ΚΕΦΑΛΑΙΟ 30 (ΕΠΙΛΟΓΟΣ)
5 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ
Η Σοφία με τον γιο της, ένα πανέμορφο ξανθό αγοράκι, βρίσκονταν στο νεκροταφείο, μπροστά από τον τάφο του Λούις. Δεν είχε μείνει σώμα για να θάψουν. Έστησαν απλά μία ταφόπλακα προς τιμήν του, ανάμεσα στις ταφόπλακες όλων των μεγαλύτερων ηρώων της ιστορίας της Εράθιας.
«Λούις, ιδού το παιδί μας.» είπε η Σοφία και στράφηκε στον γιο της. Γονάτισε για να έρθει στο ύψος του και τον κοίταξε με τρυφερότητα στα μάτια, που ήταν ίδια με τα δικά του...Το παιδικό προσωπάκι του ήταν έκπληκτο και απορημένο ύστερα από αυτό που άκουσε.
«Έβαν...» του είπε και πήρε μια βαθιά ανάσα. «Ήρθε η ώρα να μάθεις την ιστορία για τον πατέρα σου.»
Η αυτοθυσία του Λούις για να σώσει την αγαπημένη του, το παιδί τους (παρόλο που δεν γνώριζαν ακόμη για την ύπαρξη του) και την Εράθια έμεινε στην ιστορία. Η Βασίλισσα Σοφία του Όλινορ επέστρεψε μετά την νίκη τους ενάντια στον Νταράκα και φρόντισε να φτιαχτούν όλες οι καταστροφές από τον πόλεμο. Έπρεπε να ζήσει χωρίς τον Λούις και να ξεχάσει όλα εκείνα τα όνειρα που έκανε. Παρόλο που γνωρίζονταν λίγο είχαν αγαπηθεί δυνατά... Όμως ο γιος τους της έδινε κουράγιο και παρηγορία. Όταν έμαθε για την ύπαρξη του στην κοιλιά της ήταν πιο χαρούμενη από πότε και ο πόνος της μειώθηκε. Ο Έβαν έγινε κι εκείνος σπουδαίος ήρωας σαν τον πατέρα του και αργότερα ένας αγαπητός και δίκαιος βασιλιάς σαν τη μητέρα του.
Η ιστορία του όμως δεν έχει ειπωθεί ακόμα...
Για την ώρα ας δούμε μια άλλη ιστορία ή μάλλον μια ιστορία που επαναλαμβάνεται με περίεργες συμπτώσεις... ή μήπως όχι...;
{...}
2000 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ...
«Λούις! Λούις ξύπνα θα αργήσεις στη σχολή!» άκουσε τη φωνή της αδελφή του να τον ξυπνάει μετά το περίεργο όνειρο που είδε. Είδε πως πολεμούσε με τέρατα σε μια άλλη εποχή και πως ερωτεύτηκε μια όμορφη βασίλισσα με αγγελικό πρόσωπο και ξανθά μαλλιά...
Άνοιξε τα μάτια του και είδε από πάνω του την αδελφή του να του χαμογελάσει με τα μπλε μαλλιά της να απλώνονται μπροστά.
«Καλημέρα, αδελφούλα.»
«Καλημέρα. Είναι η πρώτη σου μέρα στη σχολή. Άντε σήκω, θα αργήσεις.» είπε η Τζούλιετ και έφυγε για να κατέβει στον κάτω όροφο του σπιτιού.
Ο Λούις σηκώθηκε κι εκείνος και ντύθηκε. Σήμερα ήταν μια νέα μέρα, μια νέα ευκαιρία καθώς είχε γίνει δεκτός στο καλύτερο πανεπιστήμιο της Εράθιας. Φόρεσε τζιν και μια κόκκινη μπλούζα, αθλητικά και χτένισε τα γαλάζια μαλλιά του.
Κατέβηκε στην τραπεζαρία όπου έφαγε πρωινό με την αδελφή του λέγοντας ο ένας στον άλλον τα σχέδια τους για την ημέρα. Η Τζούλιετ θα πήγαινε αργότερα στο μικρό ξενοδοχειάκι που διεύθυνε.
Ο Λούις κοίταξε το ρολόι και συνειδητοποίησε πως έπρεπε να έχει ήδη ξεκινήσει. Αποχαιρέτησε την αδελφή του μ ένα φιλί στο κεφάλι, πήρε το μπουφάν και την τσάντα του και έφυγε.
Άργησε αρκετά στο δρόμο καθώς είχε κίνηση και το λεωφορείο πήγαινε με αργούς ρυθμούς. Έφτασε τελικά στη σχολή και βιαστικά κοίταξε το πρόγραμμα να δει σε ποια αίθουσα ήταν. Ήταν αρκετά μακριά και έτσι ξεκίνησε να τρέχει σχεδόν προς αυτήν ,κάνοντας δρόμο μέσα από το πλήθος των άλλων φοιτητών.
Βρήκε τελικά την αίθουσα και όπως πήγε να μπει βιαστικά, συγκρούστηκε με κάτι ή μάλλον με κάποιο άτομο και πολλά βιβλία σκορπίστηκαν στο πάτωμα. Είδε μια χαίτη από μακριά ξανθά μαλλιά να κρύβουν το πρόσωπο της καθώς έσκυψε και προσπαθούσε να μαζέψει τα βιβλία.
«Συγνώμη, χίλια συγνώμη...» της είπε και έσκυψε κι αυτός να τη βοηθήσει.
«Εγώ συγνώμη. Έκανα λάθος την αίθουσα και έφυγα βιαστικά για να πάω να βρω τη σωστή.» του είπε η κοπέλα.
Τα βιβλία μαζεύτηκαν και σηκώθηκαν κι οι δυο όρθιοι. Ο Λούις της έδωσε τα τελευταία βιβλία και τότε οι ματιές τους συναντήθηκαν .Είδε δυο πανέμορφα καστανά μάτια να τον κοιτάζουν. Δεν το πίστευε! Ήταν η κοπέλα από το όνειρο του, η όμορφη βασίλισσα.
«Ορίστε.» της είπε σαν χαμένος και της έδωσε τα βιβλία.
«Ε... Ευχαριστώ.» είπε κι εκείνη επίσης σαν χαμένη.
«Με λένε Λούις. Εσένα;»
«Σοφία.»
Σοφία... είπε από μέσα του. Για κάποιο λόγο κάτι του θύμιζε αυτό το όνομα, σαν ανάμνηση από τα όνειρα του, ή μήπως από μια άλλη ζωή;
«Χάρηκα, Σοφία. Ελπίζω να βρεις τη σωστή αίθουσα την επόμενη φορά. Αν και... ήταν μια ευτυχής σύμπτωση το ότι έκανες λάθος γιατί έτσι σε γνώρισα...» Σώπασε αμέσως, καθώς σκέφτηκε μήπως την έφερε σε δύσκολη θέση. Όμως η Σοφία του χαμογέλασε και είπε:
«Κι εγώ χάρηκα που σε γνώρισα. Θα τα πούμε, Λούις.» και έκανε να φύγει.
«Σοφία...!» την πρόλαβε ο Λούις. Γύρισε και τον κοίταξε με ελπιδοφόρο βλέμμα.
«Θα ήθελες να πάμε να πάρουμε καφέ στο διάλειμμα;» τη ρώτησε.
«Φυσικά.» του απάντησε με το πιο υπέροχο χαμόγελο που είχε δει ποτέ του.
«Υπέροχα. Θα σε περιμένω εδώ ακριβώς.»
«Εντάξει.» του επιβεβαίωσε το ραντεβού τους και κίνησε για την σωστή αίθουσα αυτή τη φορά, ενώ ο Λούις μπήκε στη δικιά του με ένα παράξενο συναίσθημα ευτυχίας να τον κατακλύζει.
Δύο χιλιάδες χρόνια πριν την κεντρική ιστορία, ο Λούις και η Σοφία γνωρίστηκαν και πολέμησαν ενάντια στην πρώτη κυριαρχία του Νταράκα. Εκείνοι ήταν οι πρώτοι ήρωες που κατάφεραν να τον νικήσουν. Δύο χιλιάδες χρόνια μετά ,συναντήθηκαν ξανά χωρίς να θυμούνται την προηγούμενη ζωή τους και πολέμησαν ξανά μαζί του και τον νίκησαν μετά την ανάσταση του, με τη θυσία του Λούις. Ακόμη δυο χιλιάδες χρόνια μετά, στη σημερινή εποχή πλέον, ο Λούις και η Σοφία γνωρίζονται ξανά .Άραγε θα επαναληφθεί η ιστορία; Θα αναστηθεί ξανά ο Νταράκα;
Θα το δούμε σε κάποιο άλλο βιβλίο. Για την ώρα όμως, στο δεύτερο βιβλίο της σειράς, θα δούμε την ιστορία του γιου τους, του Έβαν. Θα χαρώ πολύ να σας δω και εκεί!
Πώς σας φάνηκε η ιστορία αυτή; Εγώ νιώθω πολύ χαρούμενη που τν τελείωσα. Δεν θα ανέβει ακόμα ο δεύτερο βιβλίο, γιατί πρώτο θα γράψω κάτι άλλο που έχω στο πρόγραμμα. Μείνετε συντονισμένοι!
Φιλία , Αντριάνα Κουκ
😘
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro