυτή όρθια. Βημάτισε προς τα πίσω προσπαθώντας να απομακρυνθεί από την Φρέγια.
«Δεν φεύγεις, όχι! Μην το διανοηθείς να φύγεις τώρα!» Αποφασισμένη της φώναξε για να μάθει κι έπειτα έκανε ένα απειλητικό βήμα προς την Άζρα. Η Άζρα έκανε ένα βήμα ακόμα, αλλά προς τα πίσω, έτσι η Φρέγια έκανε κι εκείνη ένα ακόμα βήμα προς τα μπροστά συνεχίζοντας το μικρό παιχνιδάκι που η Άζρα είχε ξεκινήσει πρώτη. «Δεν πρόκειται να σε αφήσω να φύγεις εάν δεν μου πεις γιατί με αποφεύγεις, γιατί δεν μου μιλάς και γιατί είσαι τόσο παράξενη! Δεν καταλαβαίνω γιατί κανείς δεν μου δίνει τις απαντήσεις που ζητάω... Κάποιος πρέπει να μου μιλήσει!»
«Δεν μπορώ να σου πω Φρέγια, συγνώμη...» Απολογήθηκε νιώθοντας πραγματικά άσχημα και γύρισε την πλάτη της για να φύγει. «Δεν θα είμαι εγώ αυτή που θα καταστρέψει τα πάντα!»
«Να καταστρέψεις τα πάντα; Τι είναι αυτά που λες;» Το χέρι της Φρέγιας απλώθηκε και την άρπαξε από τον ώμο. «Περίμενε!» Την σταμάτησε για λίγο, αλλά δεν κατάφερε να την κρατήσει στην βεράντα μαζί της, αφού η Άζρα ξέφυγε από το κράτημά της ευκολότερα από ότι η Φρέγια υπολόγιζε.
«Μην προσπαθείς άλλο!» Η Άζρα είχε απομακρυνθεί πλέον αρκετά και η Φρέγια έτρεξε ως το αυτοκίνητό της για να την προφτάσει.
«Σε παρακαλώ, στάσου! Πρέπει να συζητήσουμε!»
«Άφησέ με να φύγω Φρέγια, δεν πρόκειται να πούμε τίποτα.»
«Δεν γίνεται να μην μου πεις...» την παρακάλεσε κάνοντας ακόμα μια απότομη κίνηση και της έκλεισε απότομα την πόρτα του αυτοκινήτου την στιγμή που την είχε ανοίξει.
«Δεν πρόκειται, τζάμπα κάθεσαι και παρακαλάς...» Είπε και την έδιωξε από κοντά της, σπρώχνοντάς την με σχετική δυσκολία.
«Δεν καταλαβαίνεις πόσο δύσκολο είναι να θες να μάθεις την αλήθεια και να μην σου δίνει κανείς σημασία, αλλά ούτε και απαντήσεις!» Της φώναξε ενθυμούμενη καλά την επαναλαμβανόμενη άρνηση της ίδιας να της μιλήσει, αλλά και των γονιών της επίσης.
«Είναι για το καλό σου, πίστεψε με!» Την κοίταξε στα μάτια προσπαθώντας να την πείσει.
«Για το καλό σου, για το καλό... Να πάει στο διάολο το καλό μου! Δεν με νοιάζει πια! Πρέπει να μου μιλήσεις Άζρα! Δεν γίνεται, άλλο. Δεν το καταλαβαίνεις; Δεν νομίζεις ότι παρατράβηξε το αστείο; Μην παριστάνεις άλλο την ανήξερη. Ξέρεις ποια είμαι και ξέρω ποια είσαι.» Η Φρέγια τώρα που ξεκίνησε δεν θα σταματούσε έτσι εύκολα. Γι' αυτό έπρεπε να κάνει κάτι δραστικό, άμεσα.
«Άκουσε με, πολύ καλά, τι θα σου πω...» την πλησίασε και την κοίταξε στα μάτια, απαιτώντας την πλήρη προσοχή της. «Δεν έπρεπε να έρθουμε σε επαφή εμείς οι δυο ποτέ ξανά! Μην με ακολουθήσεις, εάν με δεις ποτέ στον δρόμο μην μου μιλήσεις. Εάν με πετύχεις κάπου μην με χαιρετήσεις και αν θελήσεις να μου ξαναμιλήσεις να ξες πως εγώ θα σε αγνοήσω.»
«Είσαι τρελή; Πως μπορείς και μου ζητάς κάτι τέτοιο χωρίς να μη μου πεις το γιατί;» Ρώτησε μες τον πανικό της. Πλέον σκέφτονταν πολλά παραπάνω από μια απλή παρεξήγηση του παρελθόντος. Κάπου μέσα στο μυστηριακό κλίμα του Όζαρκς κρύβονταν η απάντηση. Το ένιωθε εξάλλου, ένιωθε την διαφορετική αύρα αυτής της πόλης. Για αυτό και την πήραν από εκεί εξ' αρχής.
Ήταν έτοιμη να βάλει τα κλάματα από την πίεση και τα νεύρα. «Άζρα!» Βόγκηξε μες τον πανικό και το χάος που είχαν δημιουργήσει. Σύντομα θα ένιωθε τις αλμυρές σταγόνες δακρύων να γλιστράν από τους βολβούς των ματιών της στα παγωμένα μάγουλά της. Βρίσκονταν σε κατάσταση σοκ και δεν μπορούσε να καθησυχάσει την συνείδησή της, είχε τόση πολλή ένταση συσσωρευμένη μέσα της που σύντομα δεν θα μπορούσε να ελέγξει τον ίδιο της τον εαυτό...
«Ξέχασέ με Φρέγια! Ξέχασέ με όπως και δεκατέσσερα χρόνια πριν!» Της είπε δίνοντάς της το τελευταίο γερό χτύπημα.
Η Άζρα άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου της και μπήκε μέσα. Έβαλε μπρος αμέσως και αμέσως ακούστηκε ο ήχος της μηχανής. Έβαλε όπισθεν και βγήκε από την θέση την οποία είχε παρκάρει και λίγο πριν στρίψει, η Φρέγια πετάχτηκε μπροστά από το όχημα στα ξαφνικά. Η Άζρα αναγκάστηκε να πατήσει απότομα φρένο με αποτέλεσμα να πεταχτεί ελαφρώς από το κάθισμα. Κοίταξε εξοργισμένη, πέρα από το διαφανές μπροστινό τζάμι, την Φρέγια λαχανιασμένη και κατακόκκινη.
«Δεν μπορείς να μου το κάνεις αυτό, Άζρα!» Ούρλιαξε απελπισμένα η δυστυχισμένη Φρέγια, όμως παρά τις προσπάθειές της, η Άζρα δεν έδωσε καμία σημασία και δεν έδειξε καμία συμπόνια. Το μόνο που έκανε εκείνη τη στιγμή ήταν απλά να πατήσει το γκάζι προσπερνώντας την, αφήνοντάς πίσω της την επιβλητική έπαυλη των Μπλάκγουελ. Διέσχισε το δρομάκι και βγαίνοντας στο χωμάτινο έδαφος σήκωσε κι άφησε πίσω της ένα μεγάλο κύμα σκόνης με την μεγάλη ταχύτητα που ανέπτυξε. Έφυγε και δεν γύρισε να κοιτάξει πίσω της.
Μόλις έπεσε το σύννεφο σκόνης που είχε δημιουργηθεί με το πέρασμα του αμαξιού από το χώμα, το αυτοκίνητο της Άζρα είχε εξαφανιστεί για τα καλά από το οπτικό πεδίο της Φρέγια. Η Φρέγια είχε μείνει πίσω, μόνη της, για ακόμα μια φορά να προσπαθεί να ελέγξει την ανάσα της που είχε μετατραπεί σε λαχάνιασμα και τους κτύπους της καρδιάς της που έπιασαν τα εκατό. Το ερώτημα ήταν... Πόσο ακόμα θα άντεχε;
⎯⎯⎯ ☽ ⎯⎯⎯
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro