Άμεση Οικειότητα
~ ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΠΡΩΙ ~
Η Σελήνη βγαίνει από την κρεβατοκάμαρα, χασμουριέται και τρίβει τα μάτια της. Φοράει το πουκάμισο του Άρη, αυτό που φορούσε χθες και ακόμα μυρίζει σαν αυτόν. Πηγαίνει στο παράθυρο και ρίχνει μια ματιά έξω.
Η πόλη κάτω απ' τα πόδια τους ξυπνά μετά από άλλη μια νύχτα ξεκούραστου ύπνου. Ο ήλιος λάμπει ψηλά στον ουρανό και η θάλασσα είναι απόλυτα ήρεμη σαν λάδι. Δεν έχει καθόλου αέρα, κάτι πραγματικά περίεργο γι' αυτή την εποχή του χρόνου. Όχι ότι αυτή παραπονιέται. Δεν της αρέσει το κρύο, αλλά δεν αντέχει ούτε και τη ζέστη. Η αγαπημένη της εποχή είναι το φθινόπωρο, ούτε πολύ ζεστό ούτε πολύ κρύο. Της αρέσει όμως και η άνοιξη. Η εποχή των λουλουδιών. Τι όμορφα που είναι τα λουλούδια!
Αυτή ανοίγει λίγο το πουκάμισό για ν' αφήσει τις ακτίνες του ήλιου να ζεστάνουν το σώμα της. Όχι ότι κρυώνει. Η θερμοκρασία στο σπίτι είναι ιδανική. Αυτή θέλει απλώς να νιώσει τη ζεστασιά του ήλιου στα ίδια μέρη που τα χέρια του Άρη την χαϊδεύαν το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας.
Και αυτό γιατί, παρόλο που είναι στο σπίτι του, παρόλο που κοιμήθηκε στο κρεβάτι του, στο οποίο, παρεμπιπτόντως, καμία άλλη γυναίκα δεν έχει κοιμηθεί ποτέ, αυτή δυσκολεύεται να πιστέψει πόσο ευτυχισμένη είναι.
Είναι τόσο απορροφημένη στις σκέψεις της, που ο ξερόβηχας που ακούγεται πίσω της, την τρομάζει μέχρι θανάτου. Αυτή στριφογυρίζει ξαφνιασμένη, αλλά αμέσως την καθησυχάζει το φιλικό και μάλλον γλυκό χαμόγελο του άντρα που την πλησιάζει. Είναι όμορφος, αλλά με μία ομορφιά διαφορετική απ' του Άρη. Αυτός είναι γλυκός με τα καστανά του μαλλιά να πέφτουν λίγο σγουρά στο μέτωπο του και τα φιλικά καφέ της μόκας μάτια του με τις μακριές βλεφαρίδες. Το σώμα του είναι εξίσου γυμνασμένο με του Άρη και έχει κι αυτός ένα αρκετά μεγάλο τατουάζ στο στήθος, που η Σελήνη νομίζει ότι μοιάζει με λύκο, με το λίγο που μπορεί να δει από το άνοιγμα του πουκαμίσου του.
«Σε τρόμαξα, ε; Λυπάμαι πραγματικά γι' αυτό»
«Δεν πειράζει. Κάτι σκεφτόμουν και πετούσα στο διάστημα για λίγο. Μου συμβαίνει συνέχεια»
«Άσε με να μαντέψω. Αυτό το κάτι είναι ένας ψηλός, μελαχρινός και όμορφος κόπανος που τυχαίνει να είναι ο καλύτερός μου φίλος;»
«Αν είσαι ο Ορέστης, ναι»
«Αυτός είμαι. Και εσύ είσαι η Σελήνη, σωστά;»
«Ναι»
Εκείνη απλώνει το χέρι της και εκείνος το πιάνει και φιλάει τις αρθρώσεις της.
«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο ενθουσιασμένος είμαι που σε γνωρίζω, Σελήνη»
«Αν κρίνω από μένα, μπορώ»
«Όμορφη, έξυπνη και οξυδερκής. Τώρα καταλαβαίνω γιατί ο Άρης σε διάλεξε για σύντροφό του»
«Όμορφος, καλόγουστος και εξαιρετικά ταλαντούχος. Τώρα καταλαβαίνω γιατί ο Άρης σε διάλεξε για καλύτερο του φίλο»
Ο Ορέστης ξεσπάει σε γέλια.
«Θεέ μου! Είσαι πραγματικό κελεπούρι, το ξέρεις;»
«Δεν το ήξερα, αλλά ο φίλος σου μου έδειξε το φως»
«Έλα, Πεφωτισμένη, πάμε να φτιάξουμε πρωινό. Έχουμε τόσα πολλά να πούμε»
Αυτός βάζει το χέρι του γύρω απ' τους ώμους της και την οδηγεί στην κουζίνα και εκείνη του χαρίζει ένα ζεστό χαμόγελο.
«Έχεις πολύ όμορφο χαμόγελο και βάζω στοίχημα ότι είσαι και αρκετά φωτογενής. Θα ήθελα να σε βγάλω μερικές φωτογραφίες»
«Αν ο Άρης συμφωνήσει, με μεγάλη μου χαρά»
«Αυτό δεν πρόκειται να το σχολιάσω, κούκλα»
Ο Ορέστης γυρίζει τα μάτια του και η Σελήνη γελάει δυνατά. Πηγαίνουν στην κουζίνα και λίγα λεπτά αργότερα, αυτή κάθεται οκλαδόν στον πάγκο, τσιμπολογάει και πίνει καφέ, ενώ ο Ορέστης μαγειρεύει αυγά με μπέικον. Μιλάνε και γελάνε σαν παλιοί φίλοι, σαν να γνωρίζονται από χρόνια, παρόλο που γνωρίστηκαν πριν μερικά λεπτά.
«Πώς το κάνετε εσύ και ο Άρης;»
«Πώς κάνουμε τι, κούκλα;
«Καθησυχάζεται κάποιον απ' την πρώτη στιγμή. Όταν συνάντησα τον Άρη, τον εμπιστεύτηκα αμέσως και του άνοιξα την καρδιά μου μέσα στην πρώτη ώρα. Και τώρα, μαζί σου, μόλις σε γνώρισα κι όμως νιώθω σαν να σε ξέρω χρόνια»
«Το ίδιο ισχύει και για μένα και, με βάση το ότι σ' έφερε εδώ, το ίδιο συνέβη και με τον Άρη, αλλά δεν είμαστε έτσι με όλους. Στην πραγματικότητα, δεν μας έχει συμβεί ποτέ ξανά. Ποιος ξέρει; Ίσως τελικά ο Ερμής Λυκουρόπουλος να είχε δίκιο»
«Ο πατέρας του Άρη;»
«Ναι. Αν και νέος, αυτός ήταν πολύ σοφός και έλεγε ότι η άμεση οικειότητα μεταξύ δύο ανθρώπων συμβαίνει μόνο όταν αυτοί οι δύο προορίζονται να είναι μαζί ως φίλοι ή ως ζευγάρι»
«Αυτό πιστεύεις για μας τους δύο;»
«Ο Άρης είναι αδερφός μου και εσύ είσαι το άλλο του μισό, πράγμα που σε κάνει και σένα αδερφή μου και με υποχρεώνει να σ' αγαπάω και να σε προστατεύω. Φυσικά, το ίδιο ισχύει για τον Άρη και τη δική μου σύντροφό, αν και όταν τη βρω»
«Πιστεύεις πραγματικά ότι είμαι το άλλο του μισό;»
«Απ' όλα όσα σου είπα, αυτό βρήκες να ρωτήσεις; Έλεος, ρε κούκλα μου!»
«Συγγνώμη, Ορέστη, αλλά αυτό είναι το μόνο που δεν μπορώ να πιστέψω»
«Τι εννοείς;»
«Εννοώ ότι δυσκολεύομαι να πιστέψω ότι ένας άντρας σαν τον Άρη θα διάλεγε μια γυναίκα σαν εμένα»
«Έλα τώρα! Μην ψαρεύεις κομπλιμέντα»
«Όχι! Όχι! Μιλάω σοβαρά»
«Κοίτα, Σελήνη, ξέρω ότι δεν πρέπει να σου το πω αυτό, αλλά έτσι όπως σε βλέπω, καταλαβαίνω ότι το χρειάζεσαι πραγματικά, οπότε ... Όταν ο Άρης με πήρε τηλέφωνο για να μου πει για σένα, τον ρώτησα πώς σε λένε και μου είπε Δεν θα το πιστέψεις, αλλά την λένε Σελήνη»
«Και;»
«Και,τον ξέρω σχεδόν τριάντα χρόνια και δεν τον έχω ακούσει ποτέ να προφέρει ένα όνομα όπως προφέρει το δικό σου»
Η Σελήνη πηδάει απ' τον πάγκο και πέφτει στην αγκαλιά του. Το γλυκό άρωμα βανίλιας που αναδύεται απ' το σώμα του είναι πολύ ελκυστικό γι' αυτήν. Δεν έχει καμία σχέση με το άγριο άρωμα του Άρη. Το ένα την ιντριγκάρει και την ερεθίζει, ενώ το άλλο την ηρεμεί και την καθησυχάζει. Αυτά τα δύο είναι εντελώς διαφορετικά και τόσο όμοια ταυτόχρονα. Είναι σαν το Γιν και το Γιανγκ. Δύο διαφορετικά μισά που κάνουν ένα τέλειο ολόκληρο.
«Αχ, Ορέστη! Δεν έχεις ιδέα τι σημαίνει αυτό για μένα»
«Έχω μία μικρή υποψία, αλλά έχουμε πει αρκετά, νομίζω. Πάρε λίγο καφέ και πήγαινε να ξυπνήσεις τ' αγόρι μας. Τα αυγά κρυώνουν και αυτός μισεί το κρύο φαγητό»
Η Σελήνη του δίνει ένα απαλό φιλί στο μάγουλο και κατευθύνεται προς την πόρτα.
«Έη, κούκλα! Ξέχασες τον καφέ!»
Αυτή ακουμπάει στο πλαίσιο της πόρτας και χαμογελάει πονηρά.
«Μάθημα νούμερο ένα, Ορεστάκο»
«Ω!»
Η Σελήνη βγαίνει απ' την κουζίνα γελώντας δυνατά ενώ ο Ορέστης φωνάζει πίσω της.
«Μην αργήσετε πολύ. Τα ξαναζεσταμένα αυγά είναι αηδιαστικά!»
«Ότι πεις, καπετάνιε!»
Ο Ορέστης κάθεται στο σκαμπό και αρχίζει να τρώει, μουρμουρίζοντας ανάμεσα στις μπουκιές του.
«Τυχερό κάθαρμα! Βρίσκεις πάντα τα καλύτερα κομμάτια! Για να δούμε πότε θα βρω εγώ το άλλο μου μισό;»
~ ΣΤΗΝ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ ΤΟΥ ΑΡΗ ~
Η Σελήνη μπαίνει στο δωμάτιο και βρίσκει τον Άρη να κοιμάται ακόμα γυρισμένος στο πλάι. Τον πλησιάζει και γονατίζει στο κρεβάτι πίσω του. Του χαϊδεύει την πλάτη και νιώθει τους μύες να τεντώνονται κάτω απ' το άγγιγμά της. Τα λόγια του Ορέστη έρχονται στο μυαλό της.
«Τον ξέρω σχεδόν τριάντα χρόνια και δεν τον έχω ακούσει ποτέ να προφέρει ένα όνομα όπως προφέρει το δικό σου»
Το χέρι της χαϊδεύει τα μαλλιά του, ψιθυρίζοντας περισσότερο στον εαυτό της.
«Έχει άραγε δίκιο ο Ορέστης; Πόσο πιθανό είναι να μ' αγαπάς;»
Σκύβει και τον φιλάει.
«Ξύπνα, Αφέντη μου. Σου έφερα καφέ»
Ο Άρης, χωρίς ν' ανοίξει τα μάτια του, μυρίζει τον αέρα και μιλάει με τη βραχνή φωνή του ύπνου.
«Γιατί λες ψέματα, Γατούλα; Δεν μυρίζω καφέ»
«Μάθημα νούμερο ένα, Αφέντη»
Αυτός ανοίγει τα μάτια του και την κοιτάζει μέσα απ' τον καθρέφτη απέναντι απ' το κρεβάτι.
«Το καλό που σου θέλω να είσαι γυμνή όταν γυρίσω»
~ ΚΑΜΠΟΣΗ ΩΡΑ ΜΕΤΑ~ ΣΤΗΝ ΚΟΥΖΙΝΑ ~
Η Σελήνη είναι στο μπάνιο και ο Άρης μπαίνει στο δωμάτιο και βρίσκει τον Ορέστη, ο οποίος, όταν τον βλέπει, τον κοιτάζει στραβά και σηκώνει το φρύδι του.
«Καλά ξυπνητούρια, τυχερό κάθαρμα»
«Την γνώρισες, έτσι δεν είναι;»
«Ναι»
«Και;»
«Σε είπα τυχερό κάθαρμα. Τι καταλαβαίνεις;»
Ο Άρης κάθεται σε ένα σκαμπό και ο Ορέστης γεμίζει ένα φλιτζάνι με καφέ και του το δίνει.
«Πότε θα της μιλήσεις;»
«Για ποιο πράγμα;»
«Για τη δουλειά»
«Το έκανα ήδη. Ξέρει τα πάντα»
«Μην μου κάνεις τον χαζό, Λύκε»
«Χαμήλωσε τη φωνή σου, και μη με λες έτσι»
«Αρούλη, απλά κρύβεσαι πίσω απ' το δάχτυλό σου. Το καταλαβαίνεις, έτσι δεν είναι; Δεν μπορείς να ξεφύγεις απ' το αναπόφευκτο»
Ο Άρης σκύβει μπροστά και στηρίζει το κεφάλι του στα χέρια του.
«Νομίζεις ότι δεν το ξέρω;»
«Και τι ακριβώς κάνεις γι' αυτό;»
«Τι μπορώ να κάνω;»
«Μίλα της. Πες της τα πάντα. Πες της τι είσαι και τι κάνεις. Πες της ότι δεν γνωριστήκατε τυχαία. Πες της για τη συμφωνία που έκανες μ' εκείνον τον βρωμιάρη τον Πέτρο»
«Δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Θα με μισήσει»
«Δεν νομίζω, φιλαράκο. Αυτό το κορίτσι σε λατρεύει σαν θεό. Θα σε συγχωρέσει»
«Αυτό το κατάλαβες μέσα στα δέκα γαμημένα λεπτά που της μίλησες;»
«Το κατάλαβα από τότε που της μίλησα στο τηλέφωνο. Όπως ακριβώς συνέβη και με σένα»
«Τι υποτίθεται ότι σημαίνει αυτό;»
«Την αγαπάς, Αρούλη. Παράξενο, αλλά αληθινό. Ο λύκος ερωτεύτηκε το πρόβατο»
«Ορέστη, φοβάμαι»
«Τι φοβάσαι;»
«Ο πατέρας μου έλεγε ότι, όταν αγαπάς κάποιον, του δίνεις τη δύναμη να σε καταστρέψει, και απλά ελπίζεις ότι δεν θα το κάνει»
«Και τι; Φοβάσαι ότι η Σελήνη θα σου κάνει κάτι τέτοιο;»
«Όχι. Φοβάμαι το αντίθετο. Φοβάμαι ότι εγώ θα είμαι αυτός που θα την καταστρέψει»
Ο Ορέστης δεν προλαβαίνει ν' απαντήσει, γιατί εκείνη τη στιγμή, η Σελήνη μπαίνει στην κουζίνα και οι δύο άντρες διακόπτουν τη συζήτηση. Ο Ορέστης πάει πίσω απ' τον πάγκο και ο Άρης χαμογελάει.
«Να και η Γατούλα μου! Έλα εδώ, μωρό μου»
Αυτός χτυπάει τον μηρό του και η Σελήνη κάθεται στην αγκαλιά του. Αυτός τυλίγει τα χέρια του γύρω από τη μέση της, βάζει το πρόσωπό του στο στήθος της και μυρίζει το άρωμα της.
«Μυρίζεις τόσο ωραία»
«Αλήθεια; Περίεργο, γιατί πλύθηκα μονάχα με νερό»
Ο Ορέστης μπαίνει στην συζήτηση.
«Γιατί, κούκλα; Ξεμείναμε από αφρόλουτρο;»
«Όχι. Υπάρχουν πολλά απ' αυτά, αλλά είναι όλα για άνδρες. Χρειάζομαι μερικά κοριτσίστικα πράγματα το συντομότερο δυνατόν»
«Μην ανησυχείς γι' αυτό, Γατούλα. Θ' αγοράσουμε ότι χρειάζεσαι»
Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, ο Ορέστης ξεσπάει ξαφνικά σε γέλια και ο Άρης με την Σελήνη τον κοιτάζουν μπερδεμένοι.
«Τι σ' έπιασε, ρε μαλάκα;»
«Τίποτα. Απλά εγώ μόλις σε φαντάστηκα στο σούπερ μάρκετ ν' αγοράζεις ταμπόν και σαπούνι για κολπικές πλύσεις»
Ο Ορέστης γελάει ακόμα πιο δυνατά και η Σελήνη δεν μπορεί να μην κάνει το ίδιο. Ο Άρης δείχνει τα δόντια του.
«Πολύ αστείο, μαλάκα! Και όσο για σένα, Γατούλα ...»
«Κούκλα, κάνε μου τη χάρη και τράβα τον μια φωτογραφία. Θα με υποχρεώσεις»
«Εντάξει, αλλά γιατί δεν έρχεσαι μαζί μας; Θα έχει πλάκα»
«Θα το ήθελα πολύ, αλλά φοβάμαι ότι δεν μπορώ. Έχω μια φωτογράφιση για ένα περιοδικό»
«Κάνεις τέτοιου είδους φωτογραφίσεις; Φοβερό!»
«Συνήθως όχι, αλλά αυτή είναι μια ειδική περίπτωση. Δεν μπορώ να μπω σε λεπτομέρειες ακόμα, αλλά αν όλα πάνε καλά, εσείς οι δύο θα είστε οι πρώτοι που θα το μάθετε»
«Ναι, αλλά θα 'ρθεις απόψε στο Λημέρι, έτσι δεν είναι;»
«Φυσικά. Δεν θα έχανα με τίποτα το ντεμπούτο της Σελήνης»
«Ω, Θεέ μου! Μη μου το θυμίζεις!»
«Έη! Τι είπαμε γι' αυτό, Γατούλα;»
«Ότι δεν έχω τίποτα να φοβηθώ»
«Πολύ σωστά. Τώρα δώσε μου ένα φιλί και πήγαινε να ντυθείς»
«Λοιπόν, εγώ λατρεύω αυτού του είδους τις διαταγές»
Μετά το φιλί, αυτή εξαφανίζεται για να ετοιμαστεί. Ο Άρης, όσο η Σελήνη ήταν μαζί του, χαμογελούσε. Τώρα όμως που έμεινε μόνος, το χαμόγελο χάνεται απ' τα χείλη του και το πρόσωπο του γεμίζει απελπισία.
«Τι θα κάνω, ρε Ορέστη;»
Ο Ορέστης σηκώνεται, τον πλησιάζει και βάζει το χέρι του στον ώμο του.
«Υπάρχει μονάχα ένας δρόμος μπροστά σου, φίλε μου. Η αλήθεια. Αυτή είναι η μόνη λύση»
«Ή σκοτώνω αυτόν τον πούστη τον Πέτρο και τελειώνω μια και καλή απ' αυτό το χάλι»
«Ναι, αυτό θα ήταν υπέροχο, και θα μπορούσα να σε βοηθήσω κιόλας, αλλά έτσι θα στερούσες απ' την Σελήνη την ευκαιρία να πάρει την εκδίκηση της»
«Σου είπε γι' αυτό;»
«Όχι πολλά. Μόνο ότι της υποσχέθηκες ότι θα τη βοηθήσεις»
«Θα το κάνω»
«Το ξέρω»
«Τέλος πάντων! Δεν μπορώ να πάρω αυτήν την απόφαση τώρα. Πρέπει να σκεφτώ»
«Σωστά. Εξάλλου, έχεις να κάνεις και ψώνια»
«Με κοροϊδεύεις τώρα, αλλά δεν πειράζει»
«Όχι, Αρούλη. Εγώ χαίρομαι για σένα. Είναι η πρώτη φορά που σε βλέπω έτσι και μ' αρέσει πολύ»
«Ευχαριστώ»
«Έλα τώρα! Δεν υπάρχει παρακαλώ και ευχαριστώ μεταξύ ενός Άλφα και του Βήτα του, σωστά;»
«Σωστά»
«Θα σε δω αργότερα τότε»
«Έγινε και καλή τύχη στη δουλειά»
~ ΑΡΚΕΤΕΣ ΩΡΕΣ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~
Ο Άρης και η Σελήνη μπαίνουν στο σπίτι, με πάρα πολλές τσάντες στα χέρια. Αυτή είναι ενθουσιασμένη και χοροπηδάει πάνω κάτω σαν παιδί και αυτός την κοιτάζει και χαμογελάει.
«Γατούλα, νομίζω ότι το παράκανες λίγο. Μερικές ακόμα τσάντες και θα χρειαζόμασταν φορτηγό για να τις κουβαλήσουμε»
«Το ξέρω, αλλά ήταν η πρώτη μου φορά. Δεν έχω ξανακάνει κάτι τέτοιο και ναι, ίσως το παράκανα λίγο. Σε παρακαλώ, μην με κρίνεις»
Αυτός της χαϊδεύει το σαγόνι με τα δάχτυλά του.
«Δεν θα σε κρίνω ποτέ, μωρό μου. Μπορείς να είσαι ο εαυτός σου μαζί μου. Μ' αρέσεις όπως ακριβώς είσαι»
Του πιάνει το χέρι και το φέρνει στα χείλη της για να φιλήσει την παλάμη του.
«Κανείς δεν μου το έχει πει αυτό. Ούτε καν οι γονείς μου. Όλοι έλεγαν ότι είμαι ανόητη και βαρετή»
«Όλα αυτά είναι μαλακίες, μωρό μου. Δεν υπάρχει τίποτα ανόητο ή βαρετό πάνω σου»
Αυτός παίρνει το πρόσωπό της στα χέρια του και τη φιλάει με πάθος.
«Φιλάς τόσο ωραία, Αφέντη μου»
«Κι εσύ φιλιέσαι υπέροχα, Γατούλα. Θα πρέπει να σε φιλάνε συνέχεια. Κάθε ώρα. Κάθε στιγμή. Κάθε δευτερόλεπτο»
«Καν το ξανά τότε. Φίλησέ με άλλη μια φορά»
Αυτός κάθεται στον καναπέ και την τραβάει μαζί του. Εκείνη τον καβαλάει και τυλίγει τα χέρια της γύρω απ' τον λαιμό του. Τα χείλη του παίρνουν τα δικά της σε ένα ακόμα βαθύ φιλί και, χωρίς να διακόψει την επαφή, τα χέρια του γλιστρούν κάτω από τη μπλούζα της, και εκείνη κρατάει τα δικά της ψηλά για να τον διευκολύνει να την βγάλει.
«Δεν θα με πας στο κρεβάτι;»
«Όχι. Θα σε γαμήσω εδώ και τώρα»
Καθώς μιλάνε, βγάζουν τα υπόλοιπα ρούχα τους.
«Και αν έρθει ο Ορέστης;»
«Σε νοιάζει πραγματικά αυτή τη στιγμή;»
«Όχι. Και για να είμαι ειλικρινής, μ' αρέσει η πιθανότητα να μας πιάσει κάποιος»
Την βάζει κάτω γελώντας.
«Μπράβο το κορίτσι μου! Αλλά τώρα κλείσε το όμορφο στοματάκι σου και άνοιξε τα πόδια σου για μένα»
«Ναι, Αφέντη μου»
~ ΠΟΛΥ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~ ΣΤΗΝ ΚΡΕΒΑΤΟΚΑΜΑΡΑ ~
Μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια, η οποία παραλίγο να κοστίσει στον Άρη την ψυχική του υγεία, η Σελήνη είναι ξαπλωμένη στο κρεβάτι και του ρίχνει ντροπαλές, κλεφτές ματιές καθώς αυτός τακτοποιεί τα καινούργια της πράγματα στην ντουλάπα.
«Δεν μ' αρέσει καθόλου αυτό»
«Ποιο, μωρό μου;»
«Εγώ να είμαι ξαπλωμένη ενώ εσύ κάνεις όλη τη δουλειά. Το αντίθετο έπρεπε να συμβαίνει»
«Ευχαριστώ, αλλά δεν θα πάρω, Γατούλα. Σε άφησα να τακτοποιήσεις τα εσώρουχά σου και κόντεψες να με κάνεις να πάθω καρδιακή προσβολή. Έβαλες στο ίδιο συρτάρι μονόχρωμα και εμπριμέ, για όνομα του θεού! Μείνε εκεί που είσαι και θα τελειώσω σε δύο δευτερόλεπτα»
Η Σελήνη συνοφρυώνεται.
«Είσαι ένας υπερβολικός, ψυχαναγκαστικός, τρελός, σέξι άντρας»
«Όλα αυτά μαζί, ε;»
«Ναι»
Ο Άρης γελάει.
«Μη γελάς. Μιλάω πολύ σοβαρά»
«Εντάξει, αλλά να θυμάσαι ότι πήγες γυρεύοντας»
«Τι ...Τι σημαίνει αυτό;»
Αυτός πλησιάζει το κρεβάτι, ξαπλώνει δίπλα της και με το χέρι του αρχίζει να χαϊδεύει τον μηρό της.
«Αυτό σημαίνει ...»
Η Σελήνη βάζει τα δάχτυλά της στα χείλη του για να τον εμποδίσει να μιλήσει.
«Μην πεις άλλα. Δεν με νοιάζει τι σημαίνει. Το μόνο που με νοιάζει είναι ότι πέτυχα τον στόχο μου. Σ' έφερα στο κρεβάτι»
Αυτός χαμογελάει.
«Δεν ήταν απαραίτητη η προσπάθεια, Γατούλα. Το μόνο που έπρεπε να κάνεις ήταν να το ζητήσεις. Η αγκαλιά σου είναι το πιο υπέροχο μέρος στον κόσμο, μωρό μου, και εγώ κρυώνω μακριά της»
«Φίλησέ με, Αφέντη μου»
Σκύβει και της δίνει αυτό που ζητάει. Μετά, αυτή γλύφει τα χείλη της και τα δαγκώνει κάπως αμήχανα.
«Άρη, θέλω να σου ζητήσω συγγνώμη»
«Για ποιο πράγμα;»
«Για την απληστία μου»
«Την ποια; Δεν καταλαβαίνω, μωρό μου»
«Από τότε που γνωριστήκαμε, εγώ σου ζητάω συνέχεια ... ξέρεις!»
«Οικειότητα;»
«Ναι»
«Το γνωρίζω, Γατούλα. Συμμετέχω κι εγώ σ' αυτό, σε περίπτωση που δεν το έχεις προσέξει»
«Ναι, αλλά αυτό που θέλω να πω είναι ότι δεν θέλω να με παρεξηγήσεις. Δεν θέλω να πιστεύεις ότι με νοιάζει μόνο το σεξ. Μπορεί να το στερήθηκα, αλλά συμβιβάστηκα. Η ανάγκη που νιώθω τώρα είναι για σένα, όχι για το σεξ. Θέλω μόνο εσένα και όλα αυτά που μου προσφέρεις»
«Γιατί βασανίζεις το μυαλουδάκι σου μ' αυτές τις ανοησίες; Ξέρω πώς νιώθεις, γιατί κι εγώ το ίδιο νιώθω. Έχω κάνει πολύ σεξ στη ζωή μου, Γατούλα, αλλά και πάλι, δεν σε χορταίνω, ακριβώς επειδή θέλω εσένα και μόνο εσένα. Είσαι το καλύτερο πράγμα που μου έχει συμβεί ποτέ. Σε περίμενα πολύ καιρό»
«Συγγνώμη που άργησα»
«Δεν πειράζει. Ήρθες και αυτό είναι αρκετό για μένα»
«Πες μου ότι έχουμε χρόνο για λίγη οικειότητα»
Ο Άρης γελάει.
«Ξεχνάς ότι είμαι τ' αφεντικό; Έχουμε όσο χρόνο θέλουμε, Γατούλα»
«Γιούπι!»
«Ανέβα πάνω μου»
«Αμέσως, Αφέντη»
~ ΑΡΓΑ ΤΟ ΒΡΑΔΥ ~ ΛΙΓΟ ΜΕΤΑ ΤΙΣ ΕΝΤΕΚΑ ~
Ο Άρης είναι έτοιμος και κούκλος μέσα στο μαύρο κουστούμι του. Αυτός περιμένει τη Σελήνη, που είναι κλεισμένη στο μπάνιο για αρκετή ώρα. Όταν αυτός παίρνει ένα μήνυμα στο κινητό, σηκώνεται, πηγαίνει στο μπάνιο και χτυπάει την πόρτα.
«Τι κάνεις τόση ώρα εκεί μέσα, Γατούλα; Το αμάξι μας ήρθε. Θα βγεις ή όχι;»
Η γλυκιά φωνή της Σελήνης ακούγεται πίσω απ' την πόρτα.
«Εντάξει. Εντάξει. Βγαίνω!»
Ο Άρης φτιάχνει το σακάκι του μονολογώντας.
«Είχα ακούσει ότι οι γυναίκες χρειάζονται χρόνο για να ετοιμαστούν, αλλά ...»
Αυτός σταματάει στη μέση της πρότασης όταν ανοίγει η πόρτα του μπάνιου και η Σελήνη βγαίνει έξω. Είναι η πρώτη φορά που την βλέπει ντυμένη επίσημα και το σαγόνι του πέφτει στο πάτωμα. Αυτή είναι κούκλα μέσα στο στενό δερμάτινο φόρεμα της, το οποίο είναι μακρύ μέχρι λίγο πάνω απ' το γόνατο και έχει ένα σκίσιμο στο πλάι μέχρι επάνω τον γοφό. Στο επάνω μέρος συγκρατείται από δύο φαρδιές ράντες και το ντεκολτέ πιέζει το στήθος τόσο όσο για να το κάνει να φαίνεται ζουμερό. Αυτή έχει βαφτεί ελάχιστα, λίγη μάσκαρα και λίγο ρουζ. Το μόνο έντονο στοιχείο στο μακιγιάζ της είναι το έντονο κόκκινο κραγιόν που της πηγαίνει τέλεια, χωρίς να την κάνει να φαίνεται πρόστυχη. Τα μαλλιά της πέφτουν στους ώμους της σε χαλαρές μπούκλες.
«Πως σου φαίνομαι, Αφέντη; Είμαι άξια να είμαι το κορίτσι του αρχηγού;»
«Εγώ ... Είσαι ... Εννοώ ... Γαμημένη κόλαση! Πότε πήρες αυτό το φόρεμα; Όταν σου είπα να το αγοράσεις, είπες ότι δεν σ' άρεσε»
«Επίτηδες. Είδα πόσο σου άρεσε και ήθελα να σου κάνω έκπληξη. Το αγόρασα όταν μιλούσες στο τηλέφωνο. Δεν έκανα καλά;»
«Ναι. Ναι. Φυσικά. Έκανες πολύ καλά»
«Τότε γιατί με κοιτάς σαν να είμαι εξωγήινη; Σ' αρέσω, έτσι δεν είναι;»
«Εννοείται, Γατούλα. Μ' αρέσεις πάρα πολύ, αλλά εγώ απλά έμεινα έκπληκτος. Δεν τα έχω συνηθίσει ακόμα όλα αυτά. Δεν είχα ποτέ άλλη σχέση και δεν ξέρω πώς λειτουργεί το πράγμα»
«Απ' ότι φαίνεται, υπάρχει κάτι που μπορώ να σου διδάξω εγώ. Αν το θέλεις, φυσικά»
«Το θέλω περισσότερο απ' οτιδήποτε άλλο, Γατούλα»
«Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν. Μάθημα νούμερο ένα. Όταν βλέπεις το κορίτσι σου ντυμένο για να βγει, της λες πόσο όμορφη είναι και της δίνεις και ένα-δύο φιλιά»
«Αυτό το τελευταίο ισχύει ή το λες απλά για να με εκμεταλλευτείς;»
«Ποια νομίζεις πως είμαι; Δεν θα το έκανα ποτέ αυτό. Έλα, δείξε μου τι έμαθες»
«Εντάξει»
Ο Άρης την παίρνει στην αγκαλιά του.
«Είσαι ό,τι πιο όμορφο έχω δει ποτέ»
«Εντάξει. Αρκετά! Πάμε στο φιλί τώρα!»
Αυτή τον αρπάζει απ' το σακάκι και αυτός αρχίζει να γελάει.
«Το ήξερα, γαμώτο!»
Παρόλο που φοράει ψηλά τακούνια, αυτή σηκώνεται στις μύτες των ποδιών της και κολλάει το στόμα της στο δικό του. Αυτός ακολουθεί με ευχαρίστηση. Όταν όμως το κουδούνι αρχίζει να χτυπάει, η Σελήνη δεν φαίνεται να νοιάζεται και πολύ. Αυτή συνεχίζει και ο Άρης μιλάει πάνω στα χείλη της.
«Γατούλα, πρέπει πραγματικά να φύγουμε τώρα»
«Λίγο ακόμα»
«Δεν είμαι φτιαγμένος από ατσάλι, ρε μωρό μου. Ακόμα κι εγώ έχω τα όριά μου. Αν δεν φύγουμε τώρα, δεν θα φύγουμε ποτέ, και πρέπει οπωσδήποτε να πάω στο κλαμπ»
«Εντάξει. Εντάξει»
Η Σελήνη απομακρύνεται, κάνοντας αέρα στο πρόσωπό της με τα χέρια της και ο Άρης περνάει τα χέρια του μέσα από τα μαλλιά του καθώς κουνάει λίγο περίεργα το κάτω μέρος του σώματος του.
«Κουνιέσαι κάπως περίεργα. Είσαι καλά;»
«Όχι, Γατούλα, δεν είμαι καλά. Κοίτα τι μου έκανες»
Αυτή ρίχνει μια ματιά εκεί που δείχνει ο Άρης, στο εμφανώς φουσκωμένο σημείο ανάμεσα στα πόδια του, και αρχίζει να γελάει.
«Μη γελάς! Πώς θα βγω έτσι έξω;»
«Δεν έχεις κανένα μακρύ παλτό ή κάτι τέτοιο;»
«Το μόνο μακρύ αυτή τη στιγμή είναι το ... Τέλος πάντων! Πάμε να φύγουμε!»
«Όχι, περίμενε! Έχεις λίγο κραγιόν στα χείλη σου. Σκούπισε το πρώτα»
Αυτός ρίχνει μια ματιά στον καθρέφτη και σκουπίζει τα χείλη του με το πίσω μέρος του χεριού του, γρυλίζοντας.
«Αυτό ήταν, Γατούλα! Τώρα θα σε σκοτώσω!»
Η Σελήνη γελάει δυνατά.
«Καλύτερα να τρέξεις, γιατί αν σε πιάσω στα χέρια μου ...»
Αυτή, γελώντας ακόμα, παίρνει το παλτό της, τον πλησιάζει και του το δίνει. Αυτός την βοηθάει να το φορέσει, αγριοκοιτάζοντας την.
«Μην ζορίζεσαι πολύ, Αφέντη. Ξέρεις ότι δεν σε φοβάμαι. Τώρα, άντε, πάμε να φύγουμε. Πρέπει να με συστήσεις στη συμμορία μας»
Αυτός της πιάνει το χέρι.
«Τι θα κάνω μαζί σου;»
Αυτή σηκώνει τους ώμους της.
«Είμαι δικιά σου. Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις μαζί μου»
«Για όνομα του Θεού πια!»
Αυτοί αφήνουν το σπίτι, γελώντας, πιασμένοι χέρι-χέρι. Στο ασανσέρ, αυτός της κουμπώνει καλά το παλτό και καθώς βγαίνουν έξω, αγκαλιάζει τους ώμους της για να την προστατέψει απ' το κρύο. Ένα γυαλιστερό μαύρο αυτοκίνητο περιμένει στην άκρη του δρόμου με τη μηχανή αναμμένη.
«Δεν θα πάρουμε τη μηχανή;»
«Αν σε βάλω στη μηχανή μ' αυτό το κρύο, θα μετατραπείς σε παγάκι και εγώ σε προτιμώ ζεστή. Άλλωστε, δεν παίρνω ποτέ την μηχανή την νύχτα, για προληπτικούς λόγους»
Ο οδηγός βγαίνει απ' το αυτοκίνητο όταν τους βλέπει. Είναι νέος, εκεί κοντά στα είκοσι πέντε, με ξανθά μαλλιά και πράσινα μάτια. Είναι όμορφος, αλλά και απίστευτα συμπαθητικός. Δεν φοράει στολή σοφέρ, αλλά κουστούμι και μέσα απ' το σακάκι του ξεχωρίζει ένα αρκετά μεγάλο όπλο, τοποθετημένο στην ειδική θήκη γύρω απ' τον κορμό του. Αυτός κάνει τον γύρο και ανοίγει την πίσω πόρτα. Όταν ο Άρης και η Σελήνη πλησιάζουν το αμάξι, αυτός χαμηλώνει το κεφάλι του.
«Καλησπέρα, αφεντικό»
«Γεια σου, Φραγκίσκο. Να σου συστήσω την γυναίκα μου, την δεσποινίς Σελήνη Νουβάκη. Γατούλα, αυτός είναι ο Φραγκίσκος, ο καλύτερος οδηγός που θα συναντήσεις ποτέ»
Ο Φραγκίσκος, χωρίς να σηκώσει το κεφάλι, γονατίζει μπροστά τους.
«Στις υπηρεσίες σας, δεσποινίς μου!»
Η Σελήνη κοιτάζει τον Άρη για οδηγίες και εκείνος σκύβει στο αυτί της.
«Σαν υποτακτικός, σου προσφέρει τις υπηρεσίες του, μωρό μου. Πρέπει απλά να τις δεχτείς»
Οι οδηγίες του δεν είναι απόλυτα σαφείς και έτσι αυτή ακολουθεί το ένστικτο της και, ευκολότερα απ' ότι περίμενε, παίρνει ένα ύφος ανωτερότητας και βάζει το χέρι της στον ώμο του Φραγκίσκου.
«Τις δέχομαι, Φραγκίσκο»
«Ευχαριστώ, Κυρά μου»
Η Σελήνη κοιτάζει ξανά τον Άρη και εκείνος της γνέφει καταφατικά. Μετά, την βοηθάει να μπει στο αμάξι και μπαίνει κι εκείνος πίσω της. Μέχρι ο Φραγκίσκος να κάνει ξανά τον γύρο, αυτή βρίσκει την ευκαιρία να ρωτήσει κάτι που της έκανε εντύπωση.
«Γιατί αυτός την πρώτη φορά με είπε δεσποινίς ενώ την δεύτερη με είπε κυρά μου;»
«Κυρά μου είναι η προσφώνηση της γυναίκας που είναι πάνω απ' όλους εκτός απ' το αφεντικό. Την πρώτη φορά σε είπε δεσποινίς γιατί ακόμα δεν είχες δεχτεί να γίνει υποτακτικός σου»
«Ουάου!»
«Μην ανησυχείς, Γατούλα. Θα τα μάθεις σιγά-σιγά»
Εκείνη τη στιγμή, ο Φραγκίσκος ανοίγει την πόρτα του οδηγού και κάθεται πίσω απ' το τιμόνι.
«Όλα καλά, αφεντικό;»
«Ναι, Φραγκίσκο. Οδήγα»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro