That's what you think humanity is?
Φτάνω στο σχολείο, έχοντάς απομακρύνει από ώρα το χέρι του Ζακ. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει.
Μπήκα μέσα στην αυλή, ψάχνοντας με το βλέμμα μου τα παιδιά. Όσο κοιτούσα γύρω μου, παρατήρησα πως δεν υπήρχε άτομο στην αυλή που να μην κοιτούσε εμένα. Μουρμούριζαν, ψιθύριζαν, γυρνούσαν το κεφάλι τους ή γελούσαν, όμως οι δαίμονες μου κοιμούνται βαθιά πλέον. Και όσο περνά από το χέρι μου θα αργήσουν να ξυπνήσουν, με σκοπό οτιδήποτε άλλο πέρα από το καλό μου.
Εντοπίζω τα παιδιά σε μια γωνία του σχολείου και τα πλησιάζω με ένα ελαφρύ χαμόγελο.
Ο Λουκ με βλέπει και βγαίνει ανήσυχος από το γκρουπ.
"Τζάνετ είδες τον Άιζακ σήμερα;" ρωτάει νευρικά και κρατάω την ανάσα μου.
"Όχι. Γιατί; Τι έγινε;" ρωτάω στον ίδιο τόνο με εκείνον.
"Έχει να δώσει σημάδια ζωής από όταν έφυγε το πρωί από το σπίτι." απάντησε η Άντζι ανήσυχα.
Ήμουν έτοιμη να πανικοβληθώ όταν ξαφνικά άκουσα ένα βογκητό. Κοίταξα τριγύρω μου. Μόνο εγώ και τα παιδιά φαίνεται να αντιληφθήκαμε τον ήχο, καθώς όλοι οι άλλοι συνέχιζαν τις συζητήσεις τους.
Τους κοίταξα ανήσυχα. Το προηγούμενο βογκητό ακολούθησε κι ένα ακόμα κι ένα ακόμα, μέχρι που ήμουν πλέον σε θέση να αναγνωρίσω από πού προερχόταν.
Περπάτησα βιαστικά μπροστά με τους υπόλοιπους να ακολουθούν. Στην πίσω αυλή ένα πλήθος μαθητών ήταν μαζεμένο κυκλικά γύρω από ένα σημείο. Φώναζαν, γιούχαραν, γελούσαν μα η καρδιά μου ήταν σφιγμένη στον ήχο ενός μοναδικού βογκητού.
Άρχισα να περπατάω πιο βιαστικά από τους άλλους και όταν συγκρούστηκα με το πλήθος έσπρωχνα όποιον έβρισκα μπροστά μου, αγνοώντας βρισιές και παραπονεμένες κραυγές. Έχω μάθει να τα αγνοώ.
Φτάνοντας στο κέντρο, έρχομαι αντιμέτωπη με μια εικόνα που με κάνει να κρατήσω την ανάσα μου.
"Πας καλά;" ουρλιάζω στον Έλιοτ, που κλωτσούσε εναλλάξ το κεφάλι και την κοιλιά του Άιζακ, ο οποίος ήταν σχεδόν λιπόθυμος.
"Όπα! Έμαθε η Γουΐλσον να μιλάει και πάλι; Ας σημειωθεί η ημερομηνία παρακαλώ!" απευθύνθηκε στο κοινό τριγύρω μας το οποίο ξέσπασε σε γέλια.
"Συγγνώμη τι; Υποτίθεται πως πρέπει να καταλαβαίνω και τα μπαμπουϊνίστικα τώρα;" ρώτησα ειρωνικά και εκείνος ένωσε τα χείλη του σε μία ευθεία γραμμή κοιτώντας με εξοργισμένος.
Τα παιδιά τριγύρω έβγαζαν είτε επιφωνήματα θαυμασμού είτε απλά σιώπησαν. Φοβόντουσαν να μην καταλήξουν όπως εγώ. Δειλοί είστε όλοι που δεν τολμάτε να διαφοροποιηθείτε.
Πήγα να πλησιάσω τον Άιζακ, όμως ο Έλιοτ βρέθηκε με γρήγορα βήματα πίσω μου τραβώντας τα μαλλιά μου και ρίχνοντάς με κάτω. Δεν θα επέστρεφα στον παλιό μου εαυτό, μου το χρωστούσα.
Χωρίς να δώσω ιδιαίτερη σημασία στον Έλιοτ, έκανα ξανά μια κίνηση να πλησιάσω τον Άιζακ, ο οποίος ήταν κουλουριασμένος στο κέντρο του κύκλου, χωρίς ανοιχτές πληγές, αλλά με αρκετό αίμα τριγύρω τους. Γονάτισα δίπλα του και τον κοίταξα ανήσυχα.
"Είναι πολύ χάλια;" του ψιθύρισα και γύρισα βογκώντας προς το μέρος μου.
"Τα σωθικά μου έχουν γίνει μιλκσέικ αλλά κατά τα άλλα υπέροχα." απάντησε μέσα από τα δόντια του.
Το πλήθος διαλύθηκε, όταν και η υπόλοιπη παρέα του Έλιοτ πλησίασε. Ο Λουκ, ο Έντουαρντ, η Άντζελα και η Μπέλα ήταν έτοιμοι για τα χειρότερα, όμως ήξεραν ότι δεν μπορούσαν να υπερβούν τα όρια, όπως ούτε εγώ πλέον.
Ο Έλιοτ και ο Ματ πλησίαζαν απειλητικά. Πήγα να αντιδράσω όμως δυο ζευγάρια χέρια που δεν αναγνωρίζω με κράτησαν πίσω.
"Τι κάνετε;" φώναξα ξανά προσπαθώντας να ξεφύγω από το κράτημα τους, όμως η πίεση που μου ασκούσαν και το γεγονός ότι ήμουν καθιστή δεν εξυπηρετούσε τον σκοπό μου, όσο βρισκόμουν στην ανθρώπινη φύση μου.
"Είναι ένα τέρας, Γουΐλσον. Όπως κι εσύ, όπως και οι φίλοι σου." απάντησε ο Έλιοτ νεύοντας προς το μέρος τους και εγώ ξεροκατάπια.
Ο Έλιοτ και ο Ματ, συνέχιζαν να χτυπάνε τον Άιζακ και βούρκωσα. Τα παιδιά βρίσκονταν σε μια παρόμοια θέση με εμένα. Έπρεπε να κρατήσουμε κρυφή την ταυτότητα μας. Αλλά δεν μπορώ να κάθομαι και να τον βλέπω να πονάει, όταν εκείνος με έσωσε τρεις φορές.
Με μία απότομη κίνηση και σπρώχνοντας πίσω τα δύο άτομα σηκώθηκα στα πόδια μου και κάλυψα το σώμα του Άιζακ με το δικό μου. Πρώτη, δεύτερη, τρίτη κλωτσιά.
"Πας... Καλά; Τι κάνεις;" μου σιγοψιθύρισε και εγώ βουρκώνω στιγμιαία από τον πόνο.
Δεν θα έχεις πληγές Τζάνετ. Θα είναι μόνο παροδικό. Θα νικάς τις μάχες σου από εδώ και πέρα.
"Προχωρώ." απαντάω χαμογελώντας.
"Σταμάτα σε παρακαλώ!" ακούω ξαφνικά μια παιδική φωνή και γυρνάω να κοιτάξω ένα αγοράκι ντυμένο αστροναύτη να κοιτάει βουρκωμένο τον Έλιοτ.
"Κάνε τον να σταματήσει! Σε παρακαλώ! Δεν είναι αυτός ο αδερφός μου!" απευθύνθηκε σε εμένα και ξαφνιάζομαι που κανένας άλλος δεν τον άκουγε.
Είναι φάντασμα.
"Πες του ότι είμαι εδώ! Ο Τζόρτζι ο αδερφός του!" συνέχισε να μου φωνάζει κλαίγοντας με λυγμούς.
"Νομίζεις πως έτσι κάνεις τον Τζόρτζι περήφανο;" ρώτησα και γύρισα να κοιτάξω τον Έλιοτ.
Σοκαρισμένος, κράτησε την ανάσα του και γούρλωσε τα μάτια του. Σταμάτησε κάθε κίνηση και εμπόδισε τον Ματ να συνεχίσει.
"Πώς ξέρεις;" ρώτησε ξαφνικά βουρκωμένος.
'Πες μου, νομίζεις ότι έτσι τον κάνεις περήφανο;" ξαναρώτησα αγνοώντας την δικιά του ερώτηση.
Δάκρυσε.
"Σε αγαπούσε και εσύ έτσι του δείχνεις πως ήσουν και είσαι ανάξιος του να είσαι αδερφός του;" συνέχισα χτυπώντας εκεί που πονούσε.
Υποχώρησε και ο Ματ τον κοίταξε συμπονετικά.
"Δεν ξες τίποτα! Κι εσύ μην με κοιτάς σαν να είμαι καημένο!" φώναξε εξοργισμένος στον Ματ ο οποίος κοίταξε γρήγορα αλλού.
Κοίταξα τον Τζόρτζι και με κοιτάει πίσω. Τα ξανθά μαλλάκια του κάλυπταν το πρόσωπό του, που φαινόταν μέσα από το ανοιχτό κράνος του αστροναύτη, καθώς εκείνος έγειρε κοιτώντας με ερωτηματικά.
"Θες να δεις;" ρώτησε με την παιδική του φωνή να γαργαλάει τα αυτιά μου.
Ένευσα αν και δεν ήμουν σίγουρη σε τι συμφώνησα. Ο Τζόρτζι έκλεισε τα μάτια του και άπλωσε το χεράκι του προς τα εμένα.
Ξαφνικά εικόνες μπήκαν μέσα στο μυαλό μου, σαν αναμνήσεις που μόλις ανακάλεσα.
Ένας κήπος με μία μεγάλη πισίνα εμφανίζονται μπροστά μου. Μπαλόνια, τραπέζια, γλυκά και μαμάδες που τρέχουν πίσω από μασκαρεμένα παιδάκια πλαισιώνουν την εικόνα. Ένα αγοράκι με μία ασημένια στολή αστροναύτη κάθεται στην άκρη της πισίνας και πλατσουρίζει με τα πόδια του το νερό προσπαθώντας να βρέξει τον μεγάλο του αδερφό που καθόταν δίπλα του. Ο αδερφός του -πιο ευτυχισμένος από ό,τι τον είχα δει ποτέ- σηκώνεται και κατευθύνεται στον μπουφέ με την υπόσχεση να επιστρέψει σε 5 λεπτά με δύο κομμάτια τούρτα. Το αγοράκι λίγο αργότερα βλέποντας ότι όλοι απομακρύνονται και συγκεντρώνονται γύρω από έναν κλόουν με πουά ρούχα και μια γιγαντιαία χρωματιστή περούκα, κάνει το ίδιο. Μα δεν προλαβαίνει. Γλιστράει στο νερό που πριν από λίγο ο ίδιος πιτσιλούσε και πέφτει μέσα στην πισίνα. Η παιδική του κραυγή δεν ακούγεται μέσα από το κράνος ή πάνω από τις ενθουσιασμένες φωνές των άλλων παιδιών που περικυκλώνουν τον κλόουν και τελικά βυθίζεται στον πάτο της πισίνας. Ο αδερφός του παλεύοντας να βγει μέσα από το πλήθος προσποιείται με αστείο τρόπο την φωνή της κυρίας που του έδωσε την τούρτα, όμως βλέποντας τον μικρό του αδερφό ξαπλωμένο στον πάτο της πισίνας, πετάει τα πλαστικά πιάτα κάτω, ουρλιάζει στους υπόλοιπους και βουτάει στην πισίνα. Σε λίγα δευτερόλεπτα δεκάδες άνθρωποι με ανήσυχα βλέμματα και φωνές μαζεύονται γύρω από την πισίνα, περιμένοντας να δουν την τύχη του μικρού παιδιού. Μα ήταν πολύ αργά. Ο Έλιοτ βγαίνει έξω ακουμπώντας το νεκρό σώμα του μικρού του αδερφού στο φρεσκοκομμένο γρασίδι. Αρνείται να ακούσει οτιδήποτε άλλο και γονατίζει δίπλα του, σφίγγοντας τον στην αγκαλιά του και κλαίγοντας. Ήταν μόλις 9 χρονών.
"Έλιοτ λυπάμαι τόσο πολύ..." του είπα βουρκωμένη.
"Όχι δεν λυπάσαι, δεν τον ήξερες όπως εγώ, θέλω μόνο να τον σώσω από τα τέρατα που φοβόταν, όπως αυτό." είπε ψυχρά δείχνοντας τον Άιζακ.
"Αυτό νομίζεις ότι είναι η ανθρωπιά;" ρώτησα και απομακρύνθηκε χωρίς να πει άλλη κουβέντα και με ένα μικρό αγοράκι με στολή αστροναύτη να τρέχει πίσω του, πιάνοντας το χέρι του.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro