I see dead people
"Άιζακ..." μουρμούρισα καταπίνοντας.
Έσφιξα το χέρι του Ζακ κι εκείνος έσφιξε πίσω το δικό μου.
"Ποιός είναι εκεί Τζάνετ;" ρώτησε βουρκωμένος.
Ξέρω ότι με ακούς Άιζακ. Ξέρω ότι είσαι εδώ. Ξέρω ότι βλέπεις μέσα από τα μάτια μου.
Πήρε μια βαθιά ανάσα, καλύπτοντας ένα λυγμό.
"Η Λούνα." απάντησα αυτό που ήθελε να ακούσει και έκλεισε τα μάτια του, επιτρέποντας σε μόνο ένα τυχερό δάκρυ να κυλήσει.
Τα παιδιά με κοιτούσαν κοκαλωμένα. Σαν συνεννοημένοι, γύρισαν ταυτόχρονα το κεφάλι τους προς την κατεύθυνση της. Άφησα το χέρι μου να γλιστρήσει μέσα από του Ζακ, και την πλησίασα με αργά βήματα.
Δεν την ήξερα. Δεν ένιωθα ούτε πληγωμένη, ούτε συγκινημένη. Ένιωθα την ένταση στο δωμάτιο. Το πώς ανυπομονούσαν όλοι να την δουν για ακόμα μια φορά, το πως ήλπιζαν ο Ζακ να μην ήταν μια απλή σύμπτωση, κάτι το εντελώς ανεξήγητο.
Φτάνοντας δίπλα της, άπλωσα το χέρι μου προς το μέρος της και εκείνη το έπιασε. Μόνο χτυποκάρδια και σφυγμοί. Δεν ανέπνεαν. Δούλευε. Την έβλεπαν, όπως εγώ.
Ο Άιζακ σηκώθηκε με μια γρήγορα κίνηση. Όμως τα βήματά του όσο μας πλησίαζε ήταν βασανιστικά αργά. Σαν να μετρούσε κάθε χιλιοστό.
Η Λούνα χαμογέλασε.
"Γεια σου αδελφούλη." μουρμούρισε και γέλασε συγκινημένη η μικρή αδερφή του Άιζακ.
Εκείνος άνοιξε τα χέρια του και η Λούνα, τραβώντας με, έτρεξε στην αγκαλιά του.
Ο Άιζακ, μην μπορώντας να κρατήσει τα δάκρυά του πλέον, αγκάλιασε σφιχτά την από καιρό χαμένη αδερφή του.
"Πως είναι δυνατόν αυτό;" ρώτησε σφίγγοντας την ακόμα περισσότερο.
"Γιατί δεν ρωτάτε την φίλη σας;" μου απεύθυνε τον λόγο ή Λούνα και ξεροκαταπίνω.
Δεν ξέρω πως το έκανα αυτό. Πριν λίγα λεπτά έπρεπε να αποδεχτώ ότι είμαι λυκάνθρωπος, τώρα έπρεπε να αποδεχτώ ότι είμαι και κάποιου είδους γέφυρα με τους... Με την άλλη μεριά τέλος πάντων.
Κι αν μπορούσα να κάνω περισσότερα; Αν μπορούσα να σώσω κάποιον από το χείλος του γκρεμού; Έναν ετοιμοθάνατο; Αν έστω και για μια στιγμή μπορούσα να δώσω την ευκαιρία σε ένα 8χρονο κοριτσάκι να δει μια τελευταία φορά τους γονείς της. Να μπορέσει να τους αποχαιρετήσει...
"Πρέπει να βρούμε τους δικούς μου! "αναφώνησα και τα παιδιά με κοίταξαν χαμογελώντας.
"Δυστυχώς δεν μπορούμε να κάνουμε και πολλά για αυτό εμείς Τζάνετ. Εσύ όμως μπορείς. Όταν καταλάβεις όσο περισσότερα πράγματα μπορείς για αυτήν σου την ικανότητα και μάθεις να την χρησιμοποιείς σωστά και με σιγουριά, τότε θα κάνεις ό,τι θες. Μέχρι τότε όμως έχουμε καιρό." μου απάντησε και ξαναγύρισε στην Λούνα.
Εκείνη άρχισε να με τραβάει και να κατευθύνεται προς όλους αγκαλιάζοντας και χαιρετώντας τους έναν έναν.
"Πόσο μου λείψατε!" μουρμούριζε ξανά και ξανά και ειλικρινά για μια στιγμή νόμιζα πως μέσα σε τόσο ενθουσιασμό θα αγκάλιαζε και τον Ζακ.
"Εντάξει, στοπ. Τους χαιρέτησες όλους. Να πάρω μια ανάσα;" ρώτησα απότομα και εκείνη σταμάτησε.
Άφησα το χέρι της και έκατσα στην πολυθρόνα, βαριανασαίνοντας και τρίβοντας το κεφάλι μου με την παλάμη μου, που μέχρι πριν λίγο τραβολογούσε η Λούνα.
"Τι έγινε μόλις;" ρώτησε η Άντζι κοιτώντας άφωνη το έδαφος.
"Βλέπω νεκρούς οι οποίοι αποκτούν υλική υπόσταση όταν τους αγγίζω..." απάντησα στο ίδιο ύφος.
"Ίσως η... Μεγάλη εμπειρία σου με τους νεκρούς συγγενείς και τις τραυματικές αναμνήσεις να σου έδωσαν αυτήν την ικανότητα όταν έγινες λυκάνθρωπος;" υπέθεσε ο Έντουαρντ και με πλησίασε.
Έκατσε στον καναπέ απέναντί μου σταυρώνοντας τα χέρια του.
"Μάλλον..." μουρμούρισα απαντώντας της.
"Αλλά αυτό είναι καλό έτσι;" ρώτησε η Άντζι προσπαθώντας να μου αναπτερώσει την διάθεση.
"Υποθέτω..." απάντησα στο ίδιο ύφος.
"Η σιγουριά σου με ξεπερνάει." είπε ειρωνικά η Λούνα και γέλασε μόνη της κερδίζοντας από εμένα ένα κουρασμένο βλέμμα και από τον Ζακ ένα εκνευρισμένο γρύλισμα.
"Έχουμε καιρό να τα σκεφτούμε αυτά." μπήκε στην συζήτηση ο Άιζακ με μία εύθυμη φωνή.
Η Λούνα ήταν το κλειδί για την καρδιά του. Την ημέρα που πέθανε την έκλεισε και πέταξε το κλειδί μαζί με το πτώμα της. Και τώρα που επέστρεψε, έστω κι έτσι, έφερε και το κλειδί μαζί της. Βοήθησα στο να γίνει ευτυχισμένος. Χαμογέλασα ασυναίσθητα.
"Τώρα πρέπει να συνηθίσεις και να αποδεχθείς την καινούρια φύση σου και τις δυνάμεις σου." συνέχισε στον ίδιο τόνο και ένευσα καταφατικά.
"Τα λέμε αύριο στο σχολείο;" ρώτησα και εκείνοι ένευσαν καταφατικά.
"Θες να έρθουμε να σε πάρουμε;" ρώτησε ο Έντουαρντ παιχνιδιάρικα, αλλά εγώ κούνησα του κεφάλι μου.
"Όχι. Θα έρθω μόνη μου." απάντησα.
[...]
Το ξυπνητήρι χτύπησε και για πρώτη φορά μέσα σε δύο χρόνια καλωσόρισα το πρωί. Νιώθω πιο ελαφριά. Ένα βάρος σηκώθηκε από την πλάτη μου, αν και δεν ξέρω ποιο από όλα ή πώς.
Σηκώθηκα και με μία κίνηση μπήκα στο μπάνιο λούζοντας γρήγορα τα πλέον κοντά μαλλιά μου και ετοιμάζοντας τον εαυτό μου για το σχολείο. Ξαναμπήκα στο δωμάτιό μου και ανοίγοντας την ντουλάπα μου και πήρα ρούχα που είχα καιρό να φορέσω.
Ένα ψηλοκάβαλο τζιν καμπάνα, ψηλές μαύρες μπότες από κάτω και ένα μαύρο έξωμο μπλουζάκι με επιπλέον ύφασμα γύρω από το στήθος. Ετοίμασα την τσάντα μου με τα βιβλία της ημέρας και πιάνοντας ένα ζευγάρι στρόγγυλα γυαλιά κατεβαίνω στην κουζίνα.
"Μαίρη!" φώναξα και η ηλικιωμένη γυναίκα βγαίνει από την κουζίνα, στεγνώνοντας τα ρυτιδωμένα χέρια της με μια λευκή πετσέτα.
"Τι όμορφη που είστε δεσποινίς!" αναφώνησε και χαμογέλασα ειλικρινά.
Την πλησίασα και την αγκάλιασα σφιχτά. Τα χέρια της τύλιξαν τον λαιμό μου χαϊδεύοντας στοργικά τα μαλλιά μου.
"Είστε διαφορετική δεσποινίς. Έγινε κάτι που θα έπρεπε να γνωρίζω; Θεωρώ τον εαυτό μου νόμιμο κηδεμόνα σας." είπε παιχνιδιάρικα και την διαβεβαίωσα πως τίποτα τρομερό δεν έγινε, με ένα κούνημα του κεφαλιού και ένα φιλί στο μάγουλο.
"Απλά αναθεωρώ Μαίρη." ανακοίνωσα και πιάνοντας ένα μήλο βγήκα από το σπίτι.
Κοίταξα το αυτοκίνητο των γονιών μου που ήταν παρκαρισμένο στο γκαράζ. Με γρήγορες κινήσεις ξαναμπήκα μέσα και άρπαξα τα κλειδιά. Έτρεξα στο αυτοκίνητο με την τσάντα στους ώμους μου και μπήκα μέσα.
"Κρίμα είναι να πάει στράφι ολόκληρο δίπλωμα." μουρμούρισα στον εαυτό μου.
Έβαλα τα κλειδιά στην μίζα και ήμουν έτοιμη να ξεκινήσω, όταν ένα χέρι ακούμπησε γλυκά το μπράτσο μου.
"Είμαι περήφανος για εσένα τιγράκι." είπε ο Ζακ, και αφού έλεγξα τριγύρω για τυχόν αδιάκριτα μάτια, του χαμογελάω και αφήνω ένα γρήγορο φιλί στα χείλη του.
Εκείνος έκπληκτος, γελάει με την συμπεριφορά μου.
"Κι εγώ είμαι περήφανη." απάντησα και άναψα την μηχανή, βγάζοντας το αυτοκίνητο στον δρόμο και ξεκινώντας για το σχολείο.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro