ΚΕΦΑΛΑΙΟ 41
ΔΑΦΝΗ
"...ΣΚΟΤΩΣΕ ΜΕ.. ΚΑΝΤΟ"
Ετρεχα για αρκετή ώρα μέχρι που τα πόδια μου δεν άντεξαν.Κάθισα σε ενα παγκάκι για να ξεκουραστώ αφήνοντας τον εαυτό μου ελεύθερο. Πλέον έκλαιγα χωρίς να με νοιάζει τίποτα
Ηταν μαζί της,ηταν μαζι με την Χριστίνα,μια γυναίκα που θα μπορούσε να του προσφέρει τα πάντα εν αντίθεσή με εμένα.Και η μικρή μου γελούσε μαζί της, περνούσε όμορφα. Ισως..αν κατι πήγαινε στραβά η Χριστίνα θα μπορούσε να πάρει την θέση μου.Εγω το μόνο που θέλω ειναι,να ειναι καλα ο Αλέξανδρος και η Μαρία μου.
Πρέπει να είναι καλα!
Τηλεφώνησα στον Δημήτρη να έρθει. Δεν έπρεπε να χάνουμε αλλο χρόνο. Ξέρω πως δεν θα συμφωνούσε με την απόφαση μου αλλά ήταν η μόνη λύση. Θα του ζητούσα να με συναντήσει με όποιο κόστος!Ο χρόνος μας πίεζε.
Σήμερα κάλλιστα θα είχε καταφέρει να τραυματίσει τον Αλέξανδρο,ήθελε απλά να με φοβίσει,αλλα αν τυχόν και επιχειρήσει να κάνει κακο στην μικρή μου;
"Μανούλα γιατί αυτος ο κύριος μας κοιτάζει; μας ξέρει; " τοσο καιρο μα: παρακολουθούσε.Ηταν τοτε που ειχα βγει βόλτα με την Μαρία μου,δεν είχα δει κανέναν οπότε και θεώρησα πως απλα μπερδεύτηκε.
Θεε μου! Την ειχε πλησιάσει ηδη μια φορα.
"Ξέχασε το Δάφνη.Δεν θα σε αφήσω να πας.Ξέχασε το!" φανερά θυμωμένος άρχισε να φωνάζει.Περπατούσε νευρικά μέχρι το αυτοκίνητο,του ζήτησα να έρθει να με πάρει, ενω δεν εχασα χρόνο και του μιλησα για την απόφαση μου.Οπως το περίμενα δεν συμφώνησε αρχίζοντας να λεει πως ειναι λαθος και τα σχετικά. Ειχε δίκιο μα έπρεπε να καταλάβει πως απο την στιγμή που είχαν ερθει ετσι τα πράγματα μόνο αυτό μπορούσαμε να κάνουμε.
"Δημήτρη! Ειναι το μόνο που μπορώ να κάνω στο σημείο που έχουμε έρθει Το θεμα με τον Χριστόφορο πρέπει να τελειώσει τωρα προτού χάσω τον Αλέξανδρο ή την κόρη μου.Αυτο το καθαρμα δεν θα διστάσει να επιχειρήσει να τους κάνει κακό.Σε θέλω μαζί μου.Αν δεν δέχεσαι την απόφαση τοτε.. "
"Μην σκεφτείς ξανα κατι τέτοιο μικρή μου.Φυσικά και θελω να είμαι δίπλα σου.Δεν θα σε αφήσω μόνη σου.Μαζι θα πάμε.Μαζί θα τελειώσουμε! Δεν μπορώ να σκεφτώ οτι θα σε χάσω μικρή.Για μενα εισαι η οικογένεια μου,η αδερφή μου!" τον αγκάλιασα σφιχτά,ενα νεο κύμα δακρύων έκανε την εμφάνιση του.Τελευταία εχω γίνει ευαίσθητη παραπάνω απο το κανονικό.Φταίει και ολη αυτη η κατάσταση φυσικά.
Ολη την υπόλοιπη μερα αφου γύρισα σπίτι ήμουν μόνη,κοιμήθηκα αρκετά νωρίς μιας και τον τελευταίο καιρό με έχει πιασει μια υπνηλία με αποτέλεσμα να κοιμάμαι συνεχεια. Δεν ειχα δύναμη ούτε αντοχή για τίποτα.Μίλησα και με την μικρή μου πρώτα,απο εκεί και περα δεν κατάλαβα ποτέ αποκοιμήθηκα
Το επομενο πρωι οταν ξύπνησα είχα αρκετές κλήσεις τοσο απο τον Αλέξανδρο οσο και απο την Λίζα.
Οσο και να ήθελα να τους καλέσω πίσω έπρεπε να αφοσιωθώ στον σκοπό μου.
Σήμερα ολα θα τελείωναν.Ο Δημήτρης είχε αναλάβει να μιλήσει ο ίδιος με τον Χριστόφορο.Το σημείο συνάντησης θα ήταν μια εγκαταλελειμένη αποθήκη κοντά στο σπίτι που έμενε για τωρα ο Δημήτρης.Θα του δίναμε την ευχαρίστηση να νομίζει πως θα πάρει την εκδίκηση του.Φυσικά δεν θα πηγαίναμε μόνοι μας.Η αστυνομία είχε ενημερωθεί για τα πάντα,με όσα στοιχεία είχαμε μαζέψει.
Θα ήταν μια ώρα πριν την συνάντηση οταν με πήρε τηλέφωνο ο Δημήτρης. Ο Χριστόφορος τα είχε μάθει ολα. Κάποιος μας είχε προδώσει.Αυτο ήταν κάποιος μας είχε προδώσει!Μου είπε να κλειδώσω καλα τις πόρτες και να μην βγω απο το σπίτι μέχρι να έρθει
"Τελικά ήταν πιο εύκολο να μάθω τι σχεδιάζετε απο οτι περίμενα" σαστισα,ένιωσα το σώμα μου να παγώνει και να μην μπορώ να κουνηθώ.Με δυσκολία γύρισα πίσω, τον είδα ακουμπισμένο στην κάσα της πόρτας να χαμογελάει ειρωνικά.Μετα απο τοσα χρόνια βρισκόταν ξανα μπροστά μου κοιτάζοντας με, με το ιδιο μισος οπως τοτε "να προσέχεις Δαφνούλα,ακόμα και οι 'τοίχοι' έχουν αυτιά.Πιστέψατε πραγματικά οτι δεν θα μάθαινα τι σχεδιάζετε; δεν ηταν δύσκολο να παρακολουθώ τα τηλέφωνα σας... " άρχισε να με πλησιάζει κρατώντας στα χέρια του ενα μαχαίρι, επιδεικνύοντας το παράλληλα
Προσπάθησα να μείνω ψύχραιμη χωρίς επιτυχία.Εφτασε γρήγορα κοντά μου,με ακινητοποίησε ανάμεσα σε εκείνον και τον τοίχο ενω με το χέρι που κρατούσε το μαχαίρι άρχισε να με αγγίζει...
"Τι κρίμα που το τελος σου θα ειναι τοσο άδοξο!Ακομα πιο κρίμα που χώρισες με τον γιατρουδακο σου"γελώντας ειρωνικά τον άκουσα να λέει.Ηξερε τα πάντα!Ο άνθρωπος ήταν αδίστακτος.
"Παράτα με.Είσαι ενα κάθαρμα χωρις ψυχή που αργά ή γρήγορα θα πληρώσεις Η αστυνομία έχει οτι στοιχείο χρειάζεται για να σε κλείσει μεσα και σήμερα να με σκοτώσεις δεν θα γλυτώσεις!" δεν θα του έδειχνα πως φοβάμαι.Εσφιξα τα χέρια μου σε γροθιές,την ωρα που ήταν απορροφημένος με το να γελάει εις βαρος μου και να λεει πως δεν τον νοιάζει τίποτα τον χτύπησα με οση δύναμη είχα δυνατα,τον εσπρωξα απο πάνω μου αρχίζοντας να τρέχω προς την πόρτα
Επρεπε να βγω έξω
"Μην είσαι τοσο βιαστική μικρή!" δεν πρόλαβα να αντιδράσω,τον ένιωσα να με τραβάει απο τα μαλλιά ρίχνοντας με κατω.Τα πρώτα χτυπήματα δεν άργησαν να έρθουν.Με χτυπούσε χωρις δισταγμό,φώναζα να με αφήσει αλλά εκείνος συνέχιζε.
Αισθανόμουν τις δυνάμεις μου να με εγκαταλείπουν αλλα ήξερα πως δεν έπρεπε.Πάσχιζα να κρατηθω ξύπνια. Με την εικόνα του Αλεξανδρου και της μικρής μου.Πάλευα.Αλήθεια πάλευα!
Απομακρύνθηκε απο πάνω μου φανερά κουρασμένος.Ξεκίνησε να γελάει,να βρίζει και να πετάει διάφορα αντικείμενα.Δεν καταλάβαινα τι έλεγε.Το μόνο που σκεφτόμουν ήταν ότι έπρεπε να σηκωθώ,να αμυνθω.Σύρθηκα με δυσκολία μεχρι το μερος που είχε πέσει το μαχαίρι οσο εκείνος είχε παει στην κουζίνα.Δεν ήξερα τι έκανε το μόνο που με ένοιαζε ήταν να πάρω το μαχαίρι να σηκωθώ και να προσπαθήσω να του επιτεθώ
"Μανούλα μου εισαι η ηρωίδα μου. Εισαι τοσο δυνατή... Καθε φορα με κανεις περήφανη.Σε αγαπάω μανούλα"
Με τα λόγια της κόρης μου και την εικόνα της κατάφερα να σηκωθώ στηριζόμενη στον τοίχο.Το σωμα μου πονούσε,κρύφτηκα πίσω απο την πόρτα μόλις τον είδα να έρχεται.
Η τωρα ή ποτέ... Σκέφτηκα και με μιας του επιτέθηκα.Ολα έγιναν γρήγορα. Πάνω που ημουν έτοιμη γύρισε προς το μερος μου,έπιασε το χέρι μου και αρχίσαμε να παλεύουμε οταν ένιωσα την μυτερή λεπίδα να σχίζει,να διαπερνά το δέρμα μου και ενας φριχτός πόνος να κατακλύζει το κορμί μου..
Ο πόνος νίκησε,με κυρίευσε ενώ ολα θολωσαν.Αισθανόμουν το σώμα μου να μουδιάζει,η μπλούζα μου 'ποτισε' γρήγορα με αίμα..Τα πόδια μου λύγισαν με αποτέλεσμα να βρεθώ στο πάτωμα,εβλεπα το κόκκινο υγρό να απλώνεται γύρω μου.Για μια στιγμή δεν άκουγα,δεν έβλεπα και δεν ένιωθα τίποτα.Είχαν χαθεί όλα!
Εγώ είχα χαθεί!
Αμυδρά άκουγα διάφορες φωνές μα οχι ξεκάθαρες,σειρήνες να χτυπάνε! Τίποτα δεν ήταν ξεκαθαρο.
Εκλεισα τα μάτια μου με το σκοτάδι να με συντροφεύει.Χανομουν!Αυτό ήταν και στο βάθος δυο φιγούρες με καλούσαν κοντά τους...δεν μπορούσα να διακρίνω καλά...
Με φώναζαν όμως κόρη τους. Ναι με φώναζαν. Τους άκουγα!
Οι γονείς μου! Ισως η ωρα να τους συναντήσω είχε έρθει....
Παιδιά τελειωνουμε δεν το πιστεύω!Η αλήθεια είναι πως δεν θέλω..
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro