I want to remember how to swim
"Ρωτήστε επιτέλους τι θέλετε να μάθετε. Ας τελειώσει εδώ. Αν όμως με ξαναακολουθήσετε θα κινηθώ νομικά εναντίον των καναλιών." είπα σοβαρά.
"Δεσποινίς έχετε κατάθλιψη;" πετάχτηκε μια δημοσιογράφος και σαν συνεννοημένοι πλησίασαν σαν αρπακτικά τα μικρόφωνα τους.
Ήμουν το θήραμα.
"Όχι.".
Ψέματα.
"Έχετε ξεπεράσει τον θάνατο του αγοριού σας;".
"Προσπαθώ και κάνω πρόοδο.".
Ψέματα.
Τελικά η αλήθεια είναι πολύ δύσκολη. Μα δεν μπορούσα να πω αλήθεια.
Ζακ είναι αλήθεια, ήσουν ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής μου για να σε ξεπεράσω τόσο εύκολα.
"Πώς νοιώθετε; Πονάει να χάνετε τόσα κοντινά σας πρόσωπα;".
"Ο πόνος έχει γίνει υποφερτός.".
Αυτό ήταν εν μέρει αλήθεια. Υπάρχουν τρόποι να εκτονώνομαι. Μια μικρή λεπίδα.
Στην σκέψη αυτή τράβηξα ασυναίσθητα λίγο πιο κάτω τα μανίκια της μπλούζα μου.
"Τον αγαπούσατε;".
Σήκωσα απότομα το κεφάλι μου και κοίταξα στα μάτια την δημοσιογράφο.
"Εσένα πως σου φαίνεται;!" ρώτησα απότομα.
Εκείνη στραβοκατάπιε κάνοντας λίγο πίσω.
"Ναι έχασα τους γονείς μου, και έκλαψα και πόνεσα. Όμως μεγάλωσα και έμαθα να ζω κολυμπώντας. Ήταν το σωσίβιο μου. Φαντάσου να ξεκουράζεσαι πάνω σε ένα σωσίβιο που σε προστατεύει από το νερό και ξαφνικά να σκάει σαν μια μεγάλη ψεύτικη φούσκα. Απλά προσπαθώ να θυμηθώ πως να κολυμπάω. Ναι, είμαι κουρασμένη. Πολύ κουρασμένη και βασίζομαι σε υποκατάστατα. Θα ξαναμάθω όμως. Το παλεύω. απάντησα προσπαθώντας να χαμογελάσω με δάκρυα στα μάτια.
"Τι θα κα-".
" Όχι άλλες ερωτήσεις! Ευχαριστώ." την διέκοψα απότομα και άρχισα να προχωράω προς τον Λουκ.
Αρχίσαμε να περπατάμε μαζί προς το σπίτι μου. Φτάσαμε μπροστά στην καγκελόπορτα και σταματήσαμε.
"Πανέμορφο σπίτι..." σχολίασε άφωνος και χαμογέλασα.
"Ευχαριστώ." απάντησα ντροπαλά.
Ησυχία επικράτησε για λίγα δευτερόλεπτα.
"Κοίτα Τζάνετ όσο για τον Άιζακ-" πήγε να πει, αλλά τον διέκοψα.
"Λουκ δεν πειράζει... Ειλικρινά. Δεν ήταν τίποτα." του είπα χαμογελώντας αμήχανα.
"Ναι όμως εγώ θα σε κεράσω μια σοκολάτα. Το Σάββατο στις 10. Θα έρθω από εδώ!" είπε χαμογελώντας και μου έδωσε ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο.
"Εντάξει." χαμογέλασα.
Άρχισε να περπατάει προς την αντίθετη κατεύθυνση και ασυναίσθητα ακούμπησα το μάγουλό μου. Μπήκα στο σπίτι, σκεπτόμενη όσα είχαν γίνει.
"Καλησπέρα δεσποινίς! Πως πήγε η συνεδρία;" ρώτησε ευγενικά η Μαίρη.
"Πολύ καλά. Ευχαριστώ Μαίρη." απαντάω χαμογελαστά.
Πόσα ψέματα έχω πει σε μία μέρα;
Ανέβηκα βιαστικά στο δωμάτιό μου. Έκλεισα την πορτά και έκατσα στο πάτωμα. Σήκωσα τα μανίκια μου και κοίταξα τα χέρια μου.
Αυτά είναι πλέον οι αναμνήσεις της εφηβείας μου;
Γραμμές πάνω στα χέρια μου; Φλέβες που πετάγονται κάτω από το χλωμό δέρμα μου; Ουρλιαχτά στην μέση της νύχτας και απομόνωση;
Έχω αρχίσει να φοβάμαι για το πως θα συνεχίσω. Δεν είμαι σίγουρη πως πρέπει να αντεπεξέλθω σε όλα αυτά.
Χωρίς φίλους πλέον το μόνο που με κρατάει είναι η μουσική και το ποδόσφαιρο. Και ας με θεωρούν αγοροκόριτσο καμιά φορά, είναι αναζωογονητικό και προτιμότερο να βγάζεις όλη σου την οργή σε μια μπάλα παρά σε κάποιου το πρόσωπο.
Επόμενη μέρα
"Δεσποινίς είναι ώρα να ξυπνήσετε." με ξύπνησε η φωνή της οικονόμου μου.
Άνοιξα απότομα τα μάτια μου και αντίκρισα την ηλικιωμένη γυναίκα που τόσα χρόνια με φρόντιζε σαν κόρη της.
"Ευχαριστώ Μαίρη." είπα και σηκώθηκα από το κρεβάτι.
Άνοιξα την ντουλάπα μου. Τα χέρια μου κατευθύνθηκαν στα μαύρα τζιν, τα φούτερ και τα μακρυμάνικα μπλουζάκια μου.
Όχι. Σχολείο σήμερα. Κι άλλα ψέματα.
Έπιασα ένα ροζ και λιλά κολλάν, ένα άσπρο τοπάκι, μια ζακέτα και τα άσπρα αθλητικά μου. Έχω προπόνηση σήμερα.
Έβαλα πετσέτες, νερό και μερικές μπάρες σε μια ασορτί τσάντα και κατέβηκα στην κουζίνα. Έκατσα στο τραπέζι και παρατήρησα το επί 10 χρόνια πρωινό μου. Δεν έχω παράπονο όμως. Χαίρομαι που υπάρχουν πράγματα που δεν έχουν αλλάξει ακόμα...
Έφαγα και έπλυνα τα δόντια μου.
Έβαλα την σχολική μου τσάντα στον ένα ώμο και φόρεσα τα ακουστικά μου βάζοντας το "I don't wanna live for ever".
https://youtu.be/7F37r50VUTQ
Άρχισα να περπατάω σιγομουρμουρίζοντας τους στίχους.
Η Δευτέρα είναι από τις καλές μέρες. Έχω γυμναστική το πρώτο δίωρο.
Έφτασα στο σχολείο και μπήκα μέσα. Η αυλή ήταν γεμάτη. Πήρα μια ανάσα και φόρεσα ένα ψεύτικο χαμόγελο.
Ξαφνικά είδα μια ομάδα 5 παιδιών μαζί με τον λυκειάρχη. Από το σημείο που στεκόμουν κατάφερα να αναγνωρίσω 2 από αυτά τα παιδιά.
Ο ένας ήταν Λουκ με το στραβό χαμόγελό του. Φορούσε ένα σκούρο ξεθωριασμένο τζιν και ένα μαύρο πουκάμισο με σηκωμένα τα μανίκια στους αγκώνες.
Δίπλα του στεκόταν ο Άιζαακ. Σοβαρός, με ένα μαύρο τζιν και ένα μαύρο μπλουζάκι. Δεν μπορώ να καταλάβω τι κρύβεται πίσω από το πρόσωπό του.
Και θα έπρεπε να είμαι ειδική πια στις κρυμμένες πλευρές ενός ανθρώπου.
Είμαι σίγουρη πως κάτι κρύβεται πίσω από το πρόσωπό του...
Κατέβασα τα ακουστικά μου και πήγα να τους πλησιάσω όμως εκείνη την στιγμή χτύπησε το κουδούνι. Ξεφύσησα και κατευθύνθηκα προς το γυμναστήριο.
Μπήκα στα δοκιμαστήρια και άνοιξα ένα ντουλαπάκι βάζοντας μέσα τα πράγματά μου.
Ήμουν μόνη οπότε ο εκκωφαντικός ήχος όταν έκλεισα το ντουλαπάκι μου γέμισε τον χώρο. Ο ήχος με έκανε να κλείσω σφιχτά τα μάτια μου.
Κούνησα το κεφάλι μου και έκατσα κάτω τρίβοντας το πρόσωπό μου με τα χέρια μου.
Έβγαλα αργά την ζακέτα μου κοιτώντας τα χαραγμένα χέρια μου. Άνοιξα ξανά το ντουλαπάκι μου, βγάζοντας από την τσάντα ένα ρολό γάζας και δύο περικάρπια.
Τύλιξα γύρω και από τα δύο χέρια, ως εκεί που έφταναν οι ουλές τις γάζες και πιο χαμηλά τα περικάρπια.
Τότε, τα δύο κορίτσια, που είδα στην παρέα του Λουκ, ήρθαν η μία από τα δεξιά και η άλλη από τα αριστερά μου. Έβγαλαν τις ζακέτες τους αποκαλύπτοντας το γυμνασμένο σώμα τους.
Έβαλα τα πράγματά τους στα ντουλαπάκια και μπήκαν μέσα στο εσωτερικό γήπεδο. Τις ακολούθησα σιωπηλά.
Σιγά σιγά τα παιδιά της τάξης μου μπήκαν και αυτά στο γήπεδο. Τα κορίτσια με τα εξωφρενικά κοντά αθλητικά σορτσάκια και τα τοπάκια που έκρυβαν τα απαραίτητα.
Και τα αγόρια με το χαλαρό ύφος τους, που αποδείκνυε ότι μέχρι πριν από λίγο ήταν μαστουρωμένοι.
Ωραίοι συμμαθητές.
Κατέβασα το κεφάλι μου κοιτώντας τα μπλεγμένα δάχτυλά μου.
"Σήμερα θα παίξουμε ανάμεικτο αγόρια κορίτσια!" φώναξε ο προπονητής.
Οι επευφημίες των κοριτσιών και οι ενθουσιασμένες τσιρίδες τους, δεν αντιπροσώπευαν ούτε στο ελάχιστο το πως ένιωθα.
Φοβόμουν.
Γενικά με τα παιδιά της τάξης μου, και κυρίως τα αγόρια, δεν έχουμε τις καλύτερες σχέσεις.
Κατεβήκαμε από τις κερκίδες και πήγαμε με γύρω από τον προπονητή.
"Ομάδα Α: Άντζελα Γουάϊλντ, Μπέλα Ρίβερς, Τζούλιετ Γκριν και Τζάνετ Γουίλσον από κορίτσια. Από αγόρια, Μάικ Σμιθ, Τζορτζ Γκριν και Άιζαακ Φόστερ." ανακοίνωσε ο γυμναστής.
Υπέροχα. 3 στα 7 παιδιά της ομάδας μου ήταν από την παρέα του Λουκ.
Κοίταξα γύρω μου και εντόπισα τον Λουκ μαζί με τον πέμπτο φίλο του να κάθονται μόνοι τους, λίγο πιο απομακρυσμένοι από την ομάδα Β, στην οποία ανήκουν.
"Πάρτε θέσεις!" φώναξε και όλοι μπήκαμε στο γήπεδο.
"Σέντρα έχει η ομάδα Β!" είπε ο προπονητής.
Σε λίγα δευτερόλεπτα δύο παιδιά από την δεύτερη ομάδα βρέθηκα αντικριστά στον κύκλο του κέντρου του γηπέδου με την μπάλα ανάμεσά τους.
"3... 2... 1!" φώναξε και ο ήχος της σφυρίχτρας σήμανε την αρχή του ματς.
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro