Κεφάλαιο Έβδομο - Βουτιά στην Παράνοια
Αφιερωμένο με απέραντη αγάπη σε όλους τους αναγνώστες δίχως να παραλείψω να ευχαριστήσω ιδιαιτέρως τις αγαπημένες @Rose_17
DianaRay1 ElliPam91 Dionysia1980 _Sumela_01 dimfil SunWithoutRain
user42602192 DeniaChrisopoulou nessundorma3 Feggari70 σας ευχαριστώ ολόψυχα για την στήριξη σας !!❤
Ο ήχος απο το κουδούνι σήμανε επιτέλους το σχόλασμα για όλους μας στο Πανεπιστήμιο έπειτα απο μια άκρως κουραστική και ψυχοφθόρα ήμερα γεμάτη νέες γνώσεις και συνάμα γνωριμίες.
Ο χτύπος του όμως στα δικά μου αυτιά φάνταζε καρδιοχτύπι δυνατό καθότι σηματοδοτούσε μια καινούργια πρωτόγνωρη έναρξη για την ζωή μου την γνωριμία μου με τον μυστηριώδη Ορέστη.
Σήκωσα απο το θρανίο τα νέα βαριά βιβλία που μας τροφοδότησαν οι καθηγητές μας αποχαιρετώντας χαμογελαστή την Τίνα και την Σοφία τις κοπέλες που κάθονταν στα διπλανά έδρανα και που ήδη είχαμε αρχίσει να μιλάμε πιο φιλικά.
《Θα σας δώ άυριο κορίτσια μου θα επικοινωνήσουμε και μέσω facebook για τις εργασίες που μας ανέθεσε ο μαθηματικός εως τότε τα λέμε..》φώναξα χαρωπά καθώς τις αποχαιρετούσα διασχίζοντας με ένα δυνατό καρδιοχτύπι τον γεμάτο φοιτητές διάδρομο.
Κοιτούσα ολόγυρα πρόσωπα χαμογελαστά και ξέγνοιαστα αναζητώντας η ματιά μου να αναπαυθεί στο ένα και μοναδικό πρόσωπο που μου κέντριζε το ενδιαφέρον.
Περνώντας απο τις γυναικείες τουαλέτες οπου διάφορες κοπέλες φρέσκαραν το μακιγιάζ τους κουτσομπολεύοντας παράλληλα για τα αγόρια που τις φλέρταραν εισέβαλα παρορμητικά με σκοπό να ελέγξω κι εγώ την εμφάνιση μου.
Τα μαλλιά μου ευτυχώς παρέμεναν καλοχτενισμένα αν και ελαφρώς φριζαρισμένα λόγω της απίστευτης υγρασίας που μάστιζε το κτίριο στάζοντας σχεδον απο τους τοίχους.
Έβγαλα έπειτα απο την τσάντα μου λίγο ρούζ βάφοντας ελαφρά με το λευκό πινέλο μου τα άχρωμα μάγουλα μου παρατηρώντας τις αδιάκριτες ματιές ολόγυρα καρφωμένες στο πρόσωπο μου με ζήλεια.
《Ει..ψίτ εσύ καινούργια απο τα μέρη μας ;》με ρώτησε μια μελαχρινή ψηλή καλλονή που στεκόταν έναν καθρέπτη πιο πέρα απο εμένα ανανεώνοντας το πορφυρό κραγιόν της προκλητικά.
Χαμογέλασα φιλικά προς το μέρος τους παρά την επιθετική διάθεση που πλανιόταν στην ατμόσφαιρα ανάμεσα μας όσο και στον τόνο της φωνής της.
《Σωστά μάντεψες είμαι νέα στο Πανεπιστήμιο κέρδισα μια υποτροφία σε συνεργασία με το κολλέγιο οπου φοιτούσα στην Αμερική..》
《Αμερική και.. κολλέγιο μονάχα ένα πράγμα υποδεικνύουν περίτρανα πως σίγουρα δεν κατάγεσαι απο χαμηλό κοινωνικό στρώμα . Κακομαθημένη λεφτού φάινεται τι λέτε κορίτσια μου ;》σχολίασε κάπως νευρικά λες και την ενοχλούσε αφάνταστα που είχα μεγαλώσει με περισσότερη οικονομική άνεση απο την ίδια .
《Χα.. κακομαθημένο σίγουρα φαίνεται με την πρώτη ματιά αλλα συνάμα άβγαλτη αφού με απίστευτη ευκολία πιάστηκε στα δίχτυα αυτού του αρπακτικού του Ορέστη ..》σημείωσε ειρωνικά η κοντούλα φίλη της κοκκινομάλλα με τα φουντωτά μαλλιά λίγα μέτρα πιο πίσω περιγελώντας με κατάμουτρα .
《Ο ..Ορ..Ορέστης είπες ;》κατόρθωσα να αρθρώσω ξαφνιασμένη ακουμπώντας παράλληλα το στήθος μου πασχίζοντας να χαλιναγωγήσω τους παλμούς μου που σαν ατίθασα άτια κάλπαζαν για άλλα μέρη φιλόξενα.
Διάφορα ερωτήματα χόρευαν στο μυαλό μου όπως για παράδειγμα πως γνώριζαν αυτές οι άγνωστες για το μυστικό όπως ραντεβού μου με εκείνον ;
Μήπως είχε αρχίσει να το διαλαλεί παντού φουσκωμένος απο υπερηφάνεια θεωρώντας πως κατόρθωσε να ξελογιάσει μια μαζεμένη μα συνάμα πλούσια κοπέλα σαν εμένα ;
"Γιατι βασανίζεσαι άδικα κορίτσι μου όταν μπορείς απλά να ρωτήσεις τις κοπέλες ενώπιον σου για τυχόν απορίες σου..!"μου επισήμανε η εσωτερική φωνούλα που ηχούσε δυνατά στο θολωμένο μυαλό μου.
Στράφηκα προς το αγριωπό πρόσωπο της κοκκινομάλλας αναμένοντας απαντήσεις που μονάχα απο την ίδια θα αλίευα για να γνωρίζω με τι είδους άνθρωπο ετοιμαζόμουν να πιώ καφέ αντικριστά.
《Λοιπόν μίλα κορίτσι μου αναφέρθηκες στον Ορέστη προ ολίγου αποκαλώντας τον αρπακτικό ; Περιμένω να μου αιτιολογήσεις τον χαρακτηρισμό σου ..》 απαίτησα νευριασμένη πρωτίστως απο την αδιακρισία τους μα περισσότερο με τον ίδιο τον Ορέστη που δεν άργησε να διαδώσει τα νέα για την επικείμενη έξοδο μας.
《Χα..άκου φυτούκλα δεν έχω να σου εξηγήσω τίποτα απολύτως οκ ; Απλά σε λυπάμαι διότι σαν μπείς στο στόχαστρό του θα γίνεις σύντομα ο περίγελος ολόκληρου του Πανεπιστημίου..!》 Συνέχισε να με κοροϊδεύει ακάθεκτη προκαλώντας νευρικό γέλιο και στις υπόλοιπες παρευρισκόμενες .
Η μελαχρινή φίλη της έχοντας τελειώσει με το φρεσκάρισμα του αψεγάδιαστου μακιγιάζ της με πλησίασε με βλέμμα μοχθηρό .
《Έχει δίκιο η φίλη απ εδώ δυστυχώς για εσένα μωρό μου.. ο Ορέστης αρέσκεται σε κάτι πλούσιες ξενέρωτες σαν εσένα εως ότου βάλει στο χέρι τα χρήματα του μπαμπάκα ..! Κι ο δικός σου απο οτι ακούγεται διαθέτει άφθονα ..άρα θα καλοπεράσει ο εξυπνάκιας..!》ψιθύρισε χαιρέκακα στο αυτί μου αποχωρόντας υπερήφανη που με είχε ταπεινώσει δίχως καν να με γνωρίζει.
Δεν μπορούσα να ανεχτώ άλλο την ξιπασμένη συμπεριφορά τους απέναντι μου μιλώντας λες και με γνώριζαν απο χθές.
Δίχως να ελέγχω την παρορμητική συμπεριφορά μου για άλλη μια φορά έτρεξα ξοπίσω της στον διάδρομο αρπάζοντας το μπράτσο της με θράσος.
《Τι νομίζεις οτι κάνεις ηλίθιο κακομαθημένο..; Άσε κάτω το χέρι μου
προτού σου σπάσω ένα προς ένα τα αστραφτερά δοντάκια σου ..!》φώναξε νευριασμένη καλώντας με ένα νέυμα τις πιστές της ακόλουθους πλάσματα άβουλα που θεωρούσαν πως η ύπαρξη τους αποκτούσε νόημα κοντά σε ένα τοξικό άτομο σαν εκείνη με επιρροή.
《Οχι δεν θα σε αφήσω ! Εσύ μου επιτέθηκες με το καλημέρα χωρίς καν να με γνωρίζεις ! Μα καλά ποιά νομίζεις πως είσαι επιτέλους για να σχολιάζεις με ευκολία τις ζωές των άλλων ..! Δεν σου έδωσα κανένα δικαίωμα να με ταπεινώσεις κατ αυτόν τον απαίσιο τρόπο !》
《Χα.. ανόητο μυξιάρικο δεν έχεις ιδέα που έχεις μπλέξει εγώ μονάχα να σε προειδοποιήσω θέλησα ! Και τώρα τράβα στην μανούλα σου την εξαφανισμένη να βυζάξεις..》φώναξε καταμεσής του διαδρόμου προκαλώντας γέλιο σε όλους τους φοιτητές που απολάμβαναν τον καυγά μας.
《Μυξιάρικο..καλά της τα είπες !》 Αναφωνούσε ρυθμικά το πλήθος ολόγυρα δοκιμάζοντας την υπομονή μου οπου ήδη είχε ξεπεράσει και με το παραπάνω τα όρια της.
《Την μητέρα μου σου απαγορεύω να την πιάνεις στο βρώμικο στόμα σου !!》γρύλισα εξαγριωμένη με τον θυμό να συναντά τον πόνο της εγκατάλειψης προκαλώντας μια εκκωφαντική έκρηξη στο μυαλό μου.
Ευθύς όρμησα καταπάνω της σαν πεινασμένη υάινα που ποθούσε να ξεσκίσει τις σάρκες του θηράματος της γρατζουνώντας με φόρα το βαμμένο αυθάδικο προσωπείο της.
Με πέταξε στο έδαφος γελώντας θριαμβευτικά προς τους υπόλοιπους προετοιμαζόντας τις γροθιές της για το τελειωτικό χτύπημα.
《Αφού λοιπόν επιτέθηκες στην βασίλισσα του Πανεπιστημίου ετοιμάσου να σε στείλει στο νοσοκομείο !》μουρμούρισε απειλητικά πίσω απο το ξεθωριασμένο κραγιόν που μόλις της είχα αφαιρέσει πασαλίβοντας ολόκληρο το πρόσωπο της εως το πιγούνι.
《Έλα κάντο λοιπόν δεν με φοβίζουν οι κούφιες απειλές σου κλόουν διότι σαν παλιάτσος φαντάζει το ηλίθιο μουτράκι σου τώρα..》αντέστρεψα επιτέλους τους ρόλους περνώντας στην επίθεση κατακτώντας αυτομάτως το χαμένο έδαφος αφού πλέον οι παρευρισκόμενοι είχαν αρχίσει να την περιγελούν εξίσου.
Είχε αφρίσει απο το κακό της παρατηρώντας πως την έδειχναν με το δάκτυλο περιπαιχτικά σχολιάζοντας εις βάρος της ακόμη και οι υποτιθέμενες φίλες της σιγοψιθυρίζοντας.
《Θα σε σκοτώσω !!》ούρλιαξε έπειτα απο μερικά δευτερόλεπτα αμήχανης σιωπής ακονίζοντας τα μακριά κατακόκκινα γαμψά της νύχια καθώς γονάτιζε προς το μέρος μου με σκοπό να με χτυπήσει.
Μες την παραζάλη μου διέκρινα ολοκάθαρα δύο στιβαρά χέρια να φρενάρουν το σώμα της προτού φθάσει το δικό μου κι έπειτα την μορφή του Ορέστη να ξεπροβάλει σαν τον προσωπικό μου σούπερ ήρωα την τελευταία στιγμή .
《Μαριάννα μην τολμήσεις να απλώσεις τα χέρια σου στην Άρτεμις θα έχεις να κάνεις μαζί μου..!》φώναξε κραδαίνοντας το σώμα της ανάμεσα στα γυμνασμένα του μπράτσα όσο εκείνη πάσχιζε να ξεγλιστρήσει αντιδρώντας σαν υστερική κουνώντας σπασμωδικά χέρια και πόδια κλωτσώντας στον αέρα.
《Μην με ακουμπάς ! Άσε με να κατεβάσω τα μούτρα της πλούσιας σκύλας !》
《Κλείσε το στόμα σου και δίνε του απο εδώ προτού καταλήξεις ένα με το βρώμικο δάπεδο ..!》
《Μπά θα μας δείρεις κιόλας Ορέστη ; Για τα μάτια αυτής της τσούλας ; Αλλα τι λέω μυρίστηκες τα χρήματα του μπαμπάκα της και δεν βλέπεις την ώρα να την πηδήξεις για να μπείς στο σόι έτσι φτωχομπινέ..》σχολίασε ειρωνικά τρίβοντας προκλητικά τα χείλη της στα δικά του .
《Σκάσε πια ! Μην ξαναμιλήσεις έτσι για εκείνη δεν σου μοιάζει ούτε στο ελάχιστο Μαριάννα !》φώναξε εκ νέου σπρώχνοντας το σώμα της αηδιασμένος .
Οι φίλες της σοκαρισμένες έθεσαν το σώμα τους ασπίδα μπροστά απο το δικό της προσποιούμενες δήθεν πως την αγαπάνε ενώ στην πραγματικότητα απολάμβαναν στο έπακρο την δημόσια διαπόμπευση της.
《Άφησε ήσυχη την φίλη μας αλήτη δεν σου έφθασε που της ράγισες την καρδιά μας ζητάς και τα ρέστα ..;》επιτέθηκε με την σειρά της η κοκκινομάλλα που τον είχε κακολογήσει νωρίτερα .
《Χα..ας γελάσω ..δεν τα βάζω μαζί σου Ντίνα διότι ξέρω πόσο ανάγκη έχεις να συχνάζεις στα κοσμικά στέκια μαζί της ξεκλέβοντας λίγη λάμψη της για να φωτίζεις την μίζερη ύπαρξη σου αλλα ας τελειωνει το παραμύθι εδώ..! Μονάχα εγώ υπήρξα θύμα της κυρίας απ εδώ και γνωρίζεις καλά το λόγο..!》σχολίασε κοροϊδευτικά γραπώνοντας το χέρι μου σφικτά καθώς με βοηθούσε να σηκωθώ απο το έδαφος.
Κοίταξα προς στιγμήν βαθειά μέσα στα σκούρα μάτια του διακρίνοντας τον πόνο που διαπερνούσε σαν ρομφαία την καρδιά του σαν την κοιτούσε νιώθοντας πλήρη απογοήτευση να με καταβάλει.
《Μπορώ και μόνη να σηκωθώ σε ευχαριστώ..όσο για το ραντεβού μας καταλαβαίνεις πως θεωρείται ήδη άκυρο έτσι δεν είναι ;》ρώτησα ενοχλημένη αποφεύγοντας έως και να τον κοιτάξω.
Έστρεψε με τον αντίχειρα του στο πηγούνι μου απαλά το προσωπο μου επιζητώντας σιωπηρά να εστιάσω την πρόσοχη μου σε εκείνον.
《Ακυρώνεις το ραντεβού μας ετσι απλά χωρίς αιτία εξαιτίας ενός ανούσιου καυγά ;》με ρώτησε αυστηρά μπερδεμένος .
《Σε κατάλαβε Ορεστάκο τι νόμιζες ; Οι προικοθήρες βλέπεις ξεχωρίζουν απο μίλια μακριά..》επενέβει ξανά στην κουβέντα μας η έξαλλη Μαριάννα που προφανώς διατηρούσε σχέση μαζί του στο κοντινό παρελθόν .
《Μαριάννα μην στέκεσαι άλλο εμπρός μου γιατί δεν ξέρω που είμαι ικανός να φθάσω..》πρόφερε τρίζοντας τα δόντια του εξοργισμένος .
Αλλα όπως φαίνεται η κοπέλα δεν συμβιβαζόταν με καμία απειλή ούτε την σταματούσε ο θυμός που ξεχείλιζε απο κάθε πόρο του σώματος του.
Πλησίασε κοντά μας με ύφος πληγωμένου ζώου και μάτια που γύαλιζαν απο τα δάκρυα που είχαν ξεμείνει ως ενθύμιο απο τον χαμένο έρωτα τους.
《Μην προσποιείσαι άδικα γλυκέ μου καθώς ξέρω πως ακόμη μονάχα εμένα αγαπάς ! Απλώς επιθυμείς βγαίνοντας μαζί της να με πληγώσεις..! Μάθε πως το πέτυχες λοιπόν καθώς πονάω όσο δεν φαντάζεσαι τούτη την ώρα ! Όμως θυμήσου πως έχω μάθει να βαδίζω σε φωτιές ξυπόλητη και να επιζώ..》πρόφερε κοφτά χαιδέυοντας με την αναστροφή της παλάμης τα μαλλιά του αποχωρόντας νικημένη προσωρινά.
《Αυτό τον πόνο που της έδωσες Ορέστη θα τον νιώσεις εις το τετράγωνο στο πετσί σου ..》τον απέιλησαν ταυτόχρονα σαν αντίλαλος οι δύο σκιές της ακολουθώντας την καταρρακωμένη φίλη τους στην έξοδο.
Έπειτα απο μερικά λεπτά απομείναμε μονάχοι αφότου και οι λιγοστοί αδιάκριτοι θεατές του καυγά μας σταδιακά αποχωρούσαν σχολιάζοντας ενθουσιασμένοι οσα είχαν υπωθεί .
Η ανάσα μου έφθασε στα αυτιά μου κοφτή και γρήγορη λες και έτρεχα σε μαραθώνιο ενώ την καρδιά μου είχε συνθλίψει εκείνη η αναθεματισμένη πικριά .
Καθάριζα θυμωμένη τα ρούχα μου απο τις σκόνες σαν να μην στεκόταν δίπλα μου κι ας ένιωθα την ζεστή του ανάσα στο μάγουλο μου έπρεπε πάση θυσία να τον αγνοήσω.
Διέκρινα με την άκρη των ματιών να βαδίζει γύρω απο το σώμα μου δίχως να παίρνει το βλέμμα του απο κάθε σπιθαμή του σαν να επιθεωρούσε ένα κομμάτι κρέας που ετοιμαζόταν να καταβροχθίσει.
Κοντοστάθηκε ακριβώς πίσω απο την πλάτη μου ακουμπώντας ανεπαίσθητα τους τρεμάμενους ώμους μου παίζοντας σαν πιο έμπειρος μαζί μου.
《Σκοπεύεις να με αγνοείς για πολύ ακόμη ; Μην μου φέρεσαι τόσο απαξιωτικά δίχως καν να μου δώσεις την ευκαιρία να σε γνωρίσω..》ψιθύρισε με σαγηνευτική χροιά στο αυτί μου χαιδέυοντας τον μακρύ λαιμό μου με έναν ανεπαίσθητο στεναγμό να βγαίνει απο τα χείλη του.
Τινάχτηκα ευθύς μακριά αποφεύγοντας το άγγιγμα του θυμωμένη επιθυμώντας οσο τίποτα να τον αντικρίζω κατάματα για να ξεστομίσω όσα μου έφραζαν εδώ και ώρα το λαιμό.
《Άκου εξυπνάκια σε λάθος κοπέλα άπλωσες τα δίχτυα σου δεν ξεγελιέμαι απο διάφορα ανόητα χάδακια αυτά να τα κάνεις εκεί που σε παίρνει έγινα κατανοητή ; Δεν με ενδιαφερουν οι εξηγήσεις σου απο σήμερα κόβουμε και την καλημέρα..!》
Στάυρωσε τα χέρια του στο στέρνο συνεχίζοντας να με παρατηρεί προκλητικά .
《Κανένα πρόβλημα μονάχα μια αιτία σου ζητάω να μου αναφέρεις κι έπειτα είσαι ελεύθερη..! Πως γίνεται το πρωί να δεχτείς με χαρά να με γνωρίσεις καλύτερα και έπειτα απο αυτόν τον αναθεματισμένο καυγά να μην θες ούτε να με ξέρεις..; Έκανα κάτι εγώ προσωπικά σε εσένα που να μην θυμάμαι ;》επέμεινε κοιτάζοντας κατευθείαν μέσα στην ψυχή μου με ένα βλέμμα πλημμυρισμένο απογοήτευση.
Δάγκωσα τα χείλη μου μπερδεμένη όσο η ματιά του αποπροσανατόλιζε ολοσχερώς την σκέψη καλώντας το κορμί μου σαν μαγνήτης να κολλήσει στο δικό του .
《Ξέρεις κάτι η εξήγηση είναι απλή με χρησιμοποιείς ως δεκανίκι για να ξεχάσεις την ξιπασμένη πρώην σου που προφανώς ακόμη αγαπάς και εγώ τέτοιες συμπεριφορές τις καταδικάζω ! Δεν είμαι παιχνιδάκι του καθενός ούτε αναζητώ έρωτες και μπερδέματα να αναστατώσουν την ήρεμη ζωούλα μου !》ξέσπασα νευριασμένη μένοντας ακίνητη στο ίδιο σημείο να τον παρατηρώ να με πλησιάζει χαμογελαστός λες και άκουσε τίποτα απ όσα είχα αναφέρει με στόμφο .
Έφερε το πρόσωπο του κοντά στο δικό μου χαμογελώντας λοξά σαν να αντιλαμβανόταν την ταραχή που προκαλούσε η παρουσία του κοντά μου.
《Μην πλησιάζεις άλλό..》
《Γιατί σκοπεύεις να με γρατζουνίσεις σαν καμιά αγριόγατα..;》
《Ναι και πίστεψε με θα πονέσεις πολύ γι αυτό ακολούθα σιγά σιγά την καλή σου προτού χάσω την υπομονή μου..》
《Δεν θέλω..! Μια άλλη κοπέλα τρύπωσε στις σκέψεις μου τελευταία ..》
《Σοβαρά και ποιά είναι αυτή ; Άσε με να μαντέψω εγώ ; Δεν πιάνει το γελοίο σου παιχνίδι σου λέω..δίνε του !》
《Άσε με τουλάχιστον να το ολοκληρώσω ..》ψέλλισε εφάπτοντας το καυτό του στόμα στο δικό μου απότομα μα συνάμα μαγευτικά παραλύοντας τα άκρα .
Κανείς δεν με είχε φιλήσει ποτέ ούτε καν γνώριζα πως είναι η αίσθηση κι ας άκουγα κατα καιρούς ζωηρές περιγραφές απο τις φίλες μου για εκείνη την φανταστική στιγμή που δύο άνθρωποι μοιράζονται το ίδιο συναίσθημα.
Μαζί του ζούσα το δικό μου ντελίριο αισθήσεων αφουγκράζομενη τις διάχυτες εκρήξεις που λάμβαναν χώρα σε κάθε σήμειο του κορμιού μου που σταδιακά ξυπνούσε .
Αφέθηκα στα χέρια του τυλίγοντας εξίσου τα δικά μου ασυναίσθητα γύρω απο τον λαιμό του αφού να απομακρυνθώ την δεδομένη στιγμή φάνταζε αδύνατο λες και μου είχε κάνει μάγια.
Η γλώσσα του συναντούσε την δική μου παίζοντας αργά με την λεία επιφάνεια της στέλνοντας ρίγη έξαψης αρχικά στην υπόφυση του εγκεφάλου που σταδιακά διαχέονταν προς όλα τα κύτταρα του κορμιού.
Η αίσθηση μαγική σχεδόν όπως μου την περιέγραφαν οι φίλες οσο και η ξαδέρφη μου η Χριστίνα το προηγούμενο βράδυ την ίδια ώρα που εγώ γελούσα κοροϊδευτικά θεωρόντας υπερβολικές τις πολύχρωμες περιγραφές της.
Εως σήμερα που διαπίστωνα με τον ομορφότερο τρόπο πως όσα μου διηγούνταν φάνταζαν λίγα μπροστά στις ορμόνες που κυριολεκτικά οργίαζαν στο κορμί μου.
Η γεύση του φιλιού του στον ουρανίσκο έμοιαζε με φρεσκοκομμένη ανοιξιάτικη φράουλα πασπαλισμένη ζάχαρη άχνη ενώ η υφή των χειλιών του απαλή σαν βαμβάκι .
Ξάφνου μέσα στον παραδομένο αμαχητί εγκέφαλο μου ξετρύπωσαν απο το πουθενά τα λόγια του πατέρα σε κάποια μεταμεσονύχτια συζήτηση μας όπου σαν γνήσιο αρσενικό με συμβούλευε για τις σχέσεις.
《Να θυμάσαι γλυκιά μου πως όλοι ανεξαιρέτως οι άνδρες το πρώτο και το τελευταίο που επιζητούν απο μια κοπέλα είναι το κορμί της και έπειτα τα ψυχικά χαρίσματα της. Κάποιοι εξ αυτών θα δοκιμάσουν να παίξουν με την καθαρή κι αθώα καρδιά σου χλεύαζοντας τα όμορφα αισθήματα που θα τους προσφέρεις γι αυτό να μην θαμπώνεσαι εύκολα απ τα μεγάλα λόγια και τα ανούσια φιλιά..!》
Άκουσα βροντερή την φωνή του να ηχεί στα αυτιά μου ολοκάθαρα ενεργοποιώντας επιτέλους τις άμυνες που είχε καταστήλει αρχικά σαν ύπουλος διαρρήκτης το φιλί του.
Έσπρωξα απαλά το σώμα του μακριά μου στρέφοντας αλλου αμήχανη το βλέμμα μου κοιτώντας παράλληλα εάν είχαμε αδιάκριτους θεατές τριγύρω που την αμέσως επόμενη ημέρα θα έσπευδαν να μας διασύρουν .
Για καλή μας τύχη δεν υπήρχε κανείς στον αχανή διάδρομο ούτε καν οι καθηγητές που συνήθως μετά το σχόλασμα περιφέρονταν σε αυτούς ανταλάσσοντας απόψεις και ιδέες για τα επόμενα μαθήματα.
Παρατήρησα αίφνης ξανά το σαστισμένο πρόσωπο του άνδρα με τον οποίο είχα μόλις συνάψει μια αλλόκοτη ερωτική σύνδεση που αν συνεχιζόταν θα οδηγούσε στην υπέρτατη ένωση δύο ανθρώπων κι έπειτα με μαθηματική ακρίβεια στην ολοσχερή γελοιοποίηση μου.
《Δεν σου άρεσε ;》ψέλλισε σαστισμένος σαν ανόητος έχοντας προφανώς συνηθίσει να εκθειάζουν τις ερωτικές του επιδόσεις εκτός και εντός κρεββατοκάμαρας δίνοντας την τέλεια πάσα να συντρίψω τον εγωισμό του μονομιάς.
Σκούπισα τα υγρά ακόμη χείλη μου θέλοντας να σβήσω τα χνάρια του φιλιού απ την επιφάνεια τους απολαμβάνοντας απίστευτα να τον βάζω στην θέση του.
《Ευτυχώς που το κατάλαβες πως υπάρχουν κι άλλοι που φιλούν υπέροχα σε σχέση ..με εσένα που χρειάζεσαι ακόμη πολύ προπόνηση στο κομμάτι. Και για να σου λύσω την απορία κάπου εδώ το βαρετό ρομάντζο μας τελειώνει .. γεία σου..》σχολίασα κοφτά σαν πραγματική κακομαθημένη ψωνάρα για πρώτη φορά στην ζωή μου ίσως για το καλό μου αποχωρόντας με την αξιοπρέπεια μου αλώβητη.
Οι παφλασμοί της αφρισμένης θάλασσας δυνάμωσαν σύμφωνα με την φορά του αδυσώπητου ανέμου που ολοένα αυξάνονταν καθώς η ορμητική καταιγίδα μαίνονταν αδιάκοπα.
Στεκόμουν εμπρόσθεν σε μια άγνωστη ξαφνικά γυναίκα με τόσο οικεία παράλληλα μορφή μα η συμπεριφορά της σε καμιά περίπτωση δεν θύμιζε την Μαρίνα που εγώ είχα αγαπήσει.
Φαινόταν χαμένη ανάμεσα σε σκοτεινά τούνελ και λαβυρίνθους της ψυχής της οπου κρατούνταν αιχμάλωτη αναζητώντας απεγνωσμένα ένα χρυσό κλειδί να την λυτρώσει.
Τα ρούχα μου είχαν μουσκέψει παγώνοντας την σάρκα μου ως το κόκκαλο .
Μα η ψύχρα που αισθανόμουν στο σώμα δεν συγκρίνονταν σε καμιά περίπτωση με τον πάγο τον οποίο περιέβαλε την καρδιά μου απ την ημέρα που έφυγε απειλώντας τα αισθήματα που είχα αποθηκεύσει στο εσωτερικό της.
Η παράξενη ερώτηση της πλανιόταν μετέωρη ακόμη ανάμεσα μας σαν ψίθυρος του ανέμου δίχως να επισφραγίζεται απο μια οριστική και αμετάκλητη απόκριση που θα προέρχονταν απ την ψυχή.
Άραγε πράγματι τι θα θυσίαζα για αυτούς που αγαπάω ; Μήπως την ίδια την ζωή μου παραδίδοντας την πολύτιμη ύπαρξη μου μια για πάντα στο άπειρο εκπληρώνοντας κάποια άγνωστη μοχθηρή επιθυμία ..; Η μήπως την αμύθητη περιουσία μου αδιαφορώντας για όσα είχα μοχθήσει μια ζωή να αποκτήσω..;
Οι απαντήσεις στο μυαλό διαδέχονταν η μια την άλλη δίχως να κατασταλάζω σε μια σαφή την οποία θα ξεστόμιζα με θάρρος σβήνοντας αυτή την παράξενη έκφραση απ το αυλακωμένο πρόσωπο της.
Με παρατηρούσε αλλόκοτα με μάτια μισόκλειστα λες και υπολόγιζε την απόσταση του σώματος μου απ τα αφρισμένα κύματα που θα το παρέσυραν άψυχο πιά μακριά .
Τα σφιγμένα χείλη σε συνδυασμό με την επιθετική στάση του σώματος της πιστοποιούσαν πως εσωτερικά της διενεργούνταν μεγάλος πόλεμος ο οποίος σύντομα θα εξωτερικέυονταν προς το πρόσωπο μου χωρίς αιτία.
《Τι σου ζήτησαν να θυσιάσεις για να την λάβεις πίσω ; 》ρώτησα επιτέλους απορημένος αφού εδώ και ώρα αγωνιζόμουν να μαντέψω ανεπιτυχώς τι ακριβώς είχαν ζητήσει να τους προσφέρει κρίνοντας απο την δραματική αλλαγή στην διάθεση και συνάμα την έκφραση της.
Απέσυρε βιαστικά το βλέμμα της απο το πρόσωπο μου υπο το φόβο μην διαβάσω την αλήθεια που γράφονταν στους κρυστάλλινους καθρέπτες τους.
Στάυρωσε τα χέρια της στο βρεγμένο στέρνο της τρέμοντας ασυνάισθητα προφανώς απο την ταραχή και την φουρτούνα που ταλάνιζε το ξύλινο πλοιάριο της ψυχής της.
Δεν άντεχα να την αντικρίζω να θάβει τον πόνο και την οδύνη της εσωτερικά βιώνοντας ολομόναχη το δράμα της χωρίς να αρπάζει την χείρα βοηθείας που άπλωνα προς το μέρος της.
Ακόμη κι αν δεν ήταν η γυναίκα που ερωτεύτηκα παρα μόνον μια σωσίας η πέτρινη μέχρι πρότινος καρδιά μου λύγιζε μπρός στην δυστυχία που την ταλάνιζε αδυσώπητα.
Ένιωθα συνεχώς την έντονη παρόρμηση να τυλίξω τα μπράτσα μου σαν προστατευτικές φτερούγες γύρω απο το λαβωμένο κορμί της ψιθυρίζοντας λόγια παρηγοριάς και κατανόησης στο αυτί της.
《Λοιπόν θα με αφήσεις για πολύ ώρα να ξεροσταλιάζω στην βροχή αναμένοντας μιαν απόκριση απο τα χείλη σου ; Διότι αν θεωρείς πως με το να κλείνεσαι στον εαυτό σου θα κατορθώσεις να βρείς επιτέλους την έξοδο του λαβύρινθου οπου βαδίζεις με δεμένα μάτια είσαι γελασμένη..!》σχολίασα εκ νέου πλησιάζοντας κοντά κι ας ήξερα πως θα δοκίμαζε εκ νέου να με απωθήσει.
《Τι θέλεις επιτέλους απο εμένα μου λές ; Δεν σε κρατάει κανένας εδώ στην δίνη της καταιγίδας μπορείς κάλλιστα να επιστρέψεις στο στεγνό και ζεστό σπιτάκι σου ξεχνώντας την απρόσμενη γνωριμία μας οριστικά..》
《Χα..το περίμενα πως για άλλη μια φορά θα προσπαθούσες με επίθεση να ξεγλιστρήσεις.. τελικά μοιάζεις πολύ με την πρώην μου για να μην πω πως είσαι ίδια ! Πάντοτε απέφευγε τις δύσκολες συζητήσεις ξέρεις..》
《Άντε πάλι η πρώην σου ! Με έχεις ζαλίσει μαζί της απο το πρωί σου εξήγησα γι αυτό μην με κουράζεις άλλο ! Αν σου λείπει τόσο πολύ τρέξε οσο σου μένει καιρός να την βρείς..》φώναξε εστιάζοντας με ύφος μυστηριώδες στον γυμνό λαιμό μου οπου κυλούσαν αργά μια μια οι σταγόνες της ορμητικής βροχής .
《Μου λείπει δεν το κρύβω όμως δεν θα τρέξω ξανά ξοπίσω της αρκετά ανέχτηκα τα ανώριμα παιδιαρίσματα της ! Πόσο μάλλον τώρα που μια άλλη γυναίκα εισέβαλε δυναμικά στην ζωή μου χαράζοντας νέες συντεταγμένες στο χάρτη του κορμιού μου..》ανακοίνωσα αδιάφορα ατενίζοντας τα δύο θλιμμένα της μάτια ξάφνου να εκτοξεύουν σπίθες οργής προς το μέρος μου.
Παραδόξως παρέμεινε σιωπηλή παρα την ταραχή που διέκρινα ξεκάθαρα να την διακατέχει καθώς έσφιγγε με δύναμη τις γροθιές της δίχως να απομακρύνει το φλογισμένο βλέμμα της απο το χαμογελαστό πρόσωπο μου.
"Αυτό είναι Μαρίνα τον έχεις μπροστά σου να σε παρατηρεί με το γνώριμο αλαζονικό του ύφος ενώ παράλληλα σου ανακοίνωσε καθαρά και ξάστερα πως ποθεί μιαν άλλη γυναίκα .
Οπότε τι ακριβώς περιμένεις για να τον τελειώσεις..; Είστε ολομόναχοι σε ερημική παραλία εν μέσω καταιγίδας κανείς ποτέ δεν θα μάθει πως κατέληξε στα κρύα παγωμένα νερά εξαιτίας της οργής σου ! Γι αυτό τύλιξε να σε πάρει η οργή επιτέλους τα χέρια σου γύρω απο τον λαιμό του βάζοντας τέλος στην ανούσια ζωή του ελευθερώνοντας παράλληλα την αθώα κορούλα σου που σπαράζει στα χέρια των απαγωγέων.." ψιθύριζε το κατακόκκινο διαβολάκι χαιρέκακα στο αυτί μου ξανά και ξανά επιθυμώντας όσο τίποτε να προβώ στην απεχθέστερη πράξη της ζώης μου.
Η απελπισία σταδιακά με βύθιζε ολοένα στον σκοτεινό βρώμικο της βάλτο οπου τα ύπουλα πλοκάμια της απόγνωσης τυλίγονταν σαν βαρίδια στα πόδια μου τραβωντας με ολοένα προς το χάος με διέξοδο καμιά.
Πλησίασα απειλητικά κοντά του με βλέμμα παρανοικό ακούγοντας συνεχώς σαν αντίλαλο στα βάθυ του μυαλού μου την σπαρακτική κραυγούλα της Κριστίνα καθώς οι απαγωγείς της άρπαξαν το τηλέφωνο.
《Θέλω να μιλήσω στον μπαμπά μου..έλα να με πάρεις απο αυτό το μέρος μανούλα μου ..!》φώναζε κλαίγοντας καθώς έκλεινε απότομα η γραμμή μεγενθύνοντας την απόγνωση μου.
Κι απο την άλλη μεριά του εγκεφάλου πλήθος ερωτικών περιπτύξεων με τον ίδιο για πρωταγωνιστή ξεπρόβαλαν παρατείνοντας το μαρτύριο μου .
Απολάμβανε τον έρωτα μιας άλλης γυναίκας τα αμαρτωλά χέρια της χάιδευαν πόντο πόντο το κορμί που ανήκε μονάχα σε εμένα όσο τα χείλη του ασπάζονταν ηδονικά ξένη σάρκα ποδοπατώντας με μανία την αγάπη που ορκιζόταν κάποτε πως αισθάνεται για εμένα.
"Την προδοσία σου θα την πληρώσεις ακριβά Μπάλτον !" Υποσχέθηκα στον εαυτό μου χαμογελώντας σατανικά ατενίζοντας για ύστατη φορά τα μάτια που με πρόδοσαν ανοιχτά.
《Για ποιό λόγο με κοιτάζεις έτσι Μαρίνα τι έχεις κατα νού να μου κάνεις ;》ψιθύρισε ειρωνικά υψώνοντας το δεξί του φρύδι παίζοντας άθελα του με την φωτιά.
Η οργή όπλισε ευθύς τα δάκτυλα μου που γρήγορα απέκτησαν δική τους βούληση καθώς τυλίγονταν με απίστευτη ευκολία γύρω απο τον λαιμό του σε συνδυασμό με τα μάτια που παρέμεναν καρφωμένα στα θολωμένα δικά του.
《Ήρθε η ώρα να διαπιστώσεις τι είμαι ικανή να πράξω Μπάλτον !》μουρμούρισα σφίγγοντας ολοένα τον κλοιό μεθυσμένη απο τον θυμό μου.
《Τρελάθηκες τελείως..;》ψέλλισε ασθμαίνοντας αδυνατώντας να πιστέψει πως μπροστά του αντίκριζε μιαν άλλη γυναίκα έτοιμη να διαπράξει ακόμη και φόνο καίγοντας σαν χαρτί μια για πάντα την γλυκιά ανάμνηση που διατηρούσε στην καρδιά του για την ευαίσθητη Μαρίνα .
《Ακριβώς έχασα τα λογικά μου γι αυτό αν δεν το βουλώσεις θα αναλάβω να σε σωπάσω διαπαντός..!》πρόφερα ξανά σφίγγοντας ολοένα πιο δυνατά τον λαιμό που κάποτε γευόμουν με πάθος πιπιλόντας την απαλή μοσχομυριστή επιφάνεια του γνωρίζοντας πόσο πολύ τον ερέθιζα.
Οι φλέβες του πάλλονταν ακανόνιστα κάτω απο τις παλάμες μου αισθανόμουν τον γοργό χτύπο της καρδιάς που πλέον δεν ανήκε σε εμένα αλλα σε κάποια άλλη νεώτερη και ομορφότερη .
Ο θυμός φούντωνε ολοένα μέσα μου αντί να σβήνει όσο περνούσε η ώρα μια πρωτόγνωρη φλόγα ζωηρή που σταδιακά μετατρέπονταν σε ανεξέλεγκτη πυρκαγιά.
Μια φωτιά σαρωτική που κατέκαιγε στο πέρασμα της το παραμικρό συναίσθημα που έτρεφα ακόμη για εκείνον τον προδότη που με ξέχασε με την πρώτη ευκολία πετώντας την βέρα μας σε ένα παγερό άψυχο συρτάρι .
Παρατήρησα τρομαγμένη πως πλέον δυσκολευόταν να αναπνέυσει τα χείλη του είχαν μελανιάσει και το σώμα του έτρεμε κι όμως δεν δοκίμαζε να αποκρούσει την επίθεση μου σαν να ενέκρινε σιωπηρά την απονενοημένη πράξη απόγνωσης .
Τα μάτια του με ικέτευαν να τερματίσω σύντομα το μαρτύριο του μα παράλληλα αφηγούνταν μια ιστορία την δικιά μας ξαφνικά η ζωή μας καθρεπτίζονταν στις πράσινες κόρες τους σαν τελευταία αναλαμπή πριν απο το οδυνηρό φινάλε.
Διέκρινα εμάς σφικτά αγκαλιασμένους στο σκοτεινό δωμάτιο μας απολαμβάνοντας ο ένας διψασμένος το κορμί του άλλου στην πρώτη σαρωτική μας φορά που το πάθος συγκρούονταν με το θυμό και έσβηνε ταυτόχρονα υπογείως την κόντρα που μαίνονταν εξαρχής ανάμεσα μας.
《Σ αγαπάω Κρίστιαν..》 άκουσα ολοκάθαρα εκείνη την ολόψυχη παρθενική εξομολόγηση μου σαν ακουμπούσα στο ιδρωμένο στέρνο του ευτυχισμένη να πλανιέται στο θρόισμα των φύλλων και στον απόηχο των λευκών κυμάτων που έσκαγαν στα πόδια μου.
"Τελείωσε τον κι άσε κατα μέρους τους συναισθηματισμούς ανόητη πρόκειται για το παιδί σου αυτός ο άπιστος δεν αξίζει μια μπροστά της !" Επέμειναν οι σκοτεινοί ψίθυροι να διαπερνούν το θολωμένο εγκέφαλο μου επικροτώντας πανηγυρικά τις παράλογες κινήσεις μου.
Είδα τα χείλη του να κινούνται αργά και κουρασμένα καθώς η ανάσα του ακουγόταν ολοένα πιο αχνή.
《Μαρίνα..κάπως έτσι φανταζόμουν το τέλος μου..》κατόρθωσε να ψιθυρίσει λαχανιασμένος οσο συνέχιζα να στερώ το πολύτιμο οξυγόνο απ τον μοναδικό άνδρα που αγάπησα εκτελώντας παράλληλα τις εντολές των εκβιαστών μου.
Η καρδιά μου σκίρτησε καθώς διέκρινα τα κραταιά γόνατα του να λυγίζουν και το φαρδύ σώμα του να σωριάζεται στην βρεγμένη άμμο τραβώντας απότομα τα χέρια μου απο τον λαιμό του σαν να με είχε χτυπήσει κεραυνός κατάστηθα.
Είχα χάσει κυριολεκτικά τα λογικά μου δίχως πλέον να αναγνωρίζω τον εαυτό μου αναρωτιόμουν εαν ήμουν σχιζοφρενής η απλά τρελαμένη απο ζήλεια μα σε όποιο συμπέρασμα κι αν κατέληγα η πράξη μου πάλι δεν έβρισκε αιτιολογία.
Ευθύς γονάτισα πλάι του έντρομη πασχίζοντας να τον βοηθήσω με όποιο τρόπο μπορούσα .《Κρίστιαν ..είσαι καλά μίλα μου..》ικέτευα σαν τρελή τρομαγμένη βαστώντας το κεφάλι του ανάμεσα στα τρεμάμενα χέρια μου συνειδητοποιώντας πως εγώ του είχα προκαλέσει αυτό το κακό.
Έβηχε έντονα εισπνέοντας βαριά και γρήγορα όσο αέρα χωρούσαν τα πνευμόνια του δίχως να παίρνει τα μάτια του απο δικά μου προκαλώντας μου απίστευτη ντροπή .
《Γιατί ..δεν ολοκλήρωσες την πράξη σου..; Ο θάνατος μου θα αποτελούσε την ζωντανή απάντηση στην προηγούμενη ερώτηση σου. Θα μάθαινες έμπρακτα πως θα θυσίαζα και την ίδια μου την ζωή για όσους αγαπάω..!》ψιθύρισε με νόημα απολαμβάνοντας το άγγιγμα μου στο δέρμα του δίχως φόβο.
《Για ποιόν όμως θα θυσίαζες την ζωή σου την προκειμένη στιγμή..αφού δεν βρίσκεται κανένας δικός σου άνθρωπος τριγύρω..;》ψιθύρισα κοιτάζοντας αμήχανα αλλού.
Χαμογέλασε με δυσκολία χαιδέυοντας την επιφάνεια των χειλιών μου προκλητικά όπως συνήθιζε απο την πρώτη μας κιόλας γνωριμία προτού το ζεστό στόμα του αντικαταστήσει το χάδι του.
《Τα μάτια ποτέ δεν ψέυδονται Μαρίνα και πίστεψε με κάπου το έχω αντικρίσει ξανά αυτό το θυμωμένο βλέμμα θα συνεχίζεις να το αρνήσε ;..》πρόφερε αργόσυρτα αποδεικνύοντας πως δεν είχα καταφέρει να τον ξεγελάσω .
Έσκυψα το κεφάλι ντροπιασμένη αναγνωρίζοντας εφιαλτικά πως είχα φθάσει ενα βήμα προτού θανατώσω ασυναίσθητα σε ένα παραλήρημα τον πατέρα των παιδιών μου.
Τον άνδρα που στάθηκε βράχος κοντά τους οταν εγώ έφυγα σαν τον κλέφτη δίχως να αναλογιστώ τις συνέπειες που θα επέφερε αυτό το πλήγμα στις παιδικές ψυχές τους.
《Θα φαντάζεσαι πως είμαι θεότρελη..》
《Η απόγνωση μας φθάνει στα άκρα μερικές φορές..》με δικαιολόγησε μαλακά αγγίζοντας λεπτές ξεχασμένες χορδές της ματωμένης καρδιάς μου που ακόμη πάλλονταν σύμφωνα με τον ρυθμό του.
《Μα εγώ..κόντεψα..θέλω να πω γιατί δεν αμύνθηκες..; Δεν σκέφτηκες τα παιδιά σου που θα απομείνουν χωρίς εσένα..;》
《Όχι..όσο κι αν σου κάνει εντύπωση ήξερα πως τα παιδιά μου θα είχαν εσένα κοντά τους..κι έπειτα πως να αμυνθώ σαν με κοιτούσες με εκείνο το φλογισμένο δολοφονικό βλέμμα που πάγωνε το αίμα..》ψιθύρισε τυλίγοντας μια τούφα απ τα μαλλιά μου γύρω απο το δάκτυλο του πασχίζοντας να μου υπενθυμίσει τις όμορφες στιγμές.
《Ωραία όλα αυτά.. όμως δεν είμαι η μητέρα τους στο επισημαίνω για τελευταία φορά..》μουρμούρισα σκυφτή και αμήχανη καθώς απομακρυνόμουν βιαστικά δίχως να ανέχομαι λεπτό παραπάνω να μου συμπεριφέρεται με τόση συγκατάβαση την ώρα που εγώ είχα αποπειραθεί να τον σκοτώσω.
Πέρασα τα χέρια μου μέσα απο τα μαλλιά μου φλερτάροντας για ακόμη μια φορά με την μάγισσα τρέλα η οποία ολοένα με καλούσε με κάποιο ύπουλο ξόρκι της κοντά.
Ο ήχος του μηνύματος στην συσκευή του κινητού μου με προειδοποιούσε πως οι απαγωγείς ήταν ήδη ενήμεροι για την αποτυχία μου σκληραίνοντας προφανώς το παιχνίδι .
Έβγαλα αργά την συσκευή απο την τσέπη μου αντικρίζοντας έντρομη μια φωτογραφία της Κριστίνα με τα χέρια και τα πόδια της δεμένα.
Φαινόταν ολοκάθαρα πως έκλαιγε ενώ ένα μαχαίρι κοφτερό ξεπρόβαλε στο φόντο πίσω απο το σωματάκι της απειλητικά.
"Απέτυχες στην απόπειρα σου άρα η μικρή σου Κριστίνα θα πληρώσει τις συνέπειες της ανόητης ευαισθησίας σου ..!" ανέγραφε η λεζάντα της προκαλώντας μου ναυτία .
《Όχι ..οχι !! Καταραμμένοι μην ακουμπάτε το κοριτσι μου !! Σκοτώστε εμένα ορίστε κοιτάξτε με πρόθυμα βαδίζω προς τον υγρό μου τάφο αρκεί να ζήσει εκείνη η Κριστίνα μου ..το παιδάκι μου..! Όχι...!》ούρλιαξα τρελαμένη εκτοξεύοντας το κινητό προς την άλλη άκρη της ακτής ορμώντας με τα ρούχα μέσα στην αγριεμένη θάλασσα που ευθύς με πολέμησε με τα θηριώδη κύματα της.
《Μαρίνα τι στο καλό συνέβει ; Που πηγαίνεις λογικέψου !》μου φώναζε με την ελπίδα να με συνετίσει αναζητώντας την συσκευή που η ίδια είχα πετάξει με σκοπό να μάθει ποιό γεγονός με έφθασε στα άκρα.
Όμως τα λόγια του δεν αρκούσαν για να με συγκρατήσουν καθώς έτρεχα αφηνιασμένη προς το βάθος έχοντας απωλέσει κάθε ίχνος λογικής παγωμένη τόσο στην ψυχή οσο κι στο σώμα.
Βάδιζα απεγνωσμένη προς το θάνατο θέλοντας επιτέλους να εξαγοράσω με την ζωή μου την δικιά της τερματίζοντας το ανόητο παιχνίδι που με είχε κυριολεκτικά διαλύσει.
《Μαρίνα για τον θεό γύρνα πίσω τα ρέυματα είναι πολύ ορμητικά σε αυτό το σημείο θα σε καταπιούν τα κύματα !》συνέχιζε να με καλεί απο την ακτή απεγνωσμένος βήχοντας παράλληλα έντονα καθώς με παρακολουθούσε να χάνομαι στο βάθος.
Πλέον τα πόδια δεν πατούσαν άμμο απλώς επέπλεαν μηχανικά καθώς τα νερά είχαν βαθύνει αισθητά και οι μικρές δίνες που δημιουργούσαν τα δυνατά ρέυματα με τραβούσαν σαν μαγνήτης προς τον σκοτεινό πυθμένα της θαλάσσης .
《Με βλέπετε τώρα άθλιοι εκβιαστές θυσιάζομαι εγώ για το καλό της Κριστίνα αφήστε την να φύγει επιτέλους..! 》φώναξα τρελαμένη για ύστατη φορά μέχρι που ο λαιμός μου έκλεισε καθώς βροχή και θαλασσινό νερό γίνονταν ένα και εισέρχονταν στην στοματική μου κοιλότητα .
Το κεφάλι μου άρχισε να βυθίζεται αργά αποχαιρετώντας νοερά τον σύζυγο που με πάθος αγάπησα και συνάμα τα χαμογελαστά πρόσωπα των παιδιών μου που κράτησα σαν φυλαχτό στην μνήμη .
Έπειτα σταδιακά σιωπή κυριάρχησε ολόγυρα καθώς ορμητικό νερό εισέρχονταν στα αυτιά μου σιγοψιθυρίζοντας μια μελωδική επιθανάτια σονάτα η οποία με παρέσυρε σε έναν όμορφο άλλο κόσμο.
Κι εκεί που γλυκά βυθιζόμουν κάτω απο τα σκούρα σχεδόν μάυρα νερά της θυμωμένης θεάς αισθάνθηκα τα δυνατά χέρια του να με επαναφέρουν βίαια στην επιφάνεια.
Απο το πουθενά βρέθηκα να κουρνιάζω ξανά στην αγκαλιά του εισπνέοντας το άρωμα που τόσο πολύ πεθύμησα να διαπερνά τα ρουθούνια μου καθώς αγωνιζόμουν να αναπνέυσω.
Μα όσο κι αν απολάμβανα την ηρωική διάσωση μου για ακόμη μια φορά είχα αποφασίσει να τερματίσω το σιχαμερό παιχνίδι τους προσφέροντας θυσία την άσκοπη ζωή μου κι ας τους ήμουν άχρηστη οπως μου είχαν ήδη επισημάνει.
《Άρχισα να πιστεύω πως πραγματικά τρελάθηκες ..καθώς οι πράξεις σου δεν έχουν προηγούμενο κορίτσι μου για το θεό λογικέψου ! Καταλαβαίνω πως λατρεύεις την κόρη σου μα σκέψου πως εαν εσύ πεθάνεις ποιός θα την φέρει πίσω ; Ειλικρινά δεν συλλαμβάνω το σκεπτικό σου..γιατί το περνάς όλο αυτό μονάχη χωρίς τον πατέρα της ;》ξέσπασε εξαγριωμένος κολυμπώντας νευρικά προς την ακτή κουβαλώντας εμένα στην πλάτη του.
《Φύγε..γύρνα στα παιδιά σου κι μην ρωτάς πολλά ! Ξέχνα την τρελή που βρέθηκε στο δρόμο σου για το καλό σου ! Μονάχα.. προτού πούμε αντίο υποσχέσου μου να βρείς την κόρη μου. Πες σ αυτούς του άθλιους πως πέθανα εγώ εξαγοράζοντας την σωτηρία της δώσε τους χρήματα εν ανάγκη κι έπειτα πάρε το ορφανό υπο την προστασία σου ..》ψέλλιζα δίχως συνοχή λες και οι λέξεις ξεπηδούσαν απο μόνες τους φτιάχνοντας ολόκληρες προτάσεις.
Μια πλευρά μου αναρωτιόταν πράγματι γιατί δεν του αποκάλυπτα την αλήθεια πως εκείνος ήταν ο αληθινός της πατέρας έστω και τώρα την ύστατη στιγμή που δεν είχα παρά τον θάνατο να φοβηθώ.
Που θα άφηνα το πλασματάκι μου ακόμη κι αν το απελευθέρωνα ; Αφού ο βιολογικός πατέρας της και τα αδέρφια της δεν θα γνώριζαν την ύπαρξη της ;
Ατενίζα τα βουρκωμένα μάτια του καθώς πάλευε με τα γιγάντια κύματα που μας σφυροκοπούσαν αδιάκοπα αναλογιζόμενη πόσο κακό συνέχιζα να του κάνω σαν ξένη ακόμη.
Με τραβούσε πεισματικά προς την ακτή με ύφος αυστηρό και προβληματισμένο προτού στραφεί προς το μέρος μου ξανά.《Δεν έχω τίποτα να σου υποσχεθώ η κόρη σου δεν είναι ορφανή και δεν έχει ανάγκη απο την δική μου προστασία έχει εσένα ! Λογικέψου κορίτσι μου για το θεό δεν είναι λύση η αυτοκτονία υπάρχουν άνθρωποι που σε αγαπούν εκεί έξω..!》
《Λάθος κανείς δεν με αγαπά..! Τα έχασα όλα ! Βλέπεις στην παρτίδα της ζωής μου δεν έπαιξα σωστά τους άσσους που βρέθηκαν ανάμεσα στα φύλλα μου κι απ την απροσεξία μου κατέστρεψα τα πάντα..》δήλωσα απογοητευμένη με βλέμμα κενό εκφράζοντας για πρώτη φορά την αλήθεια που μάστιζε την ζωή μου σε δύο γραμμές .
《Ω.. έλα τώρα με εκνευρίζουν αφάνταστα οι ηττοπάθειες ! Αν και μεγάλη σε ηλικία σκέφτεσαι ακόμη σαν την εικοσάχρονη γυναίκα που ερωτεύτηκα..!》σχολίασε νευριασμένος τραβώντας γενναία το σώμα μου προς την στεριά παρόλο που αντιστεκόμουν.
Πάλευα να ξεγλιστρήσω απο την προστατευτική αγκάλη του επιθυμώντας οσο τίποτα στον κόσμο να εξαφανιστώ απο προσώπου γής επιτρέποντας σε όλους επιτέλους να κτίσουν απο το μηδέν τις ζωές που διέλυσα.
《Σταμάτα να με πολεμάς διότι δεν πρόκειται να σε αφήσω να πνιγείς σαν καμιά αβοήθητη παλαβιάρα λυπάμαι που σου το χαλάω..!》σχολίασε εμφανώς νευριασμένος σφίγγοντας το στέρνο μου περισσότερο επάνω στο ημίγυμνο κορμί του παλέυοντας να φθάσει στην ακτή.
《Άσε με Κρίστιαν παράτα με στην μοίρα μου και σταμάτα να ασχολείσε μαζί μου..δεν θα μου την φέρουν ποτέ πίσω !》διαμαρτυρόμουν σαν μικρό παιδάκι εκτός εαυτού παραμένοντας αποφασισμένη χωρίς να αλλάζω γνώμη παρά τις επίμονες προσπάθειες του.
Στράφηκε εξαγριωμένος προς το μέρος μου με ομορφιά που έκοβε την ανάσα καλύπτοντας με το ελέυθερο του χέρι το στόμα μου .
《Πάψε επιτέλους αρκετή παράνοια ανέχτηκα σήμερα θα βγούμε και οι δύο απο εδώ μέσα αμέσως !》πρόσταξε αυστηρά δίχως να ανέχεται κουβέντα παραπάνω.
Την ίδια ώρα οι κόρες των οφθαλμών του διογκώθηκαν καθώς σοκαρισμένος παρακολουθούσε ακριβώς απο πίσω μας μια λευκή μάζα νερού να μας πλησιάζει απειλητικά.
《Κρατήσου γερά απο το χέρι μου..》πρόλαβε να αρθρώσει προτού το ταχύτατο γιγάντιο κύμα με μια απόκοσμη βουή μας καταπλάκωσε με απίστευτη φόρα.
《Μαρίνα μείνε μαζί μου..》ούρλιαξε προτού η φωνή του σβήσει καθώς το νερό παρέσυρε το κορμί του μακριά μου.
Τα χέρια μας κάτω απο την επιφάνεια της θαλάσσης όπως ήταν φυσιολογικό χωρίστηκαν κι αφού στροβιλιστήκαμε για μερικά λεπτά στην δίνη του παγωμένου νερού η ορμή του τελικά μας εκτίναξε σε έναν μυτερό βράχο απ όπου πιάστηκα αναζητώντας τον απεγνωσμένα.
Κοιτούσα ολόγυρα μου τρομαγμένη την μάυρη ολισθηρή επιφάνεια του βράχου αναζητώντας μια μικρή ένδειξη ζωής η το κορμί του να κείτεται κάπου πιο πέρα.
《Κρίστιαν..! Θεε μου που είσαι ; Με ακούς ; Μίλησε μου να πάρει !》έσκουξα με την φωνή μου να επιστρέφει στα αυτιά μου ξανά και ξανά δίχως ίχνος απο την παρουσία του πουθενά.
Χωρίς δισταγμό βούτηξα εκ νέου στα παγωμένα νερά κολυμπώντας εως το σημείο οπου μας είχε χτυπήσει το κύμα ψάχνοντας έντρομη στον πυθμένα το σώμα του που ίσως είχε παγιδευτεί σε κάποιο δίχτυ.
Τα μάτια μου έτσουζαν αφάνταστα καθώς αλάτι τα διαπερνούσε μα δεν έλεγα να τα κλείσω χτενίζοντας ακόμη χωρίς εξοπλίσμο τον βυθό σπιθαμή προς σπιθαμή.
Μερικά λεπτά αργότερα ανέβηκα συντετριμένη προς την επιφάνεια εστιάζοντας πλέον την προσοχή μου προς την απέναντι ακτή προσευχόμενη για ένα στίγμα του αδυνατώντας να χωρέσω στο φτωχό μου μυαλό πως ίσως να τον έχασα για πάντα παρασύροντας εκείνον στον θάνατο άθελα μου.
《Κρίστιαν μίλα μου να πάρει μην με τρομάζεις !》φώναξα ξανά αλαφιασμένη κολυμπώντας σε κατάσταση σοκ προς τα κοντινότερα βράχια με την ελπίδα πως ίσως κείτονταν επάνω τους έστω τραυματισμένος.
Σαν πάτησα στην λεία επιφάνεια των βράχων ξανά η εκκωφαντική σιωπή που απλωνόταν ολόγυρα πιστοποιούσε την αποκρουστικότερη αλήθεια που θα ερχόμουν αντιμέτωπη ποτέ στην ζωή μου πως η θυσία είχε πραγματοποιήθει με επιτυχία αφού τον είχε καταπιεί η αγριεμένη θάλασσα.
Γονατισα βγάζοντας μια δυνατή κραυγή όμοια ζώου που ψυχοραγούσε σε μια προσπάθεια να εξωτερικέυσω ψίγματα των αισθημάτων που με έπνιγαν .
《Θεε μου φέρτον μου πίσω ..δεν γίνεται να τελειώσει έτσι αυτή η ιστορία δεν το ήθελα να χαθεί εκείνος..》προσεύχομουν τσιμπώντας παράλληλα το χέρι μου με την ελπίδα να ξυπνήσω σύντομα απο τον φρικτό εφιάλτη που βίωνα.
Βούτηξα άλλες τρείς φορές στα αφρισμένα νερά πάλεψα με τα κύματα σώμα με σώμα σκαλίζοντας ακόμη και τους κόκκους της άμμου για να τον ξαναβρώ όμως οι προσπάθειες μου στάθηκαν άκαρπες επιβεβαιώνοντας το φρικτότερο σενάριο πως ήταν νεκρός.
Καθισμένη στην ακτή δύο ώρες αργότερα με την άγρια καταιγίδα να έχει επιτέλους κοπάσει καρτερούσα ακόμη να τον αντικρίσω σαν άλλο Ποσειδώνα να ξεπροβάλει νικητής έχοντας δαμάσει τα κύματα με την θεική του προσταγή βαστώντας την λευκή του τρίαινα ανα χείρας .
Ορκίζομαι πως θα έπεφτα στην αγκάλη του μεθυσμένη απο την σαγήνη που θα εξέπεμπε και θα τον εκλιπαρούσα να κατοικήσω μαζί του αιώνια στην μακρινή του Ατλαντίδα ξεκινώντας το ταξίδι απο το μηδέν.
《Που είσαι ; Δεν γίνεται να χάθηκες εσύ ο αιώνιος νικητής με τόσο άδικο και απρόσμενο τρόπο ..γύρνα κι στο ορκίζομαι θα σου προσφέρω το φεγγάρι και τα άστρα του ουρανού ..》συνομιλούσα με τα κύματα απογοητευμένη σφίγγοντας κατάστηθα το νωπό παλτό του το μοναδικό πράγμα που μου είχε απομείνει να αγκαλιάζω.
Τα λεπτά κυλούσαν αδυσώπητα γοργά ήδη ήταν περασμένα μεσάνυχτα πένθιμα βαριά σαν την χειρότερη κατάρρα που είχε εφεύρει ποτέ ανθρώπου νούς.
《Γύρνα..!》έσκουξα μα κανείς δεν με άκουγε πια δεν ενδιαφερόταν για τον πόνο που ξέσκιζε τα σωθικά μου τα οποία φλέγονταν στην φρικιαστικότερη πλευρά της κολάσεως αν και μου άξιζε με το παραπάνω έπειτα απο την καταστροφή που είχα προκαλέσει.
Αυτό ήταν ο κύκλος είχε κλείσει η ελευθερία της κόρης μας είχε πληρωθεί με το αίμα του ίδιου του γεννήτορα της πλέον το ψέμα που συνήθιζα να χρησιμοποιώ κάθε φορά που τον αποζητούσε η μικρούλα μας είχε πάρει σάρκα και οστά αποτελώντας πραγματικότητα.
Τραγική ειρωνεία η σκοτεινό ανέκδοτο της μοίρας να θεωρήσω πως ο σύζυγος που συνέχιζα να λατρεύω χάθηκε με τον ίδιο απάνθρωπο τρόπο που ο βιολογικός μου είχε αποχαιρετήσει την πλάση ;
Σε μια άγρια τρικυμία απώλεσα δύο άνδρες που σημάδεψαν την αρχή και συνάμα το τέλος μου καθώς ο ένας με φύτεψε στην μήτρα της Μιράντας δίνοντας πνοή στην ύπαρξη μου ενώ ο τελευταίος χάρισε μαγεία και κίνηση στα όνειρα και τους πιο απόκρυψους πόθους μου.
Ένας λυγμός τρύπησε τα πνευμόνια μου συνειδητοποιώντας πως οτι αγαπούσα είχε χαθεί σαν μαργαριτάρι στα βαθειά απέραντα νερά.
Δεν θα αντικρίζα ποτέ ξανά εκείνο το πηγαίο ζεστό χαμόγελο του ούτε η φωνή του θα αναστάτωνε με μια απλή συλλαβή τις αισθήσεις μου με ποιόν θα λογομαχούσα μέχρι τελικής πτώσεως πια αφού εκείνος είχε κιόλας πάρει την θέση που του άρμοζε στον έναστρο ουρανό.
《Θεε μου είναι νεκρός ! Δεν θα γυρίσει πια ..! Τώρα που χάθηκε εκείνος τι θα απογίνει το σιχαμερό κουφάρι μου..; Τα παιδιά μας..;》ψιθύριζα βαδίζοντας στην ακροθαλλασιά με το κύμα να βρέχει τα παγωμένα πόδια μου με λογικά χαμένα.
Απο την άλλη άκρη της υδρογείου πάσχιζα επι ώρες να επικοινωνήσω με το κλειστό κινητό του γιού μου μένοντας όλη την νύχτα άγρυπνη να παρακολουθώ αδιάφορα προγράμματα στην τηλεόραση με την αγωνία μου να έχει πιάσει ουρανό.
Άκουσα ευθύς βήματα στην σκάλα αναγνωρίζοντας ευθυς τον γόργό βηματισμό του Μάθιου που για καλή μου τύχη δεν είχε αντιληφθεί την απουσία μου απο την συζυγική κλίνη.
Μου χαμογέλασε τρυφερά τεντώνοντας τους μύες του κορμιού του όπως συνήθιζε σαν ξυπνούσε 《Καλήμερα στην πιο όμορφη σύζυγο του κόσμου ! Αγάπη μου ήταν η ιδέα μου η πέρασες ολόκληρη την νύχτα μακριά μου;》σχολίασε γεμίζοντας την αγαπημένη πύλινη κούπα του αχνιστό καφέ φίλτρου.
《Καλημέρα γλυκέ μου..ναι δεν έχεις άδικο πέρασα μια απο τις χειρότερες βραδιές της ζωής μου ..》
Συνοφρυώθηκε ευθύς εγκαταλείποντας άτσαλα στον πάγκο τον καφέ του 《Τι έχεις γλυκιά μου θέλεις να πάμε σε ένα γιατρό ;》
《Όχι όχι..να μιλήσω με τον Κρίστιαν αυτό μονάχα αυτο θα με γιατρέψει ! Προσπαθώ απο χθές το απόγευμα νωρίς που μου ζήτησε ο Έκτορας να του τηλεφωνήσω μα το κινητό είναι συνεχώς απενεργοποιημένο..!》
《Τι λες τώρα ; Χμ ..άσκοπα ανησυχείς κοριτσάκι μου ξέρεις τώρα τον Κρίστιαν κάπου θα ξεχάστηκε τρέχοντας πίσω απο την Αρτεμούλα..》
《Ίσως αλλα μου κάνει εντύπωση που δεν επικοινώνησε με τον γιό του ολόκληρο εικοσιτετράωρο .
Θυμάσαι φαντάζομαι πως ακόμη κι όταν έλειπε επαγγελματικό ταξίδι και τα παιδιά ήταν μωρά μας ξυπνούσε καταμεσής της νύχτας για να ρωτήσει..》
《Καλά ναί αλλα μην βάζεις κακό με το νού σου και δηλητηριάζεις την ψυχούλα σου πάω να ξυπνήσω τον μικρό για το σχολείο..》σχολίασε χαιδέυοντας το πηγούνι μου καθησυχαστικά καθώς ανέβαινε τις σκάλες.
Μα προς έκπληξη μας ο Έκτορας είχε κιόλας σηκωθεί απο το κρεββάτι το είχε στρώσει επέλεξε τα ρούχα που θα φορούσε και σκεπτικός κατηφόριζε για να πάρει το πρωινό του.
《Καλημέρα γιαγιά μην αγχώνεσαι δεν του αφήνει η νέα του γκόμενα να μας τηλεφωνήσει θα ναι βλεπεις πολύ απασχολημένοι για να μας θυμηθούν..》
《Παιδί μου τι λόγια είναι αυτά ; Αναφέρεσαι στον πατέρα σου να σου θυμίσω ..》βιάστικα να τον συνετίσω σφίγγοντας την ζώνη απο την μάυρη ρόμπα μου .
《Σοβαρά ; Κι γιατί παρακαλώ του οφείλω σεβασμό όταν σαν αποσκευή με παρατάει δεξιά και αριστερά ..; Σταμάτα να υπερασπίζεσαι τα λάθη του υιού σου αρκετά γιαγιά..》
《Έκτορα εως εδώ ! Κάθισε στο τραπέζι να φάς το πρωινό σου όσο εγώ καλώ εκ νέου τον πατέρα σου !》φώναξα πετώντας νευρικά το πιάτο με τις φρυγανιές στο λευκό τραπεζομάντηλο με τα υπόλοιπα καλούδια .
Δάγκωσε με μανία σχεδόν ένα απο τα κρουασάν βουτήρου που λάτρευε απο μικρός σχολιάζοντας ειρωνικά για ακόμη μια φορά .
《Μην ξεχάσεις να του δώσεις αναφορά για όλες τις κινήσεις μου έτσι γιαγιά..》
Του έριξα ενα θυμωμένο βλέμμα ακούγοντας την ίδια ώρα την σπαστική τηλεφωνήτρια να με ενημερώνει για πολοστή φορά πως ο συνδρομητής δεν ήταν διαθέσιμος τινάζοντας την αδρεναλίνη μου στα ύψη.
《Μάθιου κάτι έχει συμβεί στον γιό μου δεν εξηγείται αλλιώς..ψάξε σε παρακαλώ στο διαδίκτυο για τυχόν πτώση ιδιωτικού τζέτ κάπου στην Ελλάδα..》ψιθύρισα χαμηλόφωνα δίχως να επιθυμώ να ταράξω και τον εγγονό μου.
《Τι πράγμα ; Τι λέτε εκεί στα μουλωχτά τι ακριβώς συνέβει στον πατέρα μου ;》επενέβει αλαφιασμένος κρυφακούοντας την συζήτηση μας ο πανέξυπνος Έκτορας που δύσκολα του ξέφευγε κάποια εξέλιξη.
《Αγόρι μου ησύχασε προς το παρόν δεν μας έχουν ενημερώσει επίσημα για κάποιο ατύχημα απλώς δεν τον βρίσκω στα τηλέφωνα και έχω ανησυχήσει..μην βάζεις άσχημα με το μυαλό σου..》πρόφερα αβέβαια κλείνοντας βιαστικά το σωματάκι του ανάμεσα στα χέρια μου προστατευτικά σαν να βαστούσα ξανά μικρότερο τον Κρίστιαν που μου είχαν στερήσει.
《Γιαγιά έχασα κι εκείνον τώρα..;》ψέλλισε παραπονεμένα σκεπτικός κουρνιάζοντας σαν πουλί φοβισμένο στα χέρια μου επιζητώντας σιωπηρά να τον προστατέψω απο όλα τα άσχημα που συνέβαιναν στην σύντομη ζωή του.
《Εμένα με συγχωρείτε αποσύρομαι για λίγο στο γραφείο..》σχολίασε αμήχανα τρίβοντας το πίσω μέρος του λαιμού με την σειρά του ο Μάθιου αποχωρόντας σκυθρωπός και αμίλητος για τον επάνω όροφο της τριώροφης μονοκατοικίας μας.
Δυστυχώς δεν είχα χρόνο να ασχοληθώ με τον προβληματισμένο σύζυγο μου αφού κυρίαρχο μέλημα την δεδομένη στιγμή αποτελούσε να καθησυχάσω τον ταραγμένο εγγονό μου .
Χάιδεψα τρυφερά τα πυκνά καστανά μαλλιά του ξεχειλίζοντας στοργή ενω παράλληλα έδιωχνα μακριά την συννεφιά που είχε φυλακίσει απο το προηγούμενο απόγευμα το χαμόγελο μου μετατρέποντας το σε πρόσκαιρη λιακάδα για χάρη του.
《Ησύχασε πουλάκι μου μια χαρά θα ναι ο μπαμπάκας σου να δείς που όπου να ναι θα μας τηλεφωνήσει..》
《Το βρήκα γιατί δεν καλείς την αδερφή μου ίσως να βρίσκεται μαζί της ..》αναφώνησε ενθουσιασμένος αρπάζοντας εκ νέου το ασύρματο τηλέφωνο απο το τραπέζι που το είχα παρατήσει.
Προς στιγμήν μου φάνηκε λογική και πολύ έξυπνη η ιδέα του μα μετέπειτα σχημάτισα πρόχειρα στο μυαλό μου το άγριο ξέσπασμα του Κρίστιαν σε περίπτωση που βρισκόταν σώος και αβλαβής σε κάποιο ξενοδοχείο και απλώς ξεκουραζόταν απο το πολύωρο ταξίδι.
《Καρδούλα μου έλεγα να περιμένουμε λιγάκι ακόμη προτού ταράξουμε και την αδερφή σου ..》σχολίασα πρόχειρα αντικρίζοντας την θλίψη να διαπερνά τα αθώα ματάκια του.
《Μα γιαγιά..αν έπαθε κάτι και δεν βρεθεί ποτέ σαν μερικές περιπτώσεις που βλέπουμε στην τηλεόραση κατα καιρούς ..;》
Χαμογέλασα με τα βίας επιστρέφοντας στο τραπέζι προσποιούμενη πως απολάμβανα τον καφέ μου ενω στην πραγματικότητα ακόμη και η μυρωδιά του με ανακάτευε.
《Γλυκέ μου μην φτιάχνεις τόσο παρατραβηγμένα σενάρια με το παιδικό σου μυαλουδάκι διότι μου φαίνεται θα αρχίσω να σου απαγορεύω να παρακολουθείς τηλεόραση ! Ακού εκεί ..μεγάλος άνδρας δυό μέτρα ο μπαμπάς του να πάθει το παραμικρό αυτό μας έλειπε !》σχολίασα έυθυμα σπρώχνοντας το γεμάτο ποτήρι με το γάλα προς το μέρος του.《Δεν πρόκειται να φύγεις για το σχολείο εαν δεν το πιείς πως θα χτίσεις γερό σκελετό χωρίς ασβέστιο..;》
《Βλακείες δεν θέλω να πίνω πλέον γάλα λες και είμαι μωρό..ένα πράγμα επιζητώ με θέρμη ..τους γονείς μου ξανά μαζί..!》πρόφερε αποφασιστικά κρύβοντας βιαστικά τα χειλάκια του που τρεμόπαιξαν απο συγκίνηση.
Ευθύς γονάτισα μπροστά του αντικρίζοντας ολοζώντανο τον εφτάχρονο Κρίστιαν να στέκεται θλιμμένος εμπρός μου συντετριμμένος απο τον αμετάκλητο χωρισμό μας με τον πατέρα του.
Το ίδιο ακριβώς ύφος ζωγραφιζόταν τούτη την στιγμή στο πρόσωπο του Έκτορα λυγίζοντας την ευαίσθητη καρδιά μου που δεν βαστούσε να αντικρίζει τον εγγονό μου να ταλανίζεται απο τα ίδια βάσανα .
《Ποτέ δεν ξέρεις αγοράκι μου οι γονείς σου αγαπήθηκαν πολύ κάποτε και σίγουρα λατρέυουν εσάς τους δύο πάνω κι απο την ζωή τους !》ψέλλισα αισιόδοξα ευχόμενη τα λόγια μου να μετατρέπονταν ως δια μαγείας σε πραγματικότητα καθώς το επίμονο κορνάρισμα ανήγγειλε την έλευση του σχολικού λεωφορείου.
《Ώρα για μάθηση μικρέ μου μην ανακατέυεσαι στα θέματα των ενηλίκων άλλο ! Το μυαλουδάκι σου να απασχολούν μονάχα οι εξισώσεις που τόσο αγαπάς μου το υπόσχεσαι..;》ρώτησα τρυφερά χαμογελώντας του γλυκά.
《Εντάξει γιαγιά για χάρη σου μόνο..》υποσχέθηκε χαμογελώντας βεβιασμένα καθώς τον αποχαιρετούσα στο κατώφλι σκεπτική.
Αναστέναξα βαθειά καθώς ατένιζα τον γαλανό καθάριο ουρανό φέρνωντας στο νού το πρόσωπο του γιού μου ευχόμενη να επικοινωνούσε σύντομα μαζί μου.
《Όπου και να είσαι γιέ μου εύχομαι να έχεις ένα καλό λόγο που έχεις εξαφανιστεί ..και να ονομάζεται Μαρίνα κατα προτίμηση..》
Περπατούσα για ώρα σε έρημους βρεγμένους δρόμους μακριά απο εκείνη την καταραμένη παραλία που μου τον είχε στερήσει.
Βάδιζα προς άγνωστη κατεύθυνση
σκεπτική χαμένη στον δικό μου κόσμο καθώς αυτοκίνητα με προσπερνούσαν ξυστά τις περισσότερες φορές κορνάροντας επίμονα.
Τους αγνοούσα πεισματικά αφού τίποτα πλέον δεν με ενδιέφερε εκτός απ τα παιδιά μου και κυρίως την Κριστίνα που ήλπιζα πως έπειτα απο τον φρικτό θάνατο του πατέρα της θα επέστρεφε ξανά στην σώα αγκαλιά μου.
Άραγε απο που θα αντλούσα δύναμη για να σταθώ στο πλευρό τους απαλύνοντας τον αβάσταχτο πόνο της απώλειας του που σίγουρα θα τους κόστιζε περισσότερο απο την δική μου ;
Η Άρτεμις λάτρευε σαν θεό τον πατέρα της και ο μικρός μου Έκτορας δεν ήταν ακόμη σε θέση να αντιμετωπίσει ένα τόσο βαρύ πένθος καταμέτωπο όσο για την Κριστίνα δεν θα αντίκριζε ποτέ το πρόσωπο του μονάχα απο άψυχες φωτογραφίες όπως δεν πρόλαβε και ο ίδιος.
Εγώ έφταιγα για όλα ήμουν η πηγή οπου πήγαζε το κακό ο λάκκος των φιδιών και η χειρότερη ανθρώπινη ύπαρξη σε ολόκληρο τον κόσμο .
Μισούσα τον εαυτό μου την ανάσα που διαπερνούσε τα πνευμόνια μου αφού η δική του είχε διακοπεί μεμφόμουν την καρδιά μου που πάλλονταν ακόμη στο στήθος μου αντι για την δικιά του .
Δεν μου άξιζε να ζώ το γνώριζα πλέον καλά μα δεν μου πήγαινε η καρδιά να εγκαταλείψω κι εγώ τον μάταιο τούτο κόσμο βυθίζοντας τα παιδιά μου στο απόλυτο πένθος και την σκληρή ορφάνια.
Ένα περιπολικό σταμάτησε ξαφνικά πλάι μου προφανώς κάποιος περαστικός ανήσυχος για την κατάσταση μου τους είχε καλέσει για να με βοηθήσουν.
Με μια πρόχειρη ματιά διέκρινα στην θέση του οδηγού την Αντιγόνη κι έναν νεαρό αστυνομικό στην θέση του συνοδηγού να μου γνέφει να επιβιβαστώ στο όχημα.
Αφού κοντοστάθηκα για μερικά λεπτά αναποφάσιστη στην άκρη του δρόμου με βλέμμα κενό ρούχα σκισμένα ξυπόλητη με μηδενική αίσθηση του χωροχρόνου στράφηκα ξανά προς τα εμπρός βαδίζοντας στο πουθενά.
《Μαρίνα ..είσαι καλά ; Που πηγαίνεις τι σου συνέβει..;》μου φώναξε απο το ανοιχτό παράθυρο του ακινητοποιημένου οχήματος δίχως να λαμβάνει ανταπόκριση.
Χωρίς να χάσει χρόνο αποβιβάστηκε απο το όχημα τρέχοντας ξοπίσω μου ανήσυχη με την υποψία πως ίσως είχα χάσει τα λογικά μου να κυριαρχεί στο νού.
Ακούμπησε δειλά τους κυρτωμένους ώμους μου απομακρύνοντας μερικές μπερδεμένες τούφες απο τα μαλλιά που κάλυπταν το πρόσωπο μου.
《Κορίτσι μου με ανησυχείς μίλησε μου τι σου συμβαίνει..》ψέλλισε αργά φοβούμενη την αντίδραση μου.
Ύψωσα τα μάτια μου αργά προς το μέρος της κουνώντας απλά τα βλέφαρα μου χωρίς να εστιάζω κάπου συγκεκριμένα χαμένη στις δικές μου σκέψεις.
《Πέθανε..》ψέλλισα συγκινημένη σφίγγοντας το βρεγμένο παλτό του κατάστηθα .
《Ποιός πέθανε τι μου λές ; Σου επιτέθηκε κανείς γιατί βρίσκεσαι σε αυτήν την άθλια κατάσταση μίλησε μου θέλω να βοηθήσω..είμαι εδώ σαν φίλη όχι με την αστυνομική μου ιδιότητα..》
《Ένα κύμα κι έπειτα τον κατάπιε η άσπλαχνη θάλασσα..》πρόφερα ασυνάρτητα επιβεβαιώνοντας δυστυχώς τις υποψίες της πως κάτι δεν πήγαινε καθόλου καλά με την ψυχική μου υγεία.
《Σπύρο σε παρακαλώ βοήθησε με να την βάλουμε στο όχημα θα χρειαστεί να την πάμε σε κάποιο νοσοκομείο..》
《Όχι..σπίτι μου θέλω να πάω..》
《Μονάχα μερικές εξετάσεις θα σου κάνουμε καλή μου..》
《Άκουσες τι σου είπα..!》ύψωσα ξαφνικά τον τόνο της φωνής μου αρπάζοντας την Αντιγόνη απο το γιακά του σιέλ υπηρεσιακού πουκαμίσου απειλητικά κι έπειτα μονομιάς κατέρρευσα σαν πύργος απο τραπουλόχαρτα στα χέρια της.
《Μαρίνα με ακούς ; Γρήγορα τρέχα συνάδελφε έχει λιποθυμήσει..!》φώναξε βαστώντας γερά το σώμα μου ανάμεσα στα αδύναμα τρεμάμενα χέρια της σοκαρισμένη.
Ευθύς ο νεαρός αστυνομικός εγκατέλειψε με ανοιχτές τις πόρτες το όχημα σηκώνοντας το σώμα μου στα δυνατά του χέρια καθώς με μετέφερε στο περιπολικό.
Ακούμπησε το σώμα μου στο πίσω κάθισμα σκεπάζοντας πρόχειρα με το βαρύ σακάκι του τα βρεγμένα μου ρούχα εως ότου φθάσουμε στο κοντινότερο νοσοκομείο.
Μπορούσα να αφουγκραστώ σαν σε όνειρο μες την παραζάλη απο τον ασύρματο τον εκφωνητή να καλεί σε ενισχύσεις .
《Μονάδα 201 λαμβάνει..;》
《Μάλιστα Νίκο τι συμβαίνει ακούγεσαι αναστατωμένος..!》
《Βρέθηκε άνδρας γύρω στα σαράντα πέντε σε ακτή του Σουνίου πεσμένος στα βράχια απο άνδρες του λιμενικού δυστυχώς δεν γνωρίζουμε εάν είναι ζωντανός μονάχα πως είναι βαριά τραυματισμένος..》
《Μάλιστα σπέυδω αμέσως στο σημείο..》πρόφερε επαγγελματικά
στρέφοντας την προσοχή της προς το πίσω κάθισμα με ύφος βλοσσυρό συνδέοντας τα ασυνάρτητα μισόλογα μου με την παράξενη ανέυρεση του άνδρα γνέφοντας στον συνεργάτη της καθώς έβαζε μπρός την μηχανή.
《Αχ Μαρίνα τι είδους μυστικά κουβαλάς στις πλάτες σου.. τι σκοτεινό επισκιάζει την ζωή σου ;》...
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro