ΦΟΒΑΜΑΙ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12
Στη σιωπή δεν μπορείς να κρύψεις τίποτα… όπως μπορείς στα λόγια.
August Strindberg
Η νύχτα κυλούσε και για τους δύο βασανιστικά. Η Βασιλική απο την μεριά της δεν μπορούσε να ησυχάσει απο τον εφιάλτη. Ξυπνούσε ανα διαστήματα φωνάζοντας. Ο Βίκτωρας την κρατούσε στην αγκαλιά του, την ένιωθε να τρέμει. Ηξερε πως αυτή την φορά δεν ήταν απο τον πυρετό. Κατι την βασάνιζε. Το τριαντάφυλλο του έκλαιγε...
«ηρέμησε μονάκριβη μου ..» έτσι την είχε αποκαλέσει και στο όνειρο της, τι σήμαινε ολο αυτο;
Μονάκριβη μου
«καντο να σταματήσει,σε παρακαλώ με πονάει» την άκουσε να λέει με δυσκολία,το κλάμα της σφαίρα στην καρδιά. Ανασηκώθηκε στους αγκώνες τους κλείνοντας το πρόσωπο της μεσα στις μεγάλες του παλάμες.Στα μάτια του καθρεφτιζοταν ο φόβος...η απόγνωση.Δεν άντεχε να την βλέπει σε αυτή την κατάσταση...
«κλείσε τα μάτια μονάκριβο μου τριαντάφυλλο..» η Βασιλική δεν ειχε κουράγιο για αντιρρήσεις, έκλεισε τα μάτια της ενώ ενας ακόμα λυγμος βγήκε απο τα χείλη της...Ξαφνικά ένιωσε μια πίεση,μια γλυκιά πίεση πάνω στα χείλη της.Ο Βίκτωρας την φιλούσε.Χάιδευε με απαλές κινήσεις το μάγουλο της καθώς τα χείλη του την κατακτούσαν!
Ενά φιλί βάλσαμο για την καρδιά της. Ενα φιλί δίοδο για την συνέχεια.
Ο Βίκτωρας διέκοψε την επαφή τους ενώνοντας τα μέτωπα τους, δεν μίλησε. Κάθισε ξανα πίσω φέρνοντας την κοντά του.Κατάλαβε πως την ξάφνιασε αυτό το φιλί μα ήταν ο μόνος τρόπος για να την ηρεμήσει.
Ο μόνος τρόπος για να την κανει να ξεχάσει! Για ακομα μια φορά την αγκάλιασε σφιχτά ψιθυριζοντας της πως ολα θα πάνε καλά, της ζήτησε να κλείσει τα μάτια καθως εκείνος άφηνε ενα γλυκό φιλί στο πίσω μέρος του κεφαλιού της
Ηθελε να της δώσει ασφάλεια..
Το επόμενο πρωί ξύπνησε πρώτη. Ο ανήσυχος ύπνος δεν την είχε βοηθήσει.Τα χέρια του Βίκτωρα ήταν ακόμα τυλιγμένα σφιχτά γύρω τους. Κουνήθηκε λίγο γυρίζοντας προς το μέρος του.Κοιμόταν ήρεμος,έμοιαζε με μικρό παιδί.Το χέρι της ασυναίσθητα μετακινήθηκε στο μάγουλο του,στα άγρια γένια του,τα χάιδεψε απαλά,ήταν έτοιμη να το απομακρύνει όταν άκουσε την φωνή του και μαζί το χέρι του πάνω στο δικό της «μην μετανιώνεις για αυτα που κανεις τριανταφυλλακι,μην φοβάσαι για αυτα που νιώθεις» ετσι την καλημερισε.Ανοιξε τα μάτια του χαμογελώντας της πλατιά.Εμειναν στο κρεβάτι σιωπηλοί,τα βλέμματα κυριαρχούσαν κανείς δεν μιλαγε!
Λίγες στιγμές αργότερα της είχε ηδη ετοιμάσει ενα πλούσιο πρωινό μιας και έπρεπε να πάρει δυνάμεις.Δεν την ρώτησε αν ήθελε,απαίτησε να το φάει ολο.Επρεπε!Ηταν αδύναμη και με το μην τρώει εξασθενούσε τον οργανισμό της..
«εγω πρέπει να φύγω.Ηρθε η Μελίνα!μην διανοηθείς και παρακουσεις αυτα που σου είπα, θα το μάθω και δεν το θες...» χρειαζόταν να λείψει μερικές ώρες, είχε φροντίσει να φέρει την Μελίνα. Σε καμία περίπτωση δεν θα την άφηνε μόνη..
«συνεχίζεις το στυλάκι του τραμπούκου ετσι;..» τον πείραξε δήθεν θυμωμένη, ενα γελάκι ξέφυγε απο τα χείλη του.Ενα γελάκι που τον έκανε ακόμα πιο γοητευτικό... και ας ήταν τραμπούκος!
«δεν χρειάζεται στυλάκι ντριανταφυλλακι,είμαι τραμπούκος..»
της απάντησε με την σειρά του αφήνοντας ενα φιλί κοντά στα χείλη της.
Ενας γλυκός τραμπούκος!
Μια κίνηση που δεν έμεινε απαρατήρητη απο την Βασιλική.. Ασυναίσθητα έκλεισε τα μάτια της, ο Βίκτωρας έφυγε αφήνοντας την έρμαιο των συναισθημάτων της. Με την άκρη του χεριού της ακούμπησε το σημείο οπου προηγουμένως την είχε φιλήσει νιώθοντας έντονα ακομα την αίσθηση,δεν ειχε ξεχάσει φυσικά και το φιλί της προηγούμενης νύχτας
Ο τραμπούκος της καρδιάς της έφερνε τα πάνω κάτω...
Οι μέρες περνούσαν γρήγορα,η Βασιλική δεν είχε αναρρώσει ακόμα,ο Βίκτωρας είχε αρχίσει να ανησυχεί...
αλλά η Βασιλική τον καθησύχαζε πως ολα ειναι καλα.Ο Παύλος την είχε επισκεφτεί αρκετές φορές καθως το ίδιο και η Μελίνα με τον Ιάσονα. Ολοι έδειχναν αμήχανοι.Οι άντρες συζητούσαν χαμηλόφωνα μα το βλέμμα τους δήλωνε πως κάτι σοβαρό τους απασχολούσε
«Μελίνα εσύ γνωρίζεις γιατί τόσες μέρες μένω εδώ; ο Βίκτωρας οπως και ο αδερφός μου δεν μου λένε τίποτα.Εχώ τρελαθεί!» απάντησε πιάνοντας το κεφάλι της,οσες μέρες ήταν άρρωστη δεν μίλησε καθόλου για αυτό το θέμα αλλά είχε έρθει η στιγμή να μάθει, δεν γινόταν άλλο
Ο Βίκτωρας δεν της μιλούσε ανοιχτά. Δεν ήταν οι λίγες οι φορές που τον άκουγε να μιλά στο τηλέφωνο αλλά κάθε φορα που την έβλεπε το έκλεινε αμέσως.
«κοριτσάκι μου..»η Μελίνα την πλησίασε,καταλάβαινε σε τι κατάσταση βρισκόταν «η κατάσταση είναι σοβαρή!εσύ και η Σοφία βρίσκεστε σε κίνδυνο» ο Ιάσονας της είχε πει να μην μιλήσει αλλά δεν άντεχε....την έβλεπε έτοιμη να τρελαθεί και δεν μπορούσε να την αφήσει
Ηξερε πως θα το μετάνιωνε έπειτα μα ήταν ηδη αργά!
«ο πατριός της Σοφίας δεν έχει σταματήσει να στέλνει μηνύματα.
Ξέρει για την Σοφία!Δεν έχουμε καταλάβει ακόμα πως έμαθε αλλά ξέρει πράγματα οπως και...» σταμάτησε να μιλά, η Βασιλική την κοιτούσε φανερά έκπληκτη.
«τι ξέρει Μελίνα; απάντησε μου,σε παρακαλώ..»
«ξέρει και για εσένα!προφανώς σας έχει δει μαζί. Ο άνθρωπος είναι άρρωστος...» δεν χρειάστηκε να ακούσει παραπάνω, δεν χρειαζόταν πλέον!
Η καρδιά της άρχισε να χτυπά δυνατά. Ενώ το γνώριμο αίσθημα του φόβου επέστρεψε και ρίζωσε μέσα της για τα καλά.Για αυτό ο Βίκτωρας την έφερε να μείνει μαζί του. Τα τηλεφωνήματα.. Οι γρίφοι...Η αλλαγή στην συμπεριφορά του...όλα είχαν μια εξήγηση
Κινδύνευε!
«Βασιλική μου..» τα δάκρυα της άρχισαν να ρέουν στο πρόσωπο της σαν χείμαρρος «ηρέμησε κοριτσάκι μου..ηρέμησε..» έλεγε η Μελίνα καθως την είχε μέσα στην αγκαλιά της, χάιδευε απαλά την πλάτη της θέλοντας να την καθησυχάσει
Μα πως;πως να ήρεμουσε; όταν ένας άρρωστος απειλούσε να της κάνει κακο;
Η Μελίνα την άφησε να ξεκουραστεί. Είχε εξαντληθεί απο το κλάμα. Βγήκε αθόρυβα απο το δωμάτιο,στην διαδρομή συνάντησε τους άντρες
Κοίταξε τον Βίκτωρα στα μάτια και εκείνος κατάλαβε
Η Βασιλική ήξερε!
Τους αφησε και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιο. Ο Ιάσονας αγκάλιασε την Μελίνα σφιχτά «γιατί Ιάσονα; γιατι;πάνω που ηρέμησαμε.Δεν θα αντέξω αν μια απο τις δυο πάθουν κάτι.Δεν θα το αντέξω»αποκρίθηκε μέσα απο τα δάκρυα της αναφερόμενη στην Σοφία και την Βασιλική
«μάτια μου...δεν θα αφήσω κανέναν να τους κάνει κακό»σήκωσε με τον αντίχειρα του το πρόσωπο της «θα τον πιάσουμε τον μπάσταρδο..»και ο ίδιος φοβόταν.
Αυτό το παιχνιδι με τα μυνήματα και τους γρίφους τον τρέλαινε.Πάνω που είχαν ηρεμήσει η επιστροφή του παρελθόντος έφερνε τα πάνω κάτω
Η Σοφία και η Βασιλική εν αγνοία τους είχαν βρεθεί σε κίνδυνο.
Ο Βικτωρας εφτασε έξω απο το δωμάτιο της.Περίμενε λιγα λεπτά και άνοιξε την πόρτα. Το τριαντάφυλλο του βρισκόταν ξαπλωμένο στο κρεβάτι.Είχε κουλουριστει στην γωνία κοιτάζοντας το απόλυτο κενό ενώ συνέχιζε να κλαίει βουβά αυτή την φορά
Την πλησίασε αθόρυβα. Εβγαλε τα παπούτσια του και ξάπλωσε δίπλα της
Δεν εκανε καμία κίνηση να την αγγίξει.Γνώριζε πως αυτή την στιγμή δεν ήταν καλη ιδέα. Μόνο όταν εκείνη γύρισε πίσω για να τον κοιτάξει εκανε και εκείνος το ίδιο
«θελω να βγω μια βόλτα.Σε παρακαλώ.Παρε με απο εδώ μέσα!» του είπε μόνο.Είχε την ανάγκη να βγεί εξω.Ηθελε απεγνωσμένα καθαρό αέρα
Ο Βίκτωρας δεν έφερε καμια αντίρρηση.Το έβλεπε πως το χρειαζόταν.Την βοήθησε να σηκωθεί,
φόρεσε το μπουφάν της και έπλυνε το πρόσωπο της πριν κατέβει στο σαλόνι όπου την περίμενε.Ο Ιάσονας με την Μελίνα ήταν ακομα εκεί.Μόλις είδε τον αδερφό της έπεσε στην αγκαλιά του σφίγγοντας τον....
«θα περάσει αγάπη μου.Θα περάσει!»
Αραγε θα περνούσε; ή το κακό ήταν έτοιμο να ρίξει ξανά τα δίχτυα του για να τους καταστρέψει;
Ο Ιάσονας με την Μελίνα δεν τους ακολούθησαν στην βόλτα τους. Ελειπαν ηδη αρκετές ωρες απο το σπίτι και τα παιδιά θα τους αναζητούσαν. Λίγο πριν φύγουν η Μελίνα την αγκάλιασε λέγοντας της πως δεν θα αφήσει κανέναν να της κάνει κακό. Κανείς απο την παρέα ειδικά ο Βίκτωρας που απο την στιγμή που το έμαθε δεν είχε ηρεμήσει ούτε λεπτό
Μπήκαν στο αυτοκίνητο χωρις συγκεκριμένο προορισμό.Ηθελε απλά να αλλάξει παραστάσεις.Ηταν βαρύ αυτό που είχε μάθει.Κινδύνευε και εκείνη τόσες μερες δεν ήξερε τίποτα. Κατηγορούσε τον Βίκτωρα που την κρατούσε μεσα στο σπίτι ενώ εκείνος έκανε οτι έκανε για να την κρατήσει ασφαλή
«σταμάτα....»είπε ξαφνικά, ο Βίκτωρας την κοίταξε σαστισμένος παρόλα αυτα υπάκουσε και έκανε στην άκρη του δρόμου. Η Βασιλική άνοιξε την πόρτα και έτρεξε παραπέρα καθώς δεν κατάφερε να συγκρατηθεί. Αδειασε ολο το περιεχόμενο του στομαχιού της.Ο Βίκτωρας την ακολούθησε, της κράτησε τα μαλλιά ενώ με το χέρι του χάιδευε την πλάτη της
Της έδωσε να πιεί λίγο νερό που ευτυχώς είχε μεσα στο αυτοκίνητο και την βοήθησε να σηκωθεί. Απομακρύνθηκαν για να την γυρίσει στο αυτοκίνητο,στα μισά εκείνη σταμάτησε «συγγνώμη...» είπε δίχως να τον κοιτάξει,ένιωθε ντροπιασμένη που την είχε δει σε αυτή την κατάσταση
Χαμήλωσε το βλέμμα της θελοντας να αποφύγει το δικό του «συγγνώμη και για αυτό.. Και για την συμπεριφορά μου αυτες τις μέρες.Σε κατηγορούσα, θυμωνα άδικα...Εσύ το μόνο που ήθελες ήταν να με προστατέψεις. Ειμαι ανόητη!...»
«μην παιδεύεις το μυαλό σου με αυτά τριανταφυλλακι.Στο ειχα πει πως θα πέθαινα για σενα.Δεν θα αφήσω αυτο το κάθαρμα να σε πλησιάσει.Πάνω απο το πτώμα μου...θα τον σκοτώσω εγω!»
«Βίκτωρα φοβάμαι!»
«να φοβάσαι για ένα πράγμα.Να μην τον πιάσω στα χέρια μου.Γιατί να είσαι σίγουρη πως δεν θα τον αφήσω»
μιλούσε σοβαρά «κανείς δεν απειλεί το δικό μου τριαντάφυλλο.Κανείς»
τόνισε για να το καταλάβει εκείνη
Οσο ήταν δίπλα στον Βίκτωρα κανεις δεν θα την άγγιζε.Μα δεν αποφασίζουν οι ίδιοι για την εξέλιξη
Τι και αν το κακό έχει βρει ηδη τρόπους για να τους πλησιάσει
Τι και αν ηδη σχεδιάζει την πράξη του τέλους;
Επόμενο μετα 8/2 λόγω εξεταστικής! Μην φύγετε.Διαβάστε και παλι τα προηγούμενα αν θέλετε
Ο Βίκτωρας θα έδινε την ζωη του για το τριαντάφυλλο του. Προμήνυμα; λετε;
Καλο σας Σαββατοκύριακο!
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro