Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Μία νύχτα δίχως Μάσκες/ part2

KOΛΑΣΗ

Καθώς βρισκόταν στον πέτρινο θρόνο επάνω, μία λάμψη σαν άστρο που ξεστράτισε από το ουράνιο στερέωμα, διέσχισε τη σκοτεινή γη, με προορισμό τα λημέρια των Ταρτάρων. Ο Εωσφόρος αναδεύτηκε στη θέση του και ξεφύσησε αγανακτισμένα. Κάτι τέτοια λεπτά ζητήματα, μπορούσε μονάχα ο αδερφός του ο Μιχαήλ να τα χειριστεί. Οι δυο τους επικοινωνούσαν άψογα. Σχεδόν μέσα από τις σκέψεις. Καθώς όμως η κατάβαση του Αρχαγγέλου στα κολασμένα λημέρια ήταν δύσκολη και επίπονη,  αποφάσισαν να συναντηθούν κάπου στη μέση.

«Τον είδες;» μούγκρισε ο Εωσφόρος «Σαν χαρωπό πεφταστέρι διέσχισε την Κόλαση ταράζοντάς με, δίνοντας παράλληλα και ελπίδα στους κολασμένους για ανάσταση των ψυχών και τυχόν δεύτερες ευκαιρίες»

«Το περίμενα πως θα καταλήξει έτσι. Αυτή η διορατικότητά μου δεν πέφτει ποτέ έξω. Ωστόσο αδερφέ, έχει έρθει η ώρα να αναμετρηθείς με το παρελθόν και αυτό σημαίνει, να συναντήσεις επιτέλους τον Ο Λάντερν, που πηγαινοέρχεται στον τόπο τα λησμονιάς, στα σύνορα με την Κόλαση»

Στο άκουσμα αυτό, ο Εωσφόρος έκλεισε τα μάτια του, για να τα ανοίξει σχεδόν αλλήθωρα από τον εκνευρισμό.

«Μου ζητάς στην ψύχρα διαπραγμάτευση;» τον ρώτησε.

«Σου ζητώ άρση της Κατάρας» πρόφερε ο Μιχαήλ.

«Υπό προϋποθέσεις. Αν ο Λάντερν δεν είναι ικανός να σώσει τα αποκαϊδια της ψυχής του, πολύ φοβάμαι πως ο Τζακ θα χαθεί για πάντα»

«Εγώ του πρόσφερα εκείνη τη τελευταία στιγμή» είπε ο Μιχαήλ σκυθρωπά. «Η Έσπερ είναι άρρωστη, η ψυχή της έφευγε εκείνη τη στιγμή, μα ο Τζακ δεν το συνειδητοποίησε. Οι ψυχές όμως, όταν είναι καθαρές και οδεύουν στον Παράδεισο, παίρνουν την μορφή της καλοσύνης και λαμπρότητάς τους. Έτσι η Έσπερ, πήρε εκείνη της όμορφης κοπέλας που υπήρξε στα νιάτα της, της κοπέλας που είχε αγαπήσει ο Τζακ. Αυτό τουλάχιστον δεν μπορούσα να τους το στερήσω. Γνωρίζοντας τους κανόνες της Κόλασης, σε παρακαλώ να δράσεις δίκαια. Ήσουν ο πρώτος και πιο ισχυρός Αρχάγγελος του Πατέρα, δεν μπορεί να χάθηκαν όλα στη διαδρομή» ήταν και η τελευταία του κουβέντα, όταν ο Εωσφόρος είδε την λάμψη του να εξαφανίζεται. Μπροστά στα μάτια του, η αιώνια σκιά της κολοκύθας, με το μισολιωμένο της φανάρι, να τριγυρίζει κατάκοπη πια από τους αιώνες, φάνηκε στον ορίζοντα και η τρομακτική φιγούρα του,  κινήθηκε προς το μέρος της, όχι πια με την ανθρώπινη μορφή που είχε όταν ο Λάντερν πάλεψε να τον ξεγελάσει, αλλά με την μεγαλοπρέπεια του Άρχοντα του Σκότους. Η εβένινη φιγούρα του υψώθηκε τρομακτικά πάνω από το κεφάλι του τσιγγούνη Τζακ, ο οποίος σταμάτησε επιτέλους τη θλιβερή του, αέναη πορεία στο πουθενά.

«Επιτέλους!» αναφώνησε. «Κάποιος με άκουσε»

«Βασικά σε είδε και τον είχες ζαλίσει με τα άσκοπα πέρα δώθε. Αυτή τη φορά, τους όρους θα τους θέσω εγώ, δίχως την παραμικρή διαπραγμάτευση. Εξαιτίας του άσωτου παρελθόντος σου, δημιουργήθηκε αυτή η διάσταση. Βρες τρόπο, οποιονδήποτε, να εξαγνίσεις την ψυχή σου. Δεν θα σου δώσω οδηγίες, μονάχα να γνωρίζεις, πως αν οι πράξεις σου πηγάζουν στ' αλήθεια από την αρετή, τότε και μόνο τότε, θα σώσεις το τομάρι σου»

Τα κυανά του μάτια έλαμψαν και ο τσιγγούνης Τζακ είδε μέσα τους να καθρεπτίζεται η Κόλαση και ο Παράδεισος. Ήξερε πολύ καλά, πως και οι δύο πλευρές τον έκριναν. Είχε περάσει αιωνιότητες να πλανιέται με ένα φανάρι στο χέρι, ίσως την μόνη πηγή φωτός της ζωής του. Κάποια στιγμή ο άνθρωπος μαθαίνει, ειδικά από την ώρα που διαπιστώνει πως η αιώνια ζωή του κρίνεται πλέον από τις πράξεις του. Το Χάλογουιν, μία γιορτή βασισμένη στα έθιμα των Κελτών, οι οποίοι πίστευαν πως εκείνη την μέρα, οι νεκροί περπατούσαν ανάμεσα στους ζωντανούς, είχε για τον Τζακ τον συμβολισμό της έγκλειστης ψυχής, της παγιδευμένης ψυχής. Η σκαλισμένη κολοκύθα και η τοποθέτηση του κεριού στο εσωτερικό της, είχε διττή σημασία. Από την μία να ξορκίσει τα κακά πνεύματα και από την άλλη να φανερώσει την εγκλωβισμένη ψυχή, που βρισκόταν στο καθαρτήριο ή περιφερόταν άσκοπα δίχως δυνατότητα ανάπαυσης. Όπως και η δική του.

Θυμόταν λοιπόν. Αρκετά χρόνια πριν, το περιστατικό του ξανθού Τζακ, του αγοριού με το βίαιο οικογενειακό περιβάλλον. Καθώς ήταν κανόνας να μην γίνει αντιληπτός ως νεκρός, από την πλευρά των ζωντανών και καθώς ο συγκεκριμένος ήταν καταραμένος, όφειλε να κυκλοφορεί με αυτήν την τερατώδη όψη της κολοκύθας. Κοίταξε ξανά τον Εωσφόρο, που σαν άλλη σκιά, ακίνητος, ασάλευτος, στεκόταν μπροστά του καρτερώντας.

«Θέλω μία χάρη» ακούστηκε η φωνή του Τζακ Ο Λάντερν»

«Με εκπλήσσει το θράσος σου και δεν θα πω ευχάριστα. Ρίξτο» του είπε.

«Θα ήθελα, μονάχα για δύο ώρες, να μου δώσεις πίσω τη μορφή που είχα πριν πεθάνω. Αν μπορώ να κάνω κάτι, τότε αυτή η χάρη θα με βοηθούσε στο σκοπό μου» τελείωσε και ο Εωσφόρος φάνηκε να το σκέφτεται.

«Καλώς, αλλά ούτε ώρα παραπάνω»

Λάμψη τον τύλιξε και ένιωσε το βάρος της κολοκύθας να υποχωρεί. Τα μακριά εβένινα μαλλιά του, πήραν τη θέση αυτής της φρικτής μάσκας. Ο Εωσφόρος εξαφανίστηκε και βροχή δυνατή όργωσε τους ουρανούς. Ξημέρωνε η αληθινή μέρα του Χάλογουιν και ο ξανθός Τζακ είχε θυσιάσει την ύπαρξή του, για μία στιγμή αγάπης στη ζωή του. Ένα συναίσθημα που μάταια γύρευε να βιώσει στον κόσμο, καθώς στην οικογένειά του επικρατούσε η βία και η γειτονιά τον εκτιμούσε μεν, μα τον φοβόταν δε εξαιτίας της αγάπης του στο χρώμα του εβένου. Τι του είχε απομείνει; Η Έσπερ. Για εκείνη λοιπόν, τα θυσίασε όλα και ξαφνικά ο τσιγγούνης Τζακ κατάλαβε, ποιο ήταν το αληθινό χρυσάφι στη ζωή. Έχοντας ζήσει στο ενδιάμεσο, ως πνεύμα καταραμένο να πλανιέται άσκοπα, πλέον αντιλαμβανόταν πως η αληθινή, η ουσιώδης ανθρώπινη επαφή, άξιζε όσο χίλιες ζωές σε αυτόν και στον άλλο κόσμο. Ήξερε την ιστορία του Εωσφόρου. *Του μαύρου Αγγέλου που κάποτε θυσίασε την ύπαρξή του για την αγάπη μίας γυναίκας. Για τον ίδιο ο χρόνος είχε τελειώσει. Είχε πεθάνει και ο κόσμος τον θυμόταν μέσω εκείνου του φρικτού εθίμου της κολοκύθας. Αν υπήρχε λοιπόν ένας τρόπος, να μπορεί έστω να πλαγιάσει ακόμη και στα αναμμένα κάρβουνα της Κολάσεως, μόνος του, τότε άξιζε τον κόπο.

Από μακριά είδε την πομπή να ετοιμάζεται. Οι ψυχές του ενδιάμεσου είχαν ντυθεί και ξεκινούσαν τον δρόμο τους για τον κόσμο των ζωντανών. Μπροστά τους, ο Τζακ με ένα φανάρι τους οδηγούσε, μονάχα που από μέσα του έλειπε πλέον η ζωή.

--------------------------------

Ο θάνατος της Έσπερ, είχε στοιχίσει απίστευτα στην Σόνια. Τα αίτια ήταν απλώς η προχωρημένη της ηλικία, μα εκείνοι που την βρήκαν το πρωί, αντίκρισαν στο πρόσωπό της ένα τεράστιο χαμόγελο. Ο κύκλος της είχε κλείσει, μα εκεί ήταν ευτυχισμένη. Απόψε, το σχολείο της για τους τελειόφοιτους, οργάνωνε ένα μεγάλο πάρτι. Από το πρωί η Σόνια βρισκόταν στο δωμάτιό της μαζί με την καλύτερη φίλης της και σκέφτονταν τι στολή θα έπρεπε να διαλέξουν. Η Κέλλυ είχε αδυναμία στα βαμπίρ και πάσχιζε να ζωγραφίσει αδέξια το αίμα στα χείλη της. Η Σόνια, κατευθύνθηκε προς ένα ξύλινο μπαούλο, όπου μέσα φυλούσε τα αναμνηστικά της ζωής. Εκεί ακριβώς βρισκόταν και η στολή της παιδικής της ηλικίας, καθώς ποτέ ξανά δεν είχε δεχτεί να ντυθεί ή να πραγματοποιήσει κάποιο από τα έθιμα που Χάλογουιν. Καθώς όμως βαθιά μέσα της, είχε αρχίσει να πιστεύει πως τίποτε δεν θα άλλαζε, δέχτηκε έπειτα από πολλά παρακάλια της Κέλλυ, να ντυθεί φέτος τον αγαπημένο της τρομακτικό χαρακτήρα. Εκείνον της μάγισσας. Όπως τότε. Το σχολείο θα τους υποδεχόταν το βράδυ και ο χορός θα διαρκούσε μέχρι το πρωί. Ο Άντριου ανησυχούσε για εκείνη. Στους γονείς του όμως, απέφευγε να λέει πολλά για να μην κάνει τα πράγματα χειρότερα. Απόψε ωστόσο, είχε πάρει μία ανάσα, καθώς έβλεπε την μικρή του αδερφή, έτοιμη να βγει ξανά εκεί έξω και ας ήταν η καταραμένη βραδιά.

Όταν και οι δύο κοπέλες ετοιμάστηκαν, η Σόνια κοίταξε ξανά τον εαυτό της στον καθρέπτη. Δίχως αμφιβολία, ήταν μία ιδιαίτερα εντυπωσιακή παρουσία. Απόψε, ήταν αποφασισμένη να χορέψει και να περάσει καλά. Η υπέροχη στολή της μάγισσας, πρόσδιδε μία σκιώδη λάμψη στην ήδη εντυπωσιακή της παρουσία.

«Έτοιμη;» άκουσε τη φωνή της φίλης της.

«Φυσικά»

Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro