Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Οι Δώδεκα Θεοί Του Ολύμπου Και Μερικοί Ακόμα ...

~ ΝΩΡΙΣ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ΤΗΣ ΙΔΙΑΣ ΜΕΡΑΣ ~ ΒΙΛΑ της ΦΑΙΔΡΑΣ ~ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ ~

Η Φαίδρα και ο Έντι κάθονται στο σαλόνι. Στην πραγματικότητα, αυτή κάθεται γιατί εκείνος βηματίζει και ρουθουνίζει απογοητευμένος και εκνευρισμένος.

«Γιατί μου το κάνεις αυτό, ρε γαμώτο;»

«Έντι, σε παρακαλώ! Πρέπει να καταλάβεις!»

«Να καταλάβω τι ακριβώς, ρε Φαίδρα; Ότι θέλεις να με χωρίσεις επειδή ένα κακομαθημένο κορίτσι ζηλεύει την ομορφιά σου;»

«Είναι η κόρη μου, όχι απλά ένα κορίτσι»

«Η κόρη σου είναι, διάολε! Όχι ο δυνάστης σου!»

«Δεν έχεις παιδιά και γι' αυτό δεν μπορείς να καταλάβεις»

«Ποιος στο είπε αυτό; Ποιος σου είπε ότι δεν έχω παιδιά; Και ο Αντρέας τι είναι; Δεν είναι παιδί μου;»

Η Φαίδρα αναστενάζει και τον κοιτάζει λυπημένη.

«Αχ, βρε Έντι!»

«Ζω μαζί του δύο γαμημένα χρόνια, Φαίδρα. Με φωνάζει μπαμπά και το απολαμβάνω. Το αγαπάω αυτό το αγόρι σαν να είναι γιος μου και τώρα εσύ θέλεις να το πάρεις μακριά μου»

«Μπορείς να συνεχίσεις να τον βλέπεις αν θέλεις»

«Δεν μου αρκεί, διάολε! Το καταλαβαίνεις αυτό; Σ' αγαπάω! Και τους δυο σας! Είστε η οικογένειά μου, ρε Φαίδρα! Έχω ήδη χάσει τον αδερφό μου τόσο άδικα. Οι γονείς μου δεν άντεξαν τον θάνατό του και τον ακολούθησαν αμέσως μετά. Εγώ άντεξα γιατί είχα τους Αγγελικούς Δαίμονες και τον Λύκο. Και τώρα που επιτέλους έχω κάτι καλό στη ζωή μου, εσύ θέλεις να μου το πάρεις γιατί η κόρη σου είναι τρελή!»

«Δεν είναι τρελή. Αυτή έχει απλώς κάποια προβλήματα»

«Όχι, Φαίδρα! Αυτό θέλεις εσύ να πιστεύεις! Της αρέσει να καταστρέφει τις ζωές των ανδρών που σου αρέσουν. Σε μισεί επειδή είσαι όμορφη και ποιος ξέρει; Μπορεί ακόμη και να προσπαθήσει να σκοτώσει εσένα ή τον αδερφό της. Άνοιξε τα μάτια σου, ρε γαμώτο, και δες το πραγματικό πρόβλημα, σε παρακαλώ! Κάνε κάτι πριν να είναι πολύ αργά!»

Αυτός αρπάζει το τζάκετ του και κατευθύνεται προς την πόρτα. Αυτή τρέχει πίσω του.

«Τι κάνεις;»

«Φεύγω. Κάνω αυτό που μου ζήτησες. Θα στείλω κάποιον να πάρει τα πράγματά μου. Πες στον Αντρέα ότι τον αγαπάω και αν θέλει να με δει ... Τέλος πάντων! Αν χρειαστείς κάτι, ξέρεις πού θα με βρεις. Αντίο, μωρό μου»

Αυτή του πιάνει το χέρι.

«Όχι! Περίμενε!»

«Να περιμένω τι; Ν' αλλάξεις γνώμη; Όχι. Δεν ωφελεί»

«Αλλά ...»

«Άστο, μωρό μου! Μην το κάνεις πιο δύσκολο απ' ό,τι είναι ήδη»

«Τι στο διάολο θέλεις να κάνω, ρε γαμώτο;»

Αυτός ανοίγει το στόμα του για ν' απαντήσει, αλλά τότε, η Διώνη εμφανίζεται στην σκάλα και τους κοιτάζει αλαζονικά.

«Άντε, Μαμά! Δεν ξέρεις τι θέλει; Να τον παρακαλέσεις! Αυτό θέλει! Άντε, κάντο! Δώστου αυτό που θέλει. Γονάτισε μπροστά του και ικέτευσε τον να μην φύγει. Ταπεινώσου μπροστά του»

Η Φαίδρα ξεφυσάει.

«Πήγαινε στο δωμάτιό σου, Διώνη. Δεν είναι δική σου δουλειά»

«Δεν είναι δική μου δουλειά; Ποιος στο είπε αυτό, καλή μου Μητέρα; Φυσικά και είναι. Είμαι ενθουσιασμένη που σε βλέπω να ταπεινώνεις έτσι τον περήφανο εαυτό σου. Πεθαίνω να σε βλέπω να σέρνεσαι στα πόδια του. Μου δίνει χαρά να σε βλέπω να υποφέρεις»

Ο Έντι χτυπάει το χέρι του στον τοίχο.

«Τι άνθρωπος είσαι εσύ, ρε γαμώτο; Αυτή η γυναίκα είναι η μητέρα σου και είναι πρόθυμη να θυσιάσει την ευτυχία της για σένα»

«Μη μου το λες! Τα μάτια μου γεμίζουν δάκρυα για εκείνη! Τι τρυφερή μητέρα!»

«Είσαι τρελή!»

Η Φαίδρα μπαίνει στην μέση.

«Έντι, σε παρακαλώ, μην της μιλάς έτσι»

Η Διώνη χαμογελάει.

«Δεν πειράζει, Μαμά. Έχει δίκιο. Είμαι όντως τρελή. Τρελή γι' αυτόν»

Ο Έντι ρουθουνίζει.

«Κόψε τις μαλακίες, εντάξει;»

Αυτή αρχίζει να τον πλησιάζει.

«Όχι, μωρό μου. Δεν είναι μαλακίες. Είναι η αλήθεια. Η μόνη αλήθεια. Σε θέλω. Σ αγάπησα απ' την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκες εδώ εκείνο το βράδυ που αυτή η σκύλα υπέγραψε την καταδίκη του πατέρα μου»

«Ξέρεις κάτι; Δεν θα κάτσω άλλο εδώ ν' ακούω τις μαλακίες σου»

«Αν τολμήσεις ν' ανοίξεις αυτή την πόρτα και να φύγεις, θα σε καταγγείλω»

«Αλήθεια τώρα; Αλήθεια πιστεύεις ότι θα σε φοβηθώ;»

«Πρέπει να με φοβάσαι. Έχω ήδη στείλει έναν άντρα στη φυλακή γιατί αρνήθηκε να δεχτεί την αγάπη μου, και είμαι έτοιμη να στείλω ακόμα έναν. Θέλεις πραγματικά να είσαι ο τρίτος;»

Η Φαίδρα περνάει τα χέρια της μέσα απ' τα μαλλιά της.

«Σταματήστε! Σας παρακαλώ, σταματήστε αυτή την τρέλα!»

Η Διώνη ακουμπάει στον τοίχο και δείχνει τον Έντι.

«Στο χέρι του είναι, Μαμά. Μπορεί να μείνει εδώ και να μας έχει και τις δύο. Εγώ είμαι πρόθυμη να τον μοιραστώ μαζί σου. Εσύ;»

Ο Έντι τρίβει το πρόσωπο του.

«Δεν το πιστεύω αυτό! Τι στο διάολο λες;»

Το επίμονο χτύπημα του κουδουνιού εμποδίζει τη Διώνη να απαντήσει ξανά. Δόξα τω Θεώ, γιατί η Φαίδρα είναι στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Ο Έντι ανοίγει την πόρτα και αφήνει τον Μάκη να εισβάλει στο σπίτι, μαζί με δύο ένστολους αστυνομικούς, και να δείξει την Διώνη με πολύ αυστηρό ύφος.

«Συλλάβετε αυτό το κορίτσι!»

Οι δύο αστυνομικοί πλησιάζουν και περνούν χειροπέδες στη Διώνη, η οποία παλεύει, ουρλιάζοντας.

«Γιατί; Τι έκανα; Με ποιο δικαίωμα με συλλαμβάνετε;»

Ο Μάκης δίνει ένα χαρτί στην Φαίδρα, η οποία το διαβάζει τρέμοντας. Ο Έντι την αγκαλιάζει καθώς διαβάζει το χαρτί πάνω απ' τον ώμο της. Μετά, αυτή κοιτάζει τον Μάκη.

«Εδώ λέει ... Είναι ένα ένταλμα συλλήψεως για ψευδή καταμήνυση, εσκεμμένη εξαπάτηση αστυνομικής αρχής κατ' εξακολούθηση και απάτη επί του δικαστηρίου»

«Σωστά, κυρία μου. Πραγματικά λυπάμαι αλλά η κόρη σας έχει μεγάλο πρόβλημα»

Η Διώνη φωνάζει ακόμα πιο δυνατά.

«Όχι! Όχι! Δεν έκανα τίποτα! Μαμά, σε παρακαλώ! Βοήθα με! Μην τους αφήσεις να με πάρουν! Σε παρακαλώ, Μαμά! Σε παρακαλώ!»

Η Φαίδρα κάνει να την αγκαλιάσει, αλλά ο Μάκης μπαίνει στην μέση.

«Αυτό έπρεπε να το σκεφτείς πριν κάνεις αυτό που έκανες, νεαρή μου. Τώρα πρέπει ν' αντιμετωπίσετε τις συνέπειες. Όσο για τη μητέρα σου, το μόνο που μπορεί να κάνει για σένα τώρα είναι να σου βρει έναν πολύ καλό δικηγόρο. Τίποτα άλλο. Πάρτε την από δω»

Οι αστυνομικοί πηγαίνουν τη Διώνη στο περιπολικό, το οποίο περιμένει με τη μηχανή αναμμένη. Όταν μένουν μόνοι, ο Έντι απευθύνεται στον Μάκη.

«Τι ακριβώς συνέβη, Ταξίαρχε;»

«Βρήκαμε τον άντρα που τη βοήθησε να οργανώσει τον βιασμό και μας είπε τα πάντα. Αυτός ήταν επίσης που έβγαλε τις φωτογραφίες που ενοχοποίησαν τον άλλον καθηγητή»

Η Φαίδρα μιλάει ανάμεσα στους λυγμούς της.

«Τι θα γίνει με την κόρη μου; Πόσο σοβαρές είναι οι κατηγορίες;»

Ο Μάκης ξεφυσάει.

«Οι κατηγορίες αυτές καθ' αυτές είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα και οι ποινές τους είναι ασήμαντες και κυρίως εξαγοράσιμες. Όμως ο εισαγγελέας είναι έξαλλος και θέλει να τη δικάσει ως ενήλικη. Άνοιξε ξανά την υπόθεση του άλλου καθηγητή και προσπαθεί να βρει όσα περισσότερα στοιχεία μπορεί για να πείσει τον ανακριτή να την προφυλακίσει»

«Εγώ τι πρέπει να κάνω;»

«Πρέπει να καλέσεις τον δικηγόρο σου και μετά να έρθεις στη ΓΑΔΑ. Κάντο γρήγορα όμως, γιατί αν καταφέρει ο εισαγγελέας να την χαρακτηρίσουν ενήλικη και την ανακρίνει μόνος του ... Καταλαβαίνεις! Με συγχωρείτε τώρα, αλλά πρέπει να φύγω»

Ο Έντι κουνάει το κεφάλι του.

«Φυσικά, κύριε και ευχαριστούμε!»

«Μείνε μαζί της, Μπάρμαν! Σε χρειάζεται. Μην την αφήνεις μόνη της»

«Αυτό εννοείται»

Ο Μάκης κάνει να φύγει, αλλά γυρίζει πίσω.

«Γαμώτο! Το ξέχασα!»

Ο Έντι τον κοιτάζει.

«Τι συμβαίνει, Ταξίαρχε;»

«Μήπως, όλος τυχαίος, ξέρετε πού μπορεί να κρύβει το κορίτσι τα μυστικά της;»

Η Φαίδρα αναστενάζει.

«Τι ακριβώς ψάχνετε, κύριε;»

«Χωρίς να θέλω να σας ανησυχήσω περισσότερο ... Αποδεικτικά στοιχεία εκβιασμού»

«Ω, Θεέ μου! Τι άλλο θ' ακούσω; Ελάτε μαζί μου»

Οι δύο άνδρες την ακολουθούν στο υπόγειο κι αυτή δείχνει το πάτωμα.

«Έντι μου, μετακίνησε αυτή την σανίδα, σε παρακαλώ. Αυτή με τον λεκέ»

Ο Έντι αφαιρεί την ξύλινη σανίδα απ' το πάτωμα μ' ένα κατσαβίδι και αποκαλύπτει μια μυστική κρυψώνα από κάτω.

«Πώς το ήξερες αυτό;»

«Μου το είπε ο Αντρέας. Την είδε να βάζει κάτι εδώ μέσα ένα βράδυ. Αν όντως υπάρχει κάτι, θα είναι εδώ»

Ο Μάκης ζητάει την άδεια της Φαίδρας για να ψάξει κι εκείνη νεύει καταφατικά. Όταν λοιπόν αυτός βάζει το χέρι του στην τρύπα, βγάζει δύο χάρτινα ντοσιέ, ένα πάκο χαρτονομίσματα των 100 Ευρώ και ένα σακουλάκι με αποξηραμένη μαριχουάνα.

«Λοιπόν ...»

Αυτός πετάει το σακουλάκι στον Έντι.

«Αυτό δεν το είδα ποτέ»

«Εντάξει»

Μετά, αυτός δίνει στην Φαίδρα τα χρήματα.

«Αυτά είναι προφανώς βρώμικα. Δεν με νοιάζει από πού προέρχονται, αν φροντίσεις να πάνε για καλό σκοπό»

«Θα το κάνω»

Στο τέλος, αυτός ρίχνει μια ματιά στα ντοσιέ και κουνάει το κεφάλι του ενθουσιασμένος. Η Φαίδρα τον κοιτάζει.

«Είναι αυτά που ψάχνεις;»

«Κι ακόμα περισσότερα»

Αυτός δίνει το ένα ντοσιέ στον Έντι.

«Αυτό δώστο στο αφεντικό σου και πες του ότι είναι για τον διευθυντή»

«Εντάξει. Με το άλλο τι θα κάνετε;»

«Θα το χρησιμοποιήσω για να βγάλω έναν αθώο απ' τη φυλακή»

Η Φαίδρα αναστενάζει ξανά.

«Είναι αυτό ...;»

«Μάλιστα, κυρία μου. Είναι οι πρωτότυπες φωτογραφίες που χρησιμοποίησε η κόρη σου και ο συνεργός της για να φτιάξουν τις πλαστογραφημένες που έβαλαν τον άλλο καθηγητή στη φυλακή και όχι μόνο»

«Ω, Θεέ μου!»

«Τον δικηγόρο, κυρία μου. Τον δικηγόρο. Και βεβαιωθείτε ότι είναι πραγματικά καλός, γιατί διαφορετικά η κόρη σας θ' ακολουθήσει τα βήματα του πατέρα της και αυτό θα ήταν πολύ κακό»

~ ΛΙΓΟ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~ Στο ΜΥΣΤΙΚΟ ΜΕΡΟΣ ~ ΣΟΥΝΙΟ ~

Τα τρία ζευγάρια είναι αραγμένα μπροστά στην τηλεόραση όταν δέχονται άλλη μια βιντεοκλήση απ' τον Τζάκο. Ο Στέφανος την δέχεται και τον χαιρετάει μέσα απ' την οθόνη.

«Γεια σου, Μπαμπά!»

«Βάλατε ρούχα. Μπράβο!»

«Μπαμπά, εμείς ποτέ δεν ...»

«Ναι. Ναι. Καλά. Τέλος πάντων! Δεν σας πήρα γι' αυτό»

Η Αναΐς μπαίνει στο πλάνο.

«Και τότε γιατί μας πήρες, Μπαμπά μου; Για να τσεκάρεις αν είμαστε ντυμένοι;»

«Όχι, αυθάδικη Πολύτιμη μου. Σας πήρα για να σας πω ότι όλα τελείωσαν. Η αλήθεια αποκαλύφθηκε και το ένταλμα αποσύρθηκε»

Ο Ιάσονας περνάει τα χέρια του μέσα απ' τα μαλλιά του.

«Αλήθεια;»

«Ναι, γιε μου. Είσαι ελεύθερος. Ο εφιάλτης σου τελείωσε»

«Δόξα τω Θεώ!»

Ο ένας μετά τον άλλο αγκαλιάζει και φιλάει τον Ιάσονα, ο οποίος γυρίζει πίσω στον Τζάκο, ο οποίος του χαμογελάει μέσα απ' την οθόνη.

«Δεν ξέρω πώς να σ' ευχαριστήσω. Όλους σας»

«Ξέρω εγώ. Ελάτε εδώ να το γιορτάσουμε όλοι μαζί. Η μαμά Μαίρη μαγειρεύει το αγαπημένο σου φαγητό»

«Μη μου πεις! Γιουβέτσι;»

«Με μοσχαράκι γάλακτος. Η μυρωδιά έχει ήδη γεμίσει όλο το σπίτι»

«Είμαστε ήδη καθ' οδόν. Δεν θα το έχανα με τίποτα!»

«Εντάξει! Σας περιμένουμε! Γεια!»

«Γεια!»

Ο Ιάσονας τερματίζει τη βιντεοκλήση και πετάγεται όρθιος.

«Άντε! Άντε! Κουνηθείτε! Φεύγουμε!»

Ο Μάξιμος τον κοιτάζει παραξενεμένος.

«Προς τι όλος αυτός ο ενθουσιασμός, ρε φίλε; Είναι τόσο καλό το φαγητό;»

«Πλάκα μου κάνεις; Αυτό δεν είναι απλά φαγητό. Είναι λόγος για πολλαπλούς οργασμούς!»

Ο Στέφανος καγχάζει.

«Δεν νομίζεις ότι υπερβάλεις λίγο;»

«Δεν υπερβάλω καθόλου!»

«Τέλος πάντων! Πάμε να φύγουμε από δω!»

Αυτοί μαζεύουν γρήγορα-γρήγορα τα πράγματά τους, κλειδώνουν την καμπίνα και κατευθύνονται προς το αυτοκίνητο. Κάποια στιγμή, ο Μάξιμος κάνει μια ερώτηση.

«Πού θα περάσουμε τη νύχτα; Θα μείνουμε στη φωλιά ή θα πάμε σπίτι;»

Ο Στέφανος απορεί.

«Θα πάμε σπίτι. Γιατί ρωτάς;»

«Για τον Προμηθέα. Μπορώ να τον πάρω μαζί μου, έτσι δεν είναι;»

Η Πανδώρα χαμογελάει.

«Φυσικά, μωρό μου»

Η Άρτεμις σουφρώνει τα χείλη.

«Αν θέλει να έρθει, γιατί απ' ότι έχω ακούσει δείχνει ιδιαίτερη αδυναμία σε κάποιον άλλον και όχι σε σένα πια»

Ο Μάξιμος γρυλίζει.

«Ναι, το αχάριστο πλάσμα! Με πρόδωσε με την πρώτη ευκαιρία»

Η Πανδώρα γελάει.

«Ο μπαμπάς Οδυσσέας δεν είναι απλώς η πρώτη ευκαιρία, μωρό μου. Δεν είναι καν άνθρωπος. Είναι ιδέα. Κανείς δεν μπορεί να του αντισταθεί»

Ο Στέφανος εγκρίνει.

«Συμφωνώ. Ο G-Man είναι το κάτι άλλο!»

Η Άρτεμις βρίσκει ευκαιρία να ρωτήσει αυτό που θέλει να μάθει.

«Από πού βγαίνει αυτό το G-Man;»

«Απ' τη αγγλική λέξη Godfather και την κατάληξη των ονομάτων των υπερηρώων. Superman, Spiderman, Batman, Iron Man. Παιδιάστικο, ε;»

«Όχι. Όχι. Είναι πολύ χαριτωμένο»

Η Αναΐς την κοιτάζει χαμογελώντας.

«Υπάρχει κάτι στον αδερφό μου που δεν το βρίσκεις χαριτωμένο;»

«Δεν είναι αυτό. Εντάξει, είναι, επειδή ο αδερφός σου είναι τέλειος, αλλά δεν το λέω γι' αυτό. Απλώς έχω συνηθίσει σ' αυτού του είδους τα περίεργα παρατσούκλια. Ο μπαμπάς μου με φωνάζει Γλυκιά μου Μπολονέζ, επειδή λατρεύω τα μακαρόνια με κιμά, κι εγώ τον λέω Μίστερ Μιγιάγκι, ενώ η μαμά μου τον λέει Νεπτούνο κι εκείνος την φωνάζει Νεράιδα»

Ο Μάξιμος, ο μόνος που καταλαβαίνει Ισπανικά, εγκρίνει και εξηγεί τι σημαίνει όταν τον ρωτάει η Πανδώρα.

«Είναι το Ισπανικό όνομα του Ποσειδώνα, Mon Bébé»

«Ω! Είναι τόσο χαριτωμένο και απολύτως ταιριαστό»

Αυτός απευθύνεται στην Άρτεμις.

«Ναι, αλλά γιατί εσύ τον λες Μίστερ Μιγιάγκι;»

«Δεν το ξέρεις; Αυτός είναι εκπαιδευτής πολεμικών τεχνών. Ξέρει καράτε, Kick Boxing, Krav Maga και Kung Fu»

Ο Ιάσονας κουνάει το κεφάλι εντυπωσιασμένος.

«Ο μπαμπάς σου πρέπει να είναι απίστευτος τύπος. Πεθαίνω να τον γνωρίσω»

Ο Στέφανος μορφάζει.

«Εγώ, απ' την άλλη, όχι και τόσο!»

Η Άρτεμις γυρίζει απότομα και τον κοιτάζει.

«Γιατί όχι;»

«Για όλους τους προφανείς λόγους, Κοριτσάκι»

«Όχι καλέ! Δεν πρόκειται να σε πονέσει. Τουλάχιστον νομίζω ότι δεν θα το κάνει!»

«Α, τι ωραία!»

Αυτός συνοφρυώνεται και οι άλλοι αρχίζουν να γελούν. Τότε, η Αναΐς αρχίζει μια συζήτηση που πολύ γρήγορα τους παρασύρει όλους.

«Αν ο πατέρας μου είναι ο Δίας και ο δικός σου ο Ποσειδώνας, οι άλλους άντρες ποιοι θεοί είναι;»

Η Πανδώρα απαντάει αμέσως.

«Οι μπαμπάδες μου είναι ο Ερμής και ο Απόλλωνας»

Η Άρτεμις αναστενάζει.

«Ο Άρης είναι σίγουρα ο συνονόματος του, ο Θεός του Πολέμου»

Ο Ιάσονας συνεχίζει.

«Ο Βίκος θα μπορούσε να είναι ο Ήφαιστος. Ξέρετε, Δράκος και φωτιά, Ήφαιστος και φωτιά»

Η Αναΐς τελειώνει με τους άντρες.

«Και ο Ορέστης θα μπορούσε να είναι ο Διόνυσος»

Ο Στέφανος απολαμβάνει την συζήτηση.

«Πάμε στις γυναίκες τώρα. Η μάνα μου είναι η Ήρα, η προστάτιδα του γάμου και της συζυγικής πίστης, η βασίλισσα των θεών και των ανθρώπων, αλλά χωρίς τη θανατηφόρα ζήλια, μιας που ο Δίας της είναι πιστός και όχι ένα ρεμάλι που πηδάει ότι περπατάει»

Αυτοί γελούν καθώς συνεχίζουν με τον Ιάσονα.

«Η Σελήνη είναι σίγουρα η Οτρήρη, η βασίλισσα των Αμαζόνων και σύντροφος του θεού Άρη»

Η Αναΐς σκέφτεται λίγο.

«Η Χλόη θα μπορούσε να είναι η Αθηνά και η Θαλασσινή θα μπορούσε να είναι η Δήμητρα»

Ο Μάξιμος χαμογελάει.

«Και η μητέρα μου θα μπορούσε να είναι η Εστία, η θεά του σπιτιού, της σωστής τάξης και της οικογένειας»

Η Πανδώρα μετράει με το μυαλό της.

«Ποιες μας μένουν; Α! Η Άρτεμις και η Αφροδίτη»

Ο Στέφανος παίρνει μια έκφραση αηδίας.

«Αφήστε την Αφροδίτη έξω απ' αυτό. Αυτό το όνομα δεν ταιριάζει στον Όλυμπο μας»

Η Άρτεμις έχει μια ιδέα.

«Γιατί να μην δώσουμε αυτή τη θεά στη μητέρα μου. Ξέρετε, για να ξορκίσουμε το κακό. Τι λέτε;»

Ο Στέφανος χαμογελάει.

«Είμαι σίγουρος ότι η γυναίκα που σε γέννησε είναι όμορφη και καταπληκτική, οπότε νομίζω ότι είναι μια υπέροχη ιδέα»

Η Πανδώρα αποφασίζει να τον πειράξει λίγο.

«Και τι γίνεται με την Άρτεμις;»

Αυτός χαμογελάει ακόμα πιο πλατιά.

«Δεν νομίζεις ότι την έχουμε εδώ με σάρκα και οστά;»

Όλοι συμφωνούν και μετά η Άρτεμις, για να τους ευχαριστήσει, μοιράζει ρόλους και σ' αυτούς.

«Εσύ, Αναΐς, είσαι η Ήβη, αυτή που ήταν υπεύθυνη για το νέκταρ και την αμβροσία των θεών και παντρεύτηκε τον Ηρακλή, εσένα, Νάκο, που ανέβηκε στον Όλυμπο και έγινε θεός. Όσο για σας τους δύο, Μάξιμε και Δώρα, είστε ο Άδης, ο θεός του κάτω κόσμου και αφέντης του Κέρβερου, και η Περσεφόνη, η αγαπημένη του, για χάρη της οποίας δημιουργήθηκαν οι τέσσερις εποχές»

Ο Στέφανος την κοιτάζει μαγεμένος.

«Κι εγώ, Κοριτσάκι;»

«Εσύ σαφώς είσαι ο Έρως, μωρό μου. Ο φτερωτός θεός της αγάπης, της στοργής και της ομορφιάς»

«Χμμμ ... Νομίζω ότι μπορώ να το δεχτώ αυτό»

Η Αναΐς τον κοιτάζει προβληματισμένη.

«Αδερφέ μου, μήπως έχεις ακούσει ποτέ για τον Νάρκισσο; Ξέρεις, τον ηλίθιο που ερωτεύτηκε τον εαυτό του και πέθανε επειδή αυτή η αγάπη έμεινε ανικανοποίητη;»

«Δεν έχω ιδέα για ποιον μιλάς, αδερφούλα»

«Ναι. Καλά. Τέλος πάντων!»

Η Πανδώρα χτυπάει παλαμάκια.

«Δεν ξέρω για σας, αλλά εγώ μόλις αποφάσισα τι θα ντυθούμε τις Απόκριες. Ολύμπιοι Θεοί»

Η Άρτεμις σιγοντάρει.

«Οι δώδεκα Θεοί του Ολύμπου και μερικοί ακόμα!»

Αυτοί μπαίνουν στο αυτοκίνητο γελώντας και μισή ώρα αργότερα, περνούν την πύλη του κτήματος και κατευθύνονται στο πάρκινγκ, όπου εκτός από τα οχήματα της οικογένειας, υπάρχει ακόμα μία μηχανή, και συγκεκριμένα μία μαύρη Honda CL500 με λευκό ντεπόζιτο.

O Στέφανος απορεί.

«Έχουμε καλεσμένους; Παράξενο»

Η Άρτεμις εστιάζει το βλέμμα της στην μοτοσυκλέτα.

«Αυτή η μηχανή μου φαίνεται γνώριμη. Κάπου την έχω δει και μάλιστα πρόσφατα»

Η Πανδώρα είναι η μόνη που την αναγνωρίζει.

«Είναι του Έκτορα. Έχει εμμονή μ' αυτό το πράγμα»

Ο Μάξιμος συνοφρυώνεται.

«Αυτός είναι ακόμα εδώ; Γιατί;»

Ο Ιάσονας σπεύδει να τον καθησυχάσει.

«Μην εκνευρίζεσαι, ρε φίλε. Προφανώς έμεινε να δει εμένα»

«Δεν εκνευρίζομαι. Απλά αναρωτιέμαι. Κάτι δεν πάει καλά εδώ»

Η Άρτεμις όμως δεν συμφωνεί.

«Τι περιμένουμε τότε; Πάμε να μάθουμε, αν και το ένστικτό μου λέει ότι αυτό που συμβαίνει εκεί μέσα είναι πολύ καλό»

Ο Στέφανος παρκάρει το αυτοκίνητο και οι έξι τους μπαίνουν στο σπίτι. Όταν εμφανίζονται στο σαλόνι, η Εύα και ο Νικόλας τρέχουν και ρίχνονται στην αγκαλιά του Ιάσονα και του Στέφανου, αντίστοιχα, ενώ ο Μάξιμος δέχεται ένα σαρωτικό χτύπημα από έναν ιπτάμενο ανεμοστρόβιλο που ονομάζεται Προμηθέας, ο οποίος πετάει ακριβώς πάνω του και χώνεται μέσα στο μπλουζάκι του.

«Ήρεμα, φιλαράκο!»

«Prométhée se sentit seul»

«Έλα τώρα! Γιατί ένοιωθες μόνος; Είχες τον Οδυσσέα»

«Ulysse est bon. Maxime est mieux»

Ο Οδυσσέας αναστατώνεται ακούγοντας το όνομα του.

«Τι είπε για μένα;»

Ο Στέφαν του απαντάει.

«Βασικά, G-Man, είπε ότι εσύ είσαι καλός, αλλά ο Μάξιμος είναι καλύτερος»

Ο Οδυσσέας κάθεται στον καναπέ και κοιτάζει τον παπαγάλο μουτρωμένος.

«Έτσι, ε; Πολύ καλά, πουλάκι. Θα το θυμάμαι αυτό την επόμενη φορά που θα μου ζητήσεις αγγούρι»

Γελάνε όλοι, εκτός απ' την Εύα που, ακόμα θαμμένη στην αγκαλιά του Ιάσονα, εκπνέει ανακουφισμένη.

«Αχ, Νακούλη μου! Δεν έχεις ιδέα πόσο φοβήθηκα για σένα»

«Το ξέρω, Καραμελίτσα μου, αλλά δεν χρειάζεται να φοβάσαι πια, γιατί όπως αποδεικνύεται, έχω ανθρώπους που νοιάζονται για μένα και δεν αφήνουν κανέναν να με πληγώσει»

«Αυτό να λέγεται, αλλά πρέπει να μάθεις τι έγινε με τον διευθυντή. Σταγόνες, πείτε του!»

Τα δίδυμα αρχίζουν να μιλούν εναλλάξ γεμάτα ενθουσιασμό.

«Πω, ρε φίλε! Έπρεπε να τον δεις!»

«Μας μάζεψε όλους στο αμφιθέατρο και έβγαλε μια ολόκληρη διαφημιστική ομιλία για σένα»

«Αυτός εκθείασε όλα σου τα προσόντα και φυσικά διέψευσε όλες τις φήμες που διέδωσε αυτή η σκύλα»

«Η οποία, παρεμπιπτόντως, έχει ήδη αποβληθεί απ' το σχολείο και τώρα το διοικητικό συμβούλιο σκέφτεται να προτείνει αποβολή απ' όλα τα λύκεια της χώρας, δημόσια και ιδιωτικά»

Ο Ιάσονας κουνάει το κεφάλι του με άρνηση.

«Όχι. Όχι. Αυτό θα ήταν πολύ σκληρό»

Η Εύα ρουθουνίζει.

«Σταμάτα να είσαι τόσο καλός! Της αξίζει ό,τι και να πάθει! Είναι κακιά!»

«Είναι άρρωστη, Καραμελίτσα, όχι κακιά. Το μυαλό της είναι άρρωστο. Χρειάζεται θεραπεία, όχι τιμωρία»

Ο Τζάκος τον πλησιάζει και βάζει το χέρι του στον ώμο του.

«Μπορεί να έχεις δίκιο, γιε μου, αλλά θα ήταν καλύτερα ν' αφήσεις τους επαγγελματίες ν' αποφασίσουν. Μην προσπαθήσεις να την υπερασπιστείς. Μην πεις καν τη γνώμη σου. Απλά μείνε έξω απ' αυτό»

«Ό,τι πεις, Μπαμπά»

Εκείνη τη στιγμή, ο Έκτορας και η Ζαφειρία πλησιάζουν τον Μάξιμο και την Πανδώρα.

«Δώρα, chérie, θέλεις να συστήσεις τον Υπαστυνόμο στον γιο μου ή να το κάνω εγώ;»

Η Πανδώρα την κοιτάζει έκπληκτη.

«Ναι ... Λοιπόν! Μάξιμε, μωρό μου, αυτός είναι ο Υπαστυνόμος Έκτορας Αλεβίζος. Σου έχω μιλήσει ήδη γι' αυτόν. Έκτορα, αυτός είναι ο σύντροφος μου Μάξιμος Μομφεράτος. Σου έχω ήδη μιλήσει γι' αυτόν»

Οι δύο άντρες δίνουν τα χέρια.

«Χαίρομαι πολύ που σε γνωρίζω επιτέλους, Μάξιμε. Δεν σε πειράζει ο ενικός, έτσι;»

«Όχι, Υπαστυνόμε, κι εγώ τον προτιμώ, και χαίρομαι επίσης που σε γνωρίζω»

«Να με λες Έκτορα. Δεν θέλω να μπει ο βαθμός μου ανάμεσά μας»

«Εεεε ... Εντάξει. Ναι. Κανένα πρόβλημα, Έκτορα»

Η Ζαφειρία χτυπάει τα χέρια της με ενθουσιασμό και απευθύνεται στον Μάξιμο.

«Τέλεια! Και τώρα που γνωριστήκατε, μπορώ να σου μιλήσω ιδιαιτέρως, mon petit;»

Την ίδια στιγμή, ο Έκτορας απευθύνεται στην Πανδώρα.

«Κι εγώ θα ήθελα να μιλήσω ιδιαιτέρως μαζί σου, Δωρίτσα»

Το ζευγάρι κοιτάζονται μεταξύ τους απορημένοι.

«Τι συμβαίνει εδώ;»

«Δεν έχω ιδέα. Ας μιλήσουμε μαζί τους και βλέπουμε»

«Εντάξει, αλλά μείνε κοντά»

«Κι εσύ»

Μητέρα και γιος πηγαίνουν στο μικρό σαλόνι ενώ οι πρώην εραστές βγαίνουν στη βεράντα. Αμέσως μετά, ο Οδυσσέας σηκώνεται απ' τον καναπέ.

«Λοιπόν, ποιος είναι έτοιμος για ένα μικρό στοίχημα; Ποιος απ' τους δύο θ' αρχίσει να ουρλιάζει πρώτος; Ο Παριζιάνος ή το Αστέρι μου;»

Ο Αλέκος κουνάει το κεφάλι του.

«Μπα! Κανένας απ' τους δύο»

Ο Τζάκος συμφωνεί.

«Κι εγώ αυτό νομίζω. Και οι δύο θα το πάρουν πολύ χαλαρά»

Η Μαίρη παίζει με μία τούφα απ' τα μαλλιά της.

«Ας το ελπίσουμε, Πρίγκιπα μου»

Ο Στέφανος κοιτάζει τριγύρω.

«Περιμένετε λίγο! Τι στο διάολο συμβαίνει εδώ; Υπάρχει κάτι που δεν ξέρουμε;»

Η Άρτεμις χαχανίζει δίπλα του.

«Είσαι τυφλός, Στέφο μου; Δεν είδες την ένταση ανάμεσα στον Υπαστυνόμο μας και την Ζαφειρία; Αυτοί οι δύο θέλουν να είναι μαζί κι αυτή τη στιγμή το ανακοινώνουν στους δύο ανθρώπους που αγαπούν περισσότερο»

Η Αναΐς ξαπλώνει στο ανάκλιντρο.

«Ο Έκτορας και η Ζαφειρία, ε; Δεν θα το σκεφτόμουν ποτέ, αλλά τώρα που το βλέπω, μ' αρέσει πολύ»

Η Σελήνη παίρνει το μπολ με τα πατατάκια απ' το τραπεζάκι κι αρχίζει να ταΐζει τον Άρη δίπλα της.

«Ας ελπίσουμε ότι ο Μάξιμος και η Πανδώρα έχουν την ίδια γνώμη μ' εμάς τους υπόλοιπους»

Ο Ιάσονας σπρώχνει ελαφρά την Εύα και σηκώνεται όρθιος.

«Μέχρι να το μάθουμε αυτό, θα ήθελα να πω κάτι»

Γυρίζουν όλοι και τον κοιτάζουν.

«Βασικά, θέλω να σας ευχαριστήσω»

Ο Τζάκος του χαμογελάει.

«Δεν χρειάζεται, γιε μου»

«Κι όμως, Μπαμπά, χρειάζεται. Εγώ το χρειάζομαι και γι' αυτό, σε παρακαλώ, να μ' αφήσεις να το κάνω»

«Όπως θέλεις»

Ο Ιάσονας παίρνει μια βαθιά ανάσα.

«Όπως είπα, θέλω να σας ευχαριστήσω όλους για ό,τι κάνατε, και ειδικά αυτούς που κουράστηκαν για μένα. Περισσότερο απ' όλους όμως, οφείλω σε κάποιον ένα ιδιαίτερο ευχαριστώ»

Αυτός πλησιάζει τον Ερμή, ο οποίος μόλις τον βλέπει κατεβάζει το κεφάλι και κοκκινίζει. Αυτός χαμογελάει και ανοίγει το στόμα του για να μιλήσει, αλλά τότε, η Μαργαρίτα σηκώνεται επάνω κι αρχίζει να φωνάζει.

«Για όνομα του Θεού πια, ρε Ερμή! Σταμάτα να κοκκινίζεις κάθε φορά που κάποιος σου λέει ότι είσαι ξεχωριστός. Αποδέξου το γεγονός ότι είσαι ο καλύτερος απ' όλους και σταμάτα να είσαι τόσο σεμνός!»

Ο Ερμής σηκώνει το κεφάλι και την κοιτάζει.

«Σε παρακαλώ, βρε Ριτάκι»

«Τι; Σε πειράζει να στα λέω εγώ; Όταν το κάνει η Αλίκη είναι καλύτερα;»

Ακούγοντας την κόρη του να αναφέρει ξανά την κόντρα της με την Αλίκη, την δεκατετράχρονη κόρη του Διονύση και της Κατερίνας, για τα μάτια του Ερμή, ο Ορέστης εκνευρίζεται.

«Άκου να σου πω, νεαρή μου! Πρόσεχε λίγο το μεγάλο σου στόμα γιατί αλλιώς ...»

«Αλλιώς τι, Μπαμπά;»

Πατέρας και κόρη αγριοκοιτάζονται.

«Θα σε στείλω στο μοναστήρι και θα επιστρέψεις μετά τα δέκατα όγδοα γενέθλιά σου!»

«Αυτό πάλιωσε, Μπαμπά. Δεν με τρομάζει αυτή η απειλή. Εφόσον ο θείος Τζάκος δεν έστειλε τα κορίτσια εκεί, κανείς δεν θα μπορέσει να το κάνει»

Ο Τζάκος καγχάζει.

«Μη με προκαλείς, Ρίτα, γιατί ποτέ δεν είναι αργά για το μοναστήρι»

Η Αναΐς και η Εύα μιλούν ταυτόχρονα.

«Πολύ αστείο, Μπαμπάκα!»

Αυτός τις κοιτάζει αυστηρά.

«Ποιος σας είπε ότι ήταν αστείο, κορίτσια; Είμαι απολύτως σοβαρός»

Ο Ιάσονας αναστενάζει δυνατά.

«Πάλι αλλάζετε θέμα. Γιατί το κάνετε συνέχεια αυτό;»

Η Σελήνη χτυπάει το χέρι της στο τραπεζάκι.

«Ο Νακούλης έχει δίκιο. Σταματήστε τις ανοησίες περί μοναχισμού και αφήστε τον να προσκυνήσει τον φοβερό μου γιο»

Ο Ερμής την κοιτάζει έκπληκτος.

«Βρε Μαμά! Έλεος! Κι εσύ;»

«Γιατί όχι, Κουτάβι μου;»

Το αγόρι γυρίζει στον Ιάσονα.

«Νάκο, μην την ακούς. Δεν χρειάζεται να μ' ευχαριστήσεις. Εγώ απλώς έκανα το καθήκον μου για την αγέλη. Αυτό είναι όλο»

Αυτός χαμογελάει.

«Εντάξει, Κουτάβι. Δεν θέλω να σε φέρω σε δύσκολη θέση, αλλά τουλάχιστον πες μου τι δώρο θέλεις να σου πάρω»

«Όχι. Όχι. Τίποτα. Ο θείος Τζάκος μου παρήγγειλε ένα καινούργιο ποδήλατο και ο μπαμπάς μου πήρε ένα Drone. Είναι ήδη πάρα πολλά. Δεν θέλω τίποτα άλλο»

«Έλα βρε! Κάτι πρέπει να υπάρχει»

«Εντάξει. Κάτι υπάρχει»

«Πες μου»

«Όπως ξέρεις, στην Λίμνη Των Χρωμάτων, στην οποία θα πάμε αυτό το Σαββατοκύριακο, υπάρχει μια πλωτή εξέδρα. Θέλω να μου μάθεις αυτή την γαμάτη βουτιά που κάνεις. Ξέρεις, αυτή με τις τρεις ανάποδες στροφές. Μπορείς να το κάνεις αυτό;»

«Μόνο αυτό;»

«Μου φτάνει. Ο χρόνος που θα περάσουμε μαζί είναι πιο πολύτιμος απ' οποιοδήποτε άλλο δώρο»

«Αχ, ρε Ερμή! Έλα εδώ, γαμώτο σου!»

Αυτός ανοίγει τα χέρια του και ο μικρός τρυπώνει στην αγκαλιά του, ενώ λίγο πιο πέρα, ο Άρης και η Σελήνη προσπαθούν να στεγνώσουν τα δάκρυά τους όσο πιο διακριτικά γίνεται.

~ ΕΝΤΩΜΕΤΑΞΥ ~ ΕΞΩ ΣΤΗ ΒΕΡΑΝΤΑ ~

Η Πανδώρα πηγαίνει και κάθεται στην ξύλινη κούνια ενώ ο Έκτορας ακουμπάει στο κιγκλίδωμα.

«Λοιπόν, Υπαστυνόμε; Τι θέλεις να μου πεις;»

«Ότι έχεις γίνει ακόμα πιο όμορφη απ' την τελευταία φορά που σε είδα»

«Η αγάπη φταίει. Όταν βρίσκεις το άλλο σου μισό, ανανεώνεσαι γενικά»

«Μάλιστα! Άρα, αυτός ο τύπος, ο Μάξιμος, είναι το άλλο σου μισό;»

«Ναι, είναι. Τον ερωτεύτηκα με την πρώτη ματιά. Ήταν όπως στις ταινίες»

Αυτός της χαμογελάει.

«Μόνο έτσι μπορούσε να ερωτευτεί μια γυναίκα σαν εσένα. Τυχερός ο τύπος!»

«Εγώ είμαι η τυχερή, Έκτορα. Ο Μάξιμος είναι ένας σπουδαίος άντρας και αυτό που έκανε για μένα ... Τέλος πάντων! Γι' αυτό ήθελες να μου μιλήσεις; Για το πόσο σοβαρή είναι η σχέση μου;»

«Όχι, Ομορφιά μου. Όχι μόνο δηλαδή. Θέλω να σου πω και κάτι άλλο»

«Άντε, πες τότε. Δεν υπάρχει λόγος να διστάζεις. Ξέρεις ότι μπορείς να μου πεις οτιδήποτε»

Αυτός περπατάει και κάθεται δίπλα της στην κούνια. Αυτή γυρίζει και τον κοιτάζει κι εκείνος παίρνει τα χέρια της στα δικά του.

«Μ' αγαπάς, Δώρα; Σαν φίλο, εννοώ»

«Φυσικά και σ' αγαπάω, βρε. Είσαι πολύ σημαντικός για μένα»

«Τότε δεν θα έχεις πρόβλημα αν ... Αν εγώ ...»

«Αν εσύ τι, Έκτορα; Πες το ντε!»

«Αν τα μπλέξω με τη Ζαφειρία»

«Ε; Τι ακριβώς εννοείς, Έκτορα; Γουστάρεις την πεθερά μου;»

«Περισσότερο από πάρα πολύ, θα έλεγα»

«Παναγία μου!»

Αυτή σηκώνεται όρθια και προχωράει προς το κάγκελο. Γέρνει πάνω του και το βλέμμα της χάνεται στον σκοτεινό ορίζοντα, ενώ αμέσως μετά, σηκώνεται κι εκείνος και την πλησιάζει από πίσω.

«Τι συμβαίνει, Δώρα; Γιατί αντιδράς έτσι;»

«Απλώς ... Δώσε μου ένα λεπτό!»

Αυτός κάνει ένα βήμα πίσω, σηκώνει το κεφάλι και περνάει τα χέρια του μέσα απ' τα κοντά μαλλιά του. Αυτός δεν περίμενε ποτέ μια τέτοια αρνητική αντίδραση απ' αυτήν. Αυτός, όπως όλοι, περίμενε ότι θα ενθουσιαζόταν με την προοπτική να γίνει ζευγάρι με τη Ζαφειρία και ... Είχε απόλυτο δίκιο! Ξαφνικά, αυτή τρέχει, πηδάει πάνω του και τον αγκαλιάζει με μια κραυγή ενθουσιασμού.

«Ρε κάθαρμα! Είμαι τόσο χαρούμενη για σένα! Βρήκες επιτέλους αυτό που έψαχνες! Ναι! Ναι! Ναι!»

Αυτός την αγκαλιάζει και ξεσπάει σε γέλια.

«Άντε, μωρή τρελή! Με κατατρόμαξες, το ξέρεις; Νόμιζα ότι ...»

«Τι, κύριε Ευέλικτε; Νόμιζες ότι δεν θα ενέκρινα αυτή τη σχέση; Δεν με ξέρεις, ρε ηλίθιε; Τρελαίνομαι με τέτοια πράγματα»

«Φυσικά και σε ξέρω, και ήμουν σίγουρος ότι δεν θα με απογοήτευες ποτέ»

«Έλα! Έλα! Πες μου τα πάντα!»

Αυτή τον τραβάει πίσω στην κούνια.

«Βασικά, δεν υπάρχει τίποτα να σου πω. Εκτός από μια μικρή κουβέντα, δεν έχει γίνει τίποτα ακόμα. Αυτή ήθελε πρώτα να πάρει την έγκριση του Μάξιμου, αλλά και τη δική σου»

«Εντάξει με του Μάξιμου. Το καταλαβαίνω. Αλλά τη δική μου γιατί;»

Αυτός σηκώνει τους ώμους.

«Δεν ξέρω τι να σου πω. Προφανώς, γνωρίζοντας ότι υπήρξε κάτι μεταξύ μας, φοβόταν μήπως αντιδρούσες άσχημα και δημιουργούνταν πρόβλημα ανάμεσα σε σένα και τον Μάξιμο»

«Γλυκιά μου Ζαφειρία!»

«Πες μου κάτι. Πιστεύεις ότι ο Μάξιμος θα συμφωνήσει;»

«Εκατό τις εκατό! Είναι ο πρώτος που της λέει να βρει κάποιον»

«Ναι, αλλά τι γίνεται αν έχει πρόβλημα μαζί μου;»

«Γιατί να έχει μαζί σου, καλέ;»

«Επειδή είμαι πρώην σου»

«Μην ανησυχείς γι' αυτό. Ο Μάξιμος δεν έχει τέτοια κολλήματα. Αλλά σε περίπτωση που παρουσιαστεί κάποιο πρόβλημα, θα σας βοηθήσω εγώ. Θα του μιλήσω και θα καταλάβει»

«Ευχαριστώ, Ομορφιά μου»

«Όχι. Δεν χρειάζεται να μ' ευχαριστείς. Θέλω εσύ και η Ζαφειρία να είστε ευτυχισμένοι, και αν αυτό σημαίνει να είστε μαζί, τότε θα είμαι η πρώτη που θα το υποστηρίξει. Πες μου κάτι άλλο τώρα. Θα της κάνεις το κόλπο σου, έτσι δεν είναι;»

«Για όνομα του Θεού, μωρή! Δεν πρόκειται να σου μιλήσω για την ερωτική μου ζωή»

«Γιατί όχι; Ήμουν μέρος αυτής της ζωής για λίγο, και αν θυμάσαι, ήσουν ο πρώτος μου»

«Δώρα, σταμάτα!»

«Εντάξει! Καλά! Μην φωνάζεις, κύριε Πουριτανέ!»

«Δεν είμαι πουριτανός και το ξέρεις»

«Τότε γιατί δεν μου λες;»

«Γιατί δεν μου λες εσύ πρώτα τι ακριβώς κάνεις με τον Μάξιμο σου;»

«Ευχαρίστως! Κάνω τα πάντα μαζί του και μάλιστα, σήμερα κάναμε και σεξ μπροστά στους άλλους»

«Αλήθεια;»

«Ω, ναι! Και ήταν καταπληκτικό! Μου άρεσε πολύ που κάποιος μας παρακολουθούσε»

«Θεέ μου! Είσαι τσούλα!»

«Δεν θυμάμαι να είχες πρόβλημα μ' αυτό»

«Έχεις δίκιο. Δεν είχα. Το αντίθετο, θα έλεγα. Μου άρεσε πολύ αυτή η πλευρά σου»

«Βλέπεις;»

Αυτοί κοιτάζονται για λίγο και μετά αγκαλιάζονται και ξεσπούν σε γέλια.

«Είσαι φοβερή, Δώρα, και ο Μάξιμος είναι τυχερός που σ' έχει»

«Το ίδιο ισχύει και για σένα και την πεθερά μου»

«Ευχαριστώ, και όσο για την ερώτησή σου, σίγουρα θα της κάνω το κόλπο μου»

Αυτοί γελάνε ακόμα πιο δυνατά.

~ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ~ ΣΤΟ ΜΙΚΡΟ ΣΑΛΟΝΙ ~

Μητέρα και γιος μπαίνουν στο δωμάτιο. Η Ζαφειρία πηγαίνει και κάθεται στον καναπέ και χτυπάει την ποδιά της με το χέρι της.

«Viens ici, Mon Petit»

Ο Μάξιμος κάθεται δίπλα της και ακουμπάει το κεφάλι του στους μηρούς της, κι αυτή αρχίζει να του χαϊδεύει τα μαλλιά.

«Θυμάσαι που το κάναμε αυτό; Μπορούσες να κάθεσαι έτσι για ώρες»

«Φυσικά και θυμάμαι, Μαμά»

«Ήσουν τόσο μικρούλης και σου άρεσε τόσο πολύ να σου χαϊδεύω τα μαλλιά ... Τα μαλλιά σου είναι ακριβώς όπως του πατέρα σου, το ξέρεις; Του άρεσε κι εκείνου όταν του χάιδευα τα μαλλιά. Του μοιάζεις τόσο πολύ!»

Αυτός σηκώνει το κεφάλι και την κοιτάζει κατάπληκτος.

«Τι σ' έπιασε τώρα, ρε Μάνα; Γιατί μου τα λες όλα αυτά;»

«Γιατί θέλω να ξέρεις ότι αγαπούσα τον πατέρα σου πάρα πολύ. Τον αγαπώ ακόμα και θα τον αγαπάω μέχρι να πεθάνω»

«Το ξέρω, Μαμά. Τον αγάπησες και τον τίμησες όπως έπρεπε, και εξακολουθείς να το κάνεις»

«Ήρθε στον ύπνο μου χθες βράδυ»

«Αλήθεια; Αυτό είναι καλό, έτσι δεν είναι;»

«Ναι, είναι»

«Τι σου είπε;»

«Μου έδωσε τη συγκατάθεσή του»

Η απορία γίνεται πιο ξεκάθαρη στο πρόσωπο του.

«Την συγκατάθεσή του για ποιο πράγμα;»

«Για κάτι που θέλω να κάνω»

«Τι είναι αυτό τώρα, ρε Μάνα; Γρίφος; Parle clairement, s'il te plaît!»

Αυτή παίρνει μια βαθιά ανάσα και κάνει αυτό που της ζήτησε ο γιος της.

«Μ' αρέσει πολύ ένας άντρας. Κι αυτός ο άντρας είναι ο Έκτορας. Όπως σου είπα, μ' αρέσει πολύ και σκέφτομαι σοβαρά να κάνω σχέση μαζί του. Γι' αυτό, προσευχήθηκα και ζήτησα απ' τον πατέρα σου την έγκρισή του κι εκείνος με άκουσε και ήρθε στο όνειρό μου και μου είπε ότι δεν έχει πρόβλημα γιατί δεν θέλει να μείνω μόνη μου τώρα που εσύ θα κάνεις τη δική σου οικογένεια»

Αυτή τα είπε όλα με μια ανάσα χωρίς να του δώσει την ευκαιρία να τη διακόψει. Όταν τελειώνει, αυτή κοιτάζει τον γιο της, που την κοιτάζει πίσω με γουρλωμένα μάτια.

«Ξέρεις, όταν σου ζήτησα να μιλήσεις καθαρά, δεν εννοούσα τόσο καθαρά. Γαμώτο!»

Αυτός σηκώνεται απ' τον καναπέ και πηγαίνει στο παράθυρο. Βγάζει το πακέτο απ' την τσέπη του, βάζει ένα τσιγάρο στα χείλη του, το ανάβει και φυσάει τον καπνό προς τα πάνω. Μετά, στηρίζει το χέρι του στον τοίχο και συνεχίζει να καπνίζει σιωπηλός. Αυτή σηκώνεται και πηγαίνει προς το μέρος του. Στέκεται δίπλα του και βάζει το χέρι της στον ώμο του.

«Δεν έχεις τίποτα να πεις;»

Αυτός γυρίζει το κεφάλι και την κοιτάζει.

«Γιατί μου το έκανες αυτό;»

«Τι ... Τι εννοείς;»

«Γιατί διάλεξες αυτόν απ' όλους τους άντρες;»

«Μάξιμε, μωρό μου ... Δεν το έκανα επίτηδες. Απλά συνέβη»

«Απλά συνέβη; Τι μαλακίες μου λες, ρε Μάνα; Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει απλά»

«Μάξιμε, εγώ ... Εγώ ...»

«Ξέρεις τι; Όχι! Όχι! Δεν μπορώ να το δεχτώ αυτό. Όχι! Σου απαγορεύω να κάνεις οτιδήποτε μαζί του! Με καταλαβαίνεις; Αν μπλέξεις μαζί του, εγώ θα φύγω και δεν θα με ξαναδείς. Ποτέ ξανά!»

«Μάξιμε, σε παρακαλώ!»

«Όχι, Μαμά. Η απόφαση μου είναι οριστική. Πρέπει να διαλέξεις. Εγώ ή αυτός;»

«Δεν υπάρχει δίλημμα εδώ για μένα, Μάξιμε. Διαλέγω εσένα. Πάντα εσένα θα διαλέγω, αλλά ειλικρινά δεν περίμενα να ... Τέλος πάντων! Σε παρακαλώ, ξέχασε αυτό που σου είπα. 'Έχει ήδη τελειώσει πριν καν αρχίσει, και θα του το πω αμέσως τώρα. Συγγνώμη που σ' ενόχλησα!»

Αυτή του δίνει ένα φιλί στο μάγουλο, γυρίζει και κατευθύνεται προς την πόρτα ενώ πασχίζει να συγκρατήσει τα δάκρυά της. Δεν περίμενε ποτέ κάτι τέτοιο. Αυτή φοβόταν ότι θ' αντιδρούσε άσχημα, αλλά όχι σ' αυτόν τον βαθμό. Αλλά δεν πειράζει. Είναι γιος της και μια καλή μάνα βάζει το παιδί της πάνω απ' όλους κι από όλα. Ακόμα κι απ' τον ίδιο της τον εαυτό. Αλλά πονάει. Πονάει πολύ! Αυτή σέρνει τα πόδια της μέχρι την πόρτα και σηκώνει το χέρι της, αλλά όταν είναι έτοιμη να την ανοίξει, η φωνή του γιου της την σταματάει.

«Έλα πίσω, τρελή γυναίκα!»

Αυτή γυρίζει και τον βλέπει να την κοιτάζει με τα χέρια στους γοφούς και ένα μεγάλο χαμόγελο στα χείλη. Συνειδητοποιώντας ότι όλα ήταν μια φάρσα απ' την πλευρά του, τον πλησιάζει και τον χαστουκίζει δυνατά στο πρόσωπο. Αυτός βάζει το χέρι του στο μάγουλό του και την κοιτάζει απορώντας.

«Τι στο διάολο, ρε Μάνα; Γιατί το έκανες αυτό;»

Αυτή τον κοιτάζει βγάζοντας καπνούς.

«Πώς τολμάς να με τρομάζεις έτσι, ρε κακομαθημένο παλιόπαιδο; Πώς τολμάς να κάνεις κάτι τέτοιο στην ίδια σου την μάνα;»

«Με εξέπληξες και έπρεπε ν' αντεπιτεθώ»

Άλλο ένα χαστούκι προσγειώνεται στο μάγουλο του.

«Έλα, ρε Μάνα, σταμάτα! Δεν είναι αστείο!»

«Με βλέπεις να γελάω;»

«Εντάξει. Όχι. Δεν γελάς. Είσαι θυμωμένη»

«Και δεν έχεις δει τίποτα ακόμα!»

Αυτή σηκώνει ξανά το χέρι της, αλλά αυτή τη φορά, αυτός κάνει μερικά βήματα πίσω.

«Εντάξει! Φτάνει! Συγγνώμη! Λυπάμαι πραγματικά, αλλά μεταξύ μας, πώς μπόρεσες έστω να σκεφτείς ότι θα σου έκανα ποτέ κάτι τέτοιο; Δεν με ξέρεις καθόλου, ρε Μαμά;»

«Ήσουν πολύ πειστικός»

«Ευχαριστώ για το κομπλιμέντο»

«Δεν το είπα για κομπλιμέντο»

«Είσαι πολύ θυμωμένη μαζί μου;»

«Ένα θα σου πω! Είσαι τυχερός που δεν υπάρχουν μήλα ή πορτοκάλια εδώ»

«Εντάξει. Το πήρα το μήνυμα»

«Μπράβο σου!»

Αυτός σβήνει το τσιγάρο και κάθεται ξανά στον καναπέ.

«Σ' αρέσει πραγματικά αυτός ο τύπος;»

Αυτή κάθεται δίπλα του.

«Περισσότερο από πάρα πολύ, θα έλεγα»

«Τότε προχώρα. Έχεις την πλήρη υποστήριξή μου. Θέλω να είσαι ευτυχισμένη, και αν αυτός είναι ο άντρας που μπορεί να σου το δώσει, συμφωνώ απολύτως»

Αυτή σηκώνει το χέρι της κι αυτός προσπαθεί να το αποφύγει ξανά, κάνοντας τη να γελάσει.

«Μη φοβάσαι, mon petit. Όχι άλλα χαστούκια στο πρόσωπο»

Εκείνος χαμογελάει κι εκείνη του χαϊδεύει με αγάπη το μάγουλο.

«Merci beaucoup, mon fils»

Αυτός της δίνει μια αγκαλιά.

«Je t'aime, Maman»

«Je t'aime aussi, mon petit»

~ ΠΙΣΩ ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΛΟΝΙ ~

Οι τέσσερις τους επιστρέφουν ταυτόχρονα στο δωμάτιο. Η Πανδώρα, φανερά συγκινημένη, τρέχει στον Μάξιμο, αλλά πριν προλάβει να του πει κάτι, παρατηρεί την κοκκινίλα στο μάγουλό του.

«Τι έγινε, μωρό μου; Τι έπαθε το μάγουλό σου;»

«Εγώ και η Ζαφειρία είχαμε μια στενή επαφή ... Ξέρεις! ... Μεταξύ μητέρας και γιου»

Αυτή πιέζει τα χείλη της για να μην γελάσει.

«Σε χαστούκισε;»

«Δύο φορές»

«Γιατί;»

«Γιατί έκανα το λάθος να της κάνω μία μικρή πλακίτσα»

Αυτή δεν μπορεί να συγκρατηθεί άλλο και ξεσπάει σε γέλια. Αυτός μορφάζει.

«Μη γελάς, εντάξει; Δεν είναι αστείο. Είναι αδίστακτη»

«Είναι φοβερή, αλλά, αν κρίνω απ' το χαμόγελο της, υποθέτω ότι της έδωσες την έγκρισή σου, ε;»

«Πώς θα μπορούσα να της αρνηθώ, αλλά ... Δεν θα σου πω ψέματα. Κατά βάθος, δεν μ' αρέσει η προοπτική να δω άλλον άντρα δίπλα της, αλλά ο πατέρας μου έχει φύγει πριν πολύ καιρό ... Θέλω να είναι ευτυχισμένη και αν έτσι μπορεί να γίνει, τότε το δέχομαι»

«Μπράβο, μωρό μου. Αυτό είναι το σωστό»

«Πες μου κάτι. Δεν τον ξέρω αυτόν τον τύπο, αλλά εμπιστεύομαι τυφλά την κρίση σου. Είναι αρκετά καλός για να είναι με τη μητέρα μου; Αξίζει τον κόπο;»

«Ναι, είναι. Δεν χρειάζεται ν' ανησυχείς για τίποτα. Δεν μπορώ να σου πω ακριβώς πώς θα πάνε τα πράγματα μεταξύ τους, αλλά το σίγουρο είναι ότι δεν θα την πληγώσει ποτέ»

«Αφού το λες εσύ»

Στο μεταξύ, η Ζαφειρία πλησιάζει τον Έκτορα, χαμογελώντας. Εκείνος της το ανταποδίδει.

«Κρίνοντας απ' το χαμόγελό σου, έχεις καλά νέα, έτσι δεν είναι;»

«Τι κάνεις αύριο βράδυ, Υπαστυνόμε;»

«Προφανώς, έχω ραντεβού με μια πολύ όμορφη γυναίκα»

«Ω! Τι τυχερός που είσαι!»

«Να είσαι έτοιμη στις εννιά»

«Θα είμαι πέντε λεπτά νωρίτερα»

Αυτός της πιάνει το χέρι, μπλέκει τα δάχτυλά του με τα δικά της και αγγίζει τη βέρα της, που αυτή εξακολουθεί να φοράει στο τέταρτο δάχτυλό της. Αυτή δαγκώνει τα χείλη της.

«Σ' ενοχλεί αυτό; Θα μπορούσα να ...»

«Όχι, δεν χρειάζεται. Δεν σου ζητάω να τον σβήσεις απ' τη μνήμη σου. Δεν προσπαθώ να τον αντικαταστήσω. Ήταν ο άντρας σου. Ο πατέρας του γιου σου. Κράτα τον. Πρέπει να τον κρατήσεις»

«Σ' ευχαριστώ»

Εκείνη τη στιγμή, η Μαίρη σηκώνεται και χτυπάει τα χέρια της.

«Τι θα λέγατε να καθίσουμε τώρα στο τραπέζι; Το φαγητό είναι έτοιμο!»

Ο Ιάσονας βογκάει με ευχαρίστηση.

«Ω, Θεέ μου, ναι!»

Αυτή τον αγκαλιάζει και ανακατώνει τα μαλλιά του.

«Μ' αρέσει πολύ το πόσο εθισμένος είσαι στη μαγειρική μου, αγοράκι μου γλυκό!»

«Κι εγώ σ' αγαπάω, Μαμά Μαίρη, ειδικά όταν μαγειρεύεις μόνο για μένα»

Η Αναΐς πηγαίνει και αγκαλιάζει τον Τζάκο.

«Μπαμπά μου, μήπως όλος τυχαίος, έχεις κονέ και με κάποιο ανδρικό μοναστήρι;»

«Όχι, Πολύτιμη, αλλά μπορώ να το ψάξω»

«Κάντο, σε παρακαλώ! Θα μου κάνεις μεγάλη χάρη!»

«Φυσικά, μωρό μου»

Αμέσως μετά, σηκώνονται όλοι και παίρνουν το δρόμο για την τραπεζαρία, αλλά ξαφνικά, ο Μιχάλης, ο υπεύθυνος ασφάλειας, μπαίνει απ' την ανοιχτή μπαλκονόπορτα.

«Συγγνώμη που σας ενοχλώ, κύριε Ηλιόπουλε, αλλά έχει έρθει ένας κύριος Θανάσης Αγγελόπουλος στην πύλη και ζητά επίμονα να δει τον κύριο Οδυσσέα και την κυρία Αγνή»

Τα δύο αδέρφια κοιτάζονται έκπληκτοι.

«Ο Θανάσης; Εδώ;»

«Τι στο καλό μπορεί να θέλει;»

Ο Οδυσσέας γυρίζει στον Μιχάλη.

«Τι ακριβώς σου είπε, Μιχάλη;»

«Ότι είναι μεγάλη ανάγκη να σας δει. Αφορά τη μητέρα σας»

Η Αγνή κοιτάζει τον φύλακα με ένα ανεξιχνίαστο ύφος στο πρόσωπο της.

«Τι έγινε μ' αυτήν; Είναι νεκρή;»

«Δεν ξέρω, κυρία»

Ο Οδυσσέας πηγαίνει και κάθεται δίπλα της.

«Τι θα κάνουμε, Αγνή;»

«Ό,τι πεις εσύ»

«Δεν είσαι περίεργη να μάθεις τι θέλει;»

«Είμαι, αλλά μόνο αν είσαι κι εσύ»

«Επειδή κι εγώ είμαι ... Φέρτον μέσα, Μιχάλη, αλλά ψαξ' τον πρώτα. Είναι ο σπόρος του διαβόλου. Ποτέ δεν ξέρεις για τι είναι ικανός»

«Μάλιστα, κύριε»

Ο Μιχάλης φεύγει για να εκτελέσει την εντολή και οι άλλοι μαζεύονται γύρω απ' τον Οδυσσέα και την Αγνή. Ο Άρης απευθύνεται σ' αυτόν.

«Τι θέλεις να κάνουμε, Οδυσσέα; Θέλεις να φύγουμε;»

«Όχι. Θέλω να μείνετε, αλλά τα παιδιά ... Ίσως είναι καλύτερα να πάνε δίπλα. Δεν θέλω να έρθουν σ' επαφή μαζί του»

Ο Σάκης σηκώνεται όρθιος.

«Εγώ θέλω να μείνω»

Η Αγνή κουνάει το κεφάλι της με άρνηση.

«Σάκη, όχι! Καλύτερα να μείνεις μακριά του»

«Όχι, ρε Μάνα! Δεν είμαι πια παιδί. Σταμάτα να με προστατεύεις!»

Ο Οδυσσέας κοιτάζει τον ανιψιό του.

«Έχει δίκιο. Αφήστε τον να μείνει»

Ο Ηρακλής πλησιάζει τον γιο του.

«Εντάξει, αγόρι μου. Μπορείς να μείνεις, αλλά δεν θα μιλήσεις. Εσύ κι εγώ θα μείνουμε έξω απ' αυτό. Σύμφωνοι;»

«Σύμφωνοι»

Ο Άρης σηκώνεται κι αυτός.

«Πολύ καλά! Εύα, πάρε τα παιδιά και πήγαινε δίπλα»

Το κορίτσι σηκώνεται απρόθυμα.

«Θα το κάνω, αλλά τουλάχιστον πέστε μου ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος»

Ο Οδυσσέας της χαμογελάει.

«Ο αδερφός μας, Καραμελίτσα μου. Ο μεγάλος μας αδερφός»

«Α! Εντάξει. Πάμε, παιδιά»

Ο Ερμής, ο Νικόλας, η Μαργαρίτα και η Έλενα την ακολουθούν στο τούνελ και ο Άρης δίνει κάποιες τελευταίες εντολές.

«Εντάξει, αγέλη. Πάρτε όλοι τις θέσεις σας. Εσύ, Έκτορα, έλα μπροστά και βάλε το σήμα σου σε κοινή θέα. Καλό είναι αυτό το κάθαρμα να καταλάβει ότι η αστυνομία είναι εδώ, μαζί μας»

Ο Έκτορας κρεμάει το σήμα του στη ζώνη του και παίρνει θέση δίπλα στον Οδυσσέα καθώς οι άλλοι σκορπίζονται. Λίγα λεπτά αργότερα, ο Μιχάλης επιστρέφει μαζί με τον Θανάση ...


Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro