Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Έναν τόνο πιο σκοτεινό/ part 2

Το πένθος ήταν βαρύ για την οικογένεια. Παρόλα αυτά η Αφροδίτη ήταν μία κοπέλα δυνατή. Έτσι θυμόταν τον εαυτό της τουλάχιστον ή προσπαθούσε να τον θυμηθεί. Ο Στέφανος ήταν πάντοτε δίπλα της, το ίδιο και η Ανδριανή. Μαζί ήταν οι συντάκτες της εφημερίδας της τάξης τους και η αλήθεια ήταν πως οι λέξεις την βοηθούσαν να ξεχαστεί, την βοηθούσαν να χάνεται στους κόσμους τους. Ο κύριος Τσιριγώτης ήταν ένα τεράστιο στήριγμα για εκείνη, μονάχα που είχε γίνει στόχος χαφιέδων. Έτσι, την ημέρα που σαν τρελή καρτερούσε προκειμένου να συζητήσει μαζί του όλες τις ιδέες της για την εφημερίδα του σχολείου, ο αγαπημένος της καθηγητής ήταν απών. Αρχικά, οι τρεις φίλοι, δηλαδή εκείνη, ο Σάββας και η Ανδριανή, υπέθεσαν πως απλώς είχε αρρωστήσει. Καθώς η ώρα περνούσε και έμειναν μονάχοι τους οι μαθητές στην τάξη, ο διευθυντής τους εισήλθε φουριόζος και τους ζήτησε να σχολάσουν.

«Θα πάω να του μιλήσω !» πρόφερε η Αφροδίτη με πείσμα.

«Μάλλον θα είναι άρρωστος. Ξέρεις πόσο φιλάσθενος είναι έτσι και αλλιώς» απάντησε η Ανδριανή.

«Μονάχα που αυτή τη φορά, δεν πιστεύω πως ευθύνεται η ασθένεια. Γνωρίζεις πως ο Κυριάκος τον έχει ουκ ολίγες φορές αποκαλέσει Κομμουνιστή»γρύλισε η Αφροδίτη.

«Λες να τον συνέλαβαν;» αναρωτήθηκε η φίλη της.

«Θα έρθεις μαζί μου να μάθουμε ή όχι;»

Τίποτε άλλο δεν ειπώθηκε και η Αφροδίτη πλησίασε τον κύριο Μασίνα, χτυπώντας την πόρτα του.

«Περάστε» ακούστηκε μία σχετικά ήρεμη φωνή.

«Καλησπέρα σας» ψέλλισε διστακτικά η κοπέλα «Ήθελα να σας ρωτήσω αν γνωρίζετε τον λόγο που ο δάσκαλός μας, ο κύριος Τσιριγώτης, απουσίαζε σήμερα. Είχαμε ορισμένες εργασίες σχετικά με την εφημερίδα μας και επιθυμούσα την γνώμη του και την έγκρισή του»

Ο διευθυντής ελαφρώς σκοτείνιασε.

«Ο κύριος Τσιριγώτης δυστυχώς, θα απουσιάζει. Τίποτε άλλο δεν δύναμαι να σας πω. Καλή σας συνέχεια»

«Μα, για ποιον λόγο;» ξαφνικά ένιωσε την ανάγκη να φωνάξει εκείνη.

«Δεσποινίς, αρκετά! Πηγαίνετε σας παρακαλώ» Η Ανδριανή την άρπαξε ευθύς από το μπράτσο και την τράβηξε έξω .

«Νομίζω πως ήταν περιττό να επιμείνεις τόσο. Εξάλλου, σύντομα θα διαδοθεί στο σχολείο το νέο»

Η Αφροδίτη ξεφύσησε. Είχε μάλλον συλληφθεί, μα το νέο δεν άργησε να διαδοθεί από μόνο του. Τότε,ένιωσε πως με διάφορους τρόπους, η μοίρα της στερούσε τα στηρίγματά της, την απομόνωνε από τον κόσμο. Ο συγκεκριμένος καθηγητής ήταν ένας φωτισμένος άνθρωπος, αλλά μάλλον γι' αυτό είχε βρει τελικά τον μπελά του. Θα έτρεχε να το πει στον πατέρα και τον θείο της. Οι Βουρλιώτες δεν θα το άφηναν να περάσει έτσι αυτό και διόλου άδικο δεν είχε μιας που σε κλάσματα, οι γονείς των παιδιών ξεσηκώθηκαν και άρχισαν να τρέχουν στα κόμματά τους. Ο αγώνας ο κοινός όμως τους ένωσε ασχέτως ιδεολογίας. Βρέθηκαν λοιπόν να διαμαρτύρονται σε νομάρχες, σε Υπουργεία και η Αφροδίτη με τον Στέφανο και την υπόλοιπη παρέα πλην του Κυριάκου, βρέθηκαν να διαδηλώνουν πλάι στους μεγάλους. Η αίσθηση της διεκδίκησης του δικαίου ήταν κάτι που τους φούσκωνε από περηφάνια. Ενωμένοι με τους γονείς τους διεκδικούσαν πίσω τον δάσκαλό τους με κάθε κόστος, ενώ ταυτόχρονα άπαντες αναζητούσαν τον χαφιέ που τον είχε αποκαλέσει κομμουνιστή, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στη σύλληψη.

Συγκεντρωμένοι στη Δεξαμενή, η οποία λόγω άνοιξης πλέον ήταν γεμάτη λουλούδια, Ο Ιωσήφ με τον Στέφανο συζητούσαν για την περίπτωση του Κυριάκου.

«Όσο και να μην θέλουμε να το δεχτούμε, ο άνθρωπος φωνάζει από μακριά πως είναι τραμπούκος» ξεκίνησε να τον φορτίζει ο Ιωσήφ.

«Και αν σκεφτείς πως μέχρι και χθες τον κάναμε παρέα, θεωρώντας τον κομμάτι δικό μας, τη στιγμή που εκείνος ακόμη και τον Σάββα τον κοιτάζει με μισό μάτι» τα μάτια του Στέφανου γυάλιζαν επικίνδυνα. Δεν το σκέφτηκαν πολύ, ευθύς έφτασαν έξω από το σπίτι του, χτυπώντας την πόρτα με λύσσα.

«Άνοιξέ μας αυτή τη στιγμή! Ξέρουμε πολύ καλά ποιος ευθύνεται για την σύλληψη του κυρίου Τσιριγώτη» η βροντερή φωνή του Ιωσήφ δεν άφησε κανένα περιθώριο και η πόρτα υποχώρησε. Στο κατώφλι φάνηκε ο πατέρας με βλοσυρό βλέμμα και πίσω του ο Κυριάκος.

«Τι συμβαίνει; Γιατί ξεφωνίζετε σαν τους αλήτες;»

«Εσείς προδώσατε τον δάσκαλό μας, έτσι δεν είναι;» ο Στέφανος ήταν σίγουρος.

«Τι είναι αυτά που λέτε; Ο γιος μου ήταν απλώς αδιάθετος και αυτός είναι ο λόγος που δεν εμφανιστήκαμε...»

«Ο γιος σου είναι μία χαρά, απλώς από σήμερα δεν ανήκει στην παρέα μας. Επίσης, κάνε ό,τι είναι να κάνεις, γιατί αν αποφασίσουν οι Μικρασιάτες να ξεσηκωθούν, δεν σε σώζει τίποτε. Αν μας φέρεις πίσω τον κύριο Τσιριγώτη, το θέμα για την ώρα θα κλείσει εδώ»

«Είστε εγκληματίες...» μούγκρισε ο Κυριάκος.

«Εμείς, είμαστε Έλληνες και όχι χαφιέδες και ρατσιστές!» του φώναξε ξανά ο Στέφανος.

«Τούρκοι είστε!» τους έφτυσε ο Κυριάκος και ο Ιωσήφ ετοιμάστηκε να επιτεθεί, όταν εμφανίστηκαν τα κορίτσια της παρέας μαζί με τον Σάββα. Ήξεραν πολύ καλά ποια θα ήταν η κίνησή τους η επόμενη και δίχως να χάσουν χρόνο, είχαν βρεθεί στο σωστό σημείο, τη σωστή στιγμή.

«Αρκετά τώρα!» πάλεψε να τους συγκρατήσει ο Σάββας και έτσι εν μέρει το γεγονός έληξε αναίμακτα. Μπορεί ο πατέρας του Κυριάκου να κράτησε τον λόγο του, ωστόσο το γεγονός μαθεύτηκε στην οικογένεια της Αφροδίτης, με αποτέλεσμα το επόμενο απόγευμα, ο Στέφανος να βρίσκεται καθισμένος στον καναπέ της δίκης του σπιτιού του. Ο Σοφοκλής πηγαινοερχόταν μπροστά του νευρικά, δίπλα του η μητέρα του έπινε αμίλητη έναν καφέ και πίσω τους, στο βάθος του καμβά, ο θείος του.

«Δεν είπε ποτέ και κανείς πως δεν ήταν άδικο αυτό που συνέβη στον δάσκαλό σας, ωστόσο σου είπε κάποιος πως έχεις το δικαίωμα να συμπεριφέρεσαι έτσι; Να εισβάλεις σχεδόν σε ξένα σπίτια και να μιλάς σαν τον χειρότερο αλήτη; Έτσι σε μάθαμε εμείς;» ξεκίνησε τον πρώτο γύρο συμμόρφωσης ο Σοφοκλής, με τον Στέφανο να τον κοιτάζει άνευρα για να συγκρούεται στο τέλος με το πλάγιο βλέμμα της μητέρας του που σιωπηλά συμφωνούσε με τον πατέρα του «Άκουσε να δεις. Τα πράγματα έχουν ξεκινήσει και δεν πάνε πολύ καλά. Ορισμένοι καλοθελητές, καλή ώρα και η οικογένεια του πρώην φίλου σας, έχουν τα μάτια τους ανοιχτά και οι παρεξηγήσεις μπορούν να γίνουν πολύ εύκολα. Εμείς ποτέ μας δεν ασχοληθήκαμε με τα πολιτικά, μήτε μας ενοχλούν τα πιστεύω των άλλων. Τέτοιες συμπεριφορές είναι απαράδεκτες! Είσαι μόνο δεκαέξι χρονών!»

«Μα, ήταν άδικο! Ήξερα πως εκείνοι ευθύνονται και επίσης, ο Κυριάκος έχει κάνει ουκ ολίγες φορές τον Σάββα να αισθανθεί άβολα. Ούτε εγώ λοιπόν σηκώνω αλητείες στην παρέα μου και αυτοί έπρεπε να πάρουν ένα μάθημα!»

Είδε τότε τον Σοφοκλή να κοκκινίζει, ενώ εκείνη τη στιγμή ο Παύλος επενέβη,καθώς αν τον άφηνε ελεύθερο το μόνο σίγουρο ήταν πως θα έφτανε στο σημείο να χειροδικήσει.

«Στέφανε, ο πατέρας σου δεν έχει άδικο. Μπορείτε ασφαλώς να διεκδικείτε τα δικαιώματά σας, ωστόσο δεν χρειάζεται να φτάνετε σε ακρότητες και αυτό που συνέβη, ήταν ακρότητα»

«Για σήμερα να τις ξεχάσεις τις βόλτες, κυρίως με το φιλαράκι σου τον Ιωσήφ. Αυτό το παιδί, ο Σάββας, είναι πολύ ήσυχο και καλό. Διαμαρτυρήθηκε εμφανώς για τον δάσκαλό του, αλλά με μέτρο! Τώρα πήγαινε μέσα στο δωμάτιό σου και άφησέ μας να ηρεμήσουμε» τον αποπήρε ο πατέρας του και εκείνος με σκυμμένο κεφάλι αποχώρησε για να μείνει έπειτα να κοιτάζει αμίλητος τη γειτονιά μέσα από το παράθυρό του. Το ίδιο φυσικά έκανε και η Αφροδίτη, η οποία είχε δειλά γεμίσει με μία αδιευκρίνιστη χαρά, εξαιτίας της πρώτης τους επαναστατικής κίνησης, να διεκδικήσουν την διδασκαλία του κύριου Τσιριγώτη. Τότε, οι επαναστάσεις έμοιαζαν σχετικά ακίνδυνες σε σχέση με τα όσα θα ακολουθούσαν. Ο ίδιος ο κόσμος δεν είχε λερωθεί στα μάτια της, δεν είχε γίνει κάτι μιαρό, ένα βαθύ τραύμα. Υπήρχαν ακόμη γύρω της ηλιαχτίδες, αχνοφαινόταν η ελπίδα ακόμη και τις πιο βαριά συννεφιασμένες μέρες. Κοίταξε το μικρό σημειωματάριο που κρατούσε και αισθάνθηκε την ανάγκη να γράψει, αποτυπώνοντας τις σκέψεις της.

΄΄Αγαπημένη μου Ανδριανή΄΄

Όταν θαρρείς πως δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, οι μικρές ή οι μεγάλες επαναστάσεις είναι εκείνες που με κόπο και κινδύνους, θα σου ανοίξουν το μικρό πορτάκι της ελπίδας. Γνωρίζεις πως είσαι ένα από τα μεγαλύτερα στηρίγματά μου στη ζωή, τώρα που έχασα εκείνη. Η λέξη ΄΄μαμά΄΄ δεν θα βγει ποτέ ξανά από τα χείλη μου. Κάθε φορά που το σκέφτομαι, με πονά ολοένα και περισσότερο, ωστόσο δεν υπάρχει τίποτε που θα μπορούσα να κάνω για να την φέρω πίσω. Ορισμένες φορές νιώθω πως πρέπει να την διεκδικήσω από Eκείνον. Ξέρω όμως πως για να όρισε έτσι την μοίρα, τότε κάτι παραπάνω θα ήξερε, ποιος ξέρει; Οι επαναστάσεις λοιπόν...έχουν ωραία γεύση δεν συμφωνείς; Έχουν μία μυρωδιά από τα νιάτα μας, κρύβουν μέσα τους την ελπίδα΄΄

Βερολίνο 1936

Καθόταν τώρα στο παράθυρο μελαγχολικός. Μέσα σε τρία χρόνια είχαν αλλάξει πολλά πράγματα, όπως ήταν η τοποθέτηση της χιτλερικής σημαίας, ακριβώς από κάτω του, δυσκολεύοντάς του την έξοδο. Πλέον η είσοδος στο εβραϊκό ορφανοτροφείο του είχε απαγορευτεί. Ένας τοίχος είχε σηκωθεί ανάμεσα σε εκείνον και τον καλύτερό του φίλο που τον χαιρετούσε μέσα από το τζάμι. Στα δεκατέσσερα, ήταν ένα όμορφο νεαρό αγόρι με καστανά μαλλιά και έντονα κυανά μάτια. Ο Κάσπαρ, ο κολλητός του φίλος, ήταν ολόξανθος, σωστός Αρείος όπως θα τον αποκαλούσαν. Μάλιστα, σήμερα θα πραγματοποιούνταν μία επίσκεψη από μέλη των Ες-Ες, προκειμένου να εξεταστούν οι φάκελοι και τα χαρακτηριστικά των παιδιών, ώστε να δοθούν σε γερμανικές οικογένειες, όσοι πληρούσαν τις προϋποθέσεις. Ξαφνικά, ορισμένα παιδιά έμοιαζε σαν να μην χωρούσαν πουθενά και ειδικά ο Μπρεχτ, ο οποίος είχε μία ιδιομορφία για τα γερμανικά δεδομένα. Η μία του παλάμη δεν ήταν σωστά σχηματισμένη, αλλά ατελής. Τα δάχτυλά του έμοιαζαν μικρότερα από το φυσιολογικό, κοινώς είχε μία μορφή αναπηρίας στα μάτια των Ναζί.

Ο Φίλιμπερτ θυμόταν καθαρά το βράδυ της 30ης Ιανουαρίου του 1933, όταν εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες συνέρρεαν στην πόλη γύρω από τα ένστολα μέλη του κόμματος, παρελαύνοντας στην Πύλη του Βρανδεμβούργου. Όντας μικρός τότε, είχε εντυπωσιαστεί από τις παρελάσεις, από τα νιάτα και την ΄΄δύναμη΄΄ που βρυχάτο στα σπλάχνα αυτής της νέας Γερμανίας. Τα Heil και τα Hoch, ακούγονταν συχνά και οι χορωδίες τραγουδούσαν τον ναζιστικό ύμνο, το τραγούδι του Horst Wessel. Ήταν εντυπωσιακό και το δίχως άλλο, ο φίλος του ο Κάσπαρ του είχε ψιθυρίσει τότε, πως αυτή ήταν η ευκαιρία που πάντα ονειρευόταν. Η ευκαιρία του να ανήκει κάπου, σε μία λαϊκή κοινότητα δεμένη και παραδομένη σε μία αόρατη πλεκτάνη ενός σατανικού ιδεώδους. Μονάχα που αυτό το ιδεώδες, τυλιγμένο με το στεφάνι της λάμψης, έκλεινε με θράσος το μάτι στα αγόρια αυτά που είχαν την ανάγκη να νιώσουν δυνατά και επιθυμητά, όταν η ίδια τους η οικογένεια τα είχε απορρίψει. Για κάποιον λόγο όμως, ο Γιάεν, ο Εβραίος φίλος του Φίλιμπερτ, όσο τα χρόνια περνούσαν, τόσο έμοιαζε με παραφωνία σε ένα Κράτος που δεν τον αποδεχόταν. Δεν χαιρετούσε ναζιστικά και φυσικά τον Φίλιμπερτ διόλου δεν τον απασχολούσε, αφού και εκείνος προτιμούσε δίχως αμφιβολία τον αιώνιο χαιρετισμό του ΄΄gutten tag΄΄ Στο σήμερα, ο διευθυντής είχε καλέσει όλα τα αγόρια, τα οποία τα είχαν περιποιηθεί όσο αυτό ήταν δυνατό, προκειμένου τα στελέχη των Ες-Ες να τα εξετάσουν, να διεισδύσουν στο παρελθόν τους και έπειτα, αν όλα ήταν καλά, να δίνονταν σε γερμανικές οικογένειες.

«Λες να μας επιλέξει κάποιος καλόκαρδος;» ρώτησε ψιθυριστά ο Φιλ τον Κάσπαρ, ο οποίος από το πρωί ήταν άφαντος, ενώ τώρα που επιτέλους είχε εμφανιστεί, έμοιαζε πιο χλωμός από ποτέ. Η παρουσία των επιβλητικών ένστολων, προκάλεσε δέος στα παιδιά, ιδιαίτερα σε όσα χαμογελούσαν, λες και έβλεπαν μπροστά τους τους μελλοντικούς συνοδοιπόρους τους στο έγκλημα.

«Χάιλ Χίτλερ!» ακούστηκε από τον έναν ένστολο και όλοι οι εργαζόμενοι στο ίδρυμα ανταποκρίθηκαν με τον ίδιο τρόπο «Ερχόμαστε σήμερα σε εσάς, καθώς η  χώρα και ο φύρερ δεν κάνουν εξαιρέσεις για κανέναν Αρείο πολίτη. Είστε κρυφά διαμάντια, τα οποία με την κατάλληλη προσοχή και περιποίηση θα λάμψετε. Πλέον οικογένειά σας, είναι η Γερμανία, η οποία σας υπολογίζει και σας έχει ανάγκη. Τα ονόματα που θα ακουστούν, θα μας ακολουθήσουν στην διπλανή αίθουσα. Έχουμε πολύ καλά νέα για εκείνους»

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro