Χριστουγεννιατικο Milkshake
Τα συναισθήματα μου ήταν ασυνήθιστα έντονα.
Συνεβησαν τόσα πολλά μέσα σε μία μέρα, κι όμως, το μόνο πράγμα που σκεφτόμουν ήταν ο τρόπος με τον οποίο με άγγιξε.
Οταν με έπιασε από το χέρι και με διέταξε να φάω... τα συναισθήματα που ένιωσα εκείνη τη στιγμή.
Θυμαμαι την καρδιά μου να χτυπάει πιο γρήγορα από το κανονικό. Τα μάτια του που με γραπωναν αλλεπάλληλα από πάνω μέχρι κάτω.
Και μόνο στη σκέψη ότι αυτή τη στιγμή βρισκόμασταν μόνοι στο ίδιο τρένο με τρελαινε αφάνταστα. Τον έκανα εικόνα, να έρχεται και να κάθεται μπροστά μου, να βρισκόμαστε στο ίδιο βαγόνι. Να ανάβει ένα τσιγάρο κι ύστερα να το σβήνει. Να με κοίτα χωρίς να λέει τίποτα, κι εγώ να κάθομαι σαν στήλη άλατος.
Αχ αυτό το άρωμα βανίλιας...
Μερικες φορές αναρωτιέμαι τί σκέφτεται εκείνος για εμένα, πράγμα που δεν θα ανακαλύψω ποτέ.
Σηκωθηκα με προορισμό την τουαλέτα. Κλειδωθηκα μέσα και κοίταξα τον εαυτό μου στον μικρό καθρέφτη.
Ξεφυσηξα.
Εριξα λίγο νερό στο πρόσωπό μου και βγήκα έξω. Στον δρόμο μου προς το κουπέ μου, σκέφτηκα να πάω στο δικό του. Να το παίξω λίγο κουλ, και να του θυμωσω διότι με έβαλε να φάω σαλιγκαροπιτα.
Οχι, θα φανώ χαζή...
~You only live once!
...πφφ. Λες να πάω?
~Ναι, έχω αρχίσει και βαριέμαι.
Αφου το λες εσύ...
Εσφιξα σε γροθιές τα χέρια μου, και έφτασα έξω από το κουπέ του. Ο Ματτεο με κοίταξε όλο απορία.
Σιγουρα θα πιστεύει πως είμαι καμιά τρελή...!
~Αμα κάθεσαι εκεί σαν μπαστακας λογικό είναι.
Μπηκα μέσα και κάθισα απέναντι του.
Δεν είπε κατι. Απλως με σκαναρε με το βλέμμα του κι άναψε ένα τσιγάρο.
"Σε μισώ", είπα κοφτά, νιώθοντας αμέσως ολόκληρο το πρόσωπο μου να γίνεται κόκκινο.
Κουνησε το κεφαλι του, σα να έλεγε: μα καλά, βλαμμένο είναι?
Κοιταξε εξω από το παράθυρο, αποφεύγοντας κάθε οπτική επαφή που απλόχερα του πρόσφερα.
"Η σαλιγκαροπιτα είναι ότι χειρότερο έχω φάει".
"Χαίρομαι που το ακούω", απάντησε στεγνά. Μα η έκφραση του τον πρόδιδε· είχε ένα αμυδρό χαμόγελο, πράγμα που έδειχνε πόσο ικανοποιημένος ήταν με τον εαυτό του, και τα φρύδια του, σουφρωμενα.
"Εγω όμως όχι. Και πιστεύω πως έχουμε να μιλήσουμε για πολλά πράγματα, όπως για το τι συνέβη όταν μας τσάκωσε η Λεστρειντζ στην αποθήκη".
"Το λες λες και κάναμε σεξ".
"Πηγες να με φιλήσεις", είχε αρχίσει να με νευριαζει. Το φιλί δεν είναι κάτι ασήμαντο! Ειναι ένδειξη αγάπης! Σωστα?
"Ελα που δεν ήθελες...", κοιτούσε έξω απτό παράθυρο με ένα αυτάρεσκο χαμόγελο. Θα τον βαρέσω.
"Δηλαδη το θεωρείς αστειο, όλο αυτό?"
Πήρε παλι αυτή τη σοβαρή έκφραση κι έσβησε το τσιγάρο του. "Κοίτα που φτάσαμε... Απο το φαΐ στο σεξ".
"Εσυ εφτασες μόνος σου εκεί. Εγω εφτασα στο φιλί. Γιατι πηγές να με φιλήσεις?"
"Γιατι ήμουν μεθυσμένος", είχε αρχίσει κι εκείνος να θυμώνει.
"Το ποτό μιλάει...", είπα σαρκαστικά.
Σηκωθηκε ορθιος και με έπιασε σφιχτά απτό λαιμό. "Πας γυρεύοντας", γρύλισε.
Αουτς.
Αυτο πόνεσε, συναισθηματικά.
Αγγιξε αργά με τον αντίχειρα του το πιγούνι μου.
Τα χείλη του όρμησαν πάνω στα δικά μου. Με φιλούσε λεμαργα και παθιασμένα, ταξιδεύοντας τη γλώσσα του πάνω και κάτω από τη δικιά μου. Αρχισα κι εγώ να τον φιλάω, καθώς το ένα μου χέρι ήταν γύρω απτόν λαιμό του και το άλλο μπλεγμένο σαν χτένα ανάμεσα στα μαλλιά του.
Με κόλλησε πάνω στην συρόμενη πόρτα του κουπέ καθώς συνέχισε να με φιλάει.
Ξεκόλλησα αργά τα χείλη μας και τον κοίταξα μες στα μάτια, προσπαθώντας να καταλάβω πως ένιωθε.
Ανασες Ελ, πάρε ανάσες.
"Γιατί σταματησες?" Ρωτησε γεμάτος απορία.
"Δεν ξέρω...", απάντησα χαμένη. Εκεινη τη στιγμή ταξίδευα πιο πάνω κι από τα αστέρια του νυχτερινού ουρανού.
Με ξαναφιλησε, κι ας ξέραμε και οι δύο ότι ήταν λάθος. Επιασε απαλά τη μέση μου, κι αυτή τη φορά το έκανε πιο αργά αποτι περίμενα.
Ηταν μαγευτικό...
【...】
Οταν φτάσαμε στο Χογκουαρτς, ήταν βράδυ. Η κόκκινη μου μύτη και τα μάτια ήταν ό,τι φαινόταν μέσα από το κασκόλ και το σκουφάκι. Είχα βουτήξει τα χέρια μου βαθιά μέσα στις χνουδωτες τσέπες του μπουφάν.
Ο Ματτεο δεν έδειχνε να κρυώνει. Με είχε αφήσει να φορέσω μέχρι και τα γάντια του, τα οποία φυσικά ήταν αρκετά μεγάλα για τα δικά μου χέρια.
Μόλις κατεβήκαμε από το τρένο, με έπιασε από τα μάγουλα για να μου δώσει ένα ακόμα φιλί. Οι μπούκλες του είχαν σκεπαστεί με νιφάδες χιονιού...
Του χαμογέλασα, μου χαμογέλασε, κι έφυγε. Μου είπε να κρατήσω να γάντια, και να του τα επιστρέψω όταν θα ιδωθουμε ξανά.
Οι καλύτερες ώρες τις ζωής μου...
Μόλις αντιλήφθηκα ότι δεν μπορούσα να αντέξω άλλο το κρύο έτρεξα μέσα στο Χογκουαρτς.
Αποφάσισα να πάω στο κοινό δωμάτιο του Γκριφιντορ... Ήμουν χίλια τα εκατό σίγουρη ότι ο Χάρι θα ήταν ξύπνιος· λόγω της αϋπνίας του φυσικά!
Είπα το σύνθημα και η Χοντρή Κυρία με άφησε να περασω. Δεν μου τραγούδησε, ευτυχώς δηλαδή, γιατί νύσταζε πολύ.
"Γεια...", είπα και χυθηκα σαν κιμάς πάνω στον καναπέ.
"Πως πέρασες στον χορό?"
"Καλά...." αναστέναξε. "Η Ερμιόνη πέρασε καλύτερα απ'ολους..."
"Ναι ε? Πρέπει να το παραδεχτώ ότι ήταν θέα!"
"Τσακώθηκε με τον Ρον".
"Όου... γιατί?" έβγαλα τα γάντια το μπουφάν και όλα τα σχετικά και τα πέταξα στην πολυθρόνα δίπλα από τον καναπέ.
"Επειδή πήγε με τον Βίκτωρ, τον αντίπαλο μας, στον χορό!"
"Αλήθεια?! Μπράβο της...!!" Είπα ξαφνιασμένη. Ήμουν χαρούμενη που η Ερμιόνη βγήκε επιτέλους από το κουκούλι της.
~Μέχρι να το κάνεις κι εσύ αυτό εγώ θα έχω αποβιώσει...
Ευχαριστώ για την ειλικρίνεια!
"Δεν ξέρω... χαίρομαι που πέρασε καλα, αλλά με αυτόν?!" γκρινιαξε ο Χάρι.
~Που να μάθουν ότι έχεις κρυφή σχέση με τον γιο του Βολντι, ο ίδιος ο Χάρι Ποττερ θα σε κάνει αβάντα καταβρα!
Δεν ειναι καταβρα αλλα τεσπα.
[The Next morninggg]
Ξύπνησα με έναν αφόρητο πόνο στο κεφάλι. Ένιωθα να καίω ολόκληρη, ενώ η μύτη μου ήταν μπουκωμένη και ο λαιμός στεγνός.
Γκουχου.
~Ρε συ, γιατί δεν είμαστε καλά?
Ούτε εσυ είσαι καλά?
~Ούτε. Εσύ φταις γιαυτό!- ΑΑΑΑΤΣΟΥ... ΑΝ ΣΕ ΠΙΑΣΩ ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΟΥ...!
Έκανα να σηκωθώ απτό κρεβάτι αλλά έπεσα ξανά πίσω. Το μόνο που ήθελα ήταν κάτι ζεστό να πιω, και σίγουρα άλλες σαράντα κουβέρτες... Ο πύργος είχε υγρασία, κρυο κι εγώ δεν πήγαινα τίποτε απτά δύο.
Πάλι καλά που δεν έχω μαθήματα για τις επόμενες δύο βδομάδες να λες.
Ξαφνικά μία κουκουβάγια έπεσε με δύναμη πάνω στο τζάμι της μπαλκονοπορτας...
~Κοίτα τι έπαθε η καημένη η κουκουβάγια! Εσύ φταις πάλι!
Ήθελες να αφήσω το παράθυρο ανοιχτό για να πάθω κανα κρυοπαγημα?!
Ύστερα από έναν αιώνα, κατάφερα επιτέλους να σηκωθώ και να πάρω το γράμμα που είχε στο ράμφος της η κουκουβάγια.
Έπεσα πάλι πάνω κρεβάτι και τυλίχθηκα με την κουβέρτα. Άνοιξα το γράμμα και πέταξα τον φάκελο στο πάτωμα.
Απόψε στον διάδρομο προς το γραφείο της ΜακΓκοναγκαλ στις 11. Μην αργήσεις.
-M.R
Η κοιλιά μου γέμισε με πεταλούδες, και αφόρητο πόνο.
Ξαφνικά κατι ανέβηκε στο λαιμο μου. Εβαλα γρηγορα το χερι στο στομα γουλρωνοντας τα ματια μου κι ετρεξα σφεντόνα στην τουαλετα.
Αίμα.
Εφτυσα αίμα.
Σκούπισα το στόμα μου και κοίταξα με απέχθεια την Εσμεραλντα. Μου χαμογέλασε και με κοίταξε μέσα από τον καθρέπτη ψιθυριζοντας "Το δαχτυλιδι..."
【...】
"Oh la la..." αναστέναξα κουρασμένη.
Η ώρα ήταν τρεις. Η κοιλιά μου γουργούριζε, και το κεφάλι μου κόντευε να σπάσει.
Έκλεισα αργά το βιβλίο Βοτανολογίας και το έβαλα στο ράφι του.
Αφού επέστρεψα στην κυρία Πινς το βιβλίο που είχα δανειστεί δύο εβδομάδες πριν, πήρα ένα άλλο για αστρονομία. Ήθελα να είμαι προετιμασμένη για το δεύτερο τετράμηνο.
Το βιβλίο μού έπεσε κάτω κι έσκυψα να το πιάσω βρίζοντας μέσα απτά δόντια μου μέχρι και το πάτωμα.
Ένα χέρι μάζεψε την κουρτίνα μαλλιών που έπεφτε μπροστά στα μάτια μου και τα τοποθέτησε πίσω από τον ώμο μου.
"Ενοχλώ?"
Γύρισα το κεφάλι μου και κοίταξα προς τα πάνω.
"Καθόλου..." είπα χαμογελαστή.
Ο Σεντρικ επέστρεψε ένα βιβλίο στην κυρία Πινς. Δυστυχώς δεν πρόλαβα να δω ποιο...
"Φαίνεσαι λίγο χλωμή... Όλα καλά?"
"Είμαι λίγο κρυωμένη..." έβαλα το βιβλίο μέσα στην τσάντα μου και φύγαμε μαζί από τη βιβλιοθήκη.
"Θες να πάμε στη Μαντάμ Πομφρι?"
"Όχι τώρα... Πεινάω. Εσύ?"
"Εντάξει. Στην τραπεζαρία λοιπόν?"
"Στην τραπεζαρία!"
Κάθισα μαζί του στο τραπέζι του Χαφλπαφ. Όλη την ώρα ανταλλαζα ματιές και χαμογελα με τον Ματτέο... Καθόταν μαζί με την παρέα του, τους Θανάσιμους.
"Τι έχεις? Λάμπεις ολοκληρη", παρατήρησε ο Σεντρικ.
"Εμ, το φαΐ, ει-ειναι πεντανοστιμο!" Αναφώνησα.
"Ναι καλά... Τσακώθηκες με τον Όλιβερ?" είπε με ένα ανησυχητικό βλέμμα.
Κοίταξα μία τον Ματτέο -ο οποίος με κοιτούσε ήδη- και μετά τον Σεντρικ. "Όχι, γιατί?"
"Ξέρω γω? Δες με τα μάτια σου..."
Κοίταξα τον Όλιβερ ο οποίος καθόταν στην άκρη του τραπεζιού του Γκριφιντορ ολομόναχος. Είχε σκυμμένο το κεφάλι κι έπαιζε με το φαγητό του.
"...Έτσι είναι από το πρωί", συμπλήρωσε ο Σεντρικ.
"Θα, θα του μιλήσω αργότερα. Τώρα, πες μου, θα πας κάπου αυτές τις δύο εβδομάδες?"
"Όχι, θα κάτσω εδώ", κατάπιε μια μπουκιά πίτα, "Να μαντέψω εσυ θα προσπαθήσεις να κρατήσεις από όλους μυστικό τ'οτι σου αρέσει ο Ματτεο Ριντλ-"
Κόντεψα να πνίγω με το σάλιο μου.
"Τι?! Όχι βέβαια! Εγώ, με αυτόν? Ποτέ!"
Με κοίταξε με ένα βλέμμα που αποδείκνυε ότι δε με πίστευε.
"Την αλήθεια λέω..." είπα σοβαρή και συνέχισα να τρώω. "...αν δε με πιστεύεις, δικό σου πρόβλημα", σήκωσα τα φρύδια μου ενώ εκείνος κούνησε το κεφάλι του.
"Καλά, θες να πάμε στο Χογκσμιντ αργότερα?"
Σούφρωσα τα χείλη μου... "Δεν είμαι σίγουρη".
"Έβγαλαν νέο χριστουγεννιατικο μιλκσεικ στα Τρία Σκουπόξυλα", ψιθύρισε τραγουδιστά προσπαθώντας να με πείσει.
"Θα το σκεφτώ και θα σου πω. Για την ώρα..." Έκανα μία παύση και κοίταξα τον Ματτέο, ο οποίος είχε γίνει κόκκινος από τα νεύρα και τη ζήλια,
"Θα είμαι μαζί με την Ερμιόνη, θέλουμε να κάνουμε μία επανάληψη για το μάθημα της ΜακΓκοναγκαλ. Άκουσα πως θα βάλει μία απροειδοποιητη εργασία μόλις τελειώσουν οι γιορτές, σε όλες τους μαθητές!"
Ο Σεντρικ γούρλωσε τα μάτια του καθώς κρύος ιδρώτας έσταζε στο κούτελο του.
Σκούπισα τη μύτη μου με μία χαρτοπετσέτα και σηκώθηκα όρθια για να φύγω.
"Σε περίπτωση που αλλάξεις γνώμη θα πάω στις επτά μαζί με τον Τζάκσον και τη Μπέθανι", φώναξε καθώς απομακρυνόμουν.
Σήκωσα τον αντίχειρα μου (thumbs up) κι αφού εξήλθα από την τραπεζαρία έστριψα στον διάδρομο προς την πτέρυγα του ιατρείου.
Ξαφνικά κουτουλάω με κάποιον και τρίβω το κούτελο μου για να φύγει ο πόνος. "Συγγνω-"
"Ποιος στο που!-"
"Ματιλντα", είπα γεμάτη μίσος.
"Ελεονόρα... Χρόνια και ζαμάνια", με κοίταξε με ένα υπεροπτικό βλέμμα. Δεν της έδωσα σημασία, συνέχισα να περπατάω αλλά σταμάτησα όταν άκουσα την συγκεκριμένη πρόταση να βγαίνει απτό στόμα της.
"Ο Γκάμπριελ μου έγραψε... ήθελε να σου πω ότι του λείπεις, και ειδικά εκείνη η νύχτα που περάσατε μαζί, τότε που τον παρακαλούσες..."
Σκύλα...
"Να του πεις ότι βρωμιάριδες σαν κι εκείνον θα έπρεπε να γλύφουν υπονόμους. Αχ, το ξέχασα, ο πρώην σου μου έγραψε, ο Ζαβιερ... αναρωτιέται αν το τεστ εγκυμοσύνης βγήκε θετικό".
Έγινε κόκκινη απτά νεύρα και τη ντροπή. Γύρισε την πλάτη της κι έφυγε.
~BOOM! THIS IS HOW YOU TREAT A BITCH
【...】
Καθώς χαλάρωνα μαζί με τον Χάρι, την Ερμιόνη και τον Ρον μπροστά από το τζάκι του Γκριφιντορ, άκουσα ένα ζευγάρι πόδια να περπατάει και να σταματά ακριβώς πίσω μου.
"Ελ...", ψιθύρισε ο Όλιβερ.
Γύρισα το κεφάλι μου προς τα πάνω για να αντικρίσω τα μάτια του, κόκκινα από το κλάμα.
"Όλιβερ...τι, τί έγινε?" Είπα με ένα τόνο ανησυχίας στη φωνή μου.
"Όχι εδώ", απάντησε κοφτά καθώς επεξεργαζοταν με το βλέμμα του τους μαθητές μέσα στο κοινό δωμάτιο του Γκριφιντορ.
Τα κόκκινα έπιπλα και η ησυχία, μαζί με τους ζωηρούς πίνακες υποτίθεται ότι έπρεπε να σε χαλαρώνουν, και να σου δίνουν μια αίσθηση ζεστασιάς... Ο Όλιβερ όμως φερόταν πολύ αμήχανα.
Σηκώθηκα όρθια και τον ακολούθησα μέχρι το δωμάτιο του, όπου δεν είχε κανέναν-ή που δεν μπορούσε να μας ακούσει κανείς.
"Συμβαίνει κάτι?" Ρωτάω γεμάτη περιέργεια.
"Χθες το βράδυ δεν μπορούσα να κοιμηθώ, και πήγα μία βόλτα με το σκουπόξυλο μου γύρω από το Χογκουαρτς. Κι έτσι όπως πετούσα, κοίταξα κάτω... και είδα εσένα να φιλιεσαι μαζί με τον σιχαμένο και αρρωστημένο γιο του Ξερεις-Ποιου", η φωνή του ήταν σταθερή, απότομη και τα χέρια του σφιγμένα σε γροθιές.
"Μάλλον δεν είδες καλά... δεν θα κάτσω εδώ να ακούω τις ασυναρτησίες σου", άγγιξα το πόμολο της πόρτας για να φύγω, αλλά ο Όλιβερ είχε άλλα σχέδια.
"Μια χαρά ειδα!!!" Φώναξε με δάκρυα στα μάτια, "Σε αγαπώ Ελ!! Είσαι η πιο όμορφη κοπέλα που έχω δει, είσαι ο καλύτερος άνθρωπος που γνώρισα ποτέ, είσαι το άλλο μου μισό!!"
~No, thanks...
"Όλιβερ, όχι... ε-εγώ θέλω να είμαστε μόνο φίλοι, συγγνώμη", του χαμογέλασα, κι ύστερα κοίταξα κάτω. Δεν μου άρεσε να τον πληγωνω, ούτε εκείνον ούτε κανέναν άλλον.
"Εντάξει. Συγγνώμη που σε έφερα σε δύσκολη θέση".
"Δεν, δεν πειράζει. Εμ, πρέπει να φύγω, θα πάω μαζί με τον Σεντρικ και κάτι φίλους του στα Τρία Σκουπόξυλα... θες να έρθεις κι εσύ?", του χαμογέλασα άλλη μία φορά, "Μπορεί να περάσουμε και από το κατάστημα με τον εξοπλισμό του Κουίντιτς", είπα τραγουδιστά την τελευταία πρόταση δίνοντας έμφαση στη λέξη Κουίντιτς.
"Μπα, θα, θα κάτσω εδώ, λέω να ανοίξω κανα βιβλίο... Τα λέμε", έκατσε στο κρεβάτι του με ένα ψεύτικο χαμόγελο.
Άνοιξα την πόρτα και κούνησα το κεφάλι μου καταφατικά, "Εντάξει, τα λέμε..." Έκλεισα την πόρτα πίσω μου και κατέβηκα τις σκάλες.
Ο Ρον, η Ερμιόνη και ο Χάρι με κοιτούσαν περιμένοντας με αγωνία να ακούσουν τι έγινε.
Και φυσικά δεν τους είπα.
"Πάω να ετοιμαστώ, θα βγω μια βόλτα με τον Σεντρικ και κάποιους φίλους του στο Χογκσμιντ... θέλετε να έρθετε?"
"Ε... εγώ πρέπει να συνεχίσω την επανάληψη", είπε η Ερμιόνη.
Κοίταξα τον Χάρι και τον Ρον επίμονα.
"Μη με κοιτάς έτσι εμένα! Πρέπει να ετοιμάσω βαλίτσες, αύριο φεύγω για διακοπές, θα πάμε στην Αίγυπτο", σκούπισε με το χέρι του τα ψυχούλα του κέικ σοκολάτας που είχε γύρω από το στόμα του.
"Α, ναι, καλά να περάσεις ξάδερφε. Εσύ, Χάρι?"
"Εγώ? Α, εγώ, ναι, εμ... πρέπει να λύσω το γρίφο του αυγού", ξεροκατάπιε ρίχνοντας μία ματιά στην Ερμιόνη, η οποία ήταν έτοιμη να του κάνει κήρυγμα -διότι δεν έχει βρει ακόμα το γρίφο- .
"Οκευ λοιπόν... Καλή τύχη Χάρι. Τώρα, πάω..." η αμηχανία είχε κατακλύσει όλο μου το σώμα. Έφυγα σχεδόν τρέχοντας, έχοντας το κεφάλι σκυμμένο και τα μάτια γουρλωμένα.
【...】
Ένιωθα άβολα. Πολύ άβολα.
Η Μπέθανι και ο Τζάκσον, οι φίλοι του Σεντρικ δηλαδή, δεν σταματούσαν να μου κάνουν ερωτήσεις, όπως:
"Έκανες παρέα με την κουκλάρα από το Μπομπατον? Αυτή τη Τζουλιετ εννοω..." είπε ο Τζάκσον. Σχεδόν έβγαζε αφρούς απτό στόμα όταν πρόφερε το όνομα της.
"Όχι, ακριβώς το αντίθ--", η Μπέθανι με διέκοψε.
"Πού είναι το δωμάτιο σου?" Ρώτησε γεμάτη θαυμασμό.
"Είναι μέσα σε έναν πύργο, κοντά στην αίθουσα Μαντει--"
"Πόσο χρονών είσαι?"
"Δεκαπέντε", είπα κοφτά.
Κοίταξα τον Σεντρικ με ένα δολοφονικό βλέμμα, σχηματίζοντας με τα χείλη μου τις λέξεις: Θα σε σκοτώσω, καθώς συνέχισαν να μου κάνουν ερωτήσεις.
Άρπαξα την τσάντα και το κασκόλ μου, "Ωχ, μόλις κατάλαβα ότι πρέπει να πάω στην τουαλέτα. Επιστρέφω σε λίγο", είπα χαρίζοντας τους ένα ψεύτικο χαμόγελο.
Πήγα να παραγγείλω το χριστουγεννιάτικο μιλκσέικ για το οποίο μιλούσε συνέχεια ο Σεντρικ. Σε όλη τη διαδρομή μας προς το Χογκσμιντ δεν έλεγε τίποτε άλλο πέρα από το πόσο τέλεια είναι η τρούφα και την ιδανική μεγάλη ποσότητα ζάχαρης που έχει ώστε να μην πάθεις τερηδόνα αλλά ούτε να κάνεις εμετό.
Πήρα ένα για εμένα κι ένα για τον Σεντ.
Μόλις επέστρεψα στο τραπέζι μας παρατήρησα ότι η Μπέθανι και ο Τζάκσον είχαν φύγει.
"Πού πήγαν?" Ρώτησα τον Σεντρικ αφήνοντας τα μιλκσέικ στο τραπέζι.
"Βαρέθηκαν... Πάνε να πάρουν δώρα για τους γονείς τους".
"Α, εντάξει...", κάθισα και συνεχίσαμε να μιλάμε για τις διακοπές. Τελικά θα πάει κάπου, στο Ντουμπάι μαζι με τον θείο του.
☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆☆
Χελλοου βουτυρομπυρακια μου!!!
Τι κανετε??
Ελπιζω να απολαύσετε το κεφαλιο btw!
Ποιο ήταν το αγαπημένο σας σημείο?
Επίσης συγγνώμη που άργησα να ανεβάσω κεφάλαιο, αλλα δεν είχα καθόλου χρόνο λόγω της αλλαγής της χρονιάς, διάβασμα για τις εξετάσεις, συν ότι ήθελα να το κανω όσο καλύτερο γινόταν ωστε να το απολαύσετε...
Πετύχατε το φλουρί???
Byeee luvs❤
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro