
Καινούργια ζωή
~ ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ~ ΠΡΩΙ ~ ΕΠΑΥΛΗ ~
Σκηνές αρχαίας τραγωδίας εξελίσσονται στο σαλόνι του έπαυλης. Ο Αλέξανδρος, ο Τζάκος και η Θαλασσινή στέκονται στη μέση του δωματίου, ο καθένας με ένα σακίδιο στο χέρι, και κοιτάζουν αμήχανα τη μητέρα τους, η οποία, σε ρόλο αρχαίας τραγωδού, μαλλιοτραβιέται και στηθοδέρνεται μπροστά στο κατώφλι στην προσπάθεια της να τους αποτρέψει από το να φύγουν.
«Όχι! Όχι! Σας παρακαλώ, μην φεύγετε! Πώς θα μπορέσω να ζήσω σε ένα άδειο σπίτι; Δεν αντέχω τη μοναξιά. Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς τα παιδιά μου!»
Ο Τζάκος στρέφεται στον Αλέξανδρο.
«Πού στο διάολο είμαστε; Στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου;»
«Ναι, και η ταλαντούχα μητέρα μας στον ρόλο της Μήδειας!»
«Νομίζεις ότι θα προσπαθήσει να μας σκοτώσει;»
«Απ' αυτήν όλα να τα περιμένεις»
Η Θαλασσινή επεμβαίνει στην κουβέντα.
«Ω, σταματήστε τις βλακείες και κάντε κάτι!»
«Σαν τι;»
«Δεν ξέρω. Κάτι! Οτιδήποτε!»
Ο Τζάκος ξεφυσάει εκνευρισμένος.
«Έχω αρχίσει να εκνευρίζομαι και αυτό δεν είναι καθόλου καλό»
Εκείνη τη στιγμή μπαίνει στο δωμάτιο ο Γιώργος, ο σύζυγος της Κλημεντίνης και πατέρας του Αλέξανδρου και της Θαλασσινής.
«Φτάνει, Κλημεντίνη! Άσε τα παιδιά να φύγουν!»
«Όχι! Πώς μπορείς να το λες αυτό;»
«Μπορώ γιατί ξέρω ότι είναι η καλύτερη λύση για να αποτρέψουμε τα χειρότερα. Και δεν μιλάω για τον Τζάκο και την Θαλασσινή. Αυτός είναι φτιαγμένος από ατσάλι, όπως ο αείμνηστος φίλος μου ο Στέφανος, και η κόρη μου είναι δυνατή σαν εμένα. Όχι όμως ο Αλέκος μας. Αυτός είναι κάτι άλλο, κάτι ιδιαίτερο, και αν μείνει εδώ μαζί σου, θα υπάρξουν καταστροφικές συνέπειες για αυτόν. Λυπάμαι, Κλημεντίνη, αλλά αγαπάω πολύ τον γιο μου για να σ' αφήσω να τον καταστρέψεις»
«Μπαμπά ...;»
Ο Γιώργος πλησιάζει τον Αλέξανδρο και του χαϊδεύει το μάγουλο με το χέρι του.
«Μην πεις τίποτα, γιε μου. Απλώς πήγαινε και ζήσε τη ζωή σου όπως τη θέλεις και με όποιον θέλεις. Το μόνο που σου ζητάω είναι να μην με ξεχάσεις. Σ' αγαπάω πάρα πολύ και είμαι ακόμα περισσότερο περήφανος για σένα»
«Ποτέ δεν θα συμβεί αυτό, Μπαμπά. Σ' αγαπάω και εγώ πάρα πολύ»
«Πάντα θα είμαι το πράσινο των ματιών σου»
«Πάντα θα είσαι το πράσινο των ματιών μου»
Ο Γιώργος αγκαλιάζει τον γιο του και μετά στρέφεται στον Τζάκο.
«Μπορεί να έχασα τον καλύτερό μου φίλο, αλλά απέκτησα ακόμα έναν υπέροχο γιο. Σ' ευχαριστώ για αυτό που κάνεις για τον Αλέκο και σε παρακαλώ να προσέχεις την κόρη μου»
«Το υπόσχομαι, Γιώργο και σ' ευχαριστώ που με κράτησες κοντά σου και δεν μ' άφησες να μεγαλώσω με κάποιους ξένους. Εσύ έκανες το κενό στην καρδιά μου πολύ μικρότερο»
Αφού αγκάλιασε τον Τζάκο, ο Γιώργος παίρνει την Θαλασσινή στην αγκαλιά του.
«Να ακούς τα αδέρφια σου και να θυμάσαι ότι θα είσαι πάντα η όμορφη μικρή μου πριγκίπισσα»
«Σ' αγαπάω, Μπαμπά»
Ο Γιώργος απομακρύνει τη Κλημεντίνη από την πόρτα και τα τρία αδέρφια φεύγουν από την έπαυλη για να ξεκινήσουν τη νέα τους ζωή.
~ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ~ ΣΤΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ~
Ο Οδυσσέας κάθεται στο μπαλκόνι του, πίνει αργά τον καφέ του και απολαμβάνει τον λαμπερό ήλιο του Φλεβάρη. Είναι τόσο σπάνιο να έχει τέτοια ηλιοφάνεια στη μέση του χειμώνα.
Αυτός λατρεύει τον ήλιο. Όταν ήταν μικρός, η μητέρα του έλεγε ότι ήταν σαν γάτα που αναζητούσε συνεχώς τη ζεστασιά του ήλιου, ακόμα και το καλοκαίρι. Αυτός θυμάται να ξαπλώνει στο γρασίδι του κήπου του σπιτιού του για ώρες, αφήνοντας τον ήλιο να κάψει το δέρμα του και τη μητέρα του να απλώνει γιαούρτι στην πλάτη του το βράδυ γιατί, όπως αυτή έλεγε, αυτό παίρνει τη φλόγωση.
Η μητέρα του ... Η γυναίκα που του έδωσε ζωή, και όμως δεν έκανε τίποτα όταν ο πατέρας του τον χτύπησε και τον πέταξε έξω από το σπίτι. Ο Οδυσσέας την παρακαλούσε για βοήθεια, αλλά εκείνη αρνήθηκε να τον αγγίξει, φοβούμενη ότι θα τη μολύνει με ανηθικότητα. Δεν θα ξεχάσει ποτέ τα λόγια που βγήκαν από το στόμα της ..."Μην μ' αγγίζεις! Είσαι βρώμικος! Καταριέμαι τη στιγμή που σε γέννησα. Θα έπρεπε να είσαι νεκρός!"
Δεν ήταν όμως μόνο αυτό. Αυτός δεν πρόκειται να ξεχάσει επίσης την αηδία στο πρόσωπο του αδερφού του και την μομφή της αδερφής του ... "Είσαι ένα βδέλυγμα. Δεν είσαι πια αδερφός μου!". Και τέλος, ο ξυλοδαρμός του πατέρα του. Οι μπουνιές και οι κλωτσιές που τον έκαναν να κατουράει αίμα για μια ολόκληρη εβδομάδα. Και όλα αυτά γιατί είναι γκέι!
Ευτυχώς, το κουδούνι της πόρτας τον επαναφέρει στο παρόν και διακόπτει όλες αυτές τις οδυνηρές αναμνήσεις. Αυτός σηκώνεται και ανοίγει την πόρτα. Η μάνατζερ του μπαίνει στο διαμέρισμα, απλώνοντας ένα κύμα από άρωμα άγριας ορχιδέας σε όλο το σπίτι.
«Καλημέρα, Καυτό Αγόρι!»
«Καλημέρα, Μις Πίγκι!»
Η Ζαφειρία με τα ροζ μαλλιά, εξού και το παρατσούκλι "Μις Πίγκι", δίνει στον Οδυσσέα ένα πεταχτό φιλί στα χείλη.
«Τα όμορφα μάτια σου είναι λυπημένα. Γιατί; Ποιος σε στεναχώρησε, μωρό μου; Πες μου και θα τον κόψω κομματάκια και θα τα ταΐσω στον κροκόδειλο μου»
«Δεν έχεις κροκόδειλο»
«Τότε είναι μια καλή ευκαιρία για μένα να αγοράσω έναν»
Αυτή είναι η Ζαφειρία. Μία από τις πιο επιτυχημένες μάνατζερ μοντέλων στη χώρα και μοναδική φίλη του Οδυσσέα. Αυτή τον ανακάλυψε τυχαία και τον έβαλε στον χώρο. Αυτή έπεσε κυριολεκτικά επάνω του όταν αυτός έβγαινε από τον ηλεκτρικό στην Ομόνοια και όταν τον κοίταξε, αυτή άρχισε να ουρλιάζει ..."Εσύ είσαι! Αυτό ακριβώς που χρειάζομαι! Το μοντέλο των ονείρων μου!"
Αυτή τον πήρε σπίτι της, τον έντυσε, τον τάισε, τον φρόντισε και τρεις μέρες μετά αυτός έκανε την πρώτη του φωτογράφιση. Ο Οδυσσέας της χρωστάει τα πάντα. Την καριέρα του, το σπίτι του, την καλή του οικονομική κατάσταση, την φήμη και γιατί όχι, ακόμα και την ίδια του τη ζωή, γιατί ποιος ξέρει πού θα κατέληγε αν δεν ήταν αυτή.
«Τι σε φέρνει εδώ, Ζαφειρία; Δεν θυμάμαι να είχαμε ραντεβού»
«Θα σου πω αν μου φέρεις έναν καφέ»
«Αμέσως, κυρία!»
«Ω, Θεά! Με τρελαίνεις όταν με υπακούς έτσι. Αν δεν ήσουν γκέι, θα σε καβαλούσα ασταμάτητα εδώ, πάνω στο χαλί σου!»
«Αν το θέλεις τόσο πολύ, θα μπορούσα να κάνω μια εξαίρεση για σένα»
«Το σημειώνω αυτό!»
«Τρελή σκύλα!»
Γελάνε και οι δύο. Μετά, ο Οδυσσέας φέρνει τον καφέ και αυτοί κάθονται στον καναπέ. Η Ζαφειρία βάζει τα πόδια της στην αγκαλιά του και του γνέφει.
«Εσύ, τρυφερά πόδια, μασάζ, εμπρός μαρς!»
Ο Οδυσσέας γυρίζει τα μάτια του, αλλά αρχίζει να κάνει μασάζ στα πόδια της, κάνοντας τη να βογκήξει από ευχαρίστηση.
«Ω, Θεά μου! Τα δάχτυλά σου είναι μαγικά!»
«Σταμάτα να με παρενοχλείς σεξουαλικά και μίλα μου»
«Εσύ χάνεις! Τέλος πάντων! Θυμάσαι εκείνη τη διαφήμιση του αρώματος που πέθαινες να κάνεις;»
«Ναι»
«Μάντεψε!»
«Τι; Μη μου πεις ότι τα κατάφερες;»
«Ναι, μωρό μου, τα κατάφερα. Η δουλειά είναι δική σου!»
Ο Οδυσσέας σηκώνει τη Ζαφειρία στην αγκαλιά του και αρχίζει να τη στριφογυρίζει σαν τρελός.
«Δεν το πιστεύω! Είσαι απίστευτη! Είσαι η καλύτερη!»
«Άσε με κάτω, ρε τρελέ! Ζαλίζομαι!»
Αυτός την αφήνει να πατήσει ξανά στα πόδια της και αυτή πιάνει το κεφάλι της προσπαθώντας να σταματήσει την ζαλάδα.
«Πότε είναι η φωτογράφηση;»
«Την Παρασκευή το βράδυ, στις εννιά, πρέπει να είσαι στο στούντιο. Ο φωτογράφος δεν μπορούσε να το κάνει άλλη ώρα»
Ο ενθουσιασμός του Οδυσσέα σβήνει αμέσως καθώς αυτός σωριάζεται στον καναπέ.
«Όχι, γαμώτο! Όχι!»
Η Ζαφειρία κάθεται δίπλα του.
«Τι συμβαίνει, μωρό μου;»
«Δεν μπορώ να το κάνω»
«Γιατί;»
«Έχω ραντεβού την Παρασκευή το βράδυ»
«Ακύρωσε το»
Στην σκέψη και μόνο της ακύρωσης του ραντεβού του με τον Αλέξανδρο, το σώμα του Οδυσσέα γεμίζει ξανά ενέργεια και αυτός πετάγεται όρθιος σαν ελατήριο.
«Όχι! Όχι! Με τίποτα! Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί! Θα πάω σ' αυτό το ραντεβού ΟΤΙ ΚΑΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ!»
«Βρε, βρε, βρε! Τι έχουμε εδώ; Καινούργιος έρωτας;»
«Δεν ξέρω ακόμα, αλλά το θέλω. Δεν μπορείς καν να φανταστείς πόσο το θέλω. Αυτός είναι τόσο ξεχωριστός και αυτό είναι το πρώτο μας ραντεβού. Δεν μπορώ να το καταστρέψω»
«Τότε γιατί δεν του λες να έρθει μαζί σου;»
«Τι;»
«Είναι απλό, μωρό μου. Αν αυτός είναι τόσο ξεχωριστός όσο λες, τότε πες του ότι αυτή η δουλειά είναι πολύ σημαντική για σένα και γι' αυτό τον θέλεις εκεί. Εσείς μπορείτε να βγείτε μετά»
«Μπορώ να το κάνω αυτό; Μπορώ να φέρω κάποιον μαζί μου στο στούντιο;»
«Εσύ είσαι το αστέρι, μωρό μου. Μπορείς να κάνεις ότι θέλεις»
«Και αν αυτός πει όχι;»
«Τότε, αυτός δεν είναι τόσο ξεχωριστός όσο νομίζεις»
«Είναι ξεχωριστός, Ζαφειρία. Για την ακρίβεια, αυτός είναι τέλειος»
«Τότε δεν υπάρχει πρόβλημα»
«Ας το ελπίσουμε!»
~ ΑΡΓΟΤΕΡΑ ~ ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΤΗΣ ΙΔΙΑΣ ΜΕΡΑΣ ~
~ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΟ HILTON ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ ~
~ EXECUTIVE KING ΣΟΥΙΤΑ ~
Η Θαλασσινή τρέχει σαν μέλισσα γύρω-γύρω, ελέγχοντας τα πάντα μέσα στα ογδόντα επτά τετραγωνικά της σουίτας που νοίκιασαν με τον Τζάκο και τον Αλέξανδρο. Αυτή ανοίγει κάθε συρτάρι, κάθε ντουλάπα, κάθε κομοδίνο και αγγίζει κάθε φωτιστικό, λαμπατέρ και οποιοδήποτε άλλο διακοσμητικό.
«Ω, Τζάκο! Αυτό το δωμάτιο είναι εκπληκτικό! Είδες το μπάνιο; Η μπανιέρα είναι τεράστια!»
«Έλα, Ομορφιά μου. Εσύ μεγάλωσες σε μια έπαυλη. Τι σου φαίνεται τόσο εντυπωσιακό εδώ μέσα;»
«Δεν ξέρω. Η έπαυλη είναι μεγάλη και πολυτελή, αλλά είναι και κρύα. Αυτό το δωμάτιο είναι κάτι εντελώς άλλο, πιο ζεστό»
«Αυτό το δωμάτιο είναι κάτι εντελώς άλλο γιατί δεν είναι εδώ η Κλημεντίνη. Τέλος πάντων! Πού είναι ο Αλέκος;»
«Στο μπαλκόνι»
«Πάω να δω τι κάνει»
«Και εγώ πάω να κάνω ένα αφρόλουτρο»
«Μην τα κάνεις χάλια. Θέλω να κάνω και εγώ μπάνιο αργότερα»
«Ότι πεις, αφεντικό!»
Ενώ η Θαλασσινή τρέχει στο μπάνιο, ο Τζάκος βγαίνει στο μπαλκόνι και βρίσκει τον Αλέξανδρο ακουμπισμένο στο κάγκελο να χαζεύει την θέα προς τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης.
«Πως νιώθεις, αδερφέ;»
«Ανάλαφρος. Σαν να έφυγε ένα αβάσταχτο βάρος από τους ώμους μου»
«Υπέροχα!»
«Τι θα κάνουμε τώρα; Θα πάμε στο γραφείο;»
«Όχι σήμερα. Μίλησα με την Κλαίρη και δεν υπάρχει τίποτα επείγον εκτός από μερικές υπογραφές. Αυτή θα έρθει εδώ αργότερα με τα χαρτιά»
Ο Αλέξανδρος καγχάζει.
«Τι;»
«Είσαι τόσο κλισέ ώρες-ώρες»
«Εγώ; Γιατί το λες αυτό;»
«Το μεγάλο αφεντικό, η κοκκινομάλλα γραμματέας και ένα δωμάτιο ξενοδοχείου ... Βγάλε συμπέρασμα!»
«Τι; Εγώ και η Κλαίρη; Μπλιαχ! Όχι! Όχι! Όχι!»
«Γιατί τέτοια άρνηση;»
«Γιατί η Κλαίρη μπορεί να είναι η τέλεια γραμματέας, αλλά μέχρι εκεί. Εξάλλου, δεν μου αρέσουν οι κοκκινομάλλες»
«Ναι, το ξέρω. Προτιμάς τις μελαχρινές»
«Ναι, αλλά δεν είμαι εδώ για να μιλήσουμε για μένα»
«Αλλά για ποιον;»
«Για σένα»
«Στο είπα και πριν, Τζάκο. Είμαι καλά. Για πρώτη φορά στη ζωή μου νιώθω ελεύθερος και έτοιμος για όλα»
«Έτοιμος ακόμα και για έναν μεγάλο έρωτα;»
«Ακόμα και γι' αυτό»
Ο Τζάκος βάζει το χέρι του στον ώμο του Αλέξανδρου.
«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο χαρούμενος είμαι για σένα»
«Μπορώ, Τζάκο, και θέλω να σ' ευχαριστήσω ξανά. Χάρη σε σένα, ξέφυγα επιτέλους από την επιρροή της μητέρας μου. Σου χρωστάω τα πάντα»
«Σταμάτα! Δεν μου χρωστάς τίποτα»
«Και όμως ...»
«Τέλος πάντων! Πες μου, μίλησες με τον Οδυσσέα;»
«Πριν λίγο για να του δώσω το τηλέφωνο της σουίτας. Μου είπε ότι θα με πάρει αργότερα γιατί θέλει να μου ζητήσει κάτι»
«Τι;»
«Δεν έχω ιδέα. Ω, Θεέ μου! Λες να θέλει να ακυρώσει το ραντεβού μας και ψάχνει έναν εύκολο τρόπο να μου το πει;»
«Δεν υπάρχει περίπτωση!»
«Πώς μπορείς να είσαι τόσο σίγουρος;»
«Δεν ξέρω, αλλά είμαι. Έχω ένα προαίσθημα ότι αυτός ο άντρας ήρθε στη ζωή μας για να μείνει για πάντα»
«Απ' το στόμα σου και στου Θεού τ' αφτί»
~ ΕΝΤΩΜΕΤΑΞΥ ~ ΣΤΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΤΟΥ ΟΔΥΣΣΕΑ ~
Η Ζαφειρία είναι ακόμα εκεί και συζητάει τις λεπτομέρειες της φωτογράφισης με τον Οδυσσέα.
«Δεν ξέρω αν στο είπα, αλλά η διαφήμιση δεν θα είναι μόνο στην τηλεόραση»
«Που αλλού θα βγει;»
«Θα κυκλοφορήσει και σε έντυπη έκδοση»
«Δηλαδή;»
«Γιγαντιαίες διαφημιστικές πινακίδες με το όμορφο πρόσωπο σου θα πλημμυρίσουν την πόλη»
«Πλάκα μου κάνεις τώρα, έτσι;»
«Όχι, Καυτό Αγόρι. Πινακίδες στους δρόμους, στους σταθμούς του ηλεκτρικού, ακόμα και στα λεωφορεία. Έλα! Έλα! Πες μου ότι είμαι φοβερή. Θέλω να σ' ακούσω να το λες!»
«Είσαι φοβερή!»
«Το ξέρω, αλλά τέρμα με τη δουλειά τώρα. Εσύ έχεις να κάνεις ένα τηλεφώνημα. Άντε, τελείωνε μ' αυτό, γιατί μετά εγώ θέλω να μάθω τα πάντα για τον τύπο που έκανε την καρδούλα σου να κελαηδήσει. Τον μυστηριώδη κύριο Αλέξανδρο»
Ο Οδυσσέας σηκώνει το ακουστικό και καλεί τον καινούργιο αριθμό που του έδωσε ο Αλέξανδρος χωρίς να του εξηγήσει γιατί δεν ισχύει ο άλλος του αριθμός. Φυσικά αυτό δεν έχει καμία σημασία για τον Οδυσσέα. Το μόνο που τον νοιάζει είναι να μιλάει μαζί του, όπως τώρα ... ή μάλλον όχι! Αυτός που απαντάει στο τηλέφωνο οπωσδήποτε δεν είναι ο Αλέξανδρος.
«Εμπρός;»
Ο Οδυσσέας τραβάει το ακουστικό από το αφτί του και το κοιτάζει για λίγα δευτερόλεπτα προσπαθώντας να καταλάβει τι συμβαίνει, πριν το βάλει πάλι πίσω και μιλήσει.
«Ποιος είσαι εσύ;»
«Εσύ ποιος είσαι;»
Η φωνή του άντρα στο τηλέφωνο είναι μελωδική και παιχνιδιάρικη. Χωρίς να μπορεί να εξηγήσει γιατί, ο Οδυσσέας αισθάνεται κάτι περίεργο ακούγοντας την, κάτι πολύ οικείο, αλλά που δεν το έχει νιώσει εδώ και πολύ καιρό. Μια ζεστασιά ... Την ζεστασιά του ήλιου βαθιά στην καρδιά του.
«Εσύ πρώτος!»
«Θέλεις παιχνιδάκια, ε; Υπέροχα! Είμαι ο Τζάκος»
«Και εγώ είμαι ο Οδυσσέας»
«Το ξέρω. Εκτός από σένα δεν ξέρει κάποιος άλλος αυτόν τον αριθμό»
«Αν είναι έτσι τότε γιατί ρωτάς;»
«Έτσι!»
«Πού είναι ο Αλέξανδρος;»
«Στο μπάνιο»
«Και εσύ τι κάνεις εκεί;»
«Τον περιμένω, γυμνός, στο κρεβάτι του»
«Για να κάνετε τι;»
«Σκληρό, βρώμικο σεξ. Τι άλλο;»
«ΤΙ;»
Ο Τζάκος ξεσπάει σε γέλια.
«Θα πλήρωνα μια περιουσία για να δω το πρόσωπό σου τώρα»
Μετά το αρχικό σοκ, ο Οδυσσέας θυμάται τον Αλέξανδρο να του μιλάει για τον Τζάκο, τον καταπληκτικό θετό αδερφό του.
«Πραγματικά. Όλοι μου λένε ότι το πρόσωπό μου αξίζει μια περιουσία και το σώμα μου ακόμα περισσότερο»
«Εντάξει! Τώρα είμαι και επίσημα περίεργος! Πες μου κι άλλα!»
«Δωρεάν; Δεν το νομίζω. Αν θέλεις περισσότερο από τον υπέροχο εαυτό μου, εσύ πρέπει να πληρώσεις»
«Ξέρεις κάτι, Οδυσσέα; Εγώ είμαι σίγουρος ότι εσύ και εγώ θα τα πάμε πολύ καλά μαζί»
«Ναι, Τζάκο. Είμαι και εγώ σίγουρος για το ίδιο πράγμα»
«Θα σου δώσω τον Αλέκο τώρα και μην ξεχνάς ότι ανυπομονώ να σε γνωρίσω από κοντά»
«Κι εγώ, Τζάκο»
Ο Τζάκος δίνει το τηλέφωνο στον Αλέξανδρο, ο οποίος μόλις βγήκε από το μπάνιο και δεν έχει καταλάβει ακόμα τι συμβαίνει.
«Ναι; Ποιος είναι;»
«Εγώ είμαι»
Όταν ο Αλέξανδρος ακούει τη φωνή του Οδυσσέα, κοιτάζει άγρια τον Τζάκο, ο οποίος σφυρίζει ανέμελα σαν να μην συνέβη τίποτα.
«Άκου, Οδυσσέα ... Ότι και να σου είπε ο ηλίθιος αδερφός μου είναι μαλακίες. Μην τον παίρνεις στα σοβαρά»
«Σοβαρά; Γιατί αυτός μου είπε ότι εγώ και αυτός θα τα πάμε πολύ καλά μαζί»
«Αυτό είπε, ε;»
«Ναι, και ομολογώ ότι μου άρεσε πολύ»
«Δεν έχω καμία αμφιβολία γι' αυτό. Ο Τζάκος έχει αυτή την επίδραση στους ανθρώπους. Κάνει μάγια σε όλους»
«Ίσως, αλλά εμένα μου άρεσε για άλλο λόγο»
«Για ποιο λόγο;»
«Δεν το έχεις καταλάβει;»
«Προσπαθώ, αλλά ...»
«Εξαιτίας σου»
«Εξαιτίας μου;»
«Μου είπες ότι εσύ και ο Τζάκος είστε πολύ κοντά και εσύ πάντα ακούς τη γνώμη του»
«Και λοιπόν;»
«Θέλεις να το ακούσεις, ε;»
«Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο πολύ»
«Επειδή μου αρέσεις, Αλέξανδρε, και θέλω αυτό το μεταξύ μας να δουλέψει»
«Το εννοείς αυτό;»
«Με όλη μου την καρδιά»
«Θέλω και εγώ το ίδιο, Οδυσσέα, γιατί κι εμένα μου αρέσεις πολύ και ανυπομονώ για το ραντεβού μας»
«Σχετικά με αυτό ...»
«Ω, όχι! Σε παρακαλώ, μη μου πεις ότι θέλεις να το ακυρώσουμε»
«Όχι! Όχι! Για όνομα του Θεού! Εγώ απλώς θέλω να ...»
«Τι, Οδυσσέα; Έλα, πες μου!»
«Την Παρασκευή στις εννιά, η ατζέντης μου κανόνισε τη φωτογράφιση για μια διαφήμιση που κυνηγούσαμε πολύ καιρό, και πρέπει να το κάνω, οπότε θέλω να έρθεις μαζί μου στο στούντιο. Εμείς μπορούμε να βγούμε μετά. Αλλά αν έχεις πρόβλημα με αυτό, εγώ θα αρνηθώ την δουλειά»
Ο Αλέξανδρος ξεφυσάει με ανακούφιση.
«Αυτό είναι όλο; Χριστέ μου! Με κατατρόμαξες!»
«Αυτό σημαίνει ότι θα έρθεις;»
«Εννοείται ότι θα έρθω. Πεθαίνω να σε δω να δουλεύεις»
«Ω, Αλέξανδρε! Σ' ευχαριστώ τόσο πολύ. Αυτό σημαίνει πολλά για εμένα. Φοβόμουν ότι θα μου πεις όχι»
«Να μην φοβάσαι. Το ραντεβού μας θα γίνει οπωσδήποτε. Ότι και να γίνει! Απλώς πες μου από που και τι ώρα να έρθω να σε πάρω για να πάμε μαζί στο στούντιο»
«Μπορείς να έρθεις από το σπίτι μου στις οχτώ. Περσεφόνης 35 στο Γκάζι. Είναι πολύ κοντά στο μπιστρό»
«Μην ανησυχείς, θα το βρω»
«Τέλεια! Όμως πρέπει να κλείσω τώρα. Η ατζέντης μου είναι ακόμα εδώ και καταλαβαίνεις ... Μπορώ να σου τηλεφωνήσω αργότερα;»
«Ότι ώρα θες»
«Γεια σου, Αλέξανδρε»
«Γεια σου, Οδυσσέα»
Bạn đang đọc truyện trên: Truyen247.Pro