Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφ. 3.9 Η τελευταία κόρη του Οιδίποδα (ΙΙ)

3.9.3 Η ύστατη έκκληση του Αίμονα



https://youtu.be/48giG0UHhSI

Ακόμα δεν είχε καταλαγιάσει η ταραχή που επικρατούσε στην αίθουσα του παλατιού καθώς ο Κρέων κουβέντιαζε με τους άλλους αξιωματούχους της πόλης. Γνώμες υπήρχαν πολλές αλλά κανείς δεν είχε την τόλμη να αντικρούσει τη δύναμη και την εξουσία του.

"Πατέρα!"

Η φωνή του Αίμονα έπεσε μέσα στην αίθουσα σαν βροντή που απλώνεται σε ολάκερη τη γη απ' τον ουρανό. Όλοι γύρισαν προς το μέρος του. Απόλυτη σιωπή έπεσε στη μεγάλη αίθουσα. Ο Αίμων πλησίασε προς τον Κρέοντα. Κοντοστάθηκε λίγα μέτρα απέναντί του.

"Γιε μου τι ζητάς; Γιατί είσαι αναστατωμένος τόσο; Τι συμβαίνει;"

"Εσύ θα μου πεις αν είναι αλήθεια όσα άκουσα στον ερχομό μου εδώ"

"Σαν τι άκουσες δηλαδή γιε μου;"

"Βασιλιά. Ξέρεις το σεβασμό μου για σένα και το σκήπτρο σου. Όμως πες μου, τι συνέβη στην μνηστή μου; Πού είναι η Αντιγόνη;"

"Α! για αυτήν λοιπόν η αντάρα στη σκέψη σου;"

"Φυσικά πατέρα! Αν είναι αλήθεια όσα λέγονται στους δρόμους και στα στενά της πόλης, τότε η αντάρα στο νου μου είναι το λιγότερο, πες μου!"

"Σαν τι λένε δηλαδή οι Θηβαίοι; Πες μας να ακούσουμε και εμείς οι άρχοντες" του είπε με εμφανή την ειρωνεία στα λόγια του.

"Βασιλιά μου, κάθε εξουσία που πατάει πάνω στην επιβολή δεν έχει μέλλον μήτε δρόμο μπροστά της..."

"Τι θες να πεις; Μόλις πριν λίγο τέλειωσε ένας πόλεμος νεαρέ γιε μου. Μόλις πριν λίγο σώθηκε η Θήβα απ' των Αχαιών τις επιβουλές. Τέτοιες ώρες ο νόμος, η τάξη και η εξουσία πρέπει να είναι στιβαρές, απόλυτες, κυρίαρχες για να σταθούμε στα πόδια μας. Της νιότης σου η απειρία αυτό λογικό το βλέπω να μην το ξέρει"

"Καταδίκασες την Αντιγόνη, σε ποιο τόπο οδήγησες την μνηστή μου, θέλω να ξέρω!"

"Αμετανόητη στις πράξεις της, δολερή, θρασύς και προκλητική. Με λίγα λόγια επικίνδυνη, στο είχα πει απ την αρχή. Δεν έχει θέση ανάμεσά μας. Οι πράξεις της μια μονάχα ποινή έχουν"

"Την οποία έβγαλες εσύ;"

"Εγώ είμαι ο βασιλιάς Αίμονα! Εγώ ο νόμος και η αρχή!"

"Ολάκερη η πόλη βοά βασιλιά. Στα στόματα όλων είναι αυτή σου η αντιμετώπιση. Όλοι οι Θηβαίοι αναγνωρίζουν και τιμάνε τη στάση της"

"Ποιος είσαι τώρα εσύ που θα μιλήσεις εξ ονόματός τους; Δεν νομίζεις ότι ψηλά σηκώνεις το μπόι σου;"

"Οι Θηβαίοι σε φοβούνται πατέρα και πολύ φοβάμαι ότι δεν σε σέβονται. Άκου των λόγων τους την αύρα. Προχωράς σαν το ξύλο, αλύγιστο απέναντι σε όλα. Θα σπάσει πατέρα!"

"Ακούτε άρχοντες! Δεύτερο μάθημα σήμερα βλέπω να λαβαίνω. Ήρθαν τα παιδαρέλια να μας διδάξουν για τη ζωή" κάγχασε περιπαιχτικά.

"Το δίκιο δεν έχει χρόνια πατέρα! Δεν έχω σκοπό να σε υπονομεύσω, μήτε να σε αμφισβητήσω. Αλλά αυτό που κάνεις είναι κατάφωρα άδικο, στο λέω πάλι εδώ μπροστά σε όλους!"

"Σε έπεισαν και σένα τα λόγια της ε; Σε συνεπήραν τάχα μου τα συναισθήματά της! Ω Θεοί! Δεν ήξερα ότι είχα στην πόλη τέτοια πλανεύτρα γυναίκα"

"Πάψε να προσβάλεις πατέρα! Τη γνώμη μου απ' την αρχή στην είπα. Αυτό που κάνεις είναι απέναντι σε κάθε αξία και ηθική"

"Φτάνει! Δεν θα ανεχτώ κι άλλη αμφισβήτηση"

"Η Αντιγόνη πατέρα είναι μνηστή μου, δεν είναι τυχαία κοντά μου..."

"Ναι, αυτό τώρα το βλέπω καλά γιατί ήταν κοντά σου. Γιατί τη διάλεξες. Γυναίκας δούλος καταντάς και θέλεις να σταθείς σε θρόνου δίπλα τη δύναμη"

"Μην μ' αναγκάζεις να ξεχάσω πως είσαι πατέρας μου, δεν έχει ίχνος λογικής ο λόγος σου"

"Άκου για να τελειώνουμε. Ξέχνα την από δίπλα σου. Ζωντανή δεν θα την παντρευτείς!"

Ο Αίμονας έβαλε τα χέρια του στο πρόσωπό του.

"Τι πας να κάνεις; Τα χέρια σου στο θάνατο θα βάλεις;"

"Αυτό είναι το τέλος που της αξίζει! Στης σπηλιάς τα έγκατα θα κλειστεί. Και να παρακαλάς να συνετιστεί γρήγορα μήπως και δείξω κάποιο έσχατο οίκτο για αυτή. Αλλιώς θα μείνει εκεί για πάντα. Φυλακισμένη παρέα με τα μαύρα σκοτάδια. Εκεί θα ζει, μακριά απ' το φως του ήλιου. Να γλιτώσει η πόλη απ' το μίασμά της. Σαν τον πατέρα της τυφλό. Και εκεί ας παρακαλέσει τους Θεούς του κάτω κόσμου να την λυπηθούν. Ίσως έτσι να ξεφύγει απ' το θάνατο. Αλλιώς την ίδια στράτα με τον επίορκο αδελφό της θα περπατήσει. Αυτή είναι η διαταγή μου και λέξη δεν ακούω πια καθώς δεν έχω άλλο χρόνο για χάσιμο"

Ο Αίμων είχε γίνει κόκκινος από την ένταση που τον κυρίευε.

"Δεν θα σ΄ αφήσω να το κάνεις αυτό μ' ακούς; Είσαι άρρωστος βαριά στη ψυχή. Μακάρι οι Θεοί να δείξουν οίκτο για τις επιλογές σου βασιλιά, να το παρακαλάς αυτό!"

Έφυγε με την φουρτούνα να κυριεύει κάθε κύτταρο του κορμιού και της ψυχής του. Ο Κρέων του έριξε μια απαξιωτική σκληρή ματιά. Είχε ήδη πάρει τις αποφάσεις του. Ήταν σίγουρος για αυτές όσο ποτέ. Έφυγε από την αίθουσα βάζοντας τέλος σε όλη αυτή τη συνάντηση στο παλάτι. Ένιωθε την ανάγκη να ξεκουραστεί.

3.9.4 Μπροστά στου μάντη τις ορμήνιες

Ο Κρέων γύρισε στα βασιλικά δώματα στο παλάτι. Η γυναίκα του η Ευρυδίκη ήταν αναστατωμένη.

"Σε περίμενα! Ανησυχώ!"

Εκείνος, με την οργή εμφανώς ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του, κοντοστάθηκε.

"Τι άλλο με περιμένει ακόμα σήμερα γυναίκα; Τι συμβαίνει;" της είπε αυστηρά.

"Ο γιος μας Κρέων, ο Αίμονας. Δεν ξέρω τι έμαθε, γύρισε σπίτι φορτωμένος οργή"

"Τι σου είπε δηλαδή;"

"Δεν κατάφερα να του πάρω λόγο. Όμως κάτι έλεγε ανάμεσα στα δόντια για την Αντιγόνη και σένα. Τι έγινε;"

Ο Κρέων ακούμπησε το κουρασμένο του κορμί σε ένα ανάκλιντρο.

"Ο γιος μας! Τυλιγμένος στα φουστάνια μιας γυναίκας. Και τι γυναίκας! Εκείνης που παίρνει το μέρος του επίορκου αδελφού της"

Προσπάθησε κάτι να του πει όμως ένας άνθρωπος της φρουράς τους διέκοψε.

"Ο Τειρεσίας γυρεύει να σε δει τώρα αμέσως βασιλιά μου"

Ο Κρέων ξαφνιάστηκε.

"Τι θέλει πάλι από μένα ο μάντης, πες του να περάσει. Άμποτε να δω πότε θα βρω λίγο ησυχία μετά από τόση ταραχή"

Ύστερα από λίγο ο μάντης Τειρεσίας μπήκε στο δώμα με τη βοήθεια ενός νεαρού αγοριού. Στάθηκε στο μέσο χωρίς να καθίσει. Η εμφάνισή του ήταν εντυπωσιακή σαν μορφή και παρουσία.

"Τι είναι αυτό σεβαστέ μάντη που σε κάνει να με γυρέψεις με τέτοια έγνοια!" ρώτησε πρώτος ο Κρέων.

"Καλώς σε βρίσκω ελπίζω βασιλιά. Κάτι σοβαρό έχω να σου ανακοινώσω"

Ο Κρέων πήρε μια βαθιά ανάσα και με ένα μελαγχολικό ύφος απάντησε:

"Την τελευταία φορά, που γύρεψες να μου μιλήσεις για να μου αναγγείλεις κάτι γέροντα ήταν η απαίτηση να θυσιαστεί ο γιος μου ο Μενοικέας. Τι είναι λοιπόν αυτό το καινούργιο; Δεν πιστεύω πάλι να 'ρχεσαι για κάτι ίδιο", είπε λυπημένα.

Ο γέροντας τυφλός έκανε λίγα μικρά βήματα μέσα στο δώμα προς το μέρος του. Άνοιξε τα τρεμάμενα χέρια του. Ο Κρέων είδε σε εκείνα τα παγωμένα μάτια του πάλι κάτι που τον ανησύχησε βαθιά.

"Βασιλιά, δεν είμαι εγώ εκείνος που ορίζει τις τύχες αλλά οι Θεοί. Εκείνων τις βουλές προσπαθώ να διαβάσω και να μεταφέρω στους ανθρώπους και το ξέρεις. Κάθε λοιπόν χρησμό που κουβαλώ είναι αυτός που αφήνουν εκείνοι να σταλεί στους θνητούς. Μην με κακολογείς λοιπόν για το θάνατο του Μενοικέα. Λυπήθηκα για αυτόν, έκλαψα και το ξέρεις. Του μάντη η θέση είναι δεινή πολλές φορές γιατί ο λόγος του δεν είναι κοντά στων ανθρώπων τις βουλές και επιθυμίες αλλά ενάντιά τους"

"Μη με κακολογείς γέροντα. Ο πόνος του πατέρα είναι αβάσταχτος. Και δεν είχα καν το χρόνο να κλάψω το γιο μου. Σ' ακούω λοιπόν"

"Δεν έχω νέα καλά και τούτη τη φορά βασιλιά..."

Ο Κρέων γέλασε αμήχανα μάλλον ειρωνικά.

"Έχω μάθει τελευταία κακά μαντάτα να με τριγυρίζουν, Τειρεσία αλλά και πολλές επιβουλές να με τυλίγουν... Συνέχισε λοιπόν, τι άλλο κουβαλούν οι Μοίρες στην πραμάτεια τους για την αφεντιά μου"

"Όταν οι κλαγγές των όπλων σταμάτησαν και η νίκη στεφάνωσε τα όπλα μας, όπως όφειλα, των πουλιών τα μηνύματα πήγα να δω στους βωμούς μου. Και των σφαχτών τις φωτιές να διαβάσω. Όμως μάθε πως κάτι παράξενο συμβαίνει. Η συμπεριφορά των πουλιών είναι αλλόκοτη. Το πέταγμά τους τρομαγμένο, οι φωνές τους απόκοσμες και άγριες. Σαν κάτι να τα φοβίζει, σκορπούν στον αέρα, στις φωλιές τους δεν μένουν. Και οι φωτιές στα σφαχτάρια δεν στέκονται. Σβήνουν! Ότι και να κάνω, όσο κι αν προσπαθήσω οι φλόγες δεν εξαγνίσουν τα μεριά απ τα ζώα"

"Και τι ερμηνεία δίνεις σε τούτο γέροντα μάντη;"

"Βλέπω τα πουλιά που πετούν στων άθαφτων σκοτωμένων τα κουφάρια και κρώζουν Κρέοντα"

"Τι είναι αυτό που θέλεις να πεις, γιατί κάπου πάει ο νους μου και δεν μ' αρέσει καθόλου"

"Τα κουφάρια των σκοτωμένων βασιλιά εμποδίζουν τις θυσίες!"

"Φτάνει! Και εσύ λοιπόν;"

"Περίμενε ν' ακούσεις Κρέοντα. Το μένος των άθαφτων νεκρών μάς πνίγει. Και οι θεοί του Κάτω κόσμου βοούν ενάντιά μας!"

"Γιατί τάχα γέροντα; Τιμήσαμε τους νεκρούς μας κατά πώς έπρεπε"

"Όχι όλους βασιλιά. Όσοι κείτονται άθαφτοι έξω στο χώμα, αγριεύουν τη γη μας. Γαλήνη ζητούν και εξαγνισμό. Και τέτοιο δεν έχουν. Αντίθετα τη μολεύουν και την ποτίζουν με την αποστροφή τους"

"Και ούτε θα έχουν Τειρεσία! Γιατί ίσως δεν ξέρεις, αυτή είναι η απόφασή μου"

"Να μείνουν άθαφτοι βορά στα όρνια;"

"Ακριβώς! Για να θυμούνται όλοι, πως των επίορκων το μένος, τιμωρία θα βρίσκει"

"Μαύρες ειδήσεις μού έφεραν Κρέοντα και γυρεύω από σένα αλήθεια αν είναι"

"Φαντάζομαι τι είναι αυτές μάντη..."

"Ζωντανή έστειλες, στου Κάτω κόσμου τα σκοτάδια, την στερνοκόρη του Οιδίποδα! Αληθεύει;"

"Ναι μάντη! Εκείνη το διάλεξε με τις πράξεις της"

Ο γέροντας ταράχτηκε σύγκορμος. Σήκωσε τα χέρια του ψηλά.

"Σταμάτα το τώρα βασιλιά! Σταμάτα το μίασμα! Ταράζεται η γαία απ' τις αποφάσεις σου και γροικάνε άγρια οι Ερινύες με την Εκάτη. Δώσε ταφή στους νεκρούς να φύγει το άγος και λευτέρωσε τη γυναίκα απ' τα δεσμά της. Τώρα! Πριν είναι αργά!"

Ο Κρέων ύψωσε και πάλι τη φωνή του αγριεμένος ξανά.

"Και εσύ λοιπόν με κάποιους άλλους; Παίρνεις το μέρος τους; Στων εχθρών την πλευρά βαστάει ο λόγος σου;"

"Κρέοντα! Έχεις ήδη αργήσει. Στης Θήβας την πόλη η μυρωδιά των νεκρών αρχίζει να βαραίνει. Και το ουρλιαχτό απ' τα αγρίμια στα αυτιά μας απλώνεται. Οι κρωγμοί των όρνιων, τον ουρανό μας σκεπάζει. Και την παρθένα κόρη, μνηστή του γιου σου, οδηγείς ζωντανή νεκρή στα σκοτάδια του Άδη. Συνετίσου πριν είναι αργά. Πριν μεγάλες συμφορές πέσουν πάλι στη γη μας. Πράξε τα ανθρώπινα να φύγει το κακό. Αλλιώς..."

"Αλλιώς τι γέροντα; Ποια απειλή και πάλι θα ξεστομίσεις αυτή τη φορά;" έκανε οργισμένος ο Κρέων. Ο Τειρεσίας άπλωσε το παγωμένο βλέμμα του ίσια εκεί που ακούστηκε η φωνή του. Γύρεψε τα μάτια του.

"Αλλιώς μεγάλο κακό θα σε βρει. Και όλεθρος μαύρος θα πλήξει το σπίτι σου. Αυτό έχω να σου πω και σκέψου το καλά. Οι Θεοί δεν δέχονται πια από μας θυσίες και αφιερώματα. Είναι οργισμένοι. Με τα μυαλά που κουβαλάς φέρνεις στο γένος σου καταστροφή. Άλλαξε γνώμη πριν είναι αργά. Θάψε τους ξένους νεκρούς και λευτέρωσε τη μνηστή του γιου σου. Σε εξορκίζω στο όνομα του Απόλλωνα όσο είναι ώρα. Δεν είναι αντρειοσύνη να σκοτώνεις τους πεθαμένους και να τους προσβάλλεις. Αυτό που ήταν να πάθουν το έπαθαν"

"Σε ποιον απευθύνεις τέτοια λόγια, το θυμάσαι γέροντα ή παραλογίστηκες; Στο βασιλιά μιλάς και όχι σε κανέναν του δρόμου, ποιον διατάζεις;"

"Δεν διατάζω κανέναν, Κρέοντα. Και για μένα, η παρουσία σου είναι ίση πάνω σε τούτη τη γη και στον κόσμο μας, σαν όλων τις ζωές. Δεν διαφέρει πουθενά για να την ξεχωρίσω. Έμαθα και διδάχτηκα, σεβασμό να δείχνω στ' ανώτερα και στα θεία. Σε εκείνα, που ορίζουν οι δυνάμεις της πλάσης κι όχι τα σκήπτρα των ανθρώπων. Το λοιπόν, ότι ήταν να πω στο είπα Κρέοντα. Τρέμει η γης κάτω από τα πόδια σου και μεγάλες συμφορές κρέμονται στου σπιτιού σου την πόρτα. Προτού πάρεις και την πόλη στο λαιμό σου ξέρεις τι πρέπει να κάνεις..."

Γύρισε να φύγει, καλώντας το νεαρό αγόρι να τον σύρει έξω απ' την πόρτα.

Ο Κρέων έμεινε σαν στήλη άλατος στο μέσο του δώματος. Η Ευρυδίκη, που όλη αυτήν την ώρα δεν έβγαλε λέξη, ήρθε κοντά του και τον άδραξε απ' τον ώμο. Ο βασιλιάς προσπαθούσε απ' τη μια να διαχειριστεί την οργή του που ξεχείλιζε από θυμό κι απ' την άλλη να αναλογιστεί τη σημασία των λόγων του Τειρεσία καθώς τον έβλεπε να βγαίνει αργά-αργά, επιβλητική φιγούρα από το δώμα.

"Άντρα μου κάνε κάτι, έστω και την τελευταία στιγμή, πριν είναι αργά για όλους μας"

Για πρώτη φορά εκείνος ένιωθε να μην μπορεί να διαχειριστεί όλη αυτήν την πίεση. Για πρώτη φορά φαινόταν πολύ δύσκολα να ελέγξει την κατάσταση. Όμως οι απόψεις και οι αποφάσεις δεν άλλαζαν στο μυαλό του. Θα πορευόταν μαζί τους ως το τέλος. Είχε εμπιστοσύνη στην κρίση του. 

ΤΕΛΟΣ ΤΡΙΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

(Συνεχίζεται...)

Στην κόψη του ξυραφιού! Ο Κρέων βρίσκεται στην κορυφαία στιγμή του δράματος. Από τη μία η υπεράσπιση της αρχής του, της εξουσίας του. Από την άλλη οι προαιώνιες αξίες, η ζωή, η φύση, η άναρχη ηθική. Και στη μέση οι πρωταγωνιστές, έρμαια στις τελικές αποφάσεις σαν τους ήρωες μιας μαριονέττας. Το επερχόμενο τέταρτο μέρος του μυθιστορήματος καραδοκεί αποκαλυπτικό. Περιμένω σκέψεις, απόψεις, παρατηρήσεις. Με το μεγάλο μου ευχαριστώ για τη συμμετοχή σας.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro