Chào các bạn! Vì nhiều lý do từ nay Truyen2U chính thức đổi tên là Truyen247.Pro. Mong các bạn tiếp tục ủng hộ truy cập tên miền mới này nhé! Mãi yêu... ♥

Πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένη

~ ΕΠΟΜΕΝΟ ΠΡΩΙ ~ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ, 14 ΜΑΪΟΥ 2010 ~

~ ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ ~

~ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ ΤΟΥ ΑΡΗ & ΤΗΣ ΣΕΛΗΝΗΣ ~

Ο Άρης και η Σελήνη κοιμούνται με τον δικό τους μοναδικό τρόπο, εκείνη χωμένη στην αγκαλιά του κι εκείνος τυλιγμένος γύρω της. Μερικές φορές, κι αυτοί οι ίδιοι αναρωτιούνται πώς μπορούν και κοιμούνται μ' αυτόν τον τρόπο. Ξαφνικά, το κινητό του Άρη αρχίζει να χτυπάει με τον αγαπημένο του γνώριμο ήχο κλήσης που δηλώνει ότι αυτός πεινάει σαν λύκος.

Παραδόξως, αυτή που ξυπνάει είναι η Σελήνη. Είναι η πρώτη φορά που της συμβαίνει κάτι τέτοιο, αλλά ίσως το σύμπαν θέλησε αυτή να δεχτεί το συγκεκριμένο τηλεφώνημα. Έτσι, αυτή απλώνει το χέρι και πιάνει το τηλέφωνο. Τα μάτια της ανοίγουν διάπλατα όταν βλέπει το όνομα στην οθόνη. Χωρίς να το σκεφτεί, πατάει το κουμπί της απάντησης και βάζει το τηλέφωνο στ' αυτί της.

«Εμπρός;»

Η φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής είναι βαριά και κουρασμένη. Μια φωνή που είναι τρομακτική, αλλά και γεμάτη πόνο.

«Καλή σου μέρα, Λύκαινα»

«Καλημέρα, Χασάπη»

«Απ' ότι φαίνεται, ο Λύκος δεν σου κρατάει κανένα μυστικό, ε;»

«Ναι, μου τα λέει όλα»

«Μπράβο του! Αυτό είναι το σωστό»

«Τι μπορώ να κάνω για σένα;»

«Να μου δώσεις τον Άρη. Πρέπει να του μιλήσω για κάτι σημαντικό»

«Κοιμάται, αλλά αν θέλεις μπορώ να τον ξυπνήσω»

«Θα το ήθελα»

«Εντάξει. Δώσε μου ένα λεπτό, και Ανδρέα ...;»

«Τι;»

«Σ' ευχαριστώ για όλα όσα έκανες για μένα»

«Εγώ πρέπει να σ' ευχαριστήσω, κοριτσάκι, που μου έδωσες την ευκαιρία να εξιλεωθώ»

«Δεν σε ξέρω προσωπικά, κι όμως νιώθω ότι είσαι καλός άνθρωπος παρά τα όσα έχεις κάνει»

«Όχι, κοριτσάκι. Είμαι ένας δολοφόνος, αλλά ξέρω τον πόνο της απώλειας και δεν ήθελα να τον νιώσει ο Άρης. Τον αγαπάω τον αλήτη»

«Γι' αυτό τον έκανες μαθητή σου;»

«Στο είπε κι αυτό, ε;»

«Στο είπα ότι μου τα λέει όλα»

«Είσαι κελεπούρι, κοριτσάκι. Ο μπαγάσας ο Λύκος είναι πολύ τυχερός»

«Χάρηκα που σου μίλησα, Χασάπη»

«Κι εγώ το ίδιο, Λύκαινα»

Αυτή καλύπτει τ' ακουστικό του τηλεφώνου με το χέρι της και σκύβει πάνω απ' τον Άρη.

«Άρη, μωρό μου, ξύπνα. Σε ζητάνε στο τηλέφωνο»

Αυτός ανοίγει μόνο το ένα μάτι.

«Όποιος διάολος κι αν είναι χειρίσου τον εσύ»

«Είναι ο Ανδρέας»

«Ο Χασάπης;»

«Ναι και λέει ότι είναι σημαντικό»

«Γαμώτο!»

Αυτός ανασηκώνεται κι ακουμπάει πίσω στο κεφαλάρι.

«Δώσε μου το τηλέφωνο»

«Δώσε μου ένα φιλί πρώτα»

«Θα σου δώσω πολλά αργότερα. Τώρα δώσε μου το τηλέφωνο»

«Φιλί πρώτα»

«Γαμώ το πείσμα σου! Έλα δω!»

Αυτή πηδάει πάνω του και πιέζει το στόμα της στο δικό του, ρίχνοντας το τηλέφωνο στο στρώμα ανάμεσα στα μαξιλάρια. Όπως κάθε φορά, ένα απλό φιλί αρκεί για να πυροδοτήσει μια έκρηξη μεταξύ τους και έτσι, ξεχνώντας εντελώς το τηλέφωνο, αρχίζουν να χαμουρεύονται, αναστενάζοντας. Όταν αυτός κάνει ν' αλλάξει θέση και να την βάλει από κάτω, το χέρι του αγγίζει το τηλέφωνο.

«Γαμώτο! Γατούλα, σταμάτα!»

«Τι; Γιατί; Έλα, Αφέντη μου. Η μικρή σου Γατούλα θέλει το πρωινό της»

«Το τηλέφωνο, Σελήνη! Η γραμμή είναι ακόμα ανοιχτή, διάολε!»

«Γαμώτο! Ο Χασάπης. Τον ξέχασα τελείως!»

«Δεν το πιστεύω!»

Αυτός πιάνει το τηλέφωνο και ψιθυρίζει.

«Σε παρακαλώ, Θεέ μου! Κάνε να μην έχει ακούσει τίποτα!»

Αυτός βάζει το τηλέφωνο στ' αυτί του.

«Ανδρέα, είσαι ακόμα εκεί; Σε παρακαλώ, πες μου ότι δεν είσαι!»

Αυτός κλείνει τα μάτια καθώς ακούει το γέλιο του Ανδρέα.

«Ω, ναι! Ακόμα εδώ είμαι, ρε βρωμόσκυλο»

Αυτός την αγριοκοιτάζει κι εκείνη γελάει.

«Συγγνώμη γι' αυτό, Χασάπη. Η γυναίκα μου παρασύρεται μερικές φορές»

«Μην το αναφέρεις καν. Δεν μιλάς σε κάναν άγιο. Ξέρω πώς πάει αυτό»

«Τέλος πάντων! Πες μου γιατί με πήρες»

«Βρήκα το Πτώμα»

«Αλήθεια; Φανταστικά! Και τι έγινε με τον προδότη; Σου είπε ποιος βοήθησε τη σκύλα με το όπλο να μπει στον κήπο;»

«Δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς»

«Ήταν απ' τους άντρες μου;»

«Όχι. Ήταν δικός μου. Ήταν ξάδερφος του, αλλά δεν το ξέραμε. Μπήκε στη συμμορία αφού έδιωξα το Πτώμα, αλλά δεν είπε τίποτα για την συγγένεια»

«Ο μπάσταρδος! Και τι έγινε τελικά;»

«Το μόνο που πρέπει να ξέρεις είναι ότι τελείωσε και πλήρωσαν και οι δύο γι' αυτό που έκαναν»

«Ευχαριστώ, Χασάπη. Σου χρωστάω. Αν ποτέ χρειαστείς κάτι, μην διστάσεις να με καλέσεις»

«Φοβάμαι ότι δεν θα μπορέσεις να ξεπληρώσεις το χρέος σου»

«Γιατί το λες αυτό;»

«Πεθαίνω, Άρη»

«Τι είναι αυτά που λες;»

«Κίρρωση του ήπατος στο τελικό στάδιο. Μου απομένει λιγότερο από ένας μήνας ζωής»

«Λυπάμαι που τ' ακούω»

«Μην λυπάσαι. Είναι δική μου απόφαση. Θα μπορούσα να κάνω μεταμόσχευση, αλλά είπα όχι»

«Γιατί το έκανες αυτό; Είναι αυτοκτονία»

«Έχω κουραστεί, ρε Άρη. Βαρέθηκα να ζω χωρίς αυτήν. Ήρθε η ώρα να πάω να την βρω. Αυτήν και τον γιο μου. Το μόνο πράγμα που με στεναχωρεί είναι ότι δεν θα προλάβω να γνωρίσω το κουτάβι σου»

«Υπάρχει τρόπος να σου αλλάξω γνώμη;»

«Μπορείς ν' αναστήσεις τη Μαργαρίτα μου;»

«Όχι. Δεν μπορώ να το κάνω αυτό»

«Τότε δεν υπάρχει»

«Δεν ξέρω τι να πω»

«Να μην πεις τίποτα εκτός από αντίο»

«Όχι! Όχι ακόμα! Θέλω να έρθω να σε δω»

«Όχι, Λύκε. Δεν θέλω να με δεις έτσι. Θέλω να με θυμάσαι όπως ήμουν. Σε παρακαλώ, κάνε μου αυτή τη χάρη»

«Όπως θέλεις»

«Λοιπόν ... Αντίο, Λύκε. Σου εύχομαι μια μεγάλη και όμορφη ζωή. Ήταν τιμή μου που σε γνώρισα»

«Αντίο, Χασάπη. Ελπίζω να βρεις αυτό που ψάχνεις εκεί που θα πας»

«Θα σε δω στην κηδεία μου»

«Τα λέμε εκεί»

Ο Άρης κλείνει το τηλέφωνο και το πετάει στο στρώμα, κοιτάζοντας τη Σελήνη, που κλαίει σιγανά.

«Μην κλαις, Γατούλα. Τον άκουσες. Είναι δική του απόφαση. Είναι αυτό που θέλει. Σκατά!»

Την παίρνει στην αγκαλιά του και την σφίγγει επάνω του. Αυτή τρίβει την μύτη της στο στήθος του.

«Είναι αστείο. Δεν έχυσα ούτε ένα δάκρυ για τη γυναίκα που με γέννησε και αυτοκτόνησε μπροστά μου και τώρα κλαίω για έναν άντρα που δεν έχω δει ποτέ στη ζωή μου»

«Ξέρεις κάτι; Μπορεί να του έλεγα άλλα, αλλά κατά βάθος τον καταλαβαίνω. Έζησε είκοσι χρόνια χωρίς το ταίρι του. Εγώ δεν θα μπορούσα να ζήσω είκοσι ώρες χωρίς εσένα. Τι λέω; Ούτε καν είκοσι λεπτά»

«Σταμάτα! Δεν θέλω να σ' ακούω να λες τέτοια πράγματα. Εμείς θα πεθάνουμε μαζί, ο ένας στην αγκαλιά του άλλου, σε βαθιά γεράματα, περιτριγυρισμένοι απ' τα παιδιά και τα εγγόνια μας. Κάναμε συμφωνία, το ξέχασες;»

«Όχι, μωρό μου, δεν το ξέχασα και θα κάνω ό,τι μπορώ για να τιμήσω αυτή τη συμφωνία»

«Το καλό που σου θέλω!»

Αυτός της πιάνει το χέρι και το σφίγγει.

«Σ' αγαπάω τόσο πολύ!»

«Κι εγώ σ' αγαπάω τόσο πολύ!»

«Εσύ κι εγώ, μαζί ...»

«... στη ζωή και στο θάνατο»

Όμως, ο Άρης δεν είναι ο μόνος που παίρνει ένα τηλεφώνημα αυτό το πρωινό. Υπάρχει άλλο ένα, και τα νέα δεν είναι καλά ούτε αυτή τη φορά. Για να δούμε!

~ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ ΤΟΥ ΑΛΕΚΟΥ & ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ~

Το αγαπημένο μας ζευγάρι κοιμάται ανάποδα, με το κεφάλι προς τα κάτω, στο κρεβάτι. Πραγματικά αναρωτιέμαι τι έκαναν χθες το βράδυ. Όμως, τον ύπνο τους ταράζει το εκνευριστικό επαγγελματικό ντριν του κινητού του Αλέκου, που απλώνει το χέρι στο κομοδίνο για να το πιάσει, αλλά ... δεν βρίσκει το κομοδίνο!

«Ποιος στο διάολο πήρε το κομοδίνο;»

Ο Οδυσσέας δεν μπαίνει στον κόπο ν' ανοίξει τα μάτια.

«Τι;»

«Το κομοδίνο μου δεν είναι εκεί που έπρεπε να είναι»

«Τι λες; Όταν κοιμηθήκαμε, ήταν ακόμα εκεί. Που ...; Έη! Τι στο διάολο λέμε;»

Αυτός ανοίγει τα μάτια του κι αρχίζει να γελάει.

«Γιατί γελάς;»

«Το κομοδίνο είναι εκεί που πρέπει να είναι. Απλώς εμείς κοιμηθήκαμε ανάποδα. Πάλι»

Ο Αλέκος τεντώνεται και πιάνει το τηλέφωνο που χτυπάει ακόμα, γελώντας. Ο Οδυσσέας γυρίζει ανάσκελα.

«Ποιος είναι;»

«Η Κλαίρη»

«Το σκυλάκι του Διεστραμμένου; Τι στο διάολο;»

Ο Αλέκος πατάει το κουμπί απάντησης.

«Κλαίρη; Τι συμβαίνει; Έγινε κάτι με τον αδερφό μου;»

«Όχι, κύριε, αλλά θα γίνει»

«Τι εννοείς;»

«Πήρα εσάς γιατί δεν τολμώ να το πω σ' εκείνον»

«Να του πεις τι, ρε Κλαίρη;»

«Είδατε καθόλου τηλεόραση σήμερα;»

«Όχι. Μόλις ξυπνήσαμε. Βασικά, εσύ μας ξύπνησες»

«Συγγνώμη γι' αυτό, αλλά πρέπει να το κάνετε. Ανοίξτε τώρα στο New Channel»

Ο Αλέκος παίρνει το τηλεχειριστήριο κι ανοίγει την τηλεόραση σ' αυτό το κανάλι. Η Αναστασία, η καυτή παρουσιάστρια την πρωινής εκπομπής Καλημερούδια, κάθεται στον εμπριμέ καναπέ στο πολύχρωμο πλατό και μιλάει με το γνωστό της νάζι, έχοντας ένα πλατύ χαμόγελο στα χείλη.

«Γλυκιά μου αγαπουλινάκια, καλημερούδια σας! Πριν ξεκινήσουμε την υπέροχη εκπομπούλα μας, έχω μια απίστευτα καυτή είδηση για σας. Η αγαπημένη μας δημοσιογράφος Τατιάνα Καφετζόγλου θα παρουσιάσει επιτέλους το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ που έκανε για τον γνωστό επιχειρηματία και απίστευτο κούκλο Τζανέτο Ηλιόπουλο και την οικογένεια του. Όλοι αυτοί, μπορεί να παρουσιάζονται στον κόσμο σαν μια ευτυχισμένη οικογένεια, αλλά υπάρχουν πολλοί σκελετοί στις ντουλάπες τους. Αμέτρητα μυστικά που θα ταρακουνήσουν την κοινή γνώμη. Αμέτρητα και αρκετά βρώμικα. Μην το χάσετε. Μείνετε συντονισμένοι στο κανάλι μας»

Οι δύο άντρες κοιτάζονται μπερδεμένοι.

«Αποκαλυπτικό ρεπορτάζ; Σκελετοί στις ντουλάπες; Βρώμικα μυστικά; Τι στο διάολο είναι αυτό τώρα, ρε Αλέκο;»

«Δεν έχω ιδέα!»

Ο Αλέκος επιστρέφει στο τηλέφωνο.

«Κλαίρη, είσαι ακόμα εκεί;»

«Ναι, κύριε. Είμαι ακόμα εδώ»

«Ξέρεις τίποτα γι' αυτό;»

«Δυστυχώς, ναι. Είναι τεράστιο και εντελώς λάθος, κύριε Αλέκο»

«Τι εννοείς;»

«Έχω έναν γνωστό που εργάζεται στο κανάλι και μ' ενημέρωσε. Μου είπε ότι το ρεπορτάζ περιέχει συνεντεύξεις μ' όλους τους ανθρώπους που έχουν λόγους να μισούν την οικογένεια σας»

«Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι;»

«Ο γνωστός μου έστειλε μια λίστα»

«Προώθησε τη μου. Τώρα»

«Θα το κάνω. Κύριε Αλέκο, κάτι πρέπει να κάνετε για να σταματήσετε αυτό το σκατ ... Συγγνώμη! Αυτό το ρεπορτάζ δεν πρέπει να βγει στον αέρα»

«Τι να κάνω, ρε Κλαίρη; Η εκπομπή έχει αρχίσει. Δεν υπάρχει χρόνος»

«Όχι. Αυτό είναι απλά για διαφήμιση. Το ρεπορτάζ θα μεταδοθεί αργά το απόγευμα σε ένα έκτακτο talk show»

«Μα φυσικά. Στη ζώνη υψηλής τηλεθέασης»

«Σταματήστε τους, κύριε Αλέκο! Αύριο είναι τα εγκαίνια της έκθεσης. Είμαι σίγουρη ότι αυτή η δημοσιογράφος θέλει να σαμποτάρει και την κυρία Μαίρη»

«Ναι, έχεις δίκιο. Άκου, Κλαίρη, σ' ευχαριστώ που τηλεφώνησες. Είμαι σίγουρος ότι ο Τζάκος θα το εκτιμήσει. Κλείσε τώρα γιατί πρέπει να μιλήσω με τον Οδυσσέα για να δούμε τι θα κάνουμε. Μην ξεχάσεις τη λίστα»

«Θα τη στείλω αμέσως. Αντίο, κύριε, και καλή τύχη!»

«Ευχαριστώ, Κλαίρη. Αντίο»

Ο Αλέκος κλείνει το τηλέφωνο και πέφτει πίσω ξεφυσώντας. Ο Οδυσσέας ξαπλώνει δίπλα του στηριζόμενος στον αγκώνα του.

«Τι θα κάνουμε;»

«Δεν ξέρω»

«Αναρωτιέμαι ποιος είναι σ' αυτή τη λίστα»

Ο ήχος του μηνύματος τους κάνει και τους δύο να στρέψουν τα μάτια τους στη συσκευή. Ο Αλέκος ανοίγει το μήνυμα και μαζί με τον Οδυσσέα διαβάζουν τα ονόματα.

«Ποια είναι η Μυρσίνη Αντωνοπούλου;»

«Η γυναίκα που άφησε ο Τζάκος να περιμένει στα σκαλιά της εκκλησίας»

«Γαμώτο!»

Ξαφνικά, ο Οδυσσέας σφίγγει το χέρι του Αλέκου.

«Αλέκο, οι γονείς μου κι ο αδερφός μου. Αλλά γιατί μόνο αυτός; Γιατί όχι κι η αδερφή μου;»

«Δεν έχει σημασία. Ρε, τη γαμημένη σκύλα! Είμαι σίγουρος ότι τα κάνει όλα αυτά για να εκδικηθεί τον Τζάκο που αρνήθηκε να τη γαμήσει»

«Δεν είναι μόνο αυτό. Αυτή μας χτυπάει όλους. Δες καλά τα ονόματα. Αυτή η λίστα περιλαμβάνει τους γονείς της Χλόης, τις πρώην ερωμένες του Άρη και του Ορέστη, τους πρώην εργοδότες της Μαίρης, τους συναδέλφους μου, τους αντιπάλους του Βίκου όταν ήταν στη συμμορία. Ακόμα κι αυτήν την τρελή τη Στέλλα, τη θυμάσαι; Την πρώην καλύτερη φίλη της Κατερίνας. Γαμώτο! Μίλησε ακόμα και η μάνα σου»

«Πώς τα έμαθε όλα αυτά αυτή η σκύλα;»

«Αλέκο, τα παιδιά. Αν αυτό το ρεπορτάζ βγει στον αέρα ... Πώς θα τα εξηγήσουμε όλα αυτά στα παιδιά; Καλά ο Στέφανος και ο Ιάσονας. Είναι αρκετά μεγάλοι για να καταλάβουν και ξέρουν ήδη τα περισσότερα, αλλά τα πιτσιρίκια; Πρέπει να τα προστατεύσουμε!»

«Το ξέρω. Λοιπόν, άκου τι θα γίνει. Εγώ θα το πω στον Βίκο και στην Θαλασσινή. Εσύ πήγαινε να ειδοποιήσεις τον Ορέστη και την Χλόη και φώναξε επίσης τον Διονύση και την Κατερίνα. Θα συναντηθούμε στο Παλάτι»

«Πες στον Βίκο να τηλεφωνήσει στον Νέγρο και στους άλλους»

«Καλή ιδέα! Κι εσύ δεν θέλω να φοβάσαι. Θα το ξεπεράσουμε κι αυτό, όπως όλα τ' άλλα»

«Δεν ανησυχώ για μας. Για τα παιδιά ανησυχώ»

Αυτός χαϊδεύει το μάγουλο του Οδυσσέα.

«Τα παιδιά θα είναι μια χαρά. Θα το φροντίσω εγώ. Σ' έχω απογοητεύσει ποτέ;»

«Όχι. Ποτέ»

«Και ούτε θα το κάνω»

Και μ' ένα φιλί στα χείλη του Οδυσσέα, ο Αλέκος πηγαίνει να ειδοποιήσει τους άλλους.

~ ΛΙΓΟ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΤΖΑΚΟΥ & ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ~

Το σαλόνι είναι γεμάτο. Είναι όλοι εκεί και ο Τζάκος έχει μόλις ανακοινώσει με χαρά τα καλά νέα της εγκυμοσύνης της Μαίρης, αλλά δεν παίρνει την αντίδραση που περίμενε, και γι' αυτό κοιτάζει γύρω του μπερδεμένος.

«Τι συμβαίνει εδώ; Δεν σας άρεσαν τα νέα; Γιατί δεν χαίρεστε;»

Ο Αλέκος σπεύδει να τον ηρεμήσει.

«Φυσικά και χαιρόμαστε, Τζάκο μου. Στην πραγματικότητα, είμαστε ενθουσιασμένοι, αλλά υπάρχει κάτι που δεν μας επιτρέπει να εκφράσουμε τη χαρά μας»

«Και τι είναι αυτό το κάτι;»

Ο Οδυσσέας αφήνει στο τραπεζάκι το φλιτζάνι με τον καφέ του.

«Όχι ακόμα. Κάτσε να φύγουν πρώτα τα παιδιά»

Ο Άρης γυρίζει στον Μικρούλη.

«Τι λες, Μικρούλη; Έχεις διάθεση για λίγο baby sitting;»

«Πάντα, αφεντικό. Το ξέρεις ότι αγαπάω αυτά τα παιδιά»

Ο Βίκος απευθύνεται στα παιδιά.

«Και εσείς, παιδιά; Θέλετε να βγείτε έξω και να παίξετε με τον Μικρούλη και τον Σκύλο;»

Όλα τα παιδιά ουρλιάζουν από χαρά και τρέχουν να βρεθούν κοντά στους δύο αγαπημένους τους γίγαντες. Ο Μικρούλης αρπάζει τα δίδυμα απ' τις μπλούζες.

«Έλα, νηπιαγωγείο! Όλοι έξω!»

Τα μόνα απ' τα παιδιά που μένουν πίσω είναι ο Στέφανος και ο Ιάσονας, οι οποίοι είναι αρκετά μεγάλοι για να συμμετέχουν σε οικογενειακές συζητήσεις, και εξάλλου, δεν υπάρχει κάτι που να μην το ξέρουν ήδη. Ο Αλέκος παίρνει τον λόγο.

«Λοιπόν, τώρα που έφυγαν τα παιδιά, πριν λίγη ώρα πήρα ένα τηλεφώνημα απ' την Κλαίρη»

Ο Τζάκος απορεί.

«Την γραμματέα μου;»

«Ναι»

«Και γιατί πήρε εσένα τηλέφωνο; Τι ήθελε; Έγινε τίποτα στο γραφείο;»

«Όχι. Όλα είναι υπό έλεγχο στο γραφείο. Εμείς εδώ έχουμε το πρόβλημα»

«Δεν καταλαβαίνω»

Τον λόγο παίρνει ο Οδυσσέας.

«Θα σας πω εγώ, αλλά πρώτα θα ζητήσω από τις εγκυμονούσες κυρίες να παραμείνουν ήρεμες. Το πρόβλημα είναι σοβαρό, αλλά θα βρούμε μια λύση όπως κάνουμε κάθε φορά»

Αυτός ανοίγει το στόμα του και αποκαλύπτει τι ακριβώς τους είπε η Κλαίρη και αμέσως μετά τους διαβάζει τη λίστα με τα ονόματα. Όταν τελειώνει, πέφτει λαχανιασμένος στον καναπέ και ο Αλέκος τον αγκαλιάζει τρυφερά. Ο Βίκος έχει βάλει το κεφάλι του στα χέρια του και η Θαλασσινή αγκαλιάζει τους ώμους του. Η Κατερίνα έχει χωθεί στην αγκαλιά του Διονύση, ο οποίος ήδη ψάχνει στο μυαλό του τρόπο να βοηθήσει. Ο Άρης και ο Ορέστης κρατούν την Σελήνη και την Χλόη, που τρέμουν σαν φύλλα στον άνεμο, ενώ κοιτάζουν ο ένας τον άλλον, επικοινωνώντας σιωπηλά. Ο Τζάκος, που βράζει από θυμό, κρατάει τη Μαίρη στην αγκαλιά του και ο Στέφανος με τον Ιάσονα, καθισμένοι στο πάτωμα, της τρίβουν απαλά τα χέρια. Ο Νέγρος βαδίζει, ψιθυρίζοντας στον εαυτό του, προσπαθώντας να βρει μια λύση. Για πολύ ώρα κανείς τους δεν μιλάει, μέχρι που η Σελήνη σπάει τη σιωπή.

«Εγώ φταίω! Αν δεν ήμουν εγώ, δεν θα είχαμε βάλει αυτή τη γυναίκα στη ζωή μας και δεν θα είχαμε αυτό το πρόβλημα τώρα»

Ο Άρης ρίχνει το κεφάλι του αγανακτισμένος.

«Μην αρχίζεις, ρε γαμώτο! Φυσικά και δεν φταις εσύ»

Ο Τζάκος είναι το ίδιο αγανακτισμένος.

«Μην τολμήσεις να το ξαναπείς αυτό. Ακόμα κι αν ήξερα τι θα συμβεί, θα το έκανα ξανά. Με καταλαβαίνεις;»

Η Σελήνη κατεβάζει το κεφάλι και ο Βίκος παίρνει τον λόγο.

«Δεν έχει σημασία ποιος φταίει. Δεν φταίει κανείς. Αυτό που έχει σημασία είναι να βρούμε έναν τρόπο να σταματήσουμε το ρεπορτάζ»

Ο Ορέστης έχει μια ιδέα.

«Δεν μπορούμε να κινηθούμε νομικά;»

Ο Άρης πιάνει ένα ποτήρι με χυμό και δίνει στη Σελήνη να πιει.

«Μπορούμε, ρε Ορέστη, αλλά χρειάζεται χρόνος και εμείς δεν έχουμε καθόλου»

Ο Τζάκος πίνει μια γουλιά απ' τον καφέ του.

«Αυτό θα γίνει μετά, αφού πρώτα μπλοκάρουμε το ρεπορτάζ. Θα το κλείσω το κωλοκάναλο. Τα καθίκια τα έβαλαν με τον λάθος άνθρωπο. Και όσο για εκείνη την πουτάνα, θα φροντίσω να μην βρει ποτέ άλλη δουλειά πουθενά. Θα την εξαφανίσω!»

Ο Αλέκος απευθύνεται στον Διονύση.

«Εσύ, ρε Διονύση, δεν μπορείς να κάνεις κάτι;»

«Θα μπορούσα να χακάρω το σύστημα τους και να προσπαθήσω να βρω κάτι, αλλά μεταξύ μας, δεν νομίζω ότι έχει κάτι αποθηκευμένο εκεί»

Ο Άρης συμφωνεί.

«Δεν πειράζει. Αξίζει μια προσπάθεια»

Το ίδιο και ο Τζάκος.

«Συμφωνώ. Διονύση, μπορείς να το κάνεις από δω ή πρέπει να πας στο γραφείο;»

«Αν ο Στέφανος μου το επιτρέψει, μπορώ να χρησιμοποιήσω το κομπιούτερ του και να συνδεθώ στο δίκτυο της εταιρείας»

Ο Στέφανος αδειάζει το ποτήρι με τον χυμό του.

«Δεν χρειάζεται να ρωτάς. Ξέρεις πού είναι το δωμάτιο μου. Πήγαινε»

Ο Διονύσης σηκώνεται και η Κατερίνα τον μιμείται.

«Πάω να φτιάξω κι άλλον καφέ. Απ' ότι φαίνεται θα τον χρειαστούμε»

Αυτή απευθύνεται στον άντρα της.

«Μωρό μου, θα σου φέρω το δικό σου επάνω»

Η Θαλασσινή σηκώνεται επίσης.

«Έρχομαι να σε βοηθήσω. Χρειάζομαι να απασχολήσω τα χέρια μου με κάτι. Έλα, πάμε»

Ο Διονύσης ανεβαίνει τις σκάλες για το δωμάτιο του Στέφανου και η Κατερίνα πηγαίνει στην κουζίνα μαζί με την Θαλασσινή. Τότε ο Βίκος ρίχνει μια ιδέα που θα οδηγήσει στην λύση.

«Χρειαζόμαστε κάποιον δυνατό. Με επιρροή»

Ο Ορέστης τον κοιτάζει.

«Εννοείς κάποιον πολιτικό;»

«Ναι. Κάτι τέτοιο»

Τότε, ο Άρης έχει μια επιφοίτηση.

«Ο Δήμαρχος του Πειραιά. Νέγρο, θυμάσαι; Τον βοηθήσαμε πριν λίγο καιρό»

Ο Νέγρος νεύει καταφατικά.

«Σωστά. Διαλύσαμε εκείνη τη συμμορία που λήστευε τα περίπτερα λίγο πριν τις εκλογές. Μας χρωστάει χάρη»

«Φύγε, Νέγρο. Πήγαινε να του μιλήσεις. Ξέρεις τι πρέπει να κάνεις»

Ο Τζάκος τους δίνει ακόμα ένα πάτημα.

«Αν σου κάνει μα-μου, χρησιμοποίησε τ' όνομα μου κι απείλησε τον ότι θα διαλύσω την συνεργασία με τον δήμο»

«Εντάξει, αλλά δεν νομίζω να φτάσουμε εκεί. Ξέρω πώς να πείθω τους ανθρώπους να κάνουν αυτό που θέλω»

Ο Άρης μορφάζει.

«Καλό θα ήταν ν' αποφύγουμε τη βία»

«Τώρα με προσβάλεις, αφεντικό. Ποιος νομίζεις ότι είμαι»

«Σίγουρα όχι η Μητέρα Τερέζα»

Ο Βίκος σιγοντάρει.

«Ούτε και ο Γκάντι»

Ο Νέγρος γρυλίζει.

«Με όλο τον σεβασμό, άντε μου και στο διάολο! Κι οι δύο σας!»

Όταν φεύγει ο Νέγρος, ο Οδυσσέας απευθύνεται στον Τζάκο.

«Τζάκο, νομίζω ότι πρέπει να τηλεφωνήσεις σ' αυτή τη σκύλα. Πες της να έρθει εδώ και δωροδόκησε την. Δώστης λεφτά, κι αν δεν πιάσει αυτό, απείλησε την»

Ο Ορέστης έχει μια μικρή αμφιβολία.

«Νομίζεις ότι θα τολμήσει να έρθει εδώ;»

Η Σελήνη όμως είναι σίγουρη και ταυτόχρονα έξαλλη.

«Θα το κάνει. Είναι τρελή γι' αυτόν. Είμαι σίγουρη ότι αυτό είναι πίσω απ' όλα. Η πουτάνα μας εκδικείται επειδή δεν την πήδηξε»

Η Χλόη καγχάζει.

«Πιστεύεις αλήθεια ότι μπήκε σ' όλο αυτό τον κόπο μόνο και μόνο για ένα πήδημα;»

«Ναι. Εσύ δεν είδες τον τρόπο που τον κοίταζε την άλλη φορά. Η σκύλα!»

Ο Τζάκος τρίβει το μέτωπο του.

«Εντάξει, θα της τηλεφωνήσω, αλλά μη μ' αφήσετε ούτε στιγμή μόνο μαζί της. Δεν θα μπορέσω να σταματήσω τον εαυτό μου»

Η Μαίρη του πιάνει το χέρι.

«Μπορείς να πάρεις τον Άρη μαζί σου»

Ο Άρης κοιτάζει απορημένος.

«Γιατί διάλεξες εμένα;»

«Δεν σε διάλεξα εγώ. Εκείνη σε διάλεξε. Είσαι η δεύτερη επιλογή της»

Η Σελήνη νιώθει δικαιωμένη.

«Τα βλέπεις; Δεν είμαι η μόνη που το νομίζω. Η σκύλα σας θέλει και τους δυο»

Ο Αλέκος όπως πάντα είναι η φωνή της λογικής.

«Δεν έχει σημασία γιατί το έκανε ή ποιον θέλει να γαμήσει. Σταματήστε!»

Ο Οδυσσέας τον υποστηρίζει.

«Ακριβώς. Σταματήστε κι αφήστε τον Τζάκο να κάνει το γαμημένο το τηλεφώνημα»

Ο Τζάκος βγάζει το τηλέφωνο του απ' την τσέπη του και καλεί τον αριθμό της Τατιάνας, η οποία το σηκώνει αμέσως.

«Στην ώρα σας, κύριε Ηλιόπουλε. Σας περίμενα»

«Τατιάνα, κόψε τις μαλακίες και φέρε τον κώλο σου εδώ. Θέλω να σου μιλήσω»

«Κι αν δεν έρθω;»

«Θα το μετανιώσεις»

«Δεν είναι καθόλου ευγενικό ν' απειλείται μια κυρία»

«Άκου να σου πω, μωρή σκύλα! Έχεις δει μονάχα την μία μου πλευρά. Μην μ' αναγκάσεις να σου δείξω την άλλη. Δεν θα σ' αρέσει καθόλου. Να είσαι εδώ σε μισή ώρα»

Αυτός τερματίζει την κλήση χωρίς να περιμένει την απάντηση της Τατιάνας.

«Άντε στο διάολο, σκύλα. Σιχάθηκα!»

Εκτός απ' τον Τζάκο, μια έκφραση αηδίας εμφανίζεται στα πρόσωπα της Σελήνης και της Μαίρης.

«Θα ξεράσω, και δεν είναι λόγω της εγκυμοσύνης»

«Κι εγώ το ίδιο. Αι σιχτίρ! Ανακατεύτηκα!»

Τριάντα λεπτά αργότερα, η Τατιάνα περνάει την πύλη του κτήματος, και αφού οι φρουροί την ψάχνουν για τυχών κοριούς ή κάποια άλλη συσκευή ηχογράφησης, ένας απ' αυτούς τη συνοδεύει στο σπίτι του Αλέκου και του Οδυσσέα, όπου την περιμένουν ο Τζάκος και ο Άρης. Για ευνόητους λόγους, αυτοί δεν τη δέχονται στο Παλάτι και πολύ καλά κάνουν.

Αυτοί κάθονται στον καναπέ όταν αυτή μπαίνει στο σαλόνι μ' ένα αυτάρεσκο χαμόγελο στο πρόσωπο της. Παρόλο που τα βλέμματα και των δύο ανδρών είναι σκληρά και απαξιωτικά, αυτή δεν το βάζει κάτω. Είναι σίγουρη ότι θα πάρει αυτό που θέλει γιατί πιστεύει ότι έχει κάποια δυνατά χαρτιά στα χέρια της.

«Καλησπέρα, κύριοι. Απ' ότι βλέπω, σήμερα είναι η τυχερή μου μέρα. Κέρδισα το Τζακ Ποτ. Μ' ένα σμπάρο, δύο τρυγόνια»

Ο Τζάκος γρυλίζει.

«Κάτσε κάτω»

«Μ' αρέσεις τόσο πολύ όταν γίνεσαι αυταρχικός»

Αυτή κάθεται απέναντι τους και σταυρώνει τα πόδια της όπως η Σάρον Στόουν σαν Κάθριν Τραμέλ στο Βασικό Ένστικτο. Θυμάστε τη σκηνή; Ο Τζάκος γυρίζει τα μάτια του ενώ ο Άρης καγχάζει.

«Έη, Κάθριν, μην το ξανακάνεις αυτό»

«Γιατί, μωρό μου; Σε καυλώνω;»

«Μην κολακεύεις τον εαυτό σου. Το καβλί μου είναι πολύ επιλεκτικό. Δεν σκληραίνει για το τίποτα»

Αυτή συνοφρυώνεται και καρφώνει το βλέμμα της στον Τζάκο.

«Εσύ, παίδαρε; Έχεις καλύτερο γούστο απ' τον μελλοντικό σου κουνιάδο; Σ' αρέσει αυτό που βλέπεις;»

Αυτός δεν μπαίνει καν στον κόπο να της απαντήσει. Απλώς βάζει το ποτήρι του στο τραπέζι και την κοιτάζει ανέκφραστος.

«Άκου, Τατιάνα, δεν έχω χρόνο για παιχνίδια. Πες μου πόσα»

«Τι πόσα;»

«Πόσα θες για να σταματήσεις το ρεπορτάζ»

«Στο είπα ήδη, Τζάκο. Δεν θέλω τα λεφτά σου»

«Τατιάνα, σκέψου το. Μπορώ να σε κάνω πλούσια. Πολύ πλούσια»

Ο Άρης τον σιγοντάρει.

«Τατιάνα, είσαι έξυπνη γυναίκα. Χρησιμοποιήστε το μυαλό σου και πάρε τα λεφτά. Διακυβεύονται πολλά. Μην μας αναγκάσεις να χρησιμοποιούμε άλλες μεθόδους»

«Τι μεθόδους;»

«Δεν θες να ξέρεις»

Αυτή παίρνει ένα σκεπτικό ύφος, αλλά ο Τζάκος δεν μπορεί να περιμένει.

«Τι θα γίνει λοιπόν;»

Αυτή ξεσταυρώνει τα πόδια και ισιώνει την φούστα της.

«Όπως σου είπα και πριν, δεν θέλω τα λεφτά σας, αλλά υπάρχει κάτι που μπορεί να με κάνει να τα σταματήσω όλα»

«Και ποιο είναι αυτό το κάτι;»

«Αλήθεια δεν καταλαβαίνετε;»

«Ίσως δεν θέλουμε να καταλάβουμε»

«Θα σας το κάνω λιανά τότε. Πρώτα απ 'όλα, πρέπει να μάθετε ότι υπάρχει μόνο ένα αντίγραφο του ρεπορτάζ και είναι κλειδωμένο στο γραφείο μου. Κανείς δεν το έχει δει εκτός από μένα. Ακόμα και το μοντάζ μόνη μου το έκανα. Είμαι πρόθυμη λοιπόν να σας δώσω αυτό το αντίγραφο αν μου δώσετε και οι δύο αυτό που θέλω»

«Και τι θέλεις;»

Αυτή σηκώνεται, περπατά προς το μέρος τους, κάθεται ανάμεσα τους και βάζει τα χέρια της στους μηρούς τους.

«Ένα τρίο. Εσείς οι δυο κι εγώ στο κρεβάτι για μια νύχτα»

Οι δύο άντρες σηκώνονται αμέσως απ' τον καναπέ για να αποφύγουν το άγγιγμα της και την κοιτάζουν με το στόμα ανοιχτό. Δεν σοκάρονται γιατί ήταν κάπως υποψιασμένοι, αλλά αυτοί είναι πραγματικά αιφνιδιασμένοι. Αυτή γελάει.

«Γιατί με κοιτάτε έτσι; Από ό,τι έχω ακούσει, δεν είναι η πρώτη σας φορά. Το έχετε κάνει και οι δύο στο παρελθόν. Κυρίως, εσύ, Άρη, και ο κολλητός σου ο Ορέστης, έχετε βρεθεί στο ίδιο κρεβάτι αρκετές φορές. Να δεις πως το είπε αυτή η γυναίκα; Α, ναι! Εσείς οι δύο μοιράζεστε τα πάντα, ακόμα και τις γυναίκες. Και όσο για σένα, Τζάκο μου, ήσουν πάντα γενναιόδωρος με τους φίλους σου. Οι συγκεντρώσεις που διοργάνωνες στο κρεβάτι σου ήταν επικές και πολυάριθμες. Πραγματικά αναρωτιέμαι αν οι γλυκιές σας γυναικούλες τα γνωρίζουν όλα αυτά»

Ο Τζάκος κουνάει το κεφάλι του.

«Πες μου κάτι. Είσαι πραγματικά διατεθειμένη να θυσιάσεις μια ολόκληρη περιουσία μόνο και μόνο για ένα τυχαίο πήδημα;»

«Μην υποτιμάτε τους εαυτού σας, αγορίνες μου. Οι γυναίκες που έχουν περάσει χρόνο στο κρεβάτι σας ακόμα σας θυμούνται. Όλες αυτές που μου μίλησαν είπαν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Ότι ήταν η καλύτερη νύχτα της ζωής τους»

Ο Άρης αρνείται να πιστέψει ότι είναι μόνο αυτό.

«Δεν μπορεί να είναι μόνο αυτό. Υπάρχουν κι άλλοι άντρες που γαμάνε καλά. Πες μας την αλήθεια. Γιατί πραγματικά το κάνεις αυτό;»

«Έχω τους λόγους μου»

Ο Τζάκος κάθεται στον άλλον καναπέ.

«Μπορούμε τουλάχιστον να μάθουμε αυτούς τους λόγους;»

«Γιατί όχι; Μισώ τις γυναίκες σας και θέλω να τις κάνω να υποφέρουν»

Ο Άρης κάθεται δίπλα στον Τζάκο.

«Γιατί; Ούτε που τις ξέρεις. Τι σου έχουν κάνει;»

«Τίποτα προσωπικό. Απλώς μισώ τις γυναίκες που έχουν τα πάντα. Ομορφιά, χρήματα, καριέρα, οικογένεια, παιδιά και άντρες σαν εσάς που τις θεωρούν θεές. Μία απ' αυτές τις γυναίκες έκλεψε τον άντρα που αγαπούσα και τώρα μένει μαζί του. Παντρεύτηκαν, έκαναν παιδιά και τώρα απολαμβάνει όλα όσα ήταν κάποτε δικά μου. Νομίζετε ότι είναι η πρώτη φορά που κάνω κάτι τέτοιο; Το έχω κάνει πολλές φορές, και κάθε φορά μου δίνει αφάνταστη ευχαρίστηση να βλέπω τον πόνο στα μάτια των γυναικών που αναγκάζονται να μου δανείσουν τους άντρες τους για να κρατήσουν τα μυστικά τους απ' το να αποκαλυφθούν. Αυτό ακριβώς είναι το είδος του πόνου που θέλω να δω και στα μάτια των δικών σας γυναικών. Πρώτα, η διάσημη ζωγράφος Μαρία Αυγέρη, που ήταν μια απλή υπηρέτρια και έτσι απλά έγινε η βασίλισσα μιας αυτοκρατορίας, και μετά, η άλλη, η καημενούλα η Σελήνη, που πέρασε απ' την κόλαση εξαιτίας των φρικτών γονιών της και ξαφνικά, έγινε μια απ' τις πλουσιότερες γυναίκες του πλανήτη και πρόκειται να παντρευτεί τον άρχοντα της νύχτας. Καταλαβαίνετε τώρα;»

Ο Άρης περνάει τα χέρια του μέσα απ' τα μαλλιά του.

«Είσαι τρελή. Χρειάζεσαι επείγουσα ψυχιατρική βοήθεια»

«Ίσως, αλλά το θέμα είναι ότι έχω το πάνω χέρι και εσείς θα κάνετε αυτό που θέλω»

Ο Τζάκος την αγριοκοιτάζει.

«Ξέρεις κάτι; Μέχρι πριν λίγο σε μισούσα, αλλά τώρα σε λυπάμαι και προτιμώ να κόψω το καβλί μου παρά να το βάλω μέσα σου, τρελή σκύλα!»

Αυτή παίρνει ένα τσιγάρο απ' μια ταμπακιέρα και το βάζει στα χείλη της, χαμογελώντας. Το ανάβει και φυσάει τον καπνό στα πρόσωπα των δύο ανδρών.

«Πρόσεχε, Τζάκο. Μ' αρέσουν τα παιχνίδια, αλλά έχω κι εγώ τα όρια μου. Μην τραβάς το σκοινί γιατί θα σπάσει. Μ' αρέσεις πολύ. Μη μ' αναγκάσεις να σε καταστρέψω»

Ο Τζάκος, εντελώς έξαλλος, ανοίγει το στόμα του για ν' απαντήσει, αλλά το τηλέφωνο του Άρη, που αρχίζει να χτυπάει εκείνη ακριβώς τη στιγμή, τον σταματά. Αυτός το βγάζει απ' την τσέπη του και κοιτάζει την οθόνη.

«Είναι ο Νέγρος»

Ο Τζάκος αναστατώνεται.

«Άντε, σήκωσε το! Ίσως τα κατάφερε»

Αυτή σβήνει το τσιγάρο στο τασάκι.

«Τι συμβαίνει;»

Ο Τζάκος την αγριοκοιτάζει.

«Βούλωστο, μωρή!»

Ο Άρης μιλάει με τον Νέγρο για λίγο κι ένα χαμόγελο εμφανίζεται στο πρόσωπο του.

«Μπράβο, Νέγρο. Έκανες πολύ καλή δουλειά. ... Ναι. Έλα εδώ. Έχουμε πάρτι απόψε»

Αυτός κλείνει το τηλέφωνο και γυρίζει στον Τζάκο, ο οποίος τον κοιτάζει κρεμάμενος από κάθε του λέξη.

«Λοιπόν;»

«Ο διευθυντής του καναλιού έδωσε στον Νέγρο το μοναδικό αντίγραφο του ρεπορτάζ. Σε λίγα λεπτά η κυρία από δω θα λάβει ένα τηλεφώνημα που θα την ενημερώνει για την ακύρωση της εκπομπής, αλλά και για την απόλυση της απ' το κανάλι. Ω! Και επίσης, αυτή ακριβώς τη στιγμή, ο δικηγόρος μας βρίσκεται στο τμήμα και καταθέτει μήνυση εναντίον της για συκοφαντική δυσφήμιση. Τελείωσε, φίλε. Αυτό το σκουπίδι δεν θα βγει ποτέ στον αέρα»

Ο Τζάκος εκπνέει ανακουφισμένος ενώ η Τατιάνα τα έχει χαμένα.

«Πώς έγινε αυτό; Το αντίγραφο ήταν στο γραφείο μου, κλειδωμένο στο συρτάρι μου και μόνο εγώ έχω κλειδί»

Ο Άρης καγχάζει.

«Αυτό δεν ήταν πρόβλημα για τον Νέγρο. Φαντάζομαι ξέρεις ποιος είναι, ε;»

«Δεν είχε δικαίωμα να το κάνει αυτό. Είναι ληστεία. Θα πάω στην αστυνομία»

«Όταν έσπασε το συρτάρι, είχες ήδη απολυθεί, οπότε το γραφείο δεν ήταν πια δικό σου. Έχασες, Τατιάνα, αλλά μη νιώθεις άσχημα. Συνέβη και σ' άλλους»

Αυτή σηκώνεται όρθια, περπατά προς τους δύο άντρες και πιάνει το μπράτσο του Τζάκου, αλλά αυτός την σπρώχνει μακριά.

«Μη μ' αγγίζεις, σκύλα!»

Αυτή τραβάει το χέρι της πίσω και γυρίζει στον Άρη, ο οποίος την κοιτάζει απειλητικά.

«Ούτε να το σκέφτεσαι!»

Αυτή πιάνει το κεφάλι της.

«Πώς έγινε αυτό; Δεν καταλαβαίνω. Έπρεπε να κερδίσω. Είχα το πάνω χέρι. Τα είχα σχεδιάσει όλα τόσο καλά. Πώς το κάνατε; Πως;»

Ο Άρης πίνει μια γουλιά απ' το ποτό του.

«Σου είπα να μην τα βάλεις μαζί μας. Είχες την ευκαιρία να γίνεις πλούσια και να κρατήσεις τη δουλειά σου. Δεν μ' άκουσες και τα έχασες όλα»

«Όχι! Όχι! Αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει!»

Ο Τζάκος πηγαίνει προς το εσωτερικό τηλέφωνο που επικοινωνεί με την ασφάλεια του κτήματος.

«Έτσι είναι το παιχνίδι, Τατιάνα. Ο νικητής τα παίρνει όλα. Τώρα, φύγε απ' το σπίτι μου και να μην σε ξαναδώ ποτέ»

Ο Άρης λέει την τελευταία λέξη.

«Και μην διανοηθείς να δοκιμάσεις τίποτα άλλο, γιατί τότε θα χάσεις ακόμα περισσότερα»

Ο Τζάκος ειδοποιεί τους φρουρούς, οι οποίοι συνοδεύουν την Τατιάνα έξω απ' το σπίτι. Καθώς έφευγε, αυτή μιλούσε στον εαυτό της, προσπαθώντας να καταλάβει πώς ενώ πήγε για μαλλί, αυτή βγήκε κουρεμένη.

Λίγο αργότερα, ο Νέγρος έδωσε στον Άρη το φλασάκι με το ρεπορτάζ κι εκείνος το κατέστρεψε. Κανείς δεν ήθελε να δει τι ακριβώς υπήρχε μέσα. Στη συνέχεια, αυτός τους εξήγησε πώς ο Δήμαρχος ανάγκασε τον διευθυντή του καναλιού να συνεργαστεί, απειλώντας τον ότι θα αφαιρέσει την άδεια του σταθμού. Κι αφού όλα τέλειωσαν, ήρθε η ώρα να γιορτάσει η οικογένεια δεόντως την εγκυμοσύνη της Μαίρης. Το πάρτι κράτησε μέχρι αργά το βράδυ, όταν οι ήρωες μας αποσύρθηκαν για να ξεκουραστούν. Αύριο είναι μια μεγάλη μέρα. Η μέρα της έκθεσης.


Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro