Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Κεφάλαιο 17- Δάσος της Σκοτεινιάς- Μέρος 2ο

Κεφάλαιο 17- Μέρος 2ο: Ράνταγκαστ


Κατά κάποιον περίεργο τρόπο, η βασίλισσα από ότι φαινόταν τον αραχνών είτε πολύ πιο εύκολη από ότι την περίμεναν. Όσο τουλάχιστον χτυπούσαν και έφευγαν, η δύναμη της βασιζόταν στην ταχύτητα. Πηδούσε στιγμιαία από τη μια άκρη της σπηλιάς στην άλλη, και μόλις και μετά βίας κατάφερναν οι τρεις φίλοι να αποφεύγουν τα χτυπήματα της, όμως βρήκαν σύντομα τη λύση.

Προσπαθούσαν να μην την αφήνουν να τους πλησιάσει. Πειθόταν μόνο στην ευθεία, έτσι κάθε φορά που κοιτούσε κάποιον, εκείνος αμέσως ρόλαρε δεξιά ή αριστερά, και συνέχιζαν να Ρολ άρουν όσο οι άλλοι δύο της αποσπούσαν την προσοχή, ώσπου να επιτεθεί στον επόμενο. Την ίδια στιγμή, όσο έκανε επίθεση σε ένα μέλος, τα άλλα δύο μέλη της συντροφιάς της έριχναν από μακριά με ότι είχαν.

Κάποια στιγμή φάνηκε να αποδυναμώθηκε, και κάλεσε τις μικρότερες αράχνες ως ενισχύσεις. Όμως, δεν άλλαξε τακτικές καθόλου. Και όσο συνέχιζαν οι τρεις πολεμιστές να κινούνται και να τη χτυπούν, δεν χρειαζόταν να ανησυχούν και για τις μικρές μαύρες αράχνες. Φρόντιζαν να κρατούν και μια απόσταση μεταξύ τους, και όχι να την πολεμάνε παραπάνω από ένα άτομο τη φορά, γιατί αλλιώς θα έκανε επίθεση σε δύο ή και στους τρεις συγχρόνως.

Ο Έρανταν και η Άντριελ είχαν μείνει μακριά της και τη χτυπούσαν από δύο άκρες, ενώ ο Φάριν τη χτυπούσε τώρα από κοντά. Εκείνη στράφηκε βάζοντας στόχο τον Έρανταν αυτή τη φορά, πέταξε τον ιστό της και τον τράβηξε από κάτω της.

Ο περιφερόμενος Φύλακας πάλευε με όσες δυνάμεις είχε προσπαθώντας να αποφύγει το κεντρί της, έπρεπε να γυρνάει το σώμα του συνέχεια ώστε να μην τον τρυπήσει. Ο Φάριν δεν έχασε καιρό και της επιτέθηκε σφοδρά από την άλλη μεριά χτυπώντας την με το τσεκούρι του. Έτσι άφησε τον Έρανταν και στράφηκε σ' αυτόν. Τότε ο Νάνος απομακρύνθηκε και αυτός ρολάροντας και βγάζοντας τη βαλλίστρα του άρχισε να της ρίχνει από μακριά.

Συνέχισαν όλοι να κινούνται συνεχώς και να τη χτυπούν, πότε από κοντά και πότε από μακριά. Παλεύοντας συγχρόνως και με τις μικρές αράχνες οι οποίες σκοτώνονταν με ένα απλό χτύπημα. Όταν φάνηκε αν αποδυναμώθηκε κι άλλο , ο Φάριν με την Άντριελ της όρμησαν και πάλευαν με όλες τις δυνάμεις που τους είχαν απομείνει ενώ τα βέλη του Έρανταν από μακριά έπεφταν σαν βροχή πάνω της, όσο πιο γρήγορα μπορούσε έβαζε το ένα μετά το άλλοι στη χορδή και τα πετούσε.

Ο Φάριν συν έκρουε το τσεκούρι του συνεχόμενα με τις δαγκάνες και τα μακριά της πόδια ενώ η Άντριελ έριχνε ξόρκια και επιθέσεις με τη ράβδο της. Σε χρόνοι μηδέν την είχαν ρίξει όλη της τη δύναμη και η αράχνη έπεσε νεκρή στο πλάι. Αναρωτιούνται αν προλάβαιναν να σώσουν τον Ράνταγκαστ όμως.

[...]

"Προσεκτικά. Αφήστε τον κάτω σιγά, τώρα." είπε ο Έρανταν στον Φάριν και την Άντριελ καθώς κατέβαζαν τον Μάγο από τον ιστό της αράχνης. Τα ρούχα τους είχαν γεμίσει και αυτά με ιστούς.

Αφού τον κατέβασαν, η Άντριελ τον εξέτασε λίγο.

«Ζει ακόμα.» είπε ανακουφισμένη.

«Ναι, και συνέρχεται.» συμπλήρωσε ο Φάριν καθώς τον είδαν να σαλεύει.

ο Έρανταν πήρε το μαχαίρι του και άρχισε να κόβει τους ιστούς που τον κάλυπταν για να τον ελευθερώσουν.

Ο Ράνταγκαστ ανέπνευσε ξανά ελεύθερα καθώς η ζωή επανήλθε στα μάτια του .

«Ράνταγκαστ; Είσαι καλά;» τον ρώτησε η Άντριελ καθώς τον βοηθούσε να σηκωθεί.

Εκείνος στηριζόμενος πάνω της σηκώθηκε με ένα μουγκρητό και στάθηκε ξανά στα πόδια του. Υπήρχαν ακόμα ιστοί παντού πάνω του, στον καφετή του μανδύα, στα μαλλιά του και στη μακριά του γενειάδα.

«Ουφ! Τι ενδιαφέρουσα αλλά και δυσάρεστη εμπειρία! Θα πρέπει να λυπάμαι περισσότερο τις μύγες στο μέλλον.» είπε καθώς τίναζε όσο μπορούσε τους ιστούς από πάνω του, πράγμα δύσκολο γιατί είχαν κολλήσει.

«Το δηλητήριο της αράχνης μπορεί να είναι θανατηφόρο. Έχω κάποιες ικανότητες θεραπείας, άσε με να σε γιατρεύσω στη στιγμή.» του είπε η Άντριελ.

«Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Τυχαίνει να γνωρίζω ένα δυο πράγματα για δηλητήρια. Το δηλητήριο της Σινάθρα ία μπορούσε να είναι θανατηφόρο, όμως το να σκοτώνουν αμέσως τα θύματα τους δεν είναι ο τρόπος τέτοιων πλασμάτων.» είπε ο Ράνταγκαστ. «Όχι, προτιμούν περισσότερο να κρατούν τα γεύματα τους ζωντανά για λίγο χρόνο, όπως ένας αγρότης παλαιώνει το τυρί για να βελτιώσει τη γεύση του, στα αλήθεια. Χρησιμοποίησε δηλητήριο ίσα για να με κρατήσει ήσυχο.»

«Υπήρχε μια ισχυρή δύναμη εδώ και είναι ξεκάθαρη πως ήσουν ο στόχος τους. Γιατί σε κυνηγάει ο εχθρός;» τον ρώτησε ο Έρανταν.

Ο Ράνταγκαστ αναστέναξε και απάντησε:

«Ο Εχθρός ποτέ δεν χρειάζεται ένα λόγο για να σκοτώσει και να καταστρέψει. Όμως αν επρόκειτο να μαντέψω γιατί κυνηγούσαν εμένα συγκεκριμένα, θα έλεγα πως είναι εξαιτίας του ταλέντου μου να συγκεντρώνω και να στέλνω νέα γρήγορα.»

«Αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι σχεδιάζουν επιθέσεις ενάντια στους κοντινούς μας συμμάχους.»

«Αυτά είναι άσχημα νέα για τους Μπέορνινγκς και τα Ξωτικά του δάσους. Ίσως θα έπρεπε να τους ειδοποιήσουμε.» είπε ο Φάριν.

«Ω, δεν χρειάζεται να ανησυχήσετε τους εαυτούς σας με αυτό. Όπως είπα, έχω ένα ταλέντο για τέτοια πράγματα. Θα φροντίσω ώστε οι φίλοι μας να ειδοποιηθούν. Είναι η πράξη καλής γειτονίας εξάλλου.»

«Είχα ακούσει ότι το Δάσος της Σκοτεινιάς ήταν σπίτι για πολλές αράχνες, όμως ποτέ δεν περίμενα αυτό. Υπάρχουν περισσότερες από το είδος της σε αυτό το δάσος;» ρώτησε η Άντριελ.

«Σίγουρα ελπίζω όχι! Αυτή ήταν η Βασίλισσα Αράχνη Σινάθρα. Έχω ακούσει πολλές εκφοβιστικές ιστορίες για αυτήν από τους φίλους μπει ανάμεσα στα πλάσματα του δάσους, αλλά ποτέ πριν δεν είχα την ατυχία να τη συναντήσω.» απάντησε ο Ράνταγκαστ.

«Είμαι αρκετά έκπληκτος να τη βρίσκω εδώ. Από ότι θυμάμαι διατηρούσε το λημέρι της στα βραχώδη όρη κοντά στοπ Ντολ Γκουλντούρ, μακριά στον νότο.»

«Το Ντολ Γκουλντούρ ήταν ένα οχυρό του Εχθρού στο παρελθόν. Τι μπορείς να μας πεις για αυτό;» ρώτησε ο Έτασσαν.

«Είναι ένα απαίσιο μέρος, ένα οχυρό χτισμένο πάνω σε έναν γυμνό λόφο στο νότο του δάσους. Παλιά ο ίδιος ο Σκοτεινός Άρχοντας κατοικούσε εκεί. Οδηγήθηκε εκτός αερικά χρόνια πριν, όμως φαίνεται ότι το κακό έχει επιστρέψει για μία ακόμα φορά στο Ντολ Γκουλντούρ.» απάντησε π ηλικιωμένος Μάγος. «Μπει έχουν πει ότι εκπεσόντα πλάσματα πολλών μορφών είναι συγκεντρωμένα εκεί. Το Ρόσγκομπελ, το σύνηθες σπίτι μου, βρίσκεται τόσο κοντά στο Ντολ Γκουλντούρ και δεν είναι ασφαλές. Έτσι ήρθα εδώ. Έχω υποχωρήσει αρκετές φορές έτσι. Δεν μπορείς ποτέ να είσαι τόσο προετοιμασμένος, όταν ζεις στο Δάσος της σκοτεινιάς με όλα αυτά. Όμως... σας ξέρω;» ρώτησε τότε συγχυσμένος, λες και συνειδητοποιούσε για πρώτη φορά ότι μιλούσε με τρεις άγνωστους σε εκείνον.

«Όχι, Ράνταγκαστ. Όμως γνωρίζεις εμένα.» ακούστηκε η φωνή του Μπέλεραμ ο οποίος μόλις είχε προσγειωθεί μέσα στη σπηλιά και περπάτησε ως το μέρος της συντροφιάς.

«Α! Ο νεαρός Μπέλεραμ, είναι ευχαρίστηση μου που σε βλέπω! Ώστε είσαι μέλος αυτής της μικρής συντροφιάς, επίσης; Είναι ένας αρκετά ανακατεμένος σάκος, στα αλήθεια; Δεν βλέπω Ξωτικά, Νάνους και Ανθρώπους να διασταυρώνονται συχνά, ειδικά στο Δάσος της Σκοτεινιάς... τώρα πρόσθεσε και έναν Αετό επίσης,» είπε ο Ράνταγκαστ γελώντας. «Φαίνεται πως είναι μια αρκετά εξωπραγματική μέρα, αλήθεια, Με όλα όσα συμπεριλαμβάνονται...»

«Χαίρομαι μόνο που ήρθαμε πάνω στην ώρα. Οι φίλοι μου κι εγώ έχουμε μια αποστολή και ήρθαμε αναζητώντας τη βοήθεια σου.» είπε ο Μπέλεραμ.

«Πρέπει να βρούμε τον δράκο Ούργκοστ, ο οποίος κάτοικοί στα Γκρίζα Όρη.» συμπλήρωσε ο Έρανταν.

«Αλλά δεν έχομε πολύ καιρό να ξοδέψουμε ψάχνοντας.» συμπλήρωσε ο Φάριν.

«Μας είπαν ότι θα μπορούσες να μας βοηθήσεις να τον βρούμε.» είπε η Άντριελ.

«Θέλετε να βρείτε έναν δράκο; Ω, είναι στα αληθείς συνετό αυτό;» είπε ο μάγος.

«Συνετό ή όχι, αυτή είναι ία υποστολή μας. Γνωρίζεις που κατοικεί ο δράκος;» τον ρώτησε ο Έρανταν.

«Λοιπόν... είναι δράκος, οπότε θα μπορούσα να πω... τα Γκρίζα Όρη.

«Εμ, ναι... αυτό το ξέρουμε. Όμως ξέρεις που στα Γκρίζα Όρη;» ρώτησε ο Φάριν.

«δεν έχω την παραμικρή ιδέα, αλήθεια.» είπε σκεπτικός.

«Φαίνεται πως μας παραπληροφόρησαν....» είπε ο Έρανταν, έχοντας αρχίσει να χάνει την υπομονή που τον διακατείχε.

«Α, τώρα, όχι τόσο γρήγορα. Μπορεί να μην γνωρίζω που κατοικεί ο Ούργκοστ, αλλά θα μπορούσα κάλλιστα να βρω. Χμ. Όμως θα χρειαζόμουν τη ράβδο μου για αυτό... και εγώ, φαίνεται πως την έχω ξεχάσει κάπου....»



«Βρήκαμε τη ράβδο σου και τη φέραμε μαζί μας. Ήξερα ότι θα την είχες ανάγκη όταν ία σε βρίσκαμε.» του είπε η Άντριελ.

«Α, τέλεια. Εσύ δε είσαι η έξυπνη; Πρακτική σαν αλεπού και στο δικό σου εξοπλισμό, μπορώ να πω. Σου είμαι ευγνώμων.» είπε ο Ράνταγκαστ, κάνοντας τη να κοκκινίσει ελαφρώς από τη φιλοφρόνηση.

Του έδωσε τη ράβδο. Ο Ράνταγκαστ τ σήκωσε στη ένα του χέρι και την κοίταξε με τον ενθουσιασμό ενός παιδιού που βρίσκει ένα χαμένο τι παιχνίδι.


«Ένας από το τάγμα σου, ο Μιθράντιρ, ή Γκάνταλφ αν προτιμάς, μου είναι πολύ γνωστός. Πίστευα ότι εσείς οι δυο θα ήσασταν όμοιοι, όμως... φαίνεστε αρκετά διαφορετικοί.» του είπε ευγενικά τότε η Άντριελ. Και όντως έτσι ήταν ο Γκάνταλφ φάνταζε πιο σοφός και σοβαρός, είχε μια ωριμότητα που συμβάδιζε με τα χρόνια του, ενώ ο Ράνταγκαστ είχε μια σπιρτάδα συνεχώς στα μάτια του, σαν να είχε ακόμα ψυχή παιδιού. Κάποιοι μάλιστα τον χαρακτήριζαν τρελό και αλλοπαρμένο, είχε άκουσε η Κυρά της Γνώσης. Όμως αυτό φυσικά δεν θα ήταν ευγενικό να του το πει κατά πρόσωπο...

«ώστε έτσι; Λοιπόν, δεν μπορεί ένα Ξωτικό να μη μοιάζει σε ένα άλλο κι όμως και τα δυο να ανήκουν στο ίδιο είδος;» της απάντησε έξυπνα εκείνος. «Υποθέτω πως δεν υπάρχει κανένας σαν τον Γκάνταλφ, παρόλο που κάποιες φυρές νιώθω πως θα έπρεπε να είμαι περισσότερο σαν αυτόν...χμ... σε κάθε περίπτωση, σας διαβεβαιώνω πως είμαστε κι οι δυο μάγοι παρά τις διαφορές μας.»

«ο αφέντης μου, ο Έλροντ, έχει μιλήσει για το τάγμα των Μάγων πολλές φορές, κι όμως λίγα γνωρίζω για την καταγωγή σας. Θα μου πεις τι είδους πλάσματα είστε και από που προέρχεστε;

«Αυτό μου απαγορεύεται να το αποκαλύψω. Κάποια πράγματα πρέπει να παραμένουν μυστικό, τουλάχιστον προς το παρόν. Λοιπόν τώρα, ας δούμε τι μπορούμε να βρούμε, έτσι; Οι φίλοι μου μπορεί να ξέρουν ένα ή δυο πράγματα.» είπε ο Ράνταγκαστ και στράφηκε προς την αντίθεση κατεύθυνση. Βγήκε απ' τη σπηλιά και βρέθηκε στο ξέφωτο απ' έξω, που ήταν λίγο χαμηλότερα από το υπόλοιπο δάσος. Οι τρεις φίλοι τον ακολούθησαν απορημένοι. Ρίζες φύτρωναν πάνω από τα κεφάλια τους στα βράχια και πάνω απ' τα πυκνά φύλλα του δέντρων φαινόταν ένα κομμάτι του γκρίζου ουρανού.

Ο Μάγος έβαλε το ένα χέρι στο στόμα του σαν χωνί κι άρχισε να σφυρίζει έναν σκοπό, κάτι σαν τραγούδι κάποιου μελωδικού πουλιού. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα δεκάδες πουλιά του δάσους κατέβηκαν κι άρχισαν να πετούν τριγύρω του σε κυκλικό σχηματισμό, καθώς εκείνος είχε υψώσει τα χέρια του προς τα επάνω με τη χαρά μικρού παιδιού. Οι τρεις φίλοι κοίταξαν ξαφνιασμένοι τη σκηνή και έκαναν να καλύψουν τα πρόσωπα τους με τα χέρια τους, όμως τα πουλιά τους προσπερνούσαν χωρίς να τους πειράξουν και κοιτάχτηκαν μεταξύ τους με έκπληξη.

Τελικά, τα πουλιά υποχώρησαν πάλι προς τα κλαδιά των δέντρων και ο Ράνταγκαστ κοίταξε προς τη συντροφιά με το χαμόγελο να παραμένει στο πρόσωπο του. Ένα μικρό σπουργιτιού τον πλησίασε πεταρίζοντας.

«έχεις νέα για εμένα, μικρούλη;» τον ρώτησε ο Ράνταγκαστ και του άπλωσε το χέρι του, το σπουργίτι κάθισε πάνω στο δάχτυλο του κι άρχισε να κελαηδά

«Α...» είπε ο Μάγος σαν να καταλάβαινε τη γλώσσα του. Οι τρεις φίλοι παρακολουθούσαν τη σκηνή με απορία, ο Φάριν σταύρωσε τα χέρια του έχοντας αρχίσει να χάνει την υπομονή του.

Τι σχέση είχαν άραγε όλα αυτά με τις πληροφορίες που του ζήτησαν; Αυτός ο γέρος ήταν πράγματι τρελός! Σκεφτόταν.

«Κατάλαβα, ναι...» συνέχισε ο Ράνταγκαστ μιλώντας στο πουλάκι.

Εκείνος κελάηδησε λίγο ακόμα κελαρυστά.

«Ω, ναι, όντως... πολύ γενναίο εκ μέρους σου! Μπράβο, φίλε μου.» είπε και το άφησε να πετάξει πάλι ψηλά. Γύρισε και κοίταξε τη συντροφιά.

«Και ορίστε η απάντηση σας!» τους είπε αφήνοντας τους να απορήσουν και να κοιταχτούν ξανά αναμεταξύ τους, ο Φάριν τώρα είχε αρχίσει να νευριάζει.

«Ε... Ίσως θα μπορούσες να εξηγήσεις περαιτέρω για όσους από εμάς δεν μιλάμε τη γλώσσα των σπουργιτιών...» είπε ο Έρανταν και η Άντριελ συγκράτησε ένα γέλιο.

«Ω, δεν μιλάτε; Αρκετά κρίμα, αλήθεια. Είναι αρκετά ευχάριστοι μικροί φίλοι. Πάντα έχουν κάτι ωραίο να πουν...» είπε ο Ράνταγκαστ και γύρισε πάλι κι άρχισε να απομακρύνεται.

Οι τρεις φίλοι τον ακολούθησαν, ο Φάριν κοίταξε δεξιά κι αριστερά τους συντρόφους του κάνοντας χειρονομίες αγανάκτησης και απορίας.

«Λοιπόν τι είχε να πει αυτό εδώ!» είπε τελικά φανερά εκνευρισμένος. Ο Ράνταγκαστ σταμάτησε πάνω από ένα ρυάκι, γονάτισε κι άπλωσε το χέρι του πάνω απ' το νερό.

«Αρκετά, για την ακρίβεια. Ορίστε... αφήστε με να σας δείξω.» Οι φίλοι πλησίασαν κι έσκυψα απορημένοι πάνω απ' το νερό. Μια δίνη άρχισε να εμφανίζεται στην επιφάνεια του, κι έπειτα ένα λευκό φως το οποίο στη συνέχεια μετατράπηκε σε εικόνες, κινούμενες εικόνες για την ακρίβεια, σαν να παρακολουθούσαν ένα μέρος χωρίς οι ίδιοι να βρίσκονται εκεί.

Είδαν το εσωτερικό μιας σπηλιάς και το σπουργίτι που «μίλησε» προηγουμένως με τον Ράνταγκαστ να πετάει μέσα σε αυτήν. Πέτρινες σκάλες ανέβαιναν απότομα προς τα επάνω. Στην κορυφή της βρισκόταν μια σκοτεινή φιγούρα, με μακρύ μανδύα και ένα κράνος το οποίο κάτι τις θύμιζε. Περπατούσε βιαστικά προς την άκρη του βράχου όπου κάτω υπήρχε σκοτάδι, στο βάθος της σπηλιάς. Το σπουργίτι στάθηκε σε ένα βράχο από πάνω του και τότε τον αναγνώρισαν: ήταν ο Άγκανταρ.

«Έχεις σκεφτεί την προσφορά μου;» μίλησε με τη μοχθηρή φωνή του.

Μέσα από το σκοτάδι εμφανίστηκε δυο κίτρινα μάτια με σχιστή κόρη, έπειτα μια σειρά από κοφτερά σαν λεπίδες δόντια και τέλος ολόκληρο το κεφάλι ενός δράκου. Του Ούργκοστ.

«Βαραίνεις με κάτι που δεν κατέχεις, Άνδρα από τον Νότο.» είπε στον Άγκανταρ με φωνή βαριά και ακόμα πιο μοχθηρή από τη δική του.

«Θα έχω την πληρωμή σου αρκετά σύντομα. Σκέψου προσεκτικά προτού πετάξεις αυτή την προσφορά, δράκε. Όσο ισχυρός και αν είσαι, καλά θα έκανες να μην προσβάλλεις τον Αφέντη μου.» του είπε εκείνος. Και τα κρύα γκρίζα, σχεδόν λευκά σαν τον πάγο μάτια του αναμετρήθηκαν με τα κίτρινα του Ούργκοστ. Κοιτάζοντας τον μέσα από τις σχισμές του κράνους του.

«Δεν είπα ότι αρνήθηκα. Μόνο ότι πρώτα πρέπει να αποκτήσεις την αμοιβή μου προτού μπορείς να τη δώσεις.» είπε ο Ούργκοστ.

«Τι επισημότητα! Πηγαίνω τώρα να πάρω την αμοιβή σου, αλλά θα αφήσω πίσω άνδρες να αναμένουν την απάντηση σου. Σκέψου καλά, μα όχι για τόσο πολύ.» είπε ο Άγκανταρ.

«Ο χρόνος μου και οι σκέψεις μου είναι δικά μου για να τα ξοδέψω!» του είπε ο δράκος με θυμό στο βλέμμα, λες και ήταν έτοιμης να πετάξει φωτιά να τον κάψει.

«Για τώρα!» το είπε ο Άγκανταρ χωρίς να τρομοκρατηθεί καθόλου και έκανε μεταβολή και έφυγε ενώ ο Ούργκοστ βυθίστηκε πάλι στο σκοτάδι της σπηλιάς του.

Τότε και το σπουργίτι πέταξε προς τα επάνω και βγήκε απ' τ σπηλιά. Το τοπίο άσπρισε πάλι και έπειτα, η επιφάνεια του νερού επανήλθε και επανάφερε τους τρεις φίλους και τον Ράνταγκαστ στο παρόν.

«ω, ακόμα εδώ; Νόμιζα πως πήγατε να βρείτε ένα δράκο.» είπε ο μάγος μόλις σηκώθηκε, ενώ τόση ώρα φαινόταν πλήρως απορροφημένος από το όραμα που όλοι είδαν.

«Τι μπορείς μα μας πεις για το πλάσμα που αναζητούμε;» των ρώτησε τότε ο Έρανταν.

«Τον δράκο; Χμ, πιστεύω θα ανακαλύψετε πως οι δράκοι έχουν τρία πράγματα κοινά: δύναμη, πονηριά και απληστία. Θα είμαι σοφό να μην υποτιμήσετε τον Ούργκοστ όταν φτάσει σε κάποιο από αυτά.» του απάντησε. «Αλήθεια θα προτιμούσα να μην πηγαίνατε να βρείτε τον δράκο. Φαίνεστε τόσο καλά άτομα...» συμπλήρωσε έπειτα με αληθινή έγνοια.

«Αυτό το δάσος είναι γεμάτο εχθρούς. Είσαι βέβαιος ότι μπορείς να βρεις το δρόμο σου για την ασφάλεια;» τον ρώτησε ο Έρανταν.

Ο Ράνταγκαστ γέλασε κι απάντησε:

«Μην ανησυχείτε τους εαυτούς σας με αυτό. Έχω ζήσει στο Δάσος της Σκοτεινιάς για πάρα πολύ καιρό. Δεν θα πιαστώ στον ύπνο ξανά.»

«Που θα πας από εδώ, Ράνταγκαστ;» τον ρώτησε η Άντριελ.

«Ίσως θα επισκεφθώ τους φίλους μου στο βασίλειο των Ξωτικών ή μπορεί να κάνω μια επίσκεψη από τους φίλους μου που ξερό κατά μήκος των Μπέορνινγκς. Υπάρχει ακόμα και μια πολύ καλή οικογένεια ασβών που θα μπορούσε να με φιλοξενήσει... Θα πρέπει να το σκεφτώ λίγο.»

«Συγνώμη, είπες... ασβοί;» είπε ο Φάριν απορημένος.

«Ναι, όντως. Ω, ξέρω τι σκέφτεστε: Πώς μπορεί κανείς να τα πάει καλά με μια ομάδα γκρινιάρηδων γέρων ασβών; Είναι αλήθεια, δεν είναι τόσο συμπαθείς όσο οι αλεπούδες, αλλά είναι πραγματικά συνεργάσιμοι μόλις τους γνωρίσεις.» Η Άντριελ γέλασε και του είπε:

«Είμαι βέβαιη ότι έχεις δίκιο. Καλή σου τύχη, όπου και αν ταξιδεύεις.» 

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro