Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

15. Παγίδα

Η ζωή της έφηβης είχε γίνει κόλαση. Βρισκόταν για άλλη μια φορά κλεισμένη στο μεγάλο δωμάτιο του σπιτιού του. Τα πάντα γύρω της ήταν ντυμένα στις αποχρώσεις του μαύρου και του γκρι, πράγμα που αντανακλούσε τον σάπιο ψυχικό κόσμο του δυνάστη της. Ήταν ολόγυμνη με τα χέρια και τα πόδια της να είναι παγιδευμένα με αλυσίδες που απαγόρευαν κάθε κίνηση. Η Λετίσια είχε αποκτήσει ήδη μελανιές στους καρπούς των χεριών της από τα βίαια κρατήματα του Γκαμπίνο. Το σώμα της είχε αδυνατίσει υπερβολικά ενώ η κάποτε όμορφη επιδερμίδα της είχε γεμίσει από τα σημάδια των τσιγάρων που έσβηνε επάνω της ο Γκαμπίνο, η κοιλιά της έφερε κοκκινίλες και το πρόσωπο της μώλωπες κάτω από τα μάγουλα.
   Όλα είχαν ξεκινήσει από την καταραμένη εκείνη ημέρα που τα κανάλια δήλωσαν την εξαφάνιση της ανήλικης κοπέλας καλώντας τον κόσμο να δώσει πληροφορίες. Ο Γκαμπίνο την είχε αρπάξει βίαια από τα μαλλιά σέρνοντας την μέχρι την καρέκλα. Την ανάγκασε να μείνει γονατιστή επάνω στο κρύο δάπεδο και να ενημερώσει την μητέρα της ότι πλέον θα έμενε αλλού πείθοντας την να σταματήσει τις έρευνες. Η Λετίσια προσπάθησε σκληρά να μην κλάψει ακούγοντας την τρυφερή, αγαπημένη και ανήσυχη φωνή της μητέρας της που την ρωτούσε αν ήταν καλά και πότε θα επέστρεφε σπίτι. Ήθελε τόσο πολύ να της ουρλιάξει να έρθει να την πάρει από το κολαστήριο, να της πει ότι την αγαπά μα το σκληρό βλέμμα του αστυνομικού που δεν άφηνε λεπτό τις εκφράσεις του προσώπου της δεν της άφηνε καθόλου περιθώρια.
  Όταν έκλεισε το τηλέφωνο, το έσφιξε επάνω στο γυμνό στήθος της κοιτώντας  παρακλητικά τον αστυνομικό ο οποίος είχε ξεφορτωθεί την στολή του και είχε αράξει σαν άρχοντας καπνίζοντας προκλητικά το τσιγάρο του. Το λάγνο του βλέμμα μαζί με το εμετικό του χαμόγελο την αηδίαζαν.
««Σε παρακαλώ»» ψέλλισε με σπασμένη φωνή ««Σε παρακαλώ, σε ικετεύω άφησε με να φύγω... Δεν θα πω σε κανέναν τίποτα στο ορκίζομαι, θα πάρω την μητέρα μου και θα φύγω μόνο άφησε με ελεύθερη»»
  Τα δάχτυλα του ακούμπησαν απαλά τα χείλη της κάνοντας την σε μια στιγμή να βουβαθεί. ««Μην κουράζεσαι άδικα μικρή μου. Δεν πρόκειται να σε αφήσω ποτέ, χωνεψε το...»» σφύριξε σαν φίδι αρπάζοντας ένα μαχαίρι. Το κόλλησε με μένος στο λεπτό της λαιμό και έπειτα έσπρωξε το κεφάλι της προς το ερεθισμένο του μόριο. Η Λετίσια ήταν αναγκασμένη να υπακούσει. Άκουγε τα άρρωστα βογκητά του να γεμίζουν τον χώρο, ένιωσε τα υγρά να γεμίζουν το στόμα της και σιχάθηκε τον εαυτό της. Αισθάνθηκε φτηνή, βρώμικη, συνειδητοποιώντας ότι σε όλο αυτό ήταν μόνη της. Δεν θα ερχόταν κανένας να την σώσει ούτε να τον διώξει ή να την βοηθήσει. Ήταν αβοήθητη, έρμαιο στις θελήσεις ενός βιαστή.
«« Γιατί μου τα κάνεις όλα αυτά? Τα έχεις κάνει και σε άλλους?»» ρώτησε νιώθοντας το χέρι του να τσιμπά την ρώγα της δυνατά κάνοντας την να βγάλει ένα βογγητό πόνου.
«« Γιατί μου αρέσει να ακούω τα βογγητά, τους αναστεναγμούς των κοριτσιών. Δεν είσαι η μοναδική που έχεις περάσει από εδώ... Λατρεύω να βλέπω ότι ασκώ δύναμη σε κάποιον, χαμογελώ στον τρόμο των άλλων. Εσύ ήσουν η εξαιρεση. Μόνη σου προκάλεσες την τύχη σου μωρό μου όταν έθιξες τον ανδρικό μου εγωισμό. Ποτέ καμία σε εμένα δεν μου έχει σηκώσει χέρι κατάλαβες?»» αναφώνησε άγρια. Η Λετίσια έγνεψε καταφατικά με τον Γκαμπίνο να σηκώνεται από το κρεβάτι βάζοντας ξανά τα ρούχα της δουλειάς του.
««Εγώ θα αργήσω να έρθω σήμερα, θα βγω μαζί με κάτι φιλαράκια για μια μπύρα. Και πού ξέρεις, ίσως αποκτήσεις και συγκάτοικο»». Η τελευταία του φράση συνοδεύτηκε από τρανταχτά γέλια.
  Ο Γκαμπίνο πήγε στην αποθήκη παίρνοντας από εκεί δύο μπιτόνια με βενζίνη μαζί με ένα χοντρό σκοινί. Ω, ήξερε πολύ καλά πως η μικρή προσπαθούσε να αποδράσει. Είχε πει ψέματα προφανώς για να μπορέσει να παίξει εις βάρος της όπως και έπραξε. Κρύφτηκε σε μια αποθήκη κοντά στην πόρτα περιμένοντας με ανυπομονησία την στιγμή που θα πιανόταν η μικρή σαν το ποντίκι στην φάκα.

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro